Συχνά πολλοί Αμερικανοί καλλιεργούν την εμφάνιση επιπολαιότητας για να αποφεύγουν την ανάγκη να συζητήσουν «επικίνδυνα» θέματα. Και όταν κάποιος πιο τολμηρός πολίτης ειρωνεύεται την επίσημη πολιτική, είναι εύκολο η κυβέρνηση είτε να τον καταδικάσει για ελιτισμό είτε να ερμηνεύσει τα λόγια του με εχθρικώς εσκεμμένη κυριολεξία.
Οταν πρωτοβρέθηκα στην καρδιά των ΗΠΑ, στην Πολιτεία της Ιντιάνας, ανακάλυψα ότι οι περισσότεροι συνάδελφοι και φοιτητές στο σεβαστό πολιτειακό πανεπιστήμιο θεωρούσαν εχθρική, αντικοινωνική και καταστρεπτική τη χρήση ειρωνείας είτε στις αίθουσες του πανεπιστημίου είτε στην καθημερινή διάδραση.
Μάικλ Χέρτσφελντ*
Συνηθισμένος με τη συμβατική ειρωνεία που άκουγα συνέχεια μεγαλώνοντας στην Αγγλία, όπου λειτουργεί συχνά για να δημιουργηθεί μια αίσθηση οικειότητας βασισμένη στην κατοχή κοινού χιούμορ, στην αρχή έμεινα έκπληκτος και αμήχανος. Σιγά σιγά, όμως, άρχιζα να αντιλαμβάνομαι ότι πίσω από κάθε διάδραση κρυβόταν ο φόβος – ο φόβος δηλαδή ότι σε μια χώρα όπου η οπλοφορία θεωρείται συνταγματικό δίκαιο, μια μικρή παρεξήγηση θα μπορούσε να έχει επικίνδυνες συνέπειες μέχρι και θανάσιμης βίας. Τα χαμόγελα λειτουργούσαν σαν μάσκες, κρύβανε αντιδράσεις και αντιθέσεις και οι ανιαρές κουβεντούλες, με τις καθιερωμένες κοινοτοπίες τους, κυλούσαν με την άνεση που τους έδινε η συλλογική συναίνεση. Η ειρωνεία φαινόταν ενσάρκωση και σύμβολο της συγκαταβατικότητας της ελίτ. Με άλλα λόγια, φαινόταν ως κατάχρηση εξουσίας. Στόχος ιδανικός για τη λαϊκιστική οργή που η αμερικανική Δεξιά καλλιεργεί σήμερα.
Οι ξένοι συχνά αποδίδουν την ευκολία με την οποία οι Αμερικανοί ανοίγουν συζητήσεις χωρίς ουσιαστική έννοια -και οπωσδήποτε χωρίς ειρωνεία!- σε «επιπολαιότητα». Δεν νομίζω ότι ισχύει το στερεότυπο, αλλά η εξήγηση μας φέρνει κοντά σε έναν άλλο, πιο αξιόπιστο χαρακτηρισμό: ότι συχνά πολλοί Αμερικανοί καλλιεργούν την εμφάνιση επιπολαιότητας για να αποφεύγουν την ανάγκη να συζητήσουν «επικίνδυνα» θέματα. Και όταν κάποιος πιο τολμηρός πολίτης ειρωνεύεται την επίσημη πολιτική, είναι εύκολο η κυβέρνηση είτε να τον καταδικάσει για ελιτισμό είτε να ερμηνεύσει τα λόγια του με εχθρικώς εσκεμμένη κυριολεξία.
Ετσι, όταν ένας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τζόρτζταουν εξέφρασε στο Χ (πρώην twitter) την ελπίδα «το Ιράν να χτυπήσει μια βάση, έτσι ώστε να σταματήσουν όλοι [τις εχθροπραξίες]», αντί να δεχτεί την πιθανή ερμηνεία ότι ο εν λόγω καθηγητής ειρωνευόταν (όπως μάλιστα ισχυρίζεται και ο ίδιος) τον τρόπο που η κυβέρνηση είχε επιτρέψει στους Ιρανούς να χτυπήσουν συμβολικά -δηλαδή χωρίς θύματα- μια αμερικανική βάση, η διοίκηση του πανεπιστημίου, υποκύπτοντας προφανώς στις πιέσεις της κυβέρνησης και των υποστηρικτών της, τον αποκαθήλωσε από τη θέση του προέδρου του Κέντρου Μεσανατολιτικών Ερευνών και τον απειλεί ακόμη και με «τιμωρία». Ετσι μια προφανώς ειρωνική έκφραση μεταμορφώθηκε σε δήλωση προδοσίας – και σε αφορμή επιδεικτικής εκδίκησης η οποία αντανακλά πιστά την πιο χαρακτηριστική διάσταση της πολιτικής του Τραμπ.
Εκτός από τους προαναφερόμενους πολιτισμικούς λόγους, είναι και εντελώς λογικό η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση να μη θέλει να αναγνωρίσει την ειρωνεία ως τέτοια μέσα στη δική της ρητορεία: θα ξεσκέπαζε τις ριζικές αντιφάσεις στις οποίες η κυβέρνηση στηρίζεται για να προωθήσει ανεπαίσθητα, όπως ελπίζει, μια πολιτική ανατροπής της δημοκρατίας. Εν ολίγοις: επικαλείται τη ρητορεία της ισότητας ευκαιριών για όλους τους πολίτες, για να προωθήσει φυλετικές και άλλες διακρίσεις στις οποίες δεν τολμάει -ακόμα- να δώσει ανοιχτή μορφή.
Σκεφτείτε: υιός και (πάνω από μία φορά) σύζυγος μεταναστών, ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι δεν διώχνει «θεμιτούς» μετανάστες, αλλά μόνο όσους έχουν καταδικαστεί για σοβαρά εγκλήματα. Ηδη οι ειδήσεις τον διαψεύδουν. Περιττό να προσθέσουμε κάτι εδώ, ιδιαίτερα όταν ήδη ο πρόεδρος έχει «συγχωρέσει» τόσους λευκούς και πλούσιους κατάδικους.
Δεύτερο παράδειγμα: o Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, επέβαλε κυρώσεις σε οχτώ Βραζιλιάνους δικαστές προφανώς για τον ρόλο τους στην -ακόμη εν εξελίξει- δίκη του Ζαΐρ Μπολσονάρο, πρώην προέδρου της χώρας και κατηγορούμενου για σχεδιασμό βίαιου πραξικοπήματος. Ο Ρούμπιο δεν περιορίστηκε σε απλές κατηγορίες. Δήλωσε ότι η δίκη «απειλεί την ελευθερία λόγου». Μήπως ειρωνευόταν; (Συγγνώμη, αγαπητέ αναγνώστη, ειρωνευόμουν και εγώ!)
Τρίτο παράδειγμα: ο Τραμπ δηλώνει φίλος και υποστηρικτής των Εβραίων συγχωνεύοντας τη θεμιτή κριτική κατά της σημερινής ισραηλινής πολιτικής με τον αντιεβραϊσμό – μια σύγχυση που επιστρατεύεται κυνικά κατά των μεγάλων αμερικανικών πανεπιστημίων, προφανώς ακόμη και εκείνων, σαν το Χάρβαρντ, που έχουν αυτοδηλωμένους Εβραίους πρυτάνεις ή άλλους υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους. Δηλώνει ταυτόχρονα να μην κατάλαβε ότι το όνομα Σάιλοκ, που επικαλέστηκε, λειτουργεί ως στερεότυπο του ανελέητου Εβραίου τοκογλύφου. Η δήλωση του Τραμπ εξυπηρετεί και ακόμη έναν σκοπό: η δήθεν άγνοιά του για τον Σέξπιρ είναι και έκφραση αντιελιτισμού. Κάπου στη ρητορεία του ανακατεύονται όλοι οι εχθροί του. Ιδιαίτερα, βεβαίως, εκείνοι που ειρωνεύονται. Είναι οι εχθροί του λαού, του Φολκ στο λεξιλόγιο του ναζισμού.
Τέταρτο παράδειγμα ο διαμελισμός προγραμμάτων για την προστασία «διαφορετικότητας, ισότητας και ένταξης» (DEI, ήτοι Diversity, Equality, Inclusion), που αποσκοπούσαν στην ενίσχυση των δικαιωμάτων και των ευκαιριών για τις φυλετικές μειονότητες. Ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι ένας έξυπνος Αφροαμερικανός, λόγου χάριν, δεν χρειάζεται το τεχνητό μέσο ενός ειδικού προγράμματος για να μπει σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια. Η εξυπνάδα του θα ’πρεπε, αφήνει να εννοηθεί, να φτάνει. Αλλά αυτή η λογική παραβλέπει ένα βασικό στοιχείο. Το παιδί που δεν είχε την ευκαιρία να σπουδάσει σε ένα καλό λύκειο, γιατί δεν υπήρχε τέτοιο σχολείο στην παραμελημένη γειτονιά του, με ποιον τρόπο θα έχει την ευκαιρία να ακονίσει την εξυπνάδα του σε ένα έστω και χαμηλής στάθμης πανεπιστήμιο; Η αμερικανική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι αναδομεί την ισότητα ευκαιρίας που είναι το προνόμιο του κάθε πολίτη. Ξεχνάει προφανώς ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση στην απαιτούμενη εκπαιδευτική προετοιμασία γιατί ζει σε κοινότητες που ήδη, λόγω φυλετικών και άλλων διακρίσεων, έχουν αποκλειστεί από την… ισότητα ευκαιρίας! Μήπως πρόκειται για ίσα δικαιώματα αποτυχίας; (Ουφ! Πάλι ειρωνεύτηκα! Συγγνώμη…)
Ποιος λοιπόν μπορεί να πει ότι η ειρωνεία δεν παίζει κανέναν ρόλο στις ΗΠΑ; Μόνο που η χρήση της έπεσε στα χέρια επικίνδυνων τυχοδιωχτών, που δεν διστάζουν να επικαλούνται τις λεγόμενες δυτικές αξίες για να τις χρησιμοποιήσουν ως όπλα κατά των δικών τους φιλοσοφικών και ηθικών υποβάθρων. Οντως πρόκειται για ειρωνεία. Κάποτε η ειρωνεία ήταν ένα ωραίο εργαλείο για την ανακάλυψη της αλήθειας. Αυτή η κυβέρνηση τη μετατρέπει σε κάτι αντίθετο. Δεν πρόκειται για κατάχρηση εξουσίας;
*Ομότιμος καθηγητής των Κοινωνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Το παρόν άρθρο γράφτηκε ειδικά για την «Εφ.Συν.»
https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/482414_eironeia-kai-politiki
Σχόλια (0)