
Πρόσφατα στο Κόμμον δημοσιεύτηκε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Δ. Μπελαντή «Οι ιδεολογικές ρίζες του σιωνισμού και ο ρωσικός σύνδεσμος». Δεν έχω να εκφράσω κάποιες σημαντικές διαφωνίες με το άρθρο, αλλά θα ήθελα να κάνω κάποιες παρατηρήσεις, ή να προσθέσω μερικές μικρές αλλά σημαντικές σημειώσεις· ελπίζω έτσι ο αναγνώστης να έχει μια πιο ξεκάθαρη άποψη για ένα αναμφισβήτητα σημαντικότατο ζήτημα, για το οποίο υπάρχει μια πραγματικά τεράστια βιβλιογραφία – αλλά επίσης υπάρχουν, δεδομένης της γενετικής σχέσης του Σιωνισμού με το κράτος του Ισραήλ, και εντονότατες διαφωνίες.
Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι ο Σιωνισμός είναι ταυτόχρονα τέκνο των Ευρωπαϊκών εθνικισμών από τη μία, αλλά και (παραδόξως) του Ευρωπαϊκού μοντέρνου αντισημιτισμού – ο οποίος δεν θα υπήρχε χωρίς τους εθνικισμούς. Με άλλα λόγια υπάρχει μια τομή που έφερε η νεωτερικότητα στο εβραϊκό ζήτημα: αφού κατάστρεψε τον μεσαιωνικό αντισημιτισμό, κατόπιν δημιούργησε τον πολύ χειρότερο, σύγχρονο αντισημιτισμό. Έτσι, όπως σωστά λέει και ο Δ.Μ. «με την άνοδο του Διαφωτισμού τον 18ο αιώνα […] ενισχύθηκε η τάση κατάκτησης ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων από τους Εβραίους». Οι μεσαιωνικοί διωγμοί των Εβραίων δεν είχαν σχέση με τους μοντέρνους, δεδομένου ότι δεν είχαν σχέση ούτε με την εθνογένεση αρχικά, ούτε με τον εθνικισμό σε δεύτερο χρόνο. Αντίθετα η σύγχρονη μορφή του ζητήματος είναι άρηκτα δεμένη με το ζήτημα του εβραϊκού έθνους και του τι σημαίνει (αν μπορεί να σημαίνει κάτι) αυτό.
Για παράδειγμα, το «Εβραϊκό Ζήτημα» του Μαρξ γράφτηκε το 1843, λίγο πριν ξεσπάσει η «άνοιξη των λαών» και η παγκόσμια επανάσταση του 1848. Το «ζήτημα» δεν αφορά το εβραϊκό πρόβλημα όπως θα το έβλεπαν αργότερα λχ οι ναζί, αλλά έθετε το επίκαιρο τότε πρόβλημα του σε τι διαφέρουν οι Εβραίοι από τους άλλους λαούς της Ευρώπης που κατασκεύαζαν εκείνη την εποχή τις εθνικές τους συνειδήσεις, μια διαδικασία που ήταν τότε ακόμα δυνητικά επαναστατική αφού θα διέλυε της αρχαίες πολυεθνικές αυτοκρατορίες οδηγώντας στη σύγχρονη μορφή του έθνους-κράτους.
Φυσικά, οι νεότεροι αντισημιτισμοί χρησιμοποίησαν το λεξιλόγιο, τις προϋπάρχουσες μυθολογίες των μεσαιωνικών διωγμών, όπως την κατηγορία του αίματος και τις (διογκωμένες) σχέσεις των Εβραίων με το χρήμα (που αναφέρει εν παρόδω και ο Μαρξ), για τις οποίες στο κάτω-κάτω δεν έφταιγαν οι Εβραίοι αφού οφείλονταν ιστορικά στα μεσαιωνικά ήθη, δηλαδή τις παραγωγικές σχέσεις. Ο φεουδάρχης δεν χρειαζόταν να έχει σχέση με το χρήμα, αφού πηγή της ισχύος του ήταν άλλη, το στράτευμά του. Η Καθολική εκκλησία (αλλά και οι διαμαρτυρόμενοι αργότερα) απαγόρευαν τον τοκισμό και γενικά τις χρηματικές πράξεις ως βρωμερές και αμαρτωλές. Οι μόνοι που μπορούσαν να κάνουν τις απαραίτητες για το εμπόριο χρηματικές συναλλαγές ήταν οι Εβραίοι, που ήταν στην μεσαιωνική Ευρώπη στο κατώτερο σκαλοπάτι της ιεραρχίας, συχνά περιπλανώμενοι τεχνίτες και έμποροι, κάτι σαν τους Ρομά σήμερα.
Οι πρώτες τράπεζες του Μεσαίωνα ιδρύθηκαν στην Εβραϊκή γειτονιά της Βενετίας, το Γκέττο, όπου οι Εβραίοι είχαν τα σιδεράδικά τους και όπου αργότερα ο Σαίξπηρ θα τοποθετούσε τον Σάιλοκ, τον μισητό εβραίο τοκογλύφο. Οι Ρότσιλντ ως τραπεζίτες ξεκίνησαν στην μεσαιωνική εμπορική Φρανκφούρτη και έτσι γρήγορα, έχοντας αποκτήσει πρώιμη τεχνογνωσία ως προς το εμπόριο χρήματος, επεκτάθηκαν σε όλη τη δυτική Ευρώπη μόλις ο καπιταλισμός απέδειξε ότι το χρυσάφι του τραπεζίτη είναι πολύ πιο δυνατό από το σπαθί του φεουδάρχη.
Παρόμοια ίσχυσαν και στις ανατολικές περιοχές της Ευρώπης, ειδικά στα εδάφη της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας και στα γερμανικά κρατίδια: οι Εβραίοι, αποκλεισμένοι από τα «καλά» μεσαιωνικά επαγγέλματα και συντεχνίες, μη διαθέτοντας δική τους γη, ήταν τεχνίτες, έμποροι, αργυραμοιβοί και πρώιμοι «επιστήμονες», όπως γιατροί ή δάσκαλοι. Η αργή και ιδιότυπη μετάβαση στον καπιταλισμό των Γερμανικών κρατιδίων βρήκε τους Γερμανούς Εβραίους να είναι κάτοικοι των πόλεων, μικροαστοί, πλήρως ενσωματωμένοι διανοούμενοι, καλλιτέχνες και επιστήμονες αν και συχνά σε κλάδους με γενικά χαμηλό πρεστίζ: οι γερμανοί φυσικοί που με τον Αινστάιν διέφυγαν από τους ναζί στην Αμερική, ήταν όλοι τους θεωρητικοί και μαθηματικοί, επειδή στην Γερμανία της εποχής οι καλά χρηματοδοτούμενες έδρες στα πανεπιστήμια ήταν της πειραματικής επιστήμης και της χημείας, άρα αυτές οι θέσεις πήγαιναν σε Γερμανούς.
Πάνω στη βάση του μάλλον θεωρητικού ζητήματος αν και τι ακριβώς λαός είναι οι Εβραίοι και αν ή πώς θα μπορούσαν να αποκτήσουν όπως οι υπόλοιποι λαοί ένα κράτος, γεννήθηκε κοντά στο τέλος του 19ου αιώνα ο σύγχρονος δυτικός ριζοσπαστικός αντισημιτισμός. Αυτό έγινε στην Γαλλία, μια χώρα τότε με σχετικά μικρό εβραϊκό πληθυσμό και η γέννησή του συνέπεσε ιστορικά με την γέννηση της σύγχρονης ακροδεξιάς. Έχουμε μια Γαλλία που ο αστισμός της μόλις έχει γνωρίσει το ιστορικό σοκ της Κομμούνας, ενώ αδυνατεί να ξεφύγει από τα δίχτυα της αργής και μακρόσυρτης οικονομικής κρίσης του τελευταίου τέταρτου του 19ου αι. Ο γαλλικός πρωτοφασισμός συμπύκνωσε τα ασταθή μικροαστικά στρώματα των πόλεων μαζί με λούμπεν συμμορίες (τα τάγματα εφόδου) κάτω από μια ιδεολογική ομπρέλα που περιλάμβανε έναν διακηρυκτικό σοσιαλισμό, αλλά μόνο για Γάλλους: αυτό το «μόνο» συνεπαγόταν την ανάγκη ενός άλλου για τον οποίο δεν θα ίσχυε ο σοσιαλισμός και ο ιδανικός άλλος της εποχής εκείνης ήταν οι Εβραίοι.
Ο αντισημιτισμός εκσυγχρονίστηκε βουτώντας στην επιστήμη, τον επιστημονικό ρατσισμό της εποχής, που αποδείκνυε «επιστημονικά» την ανωτερότητα των αποικιοκρατών. (Σημείωση: τότε ο ρατσισμός διδασκόταν στα πανεπιστήμια, ήταν η «φυλετική επιστήμη», κανονικός απόγονος του Διαφωτισμού. Μάλιστα η ευγονική και η υποχρεωτική στείρωση ήταν πράγματα που τα συζητούσαν σοβαρά και σε σοσιαλιστικούς κύκλους καθότι οι σοσιαλιστές, ως γνήσια τέκνα του Διαφωτισμού, οφείλουν πάντα να ακολουθούν το φως της επιστήμης. Το ιστορικό συμπέρασμα είναι ότι οι σοσιαλιστές, ως γνήσια τέκνα του Διαφωτισμού, δεν πρέπει να δέχονται άκριτα τα συμπεράσματα της επιστήμης.) Σημαντικό στοιχείο ήταν η συγκρότηση του φασιστικού φαινομένου ως αυθεντικού λαϊκού (μικροαστικού) κινήματος: ο φασισμός χρειάζεται τον Άλλο, τον εσωτερικό εχθρό για να κινητοποιεί την βίαια πολιτική μηχανή του. Ο Εβραίος παγιώθηκε ως ο ιδανικός Άλλος με την υπόθεση Ντρέιφους. Από εδώ τον πήρε ο Γερμανικός αντισημιτισμός και τον προχώρησε ένα βήμα παρακάτω. Ας μην ξεχνάμε αυτό που έλεγε ο Μπέμπελ, «ο αντισημιτισμός είναι ο σοσιαλισμός των ηλιθίων».
Όχι τυχαία, ακριβώς την ίδια εποχή, το τελευταίο τέταρτο του 19ου, δημιουργήθηκε και ο ανατολικός βίαιος αντισημιτισμός στα εδάφη της ρώσικης αυτοκρατορίας. Η λέξη «πογκρόμ» πρώτη φορά μαρτυρείται την δεκαετία του 1880 για να περιγράψει τις βίαιες ταραχές κατά Εβραίων που τότε μόνο ξέσπασαν στα εδάφη της αυτοκρατορίας.
Παρένθεση. Για την ακρίβεια, το πρώτο σύγχρονο πογκρόμ το έκαναν …Έλληνες έμποροι στην Οδησσό ανήμερα το Πάσχα του 1821, κατηγορώντας τους (ανταγωνιστές τους) Εβραίους εμπόρους του λιμανιού ότι έφταιγαν για τον απαγχονισμό του Γρηγορίου Ε΄. Ήταν το πρώτο μοντέρνο πογκρόμ επειδή δεν έγινε δηλαδή για θρησκευτικούς λόγους (όπως οι μεσαιωνικοί διωγμοί), μόνο με πρόσχημα τη θρησκεία. Πάντως, το πρωτο-πογκρόμ αυτό αν και έδωσε την τεχνογνωσία στους Ρώσους και Ουκρανούς, ήταν μάλλον μικρής έκτασης σε σχέση με τα φρικιαστικά πογκρόμ που θα ακολουθούσαν πολύ αργότερα στην περιοχή και δεν είχε ακόμα εθνικιστικού τύπου αίτια.
Εδώ έχουμε το κυριότερο σημείο διαφωνίας με τον ΔΜ, το οποίο όμως είναι σημείο κλειδί για την κατανόηση της δημιουργίας του σιωνισμού. Τα πογκρόμ είναι καθαρά αποτέλεσμα τηςνεωτερικότητας. Ο αντισημιτισμός αυτός καθόλου δεν είναι σημάδι του γεγονότος ότι «ο Διαφωτισμός δεν πέρασε καθοριστικά τα ρωσικά σύνορα ούτε επικράτησε στην τσαρική αυτοκρατορία ως το 1917, [επομένως] εκεί συνεχίστηκαν – όπως και στην Ανατολική Ευρώπη γενικότερα – μεγάλες διακρίσεις και συχνά βάρβαρα πογκρόμ κατά των Εβραίων», όπως γράφει ο ΔΜ, αλλά ακριβώς το αντίθετο: σχηματικά και τονίζοντας την διαφορά, το πογκρόμ ήταν ο απόγονος του Διαφωτισμού στην «ζώνη εγκατάστασης», η οποία θα πρέπει να εξηγήσουμε τι ήταν.
Ο ΔΜ, αν και την αναφέρει εν παρόδω, δεν της δίνει τη δέουσα σημασία. Η ρώσικη αυτοκρατορία είχε τους μεγαλύτερους συνεκτικούς εβραϊκούς πληθυσμούς στον πλανήτη. Ήταν μάλιστα αυτοί συγκεντρωμένοι στην «ζώνη της εγκατάστασης» (τσέρταοσεντλόστι, «όρια εγκατάστασης», στα αγγλικά έχει επικρατήσει ο όρος pale of settlement). Η περιοχή αυτή οριοθετήθηκε από την εκσυγχρονίστρια αυτοκράτειρα Αικατερίνη την Μεγάλη (που για τον Βολταίρο και τους «φιλοσόφους» στο Παρίσι, ας μην ξεχνάμε, ήταν το πρότυπο του «φωτισμένου Δεσπότη»). Η γεωγραφική έκταση της ζώνης περιλάμβανε τα δυτικά εδάφη της αυτοκρατορίας ή με σημερινούς όρους δυτική Ουκρανία, Λευκορωσία, Μολδαβία, ανατολική Πολωνία, μεγάλο μέρος της Λιθουανίας, μικρό της Λετονίας και τα δυτικά ομπλάστ της Ρωσίας. Στην περιοχή αυτή ζούσαν περί το γύρισμα του αιώνα τουλάχιστον 5 εκατομμύρια Εβραίοι, ο μισός πληθυσμός των Εβραίων του πλανήτη. Μισό εκατομμύριο ακόμα ζούσε στην Γερμανική αυτοκρατορία, περί το ένα εκατομμύριο στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία και μερικά ακόμα εκατομμύρια διασκορπισμένα σε Μεσόγειο και Οθωμανική Αυτοκρατορία που περιλάμβανε και την Μέση Ανατολή.
Οι Εβραίοι της ρωσικής αυτοκρατορίας ήταν κατά πλειοψηφία φτωχοί αγρότες και τεχνίτες, χωρίς δικαιώματα, αλλά δεν είχαν καθεστώς δουλοπάροικου. Αν και δεν ήταν δεμένοι με τις γαίες ενός φεουδάρχη, δεν είχαν όμως δικαίωμα να φύγουν έξω από την ευρύτατη αυτή περιοχή. Είχαν επίσης εσωτερικές ταξικές διαβαθμίσεις. Οι ανώτερες τάξεις των Εβραίων, οι πλούσιοι έμποροι, οι μορφωμένοι, οι στρατιωτικοί και όσοι είχαν τίτλο ευγενείας είχαν δικαιώματα μετακίνησης, οπότε ζούσαν κυρίως στις πόλεις της ζώνης αλλά και στην πρωτεύουσα. Τέλος, υπήρχε ένα πολύ σημαντικό εβραϊκό εργατικό δυναμικό που ζούσε κυρίως στις πόλεις της ζώνης αλλά και στη πιο βιομηχανική Πετρούπολη.
Ο αντισημιτισμός ήταν παραδοσιακά ένα διαδεδομένο ιδεολόγημα στα ανώτερα αυτοκρατορικά κλιμάκια, συνδεμένος με τις αρχαίες θρησκευτικές προκαταλήψεις. Ο Αλέξανδρος ΙΙΙ, που ήταν πεισμένος ότι τον πατέρα του τον είχαν δολοφονήσει οι Εβραίοι, ήταν ιδιαίτερα αντισημίτης. Βέβαια όλη η αυλή ήταν υποχείριο μυστικισμών και ανορθολογικών πεποιθήσεων που επηρέαζαν σε μεγάλο βαθμό την παρακμάζουσα ιεραρχία του κράτους. Έτσι προέκυψαν τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» (που απόσπασμά τους είχε κάποτε διαβάσει ο Κασιδιάρης στη Βουλή) ως μια προσπάθεια μιας φράξιας της Οχράνα (της μυστικής υπηρεσίας ασφάλειας) να προσεταιριστεί τον Τσάρο. Η προσπάθεια δεν πέτυχε και ο διάδοχος του Αλέξανδρου, ο Νικόλαος (αυτός που τελικά θα εκθρονιζόταν το 1917) είχε διατάξει την απαγόρευσή τους, επειδή «ένας καλός σκοπός δεν πρέπει να αμαυρώνεται από δόλια μέσα».
Δεν είναι πολύ διαφορετικοί οι λόγοι που τα πρώτα πογκρόμ στην Ουκρανία τα οργάνωσε η Οχράνα προκειμένου να ανυψώσει το φιλοτσαρικό αίσθημα των υπηκόων του αυτοκράτορα και να κυνηγήσει την Μπουντ (βλ. παρακάτω). Η κίνηση απέτυχε λόγω της εξαιρετικής της επιτυχίας. Αντίθετα από τις προσδοκίες της Οχράνας, τον βίαιο αντισημιτισμό τον ενστερνίστηκαν ενθουσιωδώς οι ανερχόμενοι τοπικοί εθνικισμοί, κυρίως στα εδάφη της πρώην πολωνικής κοινοπολιτείας, την ανατολική Ουκρανία, τις βαλτικές και την Πολωνία.
Από την άλλη πλευρά τώρα, σημαντικό αποτέλεσμα της ύπαρξης εβραϊκής εργατικής τάξης ήταν η δημιουργία της Μπουντ, του εβραϊκού σοσιαλιστικού κόμματος. Η Μπουντ ήταν η πρώτη σοσιαλιστική-εργατική πολιτική ένωση της αυτοκρατορίας (θυμηθείτε εδώ την πρωτοπόρα Φεντερασιόν την ίδια περίπου εποχή· Φεντερασιόν σημαίνει ότι και Μπουντ, ένωση, συνασπισμός). Αποτέλεσε αυτόνομο μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (του κόμματος του Λένιν), αν και αποχώρησε το 1903. Εκείνη την εποχή και παρά τις απηνείς διώξεις από το τσαρικό κράτος, η Μπουντ ήταν η μεγαλύτερη σοσιαλιστική οργάνωση της χώρας. Το 1907, ύστερα απο μια περίοδο κρίσης, ξαναμπήκε στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, όπου γενικά υποστήριξε τους Μενσεβίκους και τον Μαρτόφ (για την διαιώνιση της μνήμης του οποίου φρόντισε ο Λένιν αναλύοντας συστηματικά τα λάθη του σε άπειρες μπροσούρες). Μετά την επανάσταση του ‘17 ωστόσο, η Μπουντ ενσωματώθηκε στο ΚΚ, τις γραμμές του οποίου πύκνωσαν μαζικά Εβραίοι.
Η Μπουντ είχε ευρύτερη ακτινοβολία πάνω στους Εβραίους της αυτοκρατορίας, ειδικά στα χαμηλότερα στρώματα, πράγμα που σημαίνει ότι περιόριζε σημαντικά τα σιωνιστικά ιδεολογήματα. Δεν συμμάχησε με τους Εβραίους της ανώτερης τάξης μην αναγνωρίζοντας κάποια υποτιθέμενη κοινή εθνική συνείδηση, ποτέ δεν υιοθέτησε τα Εβραϊκά, μιλώντας πάντα Γίντις (και όχι ρωσικά), υπερασπίστηκε την πολιτισμική και πολιτική αυτονομία των Εβραίων σε ένα σοσιαλιστικό κράτος κόντρα στην ενσωμάτωση, οργάνωσε ομάδες αυτοάμυνας κατά των αντισημιτών και απέκλεισε διαρρήδην την Αλίγια, την «επιστροφή» στην Παλαιστίνη. Στάθηκε λοιπόν σημαντικός παράγοντας περιορισμού του σιωνισμού στην αυτοκρατορία.
Από την άλλη μεριά, οι Μπολσεβίκοι κράτησαν τη σωστή στάση στο εβραϊκό ζήτημα, ίδια σε αρκετά σημεία (αν και όχι σε όλα) με της Μπουντ. Η ζώνη κατοίκησης και οι περιορισμοί της καταργήθηκαν νομοθετικά το 1917, ενώ οι εκδηλώσεις αντισημιτισμού απαγορεύτηκαν με ποινή φυλάκισης. Αποτέλεσμα ήταν η αθρόα στράτευση των Εβραίων στις γραμμές του κόμματος και ειδικά στον Κόκκινο στρατό, με μεγάλη συμμετοχή σε επιχειρήσεις κατά των Ουκρανών υπερεθνικιστών, των Λευκών, στον επαναστατικό πόλεμο. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι αν και πριν το 17 λίγοι ήταν οι Εβραίοι στο κόμμα, πάντως υπήρχαν κάποια ηγετικά στελέχη με μεγάλη ακτινοβολία που ήταν όντως Εβραίοι με πρώτον τον αρχηγό του κόκκινου στρατού, τον (Ουκρανό) Τρότσκι. Η φιλοεβραϊκή πολιτική του κόμματος θα συνεχιζόταν με πολλά σκαμπανεβάσματα και στο μέλλον. Οι Εβραίοι ήταν περίπου 2% του πληθυσμού της νεαρής ΕΣΣΔ, αλλά κάπου κοντά στο 20% των φοιτητών, άρα και σημαντικό κομμάτι της ιντελιγκέντσιας.
Η ίδρυση του Αυτόνομου Εβραϊκού Ομπλάστ στην άπω ανατολή το 1934 προσπάθησε να κανονικοποιήσει το εβραϊκό στοιχείο με τυπικά σταλινικό τρόπο: έφτιαξε μια νέα ζώνη εγκατάστασης, μακριά από το κέντρο για να τους ξεφορτωθεί. Στην νέα οντότητα όμως δόθηκαν εγγυήσεις αυτονομίας (κανένα άλλο ομπλάστ δεν ήταν αυτόνομο). Το σχέδιο δεν πέτυχε, ποτέ οι Εβραίοι δεν έγιναν πλειονότητα του πληθυσμού εκεί. Ίσως εδώ να υπάρχει και μια ακόμα εξήγηση για την επιμονή των σοβιετικών στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ: αφού το αυτόνομο ομπλάστ απέτυχε, ας δοκιμάσουμε να τους στείλουμε στην Παλαιστίνη.
Η άχρηστη πληροφορία της μέρας: φαίνεται ότι ο ένας παππούς του Λένιν ήταν εβραϊκής καταγωγής βαφτισμένος χριστιανός, αν και ο ίδιος ο Λένιν δεν το γνώριζε.
Ξαναγυρνώντας στην προεπανστατική Ρωσία, η κατάσταση ήδη από το 1880 με τα συστηματικά πογκρόμ έγινε πολύ δύσκολη για τους Εβραίους της ζώνης, κάτι που θα χειροτέρευε ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια του Α ΠΠ, με την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων και αργότερα κατά τη διάρκεια του επαναστατικού πολέμου. Όλη αυτή η περίοδος στη δυτική Ουκρανία, τις βαλτικές χώρες και φυσικά την Πολωνία (που είχε διατελέσει μέχρι πρόσφατα ανεξάρτητο βασίλειο) ήταν κρίσιμη για τη δημιουργία των τοπικών αντιρωσικώνυπερεθνικισμών, αντίστοιχων των εθνικισμών στις υπό διάλυση κεντροευρωπαϊκές μοναρχίες, που χαρακτηρίζουν τις χώρες αυτές μέχρι σήμερα. Οι εθνικισμοί αυτοί, που διαρκώς σε όλη αυτή την περίοδο ήταν σε διαρκή προσπάθεια εθνοκάθαρσης από τους «ξένους» με κάθε μέσο, θα έβρισκαν έναν ακόμα καλύτερο αντίπαλο στον «εβραιομπολσεβικισμό» (κάτι που μερικά χρόνια αργότερα θα εξηγούσε τη συνεργασία του Μπαντέρα με τους ναζί: ήταν μια φιλική συνεργασία από κοινού σφαγής Εβραίων).
Το αποτέλεσμα ήταν κατά τη διάρκεια του επαναστατικού πολέμου (που το σημερινό Ουκρανικό καθεστώς τον λέει «σοβιετική εισβολή»), τα άγρια πογκρόμ να συνεχιστούν και να ενταθούν στις περιοχές που επικρατούσαν οι Λευκοί. Πάνω από 150000 Εβραίοι σφαγιάστηκαν από τους Λευκούς στην Δυτική Ουκρανία μέχρι το 1922. Έτσι, ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού αναγκάστηκε να μεταναστεύσει. Τουλάχιστον 3 εκατομμύρια μετανάστευσαν την περίοδο μέχρι το 17 και αρκετοί ακόμα αργότερα. Είναι όμως ενδεικτικό του πόσο μικρή διάδοση είχαν τα σιωνιστικά ιδεολογήματα στους Εβραίους της ζώνης κατοίκισης, το ότι ενώ σε γενικές γραμμές η αλίγια (μετανάστευση στην Παλαιστίνη) ήταν εύκολη για αυτούς, μόνο το 1% των μεταναστών κατέληξε εκεί. Ο μεγάλος όγκος μετανάστευσε στην Αμερική. Κάποιοι λίγοι από αυτούς τους Αμερικάνους, σε δεύτερο χρόνο τελικά έφτασαν στην Παλαιστίνη ως πεπεισμένοι σιωνιστές: αυτή ήταν η περίπτωση της ΓκόλνταΜέιερ, που γεννήθηκε στο Κίεβο, ενηλικιώθηκε στην Αμερική όπου απόκτησε και τις σιωνιστικές πεποιθήσεις της και μόνο μετά πήγε στο Ισραήλ. Ως πρωθυπουργός ήταν αυτή που δήλωσε «οι Παλαιστίνιοι δεν υπάρχουν».
Δεν είναι περίεργο που μεγάλο μέρος των Εβραίων του Ισραήλ κατάγονται από εδάφη της Ρωσικής αυτοκρατορίας, αφού εκεί κατοικούσαν οι μισοί Εβραίοι του πλανήτη. Όμως οι Εβραίοι της ζώνης ποτέ δεν ήταν ο κύριος όγκος των μεταναστών που έφταναν στο Ισραήλ, μέχρι πολλά χρόνια αργότερα, μετά την πτώση του τείχους: τότε μόνο μια τεράστια μάζα ενός εκατομμυρίου Ρώσων (κάποιοι από τους οποίους δεν ήταν καν εβραϊκής καταγωγής) μετανάστευσαν στη χώρα, όντας μέχρι σήμερα μια μη ενσωματωμένη μειονότητα που δεν έμαθε ποτέ εβραϊκά, σε μια χώρα που υποτίθεται θα μάζευε τους μη ενσωματωμένους στην Ευρώπη Εβραίους…
Όλη η παραπάνω ανάλυση χρειάστηκε για να δείξουμε ότι ως προς τη γένεση του σιωνισμού και στη θεωρία αλλά και στην πράξη της μετανάστευσης στην Παλαιστίνη, αναλογικά σημαντικότερη ήταν η συνεισφορά Εβραίων από άλλες περιοχές της Ευρώπης και ειδικά από την Αυστροουγγαρία από όπου ήταν και οι δύο μεγάλοι θεμελιωτές του κινήματος, ο Χερτσλ και ο Νόρντάου, Ούγγροι και οι δύο. Αυτοί εν πολλοίς δημιούργησαν τον σιωνισμό όπως τον ξέρουμε, ένα είδος εβραϊκού εθνικισμού βασισμένου στις αρχές της επιστήμης (δηλαδή του ρατσισμού), απορρίπτοντας την ενσωμάτωση στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και προκρίνοντας την μετανάστευση στο ΕρέτζΙσραέλ, την γη της επαγγελίας.
Αρχικά αυτό το σχέδιο είχε μικρή επιτυχία, αλλά ο εικοστός αιώνας θα άλλαζε τα πράγματα. Οι Εβραίοι των μεσαίων και ανώτερων τάξεων του γερμανικού κόσμου ήταν από ένα σημείο και μετά εγκλωβισμένοι ανάμεσα στην κομμουνιστική ή σοσιαλιστική επιρροή στους κατώτερους Εβραίους και τον όλο και διογκούμενο φασιστικό αντισημιτισμό. Η ειρωνεία εδώ είναι ότι ο φασισμός είναι πάντα μιά απάντηση σε κάποιου τύπου επαναστατική ή αποσταθεροποιητική κρίση. Σε αυτήν την περίπτωση ο φασισμός γιγαντώθηκε ύστερα από επαναστατική κρίση στην οποία συμμετείχαν μαζικά Εωραίοι. Στις αποτυχημένες επαναστάσεις που ακολούθησαν την Οκτωβριανή, ηγετικές φιγούρες ήταν παντού Εβραίοι. Ο Μπέλα Κουν στην Ουγγαρία, ο Λεβινέ στην τραγικωμική Σοβιετική Δημοκρατία του Μονάχου και βέβαια η Ρόζα στο Βερολίνο. Όλοι αυτοί οι Εβραίοι ήταν για τους μεσοπολεμικούς φασισμούς η επαλήθευση του «εβραιομπολσεβίκικου» κινδύνου.
Ο Εβραιομπολσεβικισμός όμως ήταν πολύ πιο επικίνδυνος για τους οικονομικά επιτυχημένους και πολιτικά συντηρητικότερους Εβραίους που, αδυνατώντας βέβαια να υποστηρίξουν τον φασισμό λόγω της αντισημιτικής του φύσης, αναγκάστηκαν να πάρουν το δρόμο της μετανάστευσης, αν και όχι αναγκαστικά στην Παλαιστίνη. Το σχέδιο δημιουργίας Εβραϊκού κράτους στη Μαδαγασκάρη το συζήτησαν για λίγο και Εβραίοι σιωνιστές, μεταξύ των οποίων και ο Ζαμποτίνσκι.
Σημαντικός, αλλά συχνά παραγνωρισμένος, ήταν ο ιδεολογικός ρόλος της Βρετανίας, όχι όμως λόγω των Εβραίων που έμεναν σε αυτήν (αφού τους είχε διώξει μαζικά έναν αιώνα πιο πριν…). Στην Βρετανία άρεσε εξ αρχής η ιδέα μιας αποικίας μορφωμένων Ευρωπαίων στην Παλαιστίνη που θα έλεγχε τους απείθαρχους Άραβες, θα όριζε τα της διώρυγας του Σουέζ και θα γλίτωνε έτσι την αυτοκρατορία από την ανάγκη να στέλνει διαρκώς στρατεύματα εκεί. Υποδαύλισε όσο μπορούσε τις σχετικές προσπάθειες (αν και φυσικά με τα δικά της κριτήρια κάθε φορά, εξ ού και τα διάφορα μπρος πίσω στην διαδικασία).
Αλλά υπήρχε κι ένας άλλος σημαντικός, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, ιδεολογικός παράγοντας που βοήθησε σε αυτήν την προσπάθεια: η επικράτηση στην ανώτερη βρετανική τάξη μερικών θρησκευτικών αντιδραστικών ιδεολογημάτων στα οποία πρωταγωνιστούσαν οι Εβραίοι και οι οποίες ταίριαζαν πάρα πολύ καλά με τις ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες. Ο Μπάλφουρ για παράδειγμα, ήταν αυτός που με τη διακήρυξή του 1917 έδωσε το σημείο εκκίνησης της Βρετανικής εντολής για μια εβραϊκή Παλαιστίνη. Ο ίδιος ο Μπάλφουρ το 1905 είχε περάσει έναν νόμο που απαγόρευε στους Εβραίους να μεταναστεύσουν στην Βρετανία. Ο Λόρδος ήταν ένας φανατικός χριστιανός που πίστευε ότι η επιστροφή των Εβραίων (τους οποίους μισούσε φυσικά) θα έφερνε πιο κοντά την δευτέρα παρουσία και τη βασιλεία του θεού. Επομένως ένοιωσε πολύ απογοητευμένος που η ακόμα τότε ισχυρή επιρροή των σοσιαλιστικών ιδεών στους σιωνιστές εποίκους οδήγησε σε ένα κοσμικό μόρφωμα που δεν έβλεπε τον εαυτό του ως τμήμα του θεϊκού σχεδίου.
Μια τελική παρατήρηση. Δείτε ότι η ζώνη εγκατάστασης είναι ακριβώς η περιοχή στην οποία διεξάχθηκε το αιματηρότερο και σημαντικότερο κομμάτι του Β’ ΠΠ. Ακριβώς η ζώνη ήταν ο «ζωτικός χώρος» των ναζί και ο κύριος λόγος για τον οποίο αυτοί ήταν συστημικά αντισημίτες: μη διαθέτοντας σημαντικές αποικίες όπως οι δυτικές δυνάμεις, έβλεπαν τον ζωτικό χώρο ως την δική τους αποικιακή ζώνη. Έπρεπε να ξεφορτωθούν τον ντόπιο εβραϊκό και σλαβικό πληθυσμό (τους «υπανθρώπους») για να αποικίσουν την αγροτικά πλούσια περιοχή. Όταν τα διάφορα άλλα σχέδια εκτοπισμού των Εβραίων (όπως η Μαδαγασκάρη) ναυάγησαν, προκρίθηκε η τελική λύση. Οι ντόπιοι εθνικιστές σαν τον Μπαντέρα, ενθουσιωδώς δέχτηκαν το γερμανικό σχέδιο: και ια απαλλάσσονταν μια και καλή από τους εβραιομπολσεβίκους και θα είχαν ένα φυλετικά καθαρό έθνος-κράτος. Είχαν δίκιο σε αυτό, αλλά βέβαια το σχέδιο των ναζί για την Ουκρανία ήταν ένα φυλετικά καθαρό γερμανικό κράτος. Οι εθνικιστές ήταν πολύ τυχεροί τελικά, αφού τον πόλεμο τον κέρδισαν οι Εβραιομπολσεβίκοι.
Επίσης δεν είναι τυχαίο που ακριβώς αυτές είναι οι περιοχές στις οποίες διεξάγεται η σύγκρουση ΝΑΤΟ – Ρωσίας σήμερα. Οι παλιοί εθνικισμοί ξύπνησαν μετά την πτώση του τείχους και βρήκαν για μια ακόμα φορά συμμάχους στη Δύση, για μια ακόμα φορά νομίζοντας ότι αυτή θα τους βοηθήσει να εκτελέσουν τους αλυτρωτισμούς τους. Η αμερικανική και ευρωπαϊκή βοήθεια για μια ακόμα φορά είναι ένα δηλητηριασμένο δώρο. Όμως, μια σημαντική αλλαγή είναι ότι ο Άλλος άλλαξε για μια ακόμα φορά. Είπαμε ότι ο εθνικισμός και ο φασισμός χρειάζονται έναν Εβραίο, ο οποίος δεν χρειάζεται να είναι όντως Εβραίος. Τώρα πια οι εβραϊκοί πληθυσμοί είναι πολύ μικρότεροι πλέον και εντελώς ενσωματωμένοι, άρα οριακά μπορούν να είναι μέρος του νέου έθνους. Και μπορεί η μητρική γλώσσα του Ζελένσκινα είναι βέβαια τα ρωσικά (και όχι τα ξεχασμένα γίντις), αλλά αυτός δεν δυσκολεύτηκε καθόλου να μάθει τα πολύ παρόμοια ουκρανικά και έτσι να καταφέρει να εκπροσωπεί μια μερίδα του Ουκρανικού αντιρωσικού εθνικισμού. Αν προπολεμικά ο αντισημιτισμός ήταν ο σοσιαλισμός του ηλίθιου, στις μέρες μας ο εθνικισμός είναι η φιλελέ δημοκρατία του ανίδεου.
Συπερασματικά, ο σιωνισμός έχει τις ρίζες του στους εθνικισμούς που φύτρωσαν στο έδαφος της μακράς διαδικασίας διάλυσης των αρχαίων κεντροευρωπαϊκών αυτοκρατοριών. Ο αντισημιτισμός επίσης είναι αποτέλεσμα της ίδιας διαδικασίας, δίδυμος αδερφός του σιωνισμού και τέκνο και αυτός σε τελική ανάλυση του Διαφωτισμού. Στα εδάφη της ρώσικης αυτοκρατορίας, η διείσδυση του σιωνισμού ήταν αναλογικά μικρότερη από ότι στην υπόλοιπη ανατολική Ευρώπη, λόγω αρχικά της αθρόας μετανάστευσης στην Αμερική και μετά λόγω της μεγαλύτερης επίδρασης σοσιαλιστικών ιδεωδών στους Εβραϊκούς πληθυσμούς.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι ο σιωνισμός σε ανατολή και Δύση ήταν ένα καθαρά ταξικό ιδεολόγημα, προερχόμενο από την μη διατηρήσιμη θέση των μεσαίων-ανώτερων τάξεων των εβραϊκών πληθυσμών, οι οποίοι δυσκολεύονταν να βρουν θέση σε μια όλο και πιο αντισημιτική Ευρώπη. Ο σιωνισμός ως σχέδιο σε καμία περίπτωση δεν θα είχε φτάσει στη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και θα είχε μείνει απλώς ένα ιδεολογικό ρεύμα στο εσωτερικό του εβραϊσμού χωρίς την ενεργή στήριξη του προπολεμικού Βρετανικού ιμπεριαλισμού και χωρίς την φρίκη του ολοκαυτώματος.
https://kommon.gr/paremvaseis/item/24028-gia-tis-ideologikes-rizes-tou-sionismou-tou-dimitri-leni