Οι αιτίες γέννησης της σύγκρουσης των παραγωγικών δυνάμεων με τις παραγωγικές σχέσεις // του Θέμη Δελβιζόπουλου

Οι αιτίες γέννησης της σύγκρουσης των παραγωγικών δυνάμεων με τις παραγωγικές σχέσεις // του Θέμη Δελβιζόπουλου

  • |

Σε μια προηγούμενη ανάρτηση αναφερόμενος σε μια παράγραφο από το κομουνιστικό μανιφέστο του Μαρξ και αναλύοντας τις αιτίες γέννησης των κρίσεων και την αδυναμία ελέγχου των κρίσεων από μέρους της αστικής τάξης σημείωνα
Η παράθεση παραγράφων, τσιτάτων και αποσπασμάτων από τους κλασικούς του μαρξισμού, είναι από μόνη της μια άχαρη δουλειά. Δεν είναι ότι καλύτερο θα έλεγα για την επαλήθευση των λόγων μας. Η επαλήθευση των λόγων μας γίνεται όπλο γνώσης μόνο όταν πατάει στέρεα στην επαλήθευση των γεγονότων της εκάστοτε ιστορικής περιόδου στην οποία αναφερόμαστε. Όταν μάλιστα η παράθεση αυτή των τσιτάτων, γίνετε σαν ο λόγος των κλασικών να παίρνει μια πάγια, ιερή και υπεριστορική αξία, έξω και πέρα απ’ την ιστορική στιγμή, την αναγκαιότητα και τις αιτίες που τα τσιτάτα αυτά γράφτηκαν, τότε η παράθεση αποσπασμάτων από τους κλασικούς γίνετε δυο φορές πιο άχαρη και παίρνει τη μορφή παγωμένης στον χρόνο υπέριστορικής σοφίας.
Παρ’ όλο που αποφεύγω γενικά να το κάνω, στο κεφάλαιο αυτό το βρίσκω απολύτως αναγκαίο να επικαλεστώ τον Μαρξ.
Κομμουνιστικό μανιφέστο, κεφάλαιο αστοί και προλετάριοι, (όλες οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου)
«Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να επαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα εργαλεία παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής, δηλαδή όλες τις κοινωνικές σχέσεις. Μπρος στα μάτια μας συντελείται μια παρόμοια κίνηση. Οι αστικές σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής, οι αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, η σύγχρονη αστική κοινωνία, που δημιούργησε τόσο ισχυρά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο εκείνο που δεν καταφέρνει πια να κ υ ρ ι α ρ χ ή σ ε ι πάνω στις κ α τ α χ θ ό ν ι ε ς δυνάμεις που ο ίδιος κάλεσε.»
Συνεχίζοντας ο Μαρξ παρακάτω στην ίδια παράγραφο, βάζει το ερώτημα, γιατί η κοινωνία ξεπέφτει σε κατάσταση βαρβαρότητας; για να απαντήσει.
«Και γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα ύπαρξης, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο. Οι παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει δεν χρησιμεύουν πια για την προώθηση του αστικού πολιτισμού και των αστικών σχέσεων ιδιοκτησίας. Αντίθετα, έγιναν πάρα πολύ μεγάλες γι’ αυτές τις σχέσεις, εμποδίζονται από αυτές. Και κάθε φορά που οι παραγωγικές δυνάμεις ξεπερνούν το εμπόδιο αυτό, φέρνουν σε αναταραχή ολόκληρη την αστική κοινωνία, απειλούν την ύπαρξη της αστικής ιδιοκτησίας. Οι αστικές σχέσεις έγιναν πάρα πολύ στενές για να περιλάβουν τα πλούτη που δημιουργήθηκαν απ’ αυτές.»
Εδώ, σε αυτό ακριβώς το σημείο της παραγράφου, είναι που βρίσκεται και η απάντηση…….
Γιατί λοιπόν παρουσιάζονται κάθε τόσο αυτές οι καταστροφικές κρίσεις;
Γιατί η κοινωνία είναι πάρα πολύ πλούσια. Γιατί, σε κάθε ιστορική βαθμίδα ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, η αστική τάξη, «επαναστατικοποιώντας αδιάκοπα τα μέσα παραγωγής», «δημιουργεί πάρα πολύ πλούτο», «πάρα πολλά μέσα ύπαρξης», «πάρα πολύ βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο», γιατί οι αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας έγιναν πάρα πολύ στενές για να χωρέσουν όλο αυτό τον πλούτο, τότε, ξεσπάει «η επιδημία της «υπερπαραγωγής». Η αστική τάξη ανίκανη «να ελέγξει» τις καταστροφικές «και καταχθόνιες δυνάμεις που έχει εξαπολύσει», «ξεπέφτει σε κατάσταση βαρβαρότητας» και «ένας γενικός καταστροφικός πόλεμος που κόβει όλα τα μέσα ύπαρξης της αστικής κυριαρχίας» ξεκινάει. «Οι παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει έγιναν πάρα πολύ μεγάλες για τις αστικές παραγωγικές σχέσεις και εμποδίζονται απ’ αυτές». «Οι αστικές σχέσεις έγιναν πάρα πολύ στενές για να περιλάβουν τα πλούτη που δημιουργήθηκαν απ’ αυτές.» Εν κατακλείδι, ο υπερβάλλων πλούτος είναι που οδηγεί της παραγωγικές δυνάμεις ασφυκτιώντας μέσα στα δεσμά των αστικών ιδιοκτησιακών παραγωγικών σχέσεων, να έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με αυτές.
Και συνεχίζει για να απαντήσει πως η αστική τάξη ξεπερνά τις κρίσεις.
«Πώς ξεπερνά η αστική τάξη τις κρίσεις; από τη μια μεριά καταστρέφοντας αναγκαστικά μάζες από παραγωγικές δυνάμεις. Από την άλλη, κατακτώντας καινούργιες αγορές και εκμεταλλευόμενη πιο βαθιά τις παλιές. Πώς, λοιπόν; Προετοιμάζοντας πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις και ελαττώνοντας τα μέσα για να προλαβαίνει τις κρίσεις.»
Πως ξεπερνιούνται λοιπόν οι κρίσεις; Από τη μια καταστρέφοντας αναγκαστικά μάζες από παραγωγικές δυνάμεις και από την άλλη κατακτώντας καινούριες αγορές και εκμεταλλευόμενη πιο βαθιά τις παλιές. Στην προηγούμενη ανάρτηση κάναμε μια προσπάθεια να αναλύσουμε την γενική διατύπωση των τριών αυτών όρων και τι χαρακτήρα έχουν πάρει σε κάθε ιστορική περίοδο.
Εδώ, ένα δυο ακόμα αναγκαία παραδείγματα:
Καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων είναι η απαξίωση και το κλείσιμο μέσω του ανταγωνισμού βιομηχανιών χαμηλής τεχνολογίας και ανταγωνιστικότητας, όπως καταστροφή, είναι και ο βομβαρδισμός και η ισοπέδωση μιας παραγωγικής μονάδας λόγω πολέμου.
Ακόμα: ως προς την «κατάκτηση αγορών», άλλο η γεωγραφική επέκταση, «κατάκτηση», μιας αγοράς, εκεί δηλαδή που δεν υπάρχει οικονομία της αγοράς και άλλο η εσωτερική «κατάκτηση», επέκταση της αγοράς, με την μετατροπή παράδειγμα της ενέργειας, από ατμοκίνητη σε ηλεκτροκίνητη.
Ή ακόμα: εσωτερική «κατάκτηση» επέκταση, μπορεί Να είναι η μετατροπή μιας πρωτόλειας συντεχνιακής παραγωγής για την αγορά, σε βιοτεχνική ή βιομηχανική. Ακόμα δε περισσότερο, «κατάκτηση» επέκταση είναι μια απότομη αύξηση των ημερομισθίων, και η ταυτόχρονη αύξηση της κατανάλωσης που αυτή επιφέρει, σπρώχνοντας συνεπακόλουθα ένα μέρος πλεονάζοντος κεφαλαίου να επενδύσει στα προϊόντα αυξημένης ζήτησης συμβάλλοντας στην αύξηση της παραγωγής από την απότομη αύξηση της ζήτησης και άρα και της κερδοφορίας. Ας προσθέσουμε εδώ, ότι η κίνηση αυτή, η μετατόπιση δηλαδή κεφαλαίου στους κλάδους με αυξημένη ζήτηση και άρα σε αυτές που έχουν αυξημένη κερδοφορία, είναι και η αιτία της εξισορρόπησης του μέσου ποσοστού του κέρδους. Ταυτόχρονα, αν όλα τα παραπάνω πάψουν να ισχύουν για οποιονδήποτε λόγο, τότε οι παράγοντες «κατάκτησης» μετατρέπονται αυτόματα σε παράγοντες καταστροφής.
Ανεξάρτητα όμως με όλα τα παραπάνω, αυτό που έχει σημασία να προσέξουμε εδώ, είναι οι δύο τελευταίες γραμμές αυτής της πρότασης. Ο Μαρξ καταλήγει κλείνοντας. Πως λοιπόν ξεπερνά η αστική τάξη τις κρίσεις; «Προετοιμάζοντας πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις και ελαττώνοντας τα μέσα για να προλαβαίνει τις κρίσεις.»
Ας προσέξουμε λίγο περισσότερο αυτή τη διατύπωση. Όσο η αστική τάξη «επαναστατικοποιεί» τις παραγωγικές δυνάμεις σε άλλο τόσο βαθμό προετοιμάζει πιο «ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις ελαττώνοντας τα μέσα για να τις προλαβαίνει». Με άλλα λόγια: όσο πιο πολύ αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις, τόσο πιο «ολόπλευρες και πιο τεράστιες» είναι οι κρίσεις που παράγουν και κατ’ επέκταση, τα μέσα για να τις προλαβαίνει «ελαττώνονται» όλο και περισσότερο. Η πρόβλεψη αυτή, έχει επαληθευτεί με τον πιο τραγικό τρόπο οδηγώντας τον καπιταλισμό σε δυο καταστροφικούς παγκόσμιους πολέμους, (των οποίων τα μέσα καταστροφής του δεύτερου απ’ τον πρώτο ήταν απείρως πιο καταστροφικά) και σε δεκάδες περιφερειακούς, με τεράστιες καταστροφές περισσέματος κεφαλαίου και εργασίας.
Η σημερινή τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων η οποία έχει συντελεστεί με την εμφάνιση στην παραγωγή των νέων τεχνολογιών του αυτοματισμού, μας προϊδεάζει για την μελλοντική τεράστια καταστροφή που έρχεται. Η κρίση που ξανοίγεται μπροστά μας στα χρόνια που έρχονται θα έχει άπειρα πιο τεράστιες καταστροφικές διαστάσεις απ’ όλες τις προηγούμενες και κατ’ επέκταση τα μέσα για να την προλάβει αυτή την επερχόμενη κρίση η αστική τάξη, έχουν ελαττωθεί στο ελάχιστο. Κατά συνέπεια Οι πύλες της κολάσεως έχουν ήδη αρχίσει να ανοίγουν για την τελική καταστροφή.
Όλα αυτά γράφτηκαν πριν από 170 χρόνια περίπου. Γράφτηκαν σε μια εποχή που κινητήρια δύναμη της παραγωγής και των μεταφορών, ήταν ακόμα ο ατμός. Γράφτηκαν πριν ακόμα ειπωθεί το σύνθημα στις αρχές του εικοστού αιώνα από τον Λένιν για την χώρα του, «εξηλεκτρισμός ίσον σοσιαλισμός». Κάτι που όμως δεν ίσχυε μόνο για την Ρωσία, αλλά για το σύνολο του κόσμου στην εποχή του. Αυτά γράφτηκαν, πριν την εφαρμογή στην μαζική παραγωγή, της μηχανής εσωτερικής καύσης και του ηλεκτρικού μοτέρ και την επανάσταση που αυτά επέφεραν στην παραγωγή. Γράφτηκαν πριν την έκρηξη της τεχνολογικής επανάστασης των τελευταίων πενήντα χρόνων, πριν τα ηλεκτρονικά, τα κομπιούτερ, πάνω απ’ όλα πριν τον αυτοματισμό και την ρομποτική.
Αλήθεια, στα 170 χρόνια που μας χωρίζουν από τότε, σε πόσο βαθμό έχουν «αναπτυχτεί οι παραγωγικές δυνάμεις», έχουν «κατακτηθεί» νέες αγορές και έχουν «εκμεταλλευτεί στο έπακρο οι παλιές», ώστε συνεχώς να «προετοιμάζονται πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις»; Σε πόσο βαθμό να έχουν «ελαττωθεί τα μέσα για να προλαβάνονται οι κρίσεις»; Πόσο πολύ μεγάλες έχουν γίνει οι παραγωγικές δυνάμεις ώστε να «μην χωρούν πια στις αστικές σχέσεις παραγωγής»; Σε πόσο βαθμό έχουν «ωριμάσει» οι υλικοί όροι μέσα στους «κόλπους των παλιών παραγωγικών σχέσεων» ώστε «νέες και ανώτερες παραγωγικές σχέσεις να ζητούν να αντικαταστήσουν τις παλιές»; Με άλλα λόγια, πόσο πολύ η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει τραβήξει τον καπιταλισμό πέρα απ’ τα όρια του έχοντας κοινωνικοποιήσει τα μέσα παραγωγής τόσο ώστε να μην χωρούν πια μέσα στα όρια του έθνους κράτους που τον γέννησαν, στις εθνικές αστικές παραγωγικές σχέσεις και στα δεσμά της ατομικής ιδιοκτησίας;
Ακόμα: σε ποιο και σε πόσο βαθμό έχουν αναπτυχθεί οι παραγωγικές δυνάμεις ώστε να έχουν ξεπεράσει τα στενά όρια γέννησης τους, αυτά τα των συνόρων που προσδιόριζαν τα όρια του έθνους κράτους και τα όρια εκμετάλλευσης της εργασίας των εργαζομένων μέσα σε αυτά τα όρια των συνόρων από μέρους των εθνικών αστικών τάξεων.
Όλοι ξέρουμε, πως απ’ το 1847 που γράφτηκε το κομουνιστικό μανιφέστο (για να αποτελέσει το πρόγραμμα της Διεθνούς ένωσης των κομουνιστών, και ανέλυε πως οι παραγωγικές σχέσεις μέσα στις οποίες οι παραγωγικές δυνάμεις της εποχής τους ασφυκτιούσαν, την περίοδο του ελεύθερου ανταγωνισμού δηλαδή), μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, οι παραγωγικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν τόσο, ώστε να αναγκάσει μια μερίδα μαρξιστών της εποχής ξεκινήσουν μια μεγάλη ιδεολογική συζήτηση μέσα στους κόλπους τους. Μια συζήτηση που ούτε ο Μαρξ ούτε ο Ένγκελς την πρόλαβαν. Η συζήτηση αυτή, σκοπό είχε να κατανοηθεί, πως μέσα απ’ τον ανταγωνισμό μπορεί να δημιουργηθεί μια τόσο τεράστια συγκεντροποίηση, ώστε απ’ τον ατομικό εργοστασιάρχη, και τον ατομικό τραπεζίτη, να δημιουργηθούν οι πρώτοι στην εποχή τους γίγαντες των τραστ και των καρτέλ, των βιομηχανικών και τραπεζιτικών ομίλων, (παρότι συγκρινόμενοι με τις πολυεθνικές της εποχής μας μοιάζουν με νάνους), να ενοποιηθεί το βιομηχανικό με το τραπεζικό κεφάλαιο, και να «μοιραστούν» οι τότε υπάρχουσες αγορές σε σφαίρες επιρροής και ελέγχου, με την μορφή των αποικιών, μεταξύ των τριών τεσσάρων μεγάλων καπιταλιστικών κρατών της εποχής. Η συζήτηση αυτή κατέληξε, 70 σχεδόν χρόνια μετά την συγγραφή του κομουνιστικού μανιφέστου, να διατυπωθεί απ’ τους μελετητές, ένας νέος όρος: Ο «Ιμπεριαλισμός», για να διατυπωθεί απ’ τον Λένιν σαν «νέο ανώτερο (και όχι ανώτατο) στάδιο του καπιταλισμού» σε αντιδιαστολή με τον ελεύθερο ανταγωνισμό της εποχής του Μαρξ.
Και εδώ, όπως είναι φυσικό, προκύπτει αυτόματα ένα ερώτημα. Οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν αναπτυχθεί απ’ τις αρχές του 20 αιώνα μέχρι σήμερα; Και αν ναι, σε τι βαθμό; Εκατό και πλέον χρόνια μετά την έρευνα και την ανάλυση του Λένιν και άλλων μαζί με τον Λένιν, όπως του Λαφάργκ του Χόμπσον του Χίλφερντιγκ και άλλων, για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της εποχής τους, οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν μείνει στάσιμες όπως τις γνώρισαν οι τότε μαρξιστές στις αρχές του εικοστού αιώνα, η έχουν αναπτυχθεί; Και εάν ναι σε πιο βαθμό; Τι μορφή και τι χαρακτήρα έχουν σήμερα. Έχουν παραμείνει κλισμένες μέσα στα όρια που τους ορίζουν τα εθνικά σύνορα, η τα έχουν ξεπεράσει;
Αν από την έρευνα μας αυτή προκύψει ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει ξεπεράσει τα όρια του έθνους κράτους και βρίσκεται σε σύγκρουση μαζί τους για την κατάργηση τους, τότε, η διατριβή του Λένιν «Ιμπεριαλισμός», παύει να είναι ένα ιερό ευαγγέλιο, ένα προσευχητάρι που καθρεπτίζει μέσα του το παρελθόν και το μέλλον των παραγωγικών δυνάμεων ανά τους αιώνες και παίρνει τη θέση που του αξίζει σαν μια προσθήκη και συμβολή στην παγκόσμια γνώση, βοήθημα στην κατανόηση μας.
Χρειάζεται νέα έρευνα και ανάλυση της μορφής και του χαρακτήρα αυτής της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της εποχής μας; και αν ναι, έχει υπάρξει; Ή πράγμα που είναι το ίδιο, σε πιο βαθμό «παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει σήμερα η αστική τάξη, δεν μπορούν να χρησιμεύσουν για άλλη μια φορά, για την προώθηση του αστικού πολιτισμού». Γιατί «Καμιά κοινωνική τάξη δεν εξαφανίζεται ποτέ προτού αναπτυχθούν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να χωρέσει». Σε πιο λοιπόν βαθμό έχουν αναπτυχθεί, οι παραγωγικές δυνάμεις ώστε να γνωρίζουμε μέχρι ποιο σημείο « έχουν ελαττωθεί τα μέσα για να προλαβαίνει νέες και μεγαλύτερες και πιο καταστροφικές κρίσεις» η αστική τάξη;.

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος

Σχόλια (0)

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.