Ένας αιώνας της Αριστεράς στις εκλογές (1915 – 2015) | Μέρος 2ο

Ένας αιώνας της Αριστεράς στις εκλογές (1915 – 2015) | Μέρος 2ο

  • |

Δείτε το 1ο μέρος ΕΔΩ

Οι εκλογές του Μαΐου 1958 διεξάγονται σε μια περίοδο ευνοϊκή για την Αριστερά. Η συνολικότερη πολιτική της κυβέρνησης της ΕΡΕ, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ενώ οξύνει τις κοινωνικές αντιθέσεις στο εσωτερικό της χώρας, ταυτόχρονα αποκαλύπτει τον επικίνδυνο αντεθνικό προσανατολισμό της, τόσο λόγω της συμφωνίας για εγκατάσταση αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων σε ελληνικά εδάφη όσο και εξαιτίας της ατολμίας της να στηρίξει τον αντιαποικιοκρατικό αγώνα του κυπριακού Ελληνισμού, που έχει απέναντί του δύο χώρες συμμάχους στο ΝΑΤΟ: τη Μεγάλη Βρετανία και την Τουρκία. Επιπλέον, οι δυνάμεις του Κέντρου κατεβαίνουν στις εκλογές διασπασμένες.

  • Του Γιώργου Αλεξάτου

Η ΕΔΑ συμμετέχει στις εκλογές με ψηφοδέλτια στα οποία εντάσσεται μεγάλος αριθμός συνεργαζόμενων, όπως ο σοσιαλιστής Ηλίας Τσιριμώκος, ο πρώην υπαρχηγός του ΕΔΕΣ Κομνηνός Πυρομάγλου, ο προερχόμενος από τη Δεξιά Σταμάτης Μερκούρης κ.ά. Το εκλογικό αποτέλεσμα (940.000 ψήφοι, 24,42%) αναδεικνύει την ΕΔΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση, με 79 έδρες. Πολύ σύντομα 12 από τους συνεργαζόμενους βουλευτές, με επικεφαλής τον Τσιριμώκο, θα συγκροτήσουν –σε συμφωνία με την ΕΔΑ- το κεντροαριστερό κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης, ενώ αργότερα άλλοι 3 θα αποτελέσουν τον πυρήνα της Νέας Αγροτικής Κίνησης, η οποία το 1961 θα μετασχηματιστεί στο Εθνικό Αγροτικό Κόμμα (ΕΑΚ).

Η ανάδειξη της ΕΔΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση θορύβησε τους αντιδραστικούς κύκλους (Δεξιά, Παλάτι, στρατό, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ κ.λπ.), με συνέπεια την ένταση των αντικομμουνιστικών διώξεων και της αστυνομοκρατίας, που συνεπικουρούνταν από αντικομμουνιστικές τρομοκρατικές παρακρατικές οργανώσεις. Παράλληλα, θα δρομολογηθούν διαδικασίες ενοποίησης των κεντρώων δυνάμεων, που θα καταλήξουν το 1961 στην ίδρυση της Ένωσης Κέντρου, με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1961 κυριαρχεί κλίμα τρομοκρατίας, που φτάνει μέχρι και στη δολοφονία των νεαρών αγωνιστών της Αριστεράς Στέφανου Βελδεμίρη και Διονύση Κερπινιώτη. Μετά από εκτεταμένη νοθεία, η ΕΡΕ –που είχε πάρει 41% στις εκλογές του 1958- εμφανίστηκε να πλειοψηφεί με 51%! Η Αριστερά, που συμμετείχε στις εκλογές ως Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο (ΠΑΜΕ), με τη συνεργασία της ΕΔΑ, του ΕΑΚ και ανεξάρτητων αριστερών δημοκρατών, εμφανίστηκε να παίρνει 676.000 ψήφους (14,62%). Εξελέγησαν 28 βουλευτές, από τους οποίους οι 2 ανήκαν στο ΕΑΚ και ένας (ο Γρηγόρης Λαμπράκης) ήταν ανεξάρτητος συνεργαζόμενος.

Ενώ το εκλογικό αποτέλεσμα δεν αναγνωρίστηκε ούτε από την Ένωση Κέντρου ούτε από την ΕΔΑ, η ένταση της αστυνομικής και παρακρατικής τρομοκρατίας αποκορυφώθηκε τον Μάιο 1963, με τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Σύντομα η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτήθηκε και στις εκλογές του Νοεμβρίου πρώτο κόμμα αναδείχτηκε η Ένωση Κέντρου. Η ΕΔΑ πήρε 669.000 ψήφους (14,34%) και 24 βουλευτικές έδρες.

Μετά από την άρνηση του Παπανδρέου να στηριχτεί στις ψήφους της ΕΔΑ, καθώς δεν διέθετε απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, διεξήχθηκαν νέες εκλογές τον Φεβρουάριο 1964. Σ’ αυτές η ΕΔΑ πραγματοποίησε τον λεγόμενο «ελιγμό», με τη μη κάθοδο σε 24 (κυρίως μονοεδρικές και δυεδρικές) περιφέρειες από τις συνολικά 55, πριμοδοτώντας έτσι την Ένωση Κέντρου. Ως συνέπεια του «ελιγμού» αλλά και της υπερψήφισης του Κέντρου και από άλλους αριστερούς ψηφοφόρους, οι ψήφοι της ΕΔΑ περιορίστηκαν στις 541.000 (11,80%) και εκλέχτηκαν 22 αριστεροί βουλευτές.

Για τις εκλογές του Μαΐου 1967, που ματαίωσε το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, προγραμματιζόταν εκλογική κάθοδος όχι μόνο της ΕΔΑ, αλλά και της Συνεπούς Πολιτικής Αριστερής Κίνησης (ΣΠΑΚ) που είχε συγκροτηθεί από τους «κινεζόφιλους» που κινούνταν γύρω από το περιοδικό «Αναγέννηση».

3. Η μεταδικτατορική περίοδος

Μετά την πτώση της δικτατορίας και τη νομιμοποίηση του κομμουνιστικού κινήματος, η Αριστερά βρέθηκε αντιμέτωπη με μια νέα πραγματικότητα. Από τη μια, με τη διάσπαση του ΚΚΕ, που είχε συντελεστεί το 1968, και από την άλλη με την εμφάνιση –για πρώτη φορά στη νεοελληνική πολιτική ιστορία- ενός κόμματος –του ΠΑΣΟΚ, του Ανδρέα Παπανδρέου- που δυναμικά εμφανιζόταν στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας και μάλιστα με συνθήματα εξαιρετικά προωθημένα και ριζοσπαστικά. Ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου 1974, κατά τις οποίες κατήγαγε μεγάλη νίκη η δεξιά Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που εμφανιζόταν ως ανανεωμένη και απαλλαγμένη από τον στείρο αντικομμουνισμό του παρελθόντος, συγκροτήθηκε η Ενωμένη Αριστερά, ως συνεργασία του ΚΚΕ (με επικεφαλής τον Χαρίλαο Φλωράκη) και της ΕΔΑ (με επικεφαλής τον Ηλία Ηλιού), στην οποία εντασσόταν και το ΚΚΕ εσωτερικού.

Η Ενωμένη Αριστερά πήρε 465.000 ψήφους (9,47%), κατά πολύ λιγότερες από αυτές της ΕΔΑ των εκλογών του 1964. Εκλέχτηκαν 8 βουλευτές, από τους οποίους οι 5 ανήκαν στο ΚΚΕ, 2 στο ΚΚΕ εσ. και ένας στην ΕΔΑ.
Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1974 συμμετείχε με συνδυασμούς στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και το «μαοϊκό» Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κίνημα Ελλάδας (ΕΚΚΕ), που πήρε 1.500 ψήφους (0,03%).

Οι επόμενες εκλογές, του Νοεμβρίου 1977, τις οποίες κέρδισε και πάλι η Νέα Δημοκρατία, αν και με κατά πολύ μικρότερο ποσοστό, ενώ αξιωματική αντιπολίτευση αναδείχτηκε το ΠΑΣΟΚ, κατέγραψαν την κυριαρχία του ΚΚΕ στον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς, με 480.000 ψήφους (9,36%) και 11 έδρες. Το ΚΚΕ εσ. και η ΕΔΑ συμμετείχαν στις εκλογές στο πλαίσιο της Συμμαχίας Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων, μαζί με μικρά κεντροαριστερά κόμματα. Η Συμμαχία πήρε μόλις 139.500 ψήφους (2,72%) και 2 έδρες: μία του ΚΚΕ εσ. και μία της ΕΔΑ.

Στις εκλογές αυτές συμμετείχαν και τρεις σχηματισμοί της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς: το ΕΚΚΕ (11.900 ψήφοι, 0,23%), η Λαϊκή Δημοκρατική Ενότητα (ΛΔΕ) του ΚΚΕ (μ-λ) (8.800 ψήφοι, ο,17%), η τροτσκιστική Εργατική Διεθνιστική Ένωση –ΕΔΕ (1.000 ψήφοι, 0,05%) και η Κομμουνιστική Οργάνωση Μαχητής (300 ψήφοι, 0,006%), που εμφάνισε συνδυασμούς μόνο στην Αθήνα.

Οι εκλογές του Οκτωβρίου 1981 που έφεραν στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, μετά από θριαμβευτική νίκη, χαρακτηρίστηκαν από άνοδο της εκλογικής επιρροής του ΚΚΕ (620.300 ψήφοι, 10,93% και 13 έδρες), η οποία, εντούτοις, απείχε πολύ από τον εκλογικό στόχο του 17% που θα του επέτρεπε να περάσει στη δεύτερη κατανομή. Το ΚΚΕ εσ., με 76.400 ψήφους (1,37%), έχασε την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση, ενώ 6.600 ψήφους και ποσοστό 0,12% κατέγραψε η Κίνηση για μια Επαναστατική Αριστερά, που συγκροτούνταν από το ΚΚΕ (μ-λ), την Κομμουνιστική Οργάνωση Μαχητής και τη μαοϊκή Λαϊκή Εξουσία, 4.750 (0,08%) η συνεργασία ΕΚΚΕ και Μ-Λ ΚΚΕ και 1.650 (0,02%) η τροτσκιστική ΕΔΕ. Χαρακτηριστικό και αυτών των εκλογών, όπως και των προηγούμενων και των επόμενων του 1985, ήταν ότι οργανώσεις τροτσκιστικές (όπως η Οργάνωση Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας – ΟΚΔΕ και η Κομμουνιστική Διεθνιστική Ένωση -ΚΔΕ) ή τροτσκιστικής αναφοράς (όπως η Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση – ΟΣΕ) καλούσαν σε υπερψήφιση του ΚΚΕ.

Στις εκλογές του Ιουνίου 1985, τις οποίες κέρδισε και πάλι το ΠΑΣΟΚ, η εκλογική δύναμη του ΚΚΕ υποχώρησε στο 9,89%, με 629.500 ψήφους και 12 έδρες). Αντίθετα ενισχύθηκε το ΚΚΕ εσ., το οποίο με 117.000 ψήφους (1,84%) ανέκτησε τη μονοεδρική κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση. 7.000 ψήφους (0,11%) πήρε το ΕΚΚΕ, 5.350 (0,08%) η Κομμουνιστική Αριστερά (συνεργασία ΚΚΕ μ-λ και Μ-Λ ΚΚΕ) και 3.700 (0,06%) η ΕΔΕ.

Ενώ το ΠΑΣΟΚ καταρρέει υπό το βάρος, κυρίως, οικονομικών σκανδάλων, στις εκλογές του Ιουνίου 1985 ο κύριος όγκος των αριστερών δυνάμεων συσπειρώνεται στον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου (ΣΥΝ), που αποτελείται από το ΚΚΕ, την Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ), που ιδρύθηκε από την πλειοψηφία του ΚΚΕ εσ. μετά τη διάλυσή του το 1987, με επικεφαλής τον Λεωνίδα Κύρκο, άλλες μικρές αριστερές και κεντροαριστερές κινήσεις και ανεξάρτητους παράγοντες. Ο ΣΥΝ κερδίζει 856.000 ψήφους (13,1%), ξεπερνώντας το άθροισμα της εκλογικής δύναμης του ΚΚΕ και του ΚΚΕ εσ. του 1985, και αναδεικνύει 28 βουλευτές.

Στις εκλογές αυτές συμμετέχει και το ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, που συγκρότησε η μειοψηφία του ΚΚΕ εσ., με επικεφαλής τον Γιάννη Μπανιά, κερδίζοντας 18.000 ψήφους (0,3%). Συμμετέχουν, επίσης, η Εναλλακτική Αριστερή Συσπείρωση (ΕΑΣ) αποτελούμενη από μικρές δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς (6.150 ψήφοι, 0,09%), το ΚΚΕ μ-λ (3.350, 0,05%), το ΕΚΚΕ (2.750, 0,04%), η Αυτοδύναμη Κίνηση Εργατικής Πολιτικής –ΑΚΕΠ (2.100, 0,03%), που προερχόταν από το ΚΚΕ, το Μ-Λ ΚΚΕ (1.600, 0,02%), το Εργατικό Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο -ΕΑΜ (1.500, 0,02%), που αποσπάστηκε από το ΚΚΕ το 1985, καθώς και η μαοϊκής προέλευσης Οργάνωση για την Ανασυγκρότηση του ΚΚΕ (ΟΑΚΚΕ), με 1.000 ψήφους (0,01%).

Η συμμετοχή του ΣΥΝ στην κυβέρνηση Τζανετάκη, σε συνεργασία με τη Δεξιά, και η κρίση του ΚΚΕ που οδήγησε στην αποχώρηση της μεγάλης πλειονότητας των μελών της νεολαίας του, της ΚΝΕ, και μεγάλου αριθμού άλλων μελών και στελεχών του –που λίγο αργότερα θα συγκροτήσουν το Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ)- είχαν ως συνέπεια τον περιορισμό της εκλογικής επιρροής του ΣΥΝ, στις εκλογές του Νοεμβρίου 1989, στις 734.500 ψήφους (10,97%) και 21 έδρες.

Στις ίδιες εκλογές θα συμμετάσχει η Αριστερή Πρωτοβουλία (συγκροτημένη από το ΚΚΕ εσ. / Ανανεωτική Αριστερά, την ΕΑΣ και το ΕΚΚΕ), που οι ψήφοι της (13.500, 0,2%) θα είναι κατά πολύ λιγότερες από το άθροισμα των ψήφων που πήραν οι συνιστώσες της τον περασμένο Ιούνιο. 3.200 ψήφους (0,05%) πήρε το ΚΚΕ (μ-λ), 1.400 (0,02%) το Μ-Λ ΚΚΕ, 1.300 (0,02%) το ΕΑΜ, 1.250 (0,02%) το ΕΑΜ, 1.250 (0,02%) η ΑΚΕΠ, 1.050 (0,02%) το Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα (ΕΕΚ) που υπήρξε μετεξέλιξη της ΕΔΕ, ενώ τμήμα του είχε προσχωρήσει στον ΣΥΝ, και 600 ψήφους (0,01%) η ΟΑΚΚΕ.

Έχοντας συμμετάσχει και στην Οικουμενική Κυβέρνηση Ζολώτα και σε μια περίοδο κρίσης του αριστερού κινήματος διεθνώς, ως συνέπεια των καταρρεύσεων των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην ανατολική Ευρώπη, ο ΣΥΝ θα δει τις δυνάμεις του να μειώνονται ακόμη περισσότερο στις εκλογές του Απριλίου 1990, τις οποίες κέρδισε η Νέα Δημοκρατία, με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Ο ΣΥΝ πήρε 677.000 ψήφους (10,28%) και 19 έδρες.

Στις εκλογές αυτές 14.400 ψήφους (0,22%) κερδίζει η Λαϊκή Αντιπολίτευση, που συγκροτήθηκε από το νεοσύστατο ΝΑΡ, σε συνεργασία με το ΕΕΚ, ενώ περιορίζεται και η δύναμη του ΚΚΕ εσ. / Ανανεωτική Αριστερά (8.800 ψήφοι, 0,13%) που κατεβαίνει και πάλι αυτοδύναμα μετά την εκλογική αποτυχία και διάλυση της Αριστερής Πρωτοβουλίας. Το ΚΚΕ (μ-λ) πήρε 2.600 ψήφους (0,04%), το Μ-Λ ΚΚΕ και το ΕΚΚΕ από 1.350 (0,02%) και η ΑΚΕΠ 1.200 Όπως φάνηκε, οι απογοητευμένοι ψηφοφόροι του ΣΥΝ δεν στράφηκαν προς άλλα μικρότερα αριστερά κόμματα, σε συνθήκη οξύτατης κρίσης της ελληνικής και της παγκόσμιας Αριστεράς.

Στις εκλογές του Οκτωβρίου 1993, με τις οποίες επανήλθε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ, σημειώθηκε μεγάλη συρρίκνωση της δύναμης της Αριστεράς. Ήδη από το 1991 ο ΣΥΝ είχε μετατραπεί σε ενιαίο κόμμα, με πρόεδρο τη Μαρία Δαμανάκη, στο οποίο εντάχθηκε και μεγάλο μέρος μελών και στελεχών του ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ, με γενική γραμματέα την Αλέκα Παπαρήγα, συγκράτησε μικρό μέρος της εκλογικής του βάσης (313.000 ψήφοι, 4,54%), εκλέγοντας 9 βουλευτές, ενώ ο ΣΥΝ δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει το όριο του 3% που είχε οριστεί για την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός κόμματος. Πήρε 203.000 ψήφους (2,94%). Ο χώρος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς εκπροσωπήθηκε από τη Μαχόμενη Αριστερά (ΝΑΡ, ΚΚΕ μ-λ, ΕΕΚ και ΕΚΚΕ) που πήρε 8.150 ψήφους (0,12%). 1.800 ψήφους (0,03%) πήρε το Μ-Λ ΚΚΕ, 700 η ΟΑΚΚΕ και 500 η πρώην αλβανόφιλη Συνεπής Αριστερή Κίνηση Ελλάδας (ΣΑΚΕ).

Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου 1996, τις οποίες κέρδισε και πάλι το ΠΑΣΟΚ, με επικεφαλής τον Κώστα Σημίτη, έδωσαν τη δυνατότητα στον ΣΥΝ, που είχε πρόεδρο τον Νίκο Κωνσταντόπουλο, να ξαναμπεί στη Βουλή, με 347.000 ψήφους (5,12%) και 10 βουλευτές. Εντούτοις, το ΚΚΕ διατήρησε την πρωτοκαθεδρία στην Αριστερά με 380.200 ψήφους (5,61%) και 11 βουλευτές. 10.450 ψήφους (0,15%) πήρε η Μαχόμενη Αριστερά, 4.000 (0,06%) το Μ-Λ ΚΚΕ, ενώ η ΟΑΚΚΕ συνεργάστηκε με το σλαβομακεδονικό Ουράνιο Τόξο, παίρνοντας 3.500 ψήφους (0,05%).

Τον Απρίλιο 2000, όταν κέρδισε οριακά ξανά το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ συνεργάστηκε εκλογικά με τη μικρή κίνηση Κομμουνιστική Ανανέωση που προήλθε από διάσπαση της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής Οικολογικής Αριστεράς (ΑΚΟΑ), μετεξέλιξης του ΚΚΕ Εσ. / Ανανεωτική Αριστερά. Εντούτοις, δεν αύξησε τις ψήφους του (379.500 και 5,52%) και έβγαλε και πάλι 11 βουλευτές.

Μείωση εμφάνισε ο ΣΥΝ, με τον οποίο συνεργάστηκε η ΑΚΟΑ, με 220.000 ψήφους (3,20%) και 6 έδρες. Μετά τη διάλυση της Μαχόμενης Αριστεράς, το ΝΑΡ, το ΕΕΚ, το ΕΚΚΕ και οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί συγκρότησαν το Μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΜΕΡΑ), το οποίο πήρε 8.100 ψήφους (0,12%). Στις εκλογές συμμετείχε και το ΚΚΕ μ-λ (7.300 ψήφοι, 0,11%) και το Μ-Λ ΚΚΕ (5.900, ο,ο9%), ενώ η ΑΚΕΠ και η ΟΑΚΚΕ πήραν από 1.100 ψήφους (0,02%).

Χαρακτηριστικό όλων αυτών των εκλογικών αναμετρήσεων, από το 1993 και μέχρι και το 2009, ήταν η κοινωνική – ταξική διαφοροποίηση των ψηφοφόρων του ΚΚΕ και των μ-λ οργανώσεων, που έπαιρναν ποσοστά κατά πολύ υψηλότερα στις εργατικές – λαϊκές συνοικίες, σε αντίθεση με τον ΣΥΝ και κατόπιν τον ΣΥΡΙΖΑ, που εμφάνισε υψηλότερα ποσοστά σε συνοικίες μικροαστικές, αλλά και σε μεσοαστικά προάστια. Τα ποσοστά του ΜΕΡΑ, όπως αργότερα και της ΕΝΑΝΤΙΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ήταν σε σημαντικό βαθμό ταξικά αδιαφοροποίητα.

Στις εκλογές του Μαρτίου 2004, τις οποίες κέρδισε η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή, το ΚΚΕ ψηφίστηκε από 436.700 ψηφοφόρους (5,9%) αυξάνοντας σε 12 τους βουλευτές του. Ο ΣΥΝ, με νέο ηγέτη τον Αλέκο Αλαβάνο, συμμετείχε με το σχήμα συνεργασίας Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ), μαζί με την ΑΚΟΑ, την Κίνηση Ενεργών Πολιτών του Μανώλη Γλέζου, την Κίνηση για την Ενότητα Δράσης της Αριστεράς (ΚΕΔΑ), που συγκροτούσαν στελέχη του ΚΚΕ που είχαν αποχωρήσει σχετικά πρόσφατα, και η τροτσκιστική Διεθνιστική Εργατική Αριστερά (ΔΕΑ). Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 241.600 ψήφους (3,26%) και 6 έδρες, διατηρώντας τη δύναμη του ΣΥΝ των προηγούμενων εκλογών του 2000.

11.300 ψήφους (0,15%) πήρε το ΜΕΡΑ, 10.750 (0,15%) το ΚΚΕ (μ-λ), καταγράφοντας σημαντική άνοδο, 8.300 (0,11%) η Αντικαπιταλιστική Συμμαχία του τροτσκιστικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚ), 4.850 (0,07%) το Μ-Λ ΚΚΕ και 2.100 (0,ο3%) η ΟΑΚΚΕ.
Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007, τις οποίες κέρδισε και πάλι η Νέα Δημοκρατία, το ΚΚΕ σημείωσε σημαντική άνοδο, με 583.750 ψήφους (8,15%) και 22 έδρες. Άνοδο παρουσίασε και ο ΣΥΡΙΖΑ, με 361.100 ψήφους (5,04%) και 14 έδρες. Ήδη έχει ενισχυθεί με τη συμμετοχή της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Ελλάδας (ΚΟΕ) και άλλων οργανώσεων. Εντυπωσιακή ήταν η άνοδος και του ΚΚΕ (μ-λ), με 17.500 ψήφους (0,22%), ενώ 11.800 ψήφους (0,17%) πήρε το ΜΕΡΑ και 10.600 ψήφους (0,15%) η νεοσύστατη Ενωτική Αντικαπιταλιστική Αριστερά (ΕΝΑΝΤΙΑ), την οποία συγκρότησαν το ΣΕΚ, η Αριστερή Ανασύνθεση (ΑΡΑΝ), η Αριστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση (ΑΡΑΣ) και η ΟΚΔΕ / Σπάρτακος. 8.100 ψήφους (0,11%) πήρε το Μ-Λ ΚΚΕ και 2.500 (0,03%) η ΟΑΚΚΕ. Συνολικά η Αριστερά κατέγραψε το μεγαλύτερο ποσοστό της μετά από το 1989 (13,88%), ενώ η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά κατέγραφε το μεγαλύτερο συνολικό ποσοστό της μέχρι τότε ιστορίας της (0,68%).

Οι εκλογές του Οκτωβρίου 2009, τις οποίες κέρδισε το ΠΑΣΟΚ, με επικεφαλής τον Γιώργο Παπανδρέου, ήταν οι τελευταίες πριν την επιβολή του μνημονιακού καθεστώτος. Σ’ αυτές σημειώθηκε ελαφριά υποχώρηση τόσο του ΚΚΕ (517.000 ψήφοι, 7,54% και 21 έδρες) όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, που είχε επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα (315.700 ψήφοι, 4,6% και 13 έδρες). Ισχυρότερη δύναμη της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, με 24.700 ψήφους (0,36%), αναδείχτηκε η Αντικαπιταλιστική Αριστερή Συνεργασία για την Ανατροπή (ΑΝΤΑΡΣΥΑ), που συγκροτήθηκε από τις δυνάμεις του ΜΕΡΑ (εξαιρουμένου του ΕΕΚ) και της ΕΝΑΝΤΙΑ. Το ΚΚΕ (μ-λ) πήρε 10.500 ψήφους (0,15%), το Μ-Λ ΚΚΕ 5.200 (0,08%), το ΕΕΚ 4.500 (0,07%) και η ΟΑΚΚΕ 1.700 (0,02%).

Οι εκλογές του Μαΐου 2012, δύο χρόνια μετά την επιβολή της μνημονιακής πολιτικής, ανατρέπουν το δικομματικό σκηνικό της κυριαρχίας του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, που κυριάρχησε από τη δεκαετία του 1970. Αξιωματική αντιπολίτευση, με 1.061.300 ψήφους (16,78%) και 52 έδρες, αναδείχτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΚΕ εμφανίστηκε, επίσης, ενισχυμένο με 536.100 ψήφους (8,48%) και 26 έδρες. Εντυπωσιακή ήταν και η εκλογική επιτυχία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία με 75.400 ψήφους κατέγραψε το μεγαλύτερο ποσοστό που πήρε ποτέ σχηματισμός της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς (1,19%). 16.000 ψήφους (0,25%) πήρε η συνεργασία ΚΚΕ (μ-λ) και Μ-Λ ΚΚΕ, 6.100 (0,10%) το ΕΕΚ, 2.600 (0,04%) η ΟΚΔΕ και 2.000 (0,03%) η ΟΑΚΚΕ. 386.100 ψήφους (6,11%) και 19 έδρες κέρδισε η Δημοκρατική Αριστερά (ΔΗΜΑΡ) που είχε αποσπαστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, μετατοπιζόμενη στον κεντροαριστερό χώρο.

Καθώς από τις εκλογές του Μαΐου 2012 δεν μπόρεσε να σχηματιστεί κυβέρνηση, οι νέες εκλογές του Ιουνίου ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, θέτοντας ως στόχο την ανάδειξη αριστερής αντιμνημονιακής κυβέρνησης, με 1.655.100 ψήφους, πήρε το μεγαλύτερο ποσοστό που κέρδισε ποτέ αριστερό κόμμα (26,89%) και 71 έδρες. Σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προήλθε από τα άλλα αριστερά κόμματα, με αποτέλεσμα τον περιορισμό του ΚΚΕ στις 277.200 ψήφους (4,51% και 12 έδρες), της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις 20.400 (0,33%) και της συνεργασίας ΚΚΕ (μ-λ) και Μ-Λ ΚΚΕ στις 7.650 (0,12%).

Δυόμισι χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο 2015, ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξή του σε κυβερνητικό κόμμα θα επιτευχθεί. Με 2.246.000 ψήφους (36,34%) και 149 έδρες, θα σχηματιστεί κυβέρνηση από τον Αλέξη Τσίπρα, σε συνεργασία με το δεξιό κόμμα Ανεξάρτητοι Έλληνες, που επίσης διακήρυττε αντιμνημονιακή πολιτική κατεύθυνση. Το ΚΚΕ, με ηγέτη τον Δημήτρη Κουτσούμπα, αναπλήρωσε μικρό μέρος από τις απώλειες του Ιουνίου 2012, παίρνοντας 338.400 ψήφους (5,47%) και 15 έδρες. 39.500 ψήφους (0,64%) πήρε η συνεργασία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με τη Μετωπική Αριστερή Συμπόρευση (ΜΑΡΣ), 8.000 (0,13%) η συνεργασία ΚΚΕ (μ-λ) και Μ-Λ ΚΚΕ, 2.400 (0,04%) το ΕΕΚ και 1.850 (0,03%) η ΟΚΔΕ.