Προς τα πού κατευθύνεται το Παλαιστινιακό Εθνικό Σχέδιο, του Μαρβάν Εμίλ Τουμπάσι

Προς τα πού κατευθύνεται το Παλαιστινιακό Εθνικό Σχέδιο, του Μαρβάν Εμίλ Τουμπάσι

  • |

Απέναντι στην Κατοχή και τα Αποικιοκρατικά Εποικιστικά Σχέδια

Τα ισραηλινά εγκλήματα κλιμακώνονται σήμερα στις πόλεις και στους προσφυγικούς καταυλισμούς της Δυτικής Όχθης, ως μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου για να υπονομευθεί πολιτικά και οικονομικά ο ρόλος της Παλαιστινιακής Αρχής και να επιβληθεί το σχέδιο του «Κράτους της Ιουδαίας» στο δρόμο προς το «Μεγάλο Ισραήλ». Η κατοχή εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία για να εμβαθύνει την αποικιοκρατική και εξιουδαϊστική ατζέντα της, παγιώνοντας νέα τετελεσμένα στο έδαφος με την κηρυγμένη πρόθεσή της να προσαρτήσει τη Δυτική Όχθη και να εφαρμόσει το σχέδιο των περιφερειακών «εμιράτων» ή, στη καλύτερη περίπτωση, θύλακες τύπου καντονίων. Οι συνεχιζόμενες αυτές πολιτικές και εγκλήματα —εθνοκάθαρση, καθημερινοί φόνοι, βίαιος εκτοπισμός και λιμοκτονία— επιβεβαιώνουν ότι κάθε συζήτηση περί «λύσης δύο κρατών» έχει χάσει κάθε πρακτικό ορίζοντα, εκτός κι αν συνοδευτεί από την ενσάρκωση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με πλήρη κυριαρχία.

Η αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης —όσο πολιτικά ή συμβολικά σημαντική κι αν είναι— από ορισμένες δυτικές πρωτεύουσες μπορεί να λειτουργεί ως προσωρινό πολιτικό παυσίπονο απέναντι στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και τους διαδηλωτές που κατακλύζουν τους δρόμους εκφράζοντας αλληλεγγύη με την Παλαιστίνη, αλλά δεν σταματά την αιματοχυσία ούτε ανακόπτει το συνεχιζόμενο σχέδιο γενοκτονίας, εφόσον το Ισραήλ παραμένει στο απυρόβλητο των κυρώσεων — σε αντίθεση με το Ιράν και τη Ρωσία, τα οποία η ΕΕ τιμωρεί με προσχηματικά και εχθρικά κριτήρια.

Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ήταν απολύτως ευθυγραμμισμένη με τις παραμέτρους της στρατηγικής τους εταιρικής σχέσης με το Ισραήλ: η Ουάσιγκτον παρείχε ανεπιφύλακτη στήριξη στο Ισραήλ, μένοντας μόνη απέναντι σε όλα τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου. Το μήνυμα είναι σαφές: οι ΗΠΑ συνεχίζουν να «διαχειρίζονται την κρίση» με τρόπο που εξυπηρετεί τη δική τους περιφερειακή στρατηγική, διασφαλίζοντας την επιβίωση της ακροδεξιάς κυβέρνησης Νετανιάχου ως εκτελεστικού οργάνου της κατοχικής πολιτικής και εγγυώμενες την υπεροχή του Ισραήλ στο «νέο σχέδιο για τη Μέση Ανατολή». Οι πολιτικές αυτές εμποδίζουν σκόπιμα κάθε σοβαρή παλαιστινιακή πολιτική πορεία ή απόπειρα αντίστασης στην επιθετικότητα, κρατώντας τις εντός ορίων ελεγχόμενων από τις ΗΠΑ και με προκαθορισμένα αποτελέσματα.

Παράλληλα, οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις Ισραηλινών αξιωματούχων —μεταξύ τους ο Νετανιάχου και ο Υπουργός Εξωτερικών Γιδεόν Σαάρ— που απορρίπτουν κάθε μορφή ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, ή ακόμη και ουσιαστικού πολιτικού μορφώματος, επιβεβαιώνουν τον στρατηγικό στόχο της πλήρους εξάλειψης της παλαιστινιακής κυριαρχίας. Επιπλέον, κάθε ανοικοδόμηση ή ανθρωπιστική παρέμβαση στη Γάζα θα συνδέεται με την πολιτική και στρατηγική κυριαρχία του Ισραήλ. Τα αμερικανικά και διεθνή σχέδια ανοικοδόμησης δεν αποσκοπούν στην ενδυνάμωση του παλαιστινιακού λαού και των πολιτικών του δικαιωμάτων —με πρώτο και κύριο τον τερματισμό της κατοχής— αλλά στη σταθεροποίηση της ισραηλινής κυβέρνησης, την παγίωση του ελέγχου της και την επιβολή περαιτέρω «εξομάλυνσης» μέσω των Συμφωνιών του Αβραάμ.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η ενίσχυση της εσωτερικής λειτουργίας της ΟΑΠ, της Φατάχ και γενικότερα του παλαιστινιακού εθνικού κινήματος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της φάσης της απελευθέρωσης, αποτελεί στρατηγική αναγκαιότητα. Η ενδυνάμωση της εθνικής νομιμοποίησης μέσω δημοκρατικών διαδικασιών —ελεύθερες και δίκαιες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, ανασυγκρότηση θεσμών πάνω σε βάσεις ενότητας, ποικιλομορφίας, επαγγελματισμού, ικανότητας και εθνικής προσήλωσης, μακριά από τα περιοριστικά πλαίσια του Όσλο ή από στενά κέντρα εξουσίας— θα έδινε στην εθνική ηγεσία ισχυρότερα εργαλεία για την αντιμετώπιση της κατοχής, θα διεύρυνε την πολιτική και λαϊκή υποστήριξη και θα ενίσχυε την ικανότητα νομικής και διπλωματικής αντίστασης. Παράλληλα, θα ενέτασσε την παλαιστινιακή υπόθεση στο δίκαιο πλαίσιό της, δηλαδή στον αραβικό και παγκόσμιο αντιαποικιακό αγώνα, αντί να παραμένει όμηρος ξένων πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην αναπαραγωγή της κυριαρχίας.

Η ανατροπή του αποικιοκρατικού εποικιστικού σχεδίου στην Παλαιστίνη παραμένει ο κεντρικός στόχος όλων των εθνικών και απελευθερωτικών προσπαθειών. Η συνεχιζόμενη εδραίωση των εποικισμών, σε συνδυασμό με τη μετατροπή της Γάζας σε θέατρο διαρκούς σύγκρουσης χωρίς σαφές πολιτικό μέλλον, απειλεί άμεσα την ίδια την ύπαρξη του παλαιστινιακού λαού και υπονομεύει το εθνικό σχέδιο στο σύνολό του. Η παλαιστινιακή αντίσταση οφείλει λοιπόν να είναι ενωμένη, λογική και ολοκληρωμένη —να συνδυάζει τον λαϊκό, πολιτικό και διπλωματικό αγώνα. Αυτή η ενότητα αποτελεί τη μόνη πραγματική εγγύηση για να ανακοπεί το αποικιοκρατικό σχέδιο και να επιβληθεί μια πολιτική πορεία που θα επαναφέρει το διεθνές δίκαιο, τη νομιμότητα του ΟΗΕ και τα ιστορικά παλαιστινιακά δικαιώματα.

Υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, συμπεριλαμβανομένων των αναλύσεων που δημοσίευσε το Axios σχετικά με τις συναντήσεις του Λευκού Οίκου για τη «μεταπολεμική Γάζα», είναι σαφές ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ αντιμετωπίζουν σοβαρούς περιορισμούς στην αναζήτηση παλαιστινιακής εναλλακτικής για τη διοίκηση της Λωρίδας. Κάθε προσπάθεια ανοικοδόμησης ή ανθρωπιστικής βοήθειας εργαλειοποιείται ως μέσο πολιτικού, οικονομικού και στρατηγικού ελέγχου — και όχι ως μηχανισμός για τον τερματισμό της επιθετικότητας ή την προστασία των αμάχων.

Επομένως, η προσδοκία μιας «πολιτικής ελπίδας» που διαμορφώνεται στην Ουάσιγκτον δεν είναι παρά αναπαραγωγή της πραγματικότητας των εποικισμών, του εξιουδαϊσμού και της διαιώνισης της κατοχής. Η αληθινή ελπίδα πηγάζει από τη συνειδητοποίηση των λαών ανά τον κόσμο, από την αταλάντευτη στάση των Παλαιστινίων στη γη τους, από την ικανότητα των συμμάχων και φίλων διεθνώς να αποκαλύπτουν το αποικιοκρατικό σχέδιο και να εντείνουν την απομόνωση της συμμαχίας ΗΠΑ–Ισραήλ. Προέρχεται από την άσκηση πραγματικής διεθνούς πίεσης για τον τερματισμό της κατοχής και τη διασφάλιση των αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων του λαού μας, όπως επιβεβαίωσε και το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του περασμένου έτους, που έθεσε χρονικό πλαίσιο για τον τερματισμό της κατοχής. Η διεθνής αναγνώριση δεν μετριέται με τον αριθμό των πρωτευουσών που την ανακοινώνουν, αλλά με το αν συνοδεύεται από πραγματική πολιτική βούληση να τερματιστεί η κατοχή και να επιστρέψει η Παλαιστίνη στο επίκεντρο κάθε δίκαιης και βιώσιμης πολιτικής διαδικασίας — ιδιαίτερα ενόψει της ερχόμενης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

Η πραγματικότητα αυτή μας επιβάλλει, ως Παλαιστινίους, να επανακαθορίσουμε εκ βάθρων το εθνικό απελευθερωτικό σχέδιο — να απομακρυνθούμε πολιτικά από την αυταπάτη της λύσης δύο κρατών στα σύνορα του 1967 υπό τις τρέχουσες συνθήκες και να στραφούμε σε ένα ανθεκτικό, υπαρξιακό πολιτικό σχέδιο που στοχεύει στη διάλυση του σιωνιστικού αποικιοκρατικού συστήματος. Απαιτείται η οικοδόμηση λαϊκών εργαλείων ικανών να υπερβούν τις εσωτερικές διαιρέσεις που έπληξαν την υπόθεσή μας, η ενεργοποίηση των δυνάμεων εντός και εκτός πατρίδας μέσω εκλογών για το Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο, και η ενσωμάτωση της Παλαιστίνης στο παγκόσμιο αντιαποικιακό και απελευθερωτικό πλαίσιο — δίπλα στους ιθαγενείς λαούς, τα κινήματα απελευθέρωσης, τις προοδευτικές δυνάμεις και τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό θα μετέτρεπε τον παλαιστινιακό αγώνα σε παγκόσμιο άξονα αντίστασης, αξιοποιώντας ιστορικές ευκαιρίες για την αποκάλυψη συστημάτων τυραννίας, αποικιοκρατίας και απαρτχάιντ.

Η επόμενη φάση απαιτεί σαφήνεια οράματος, συνεκτικό πρόγραμμα αγώνα, ισχυρά οργανωτικά εργαλεία, άντληση διδαγμάτων από την ιστορία και συλλογική εθνική πολιτική βούληση, ώστε καμία διεθνής πρωτοβουλία να μην αποτελέσει απλώς κάλυμμα για περαιτέρω κυριαρχία, αλλά μέρος ενός συνολικού εθνικού σχεδίου ικανού να διασφαλίσει ελευθερία, αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη.

Αυτή η ιστορική στιγμή —που αποκάλυψε την ευθραυστότητα του σιωνιστικού σχεδίου, τη ρατσιστική του φύση και την αδυναμία της κατοχής να επιβάλει απόλυτο έλεγχο— υπογραμμίζει τη σημασία της αναζωογόνησης της λαϊκής, πολιτικής, διπλωματικής και νομικής αντίστασης, μαζί με την ανοικοδόμηση και τον στρατηγικό σχεδιασμό για το μέλλον. Οι ευκαιρίες είναι άφθονες: η παγκόσμια αλληλεγγύη είναι πρωτοφανής, οι πόροι και οι ανθρώπινες δυνατότητες υπάρχουν, και αυτό που απαιτείται περισσότερο είναι μια ενιαία εθνική ηγεσία εντός μιας ανανεωμένης ΟΑΠ, που θα λειτουργεί ως ευρεία εθνική συμμαχία και ως η μόνη νόμιμη εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού. Μια τέτοια ηγεσία οφείλει να καταλήξει σε κοινή στρατηγική όραση ώστε να αξιοποιήσει αυτήν τη ιστορική συγκυρία, οδηγώντας τον παλαιστινιακό λαό προς την απελευθέρωση και την πραγμάτωση των νόμιμων δικαιωμάτων του.

Αυτή η νέα ιδρυτική φάση του εθνικού σχεδίου πρέπει να αρχίσει με την ανακήρυξη του Κράτους υπό κατοχή, σύμφωνα με τη Διακήρυξη Ανεξαρτησίας και το προσωρινό Σύνταγμα, καθώς και με την εκλογή εθνικού κοινοβουλίου στη βάση ότι ο λαός είναι η πηγή της εξουσίας. Μόνο πάνω στα θεμέλια της δύναμης, της δικαιοσύνης, της κυριαρχίας και της δημοκρατίας —με την Παλαιστίνη ως αιώνια πατρίδα— μπορούμε να οικοδομήσουμε ένα μέλλον αντάξιο των θυσιών και των προσδοκιών του λαού μας.

https://kommon.gr/diethni/item/24972-pros-ta-pou-katefthynetai-to-palaistiniako-ethniko-schedio-tou-marvan-emil-toubasi

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος

Σχόλια (0)

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.