Μπορεί να ταξιδέψει κανείς βαθιά μέσα στην ελληνική Ιστορία [και μυθολογία] και να απολαύσει το πνεύμα, τον πολιτισμό και την τέχνη των αρχαίων Ελλήνων -και πιθανώς να αναθεωρήσει κατόπιν τις σκέψεις του ή να προβληματιστεί για τις αξίες της σύγχρονης πραγματικότητας- διαβάζοντας το μυθιστόρημα του αρχιτέκτονα μηχανικού Αλέξανδρου Γ. Οικονόμου «Δωρικού Ρυθμού» (εκδόσεις Πηγή).
Δεν έχει σημασία τόσο η πλοκή του μυθιστορήματος όσο οι στιχομυθίες των ηρώων, που τέρπουν και φουντώνουν το ενδιαφέρον για τη συνέχεια της ανάγνωσης. Ανάγλυφη η αγάπη του για τον δωρικό ρυθμό («τον πιο παλιό και τον πιο απλό, που τον χαρακτηρίζουν η λιτότητα, η αυστηρότητα, η τάξη και η πειθαρχία») καθώς και για την αρμονία στη σχέση τέχνης και τεχνικής στα κτίσματα και τα αγάλματα των αρχαίων.
Γιώργος Σταματόπουλος
Μια ζωντανή συνομιλία, θα έλεγε κανείς, με τα μάρμαρα και τους αγλαούς ερειπιώνες που κείνται διάσπαρτοι στα χώματα, έρμαια της κρατικής ακηδίας στις περισσότερες των περιπτώσεων, καθώς και τις αρχαίες περγαμηνές και την κοπιώδη ανασύστασή τους από τους μελετητές.
Ταυτόχρονα μια ξενάγηση στους αρχαίους τόπους και ναούς, που εξακολουθούν να θέλγουν την ανθρωπότητα παρά την ασύδοτη υλοφροσύνη που δέρνει την τελευταία στον τεχνικό πολιτισμό της. Διαβάζουμε για τους κίονες του Παρθενώνα που δεν έχουν ευθύγραμμες ραβδώσεις: «Είναι η λεγόμενη ένταση, που δίνει στους κίονες τη ζωντάνια ενός ανθρώπινου μυώνα που σφίγγεται και φουσκώνει για να αναλάβει ένα βάρος… Ετσι οι περιμετρικοί κίονες εντείνονται για να αναλάβουν τα φορτία από τα παραπάνω δομικά μέλη, δίνοντας στο μνημείο την απαράμιλλη αισθητική τελειότητα. Στο ίδιο αποτέλεσμα αποβλέπει και η κύρτωση στην κρηπίδα».
Πληθύς πληροφοριών για οτιδήποτε εξυψώνει το μέτρον των αρχαίων: «Ποτέ δεν επεδίωξαν το τερατώδες όπως για παράδειγμα οι Αιγύπτιοι στις Πυραμίδες, γιατί θεωρούσαν ότι αυτό θα αποτελούσε ύβρη απέναντι στους θεούς». Παραθέτω ακόμη ένα ελληνικό συγκριτικό «πλεονέκτημα» κατά τον συγγραφέα: «Υπέροχες ιστορίες έχει αυτή η μυθολογία μας. Τύφλα να ‘χουν τα σκοτεινά παραμύθια των βορείων, με τα οποία μεγαλώνουν τα παιδιά».
Δεν κρύβεται η αγάπη του για τα αρχαία λείψανα που «μπορεί να τους λείπουν οι στέγες, οι τοίχοι, τα χρώματα, τα γλυπτά που τους στόλιζαν [τους ναούς] και η λειτουργία τους κυρίως, αυτά όμως διατηρούν την ιδιαίτερη γοητεία τους». Και ιδού μια υπέροχη φράση του συγγραφέα: «Η μεγαλύτερη ομορφιά τους είναι η φθορά».
Μεστές σελίδες για την Αίγινα. «Ο ναός της Αφαίας κάνει “μαγικό τρίγωνο” με τον Παρθενώνα και τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο… ένα ισοσκελές τρίγωνο με απόσταση 242 στάδια. Αν ήταν μόνο αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σύμπτωση, αλλά έχουμε πάρα πολλά παρόμοια τρίγωνα στον ελληνικό χώρο, για να χαρακτηριστούν απλά συμπτώσεις».
Διάχυτος και ο ερωτισμός στις σελίδες του: «Το γυμνό της σώμα άστραψε κάτω απ’ το φεγγαρόφωτο και το δέρμα της ανατρίχιασε στην επαφή με το αρχαίο μάρμαρο, ανεβάζοντας τη συγκίνηση στα ύψη… Εκείνος έγειρε πάνω της οργώνοντας με τα φιλιά του το παλλόμενο από την επιθυμία και την προσμονή σώμα της…». Ερωτας στα αρχαία κιονόκρανα κάτω από το ανελέητο φως του φεγγαριού. Δωρικό στην πλοκή του και στη γραφή του.
efsyn.gr