Το Βέλγιο προσέφυγε επίσημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CJUE) ζητώντας του να επαληθεύσει εάν η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην ΕΕ και τον Καναδά, η CETA, συνάδει με το ευρωπαϊκό δίκαιο. «Το αίτημα γνώμης κατατέθηκε την Πέμπτη (7/9) το απόγευμα», δήλωσε ο εκπρόσωπος του ευρωπαϊκού δικαστηρίου. Η βελγική ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε δεσμευθεί από τον Οκτώβριο του 2016 ότι θα ζητούσε τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ενώπιον του κοινοβουλίου της γαλλόφωνης περιοχής της Βαλονίας, το οποίο τότε ήταν αντίθετο στην συγκεκριμένη συμφωνία, μπλοκάροντας την υπογραφή της από την ΕΕ. Το Δικαστήριο θα χρειαστεί τουλάχιστον 18 μήνες προκειμένου να εκδώσει την απόφασή του.
Το αίτημα αφορά, όπως είχε ανακοινώσει τότε το Βέλγιο, «τη συμβατότητα του δικαιοδοτικού συστήματος επενδύσεων (ICS) με τις ευρωπαϊκές συνθήκες», διευκρίνισε ο Βέλγος υπουργός Εξωτερικών στη δήλωσή του με την οποία ανακοινωνόταν η προσφυγή της χώρας στη δικαιοσύνη.
Το ICS είναι ένα σύστημα διευθέτησης των διαφορών ανάμεσα στα κράτη και στους επενδυτές. Αποτελεί το πρώτο στάδιο ενόψει της εγκαθίδρυσης ενός πολυμερούς δικαστηρίου επενδύσεων το οποίο η ΕΕ φιλοδοξεί να δημιουργήσει εντέλει στο σύνολο των συμφωνιών της ελεύθερου εμπορίου προκειμένου να διευθετεί τις συγκρούσεις.
Η δυνατότητα που δίνεται, με τις εμπορικές συμφωνίες, σε μια πολυεθνική εταιρία που επενδύει στο εξωτερικό να καταθέτει προσφυγή εναντίον ενός κράτους που υιοθετεί μια δημόσια πολιτική αντίθετη με τα συμφέροντά της, προκειμένου να ζητήσει αποζημίωση, επικρίνεται έντονα από ορισμένες ΜΚΟ.
Ο μηχανισμός αυτός επέτρεψε για παράδειγμα στη Philip Morris να προσαγάγει την Ουρουγουάη για την αντικαπνιστική πολιτική της ή στον μεταλλευτικό γίγαντα Oceanagold να προσαγάγει το Σαλβαδόρ επειδή αρνήθηκε να του δώσει άδεια εκμετάλλευσης για περιβαλλοντικούς λόγους.
Η CETA θα τεθεί εν μέρει και προσωρινά σε ισχύ στις 21 Σεπτεμβρίου 2017, αλλά δεν πρόκειται να εφαρμοστεί στο σύνολό της παρά μόνον όταν υπογραφεί από το σύνολο των κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια διαδικασία που θα χρειαστεί ακόμη πολλούς μήνες.
«Οι όροι τους οποίους αφορά το αίτημα γνώμης του Βελγίου αποκλείονται ωστόσο από αυτήν την προσωρινή εφαρμογή», διευκρίνισε το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας.