Η Ευρώπη, ο πόλεµος και το «πνεύµα του 1914»

Η Ευρώπη, ο πόλεµος και το «πνεύµα του 1914»

  • |

Πριν µερικούς µήνες, το αµερικανικό περιοδικό Monthly Review επανακυκλοφόρησε µια σειρά κειµένων του Φρίντριχ Ένγκελς για τον πόλεµο και το ζήτηµα του αφοπλισµού.

Αν και τα προ­φη­τι­κά κεί­µε­να της Ρόζα Λού­ξε­µπουργκ είναι πα­ρα­δο­σια­κά πιο διά­ση­µα, οι στο­χα­σµοί του Έν­γκελς πάνω στο «ανα­πό­φευ­κτο» του πο­λέ­µου δεί­χνουν ότι το σο­σια­λι­στι­κό κί­νη­µα δεν είχε δια­πο­τι­στεί τόσο από το σπι­ράλ ηλι­θιό­τη­τας που οδή­γη­σε τις ηγε­σί­ες των σο­σιαλ­δη­µο­κρα­τι­κών κο­µµά­των να δώ­σουν ενερ­γη­τι­κή συ­ναί­νε­ση στις σφα­γές του 1914:

«Ένας πό­λε­µος µε 10-15 εκα­το­µµύ­ρια ενό­πλους, η ανεί­πω­τη κα­τα­στρο­φή που θα υπάρ­ξει και µόνο για να εξα­σφα­λι­στεί η δια­τρο­φή τους, η κα­θο­λι­κή και βίαιη κα­τα­στο­λή του κι­νή­µα­τός µας, η ανά­δυ­ση του σω­βι­νι­σµού σε όλες τις χώρες και -τε­λι­κά- µια απο­δυ­νά­µω­ση 10 φορές χει­ρό­τε­ρη από εκεί­νη µετά το 1815. Μια πε­ρί­ο­δος αντί­δρα­σης, βα­σι­σµέ­νη στην εξά­ντλη­ση όλων των λαών που θα έχουν αι­µορ­ρα­γή­σει – όλα αυτά, απέ­να­ντι σε µια ελά­χι­στη ελ­πί­δα ότι αυτός ο σκλη­ρός πό­λε­µος µπο­ρεί να οδη­γή­σει σε επα­νά­στα­ση. Αυτό µε γε­µί­ζει µε τρόµο». (Έν­γκελς, επι­στο­λή στον Πολ Λα­φάργκ, 1888)

Μπράις Φερνάντες*

Ο Έν­γκελς τα­λα­ντευό­ταν ανά­µε­σα στο φόβο ότι ο πό­λε­µος θα απο­τε­λού­σε ένα µη ανα­στρέ­ψι­µο πι­σω­γύ­ρι­σµα για τον πο­λι­τι­σµό και στην «ελά­χι­στα αι­σιό­δο­ξη» ιδέα µιας επα­νά­στα­σης ως συ­νέ­πεια του πο­λέ­µου. Ο φόβος του απέ­να­ντι στην κα­τα­στρο­φή τον ώθησε να προ­τεί­νει ως κα­θή­κον του ερ­γα­τι­κού κι­νή­µα­τος το ζή­τη­µα του αφο­πλι­σµού, µε στόχο να απο­δυ­να­µω­θεί ο µι­λι­τα­ρι­σµός και οι ένο­πλες δυ­νά­µεις, που θα αντι­κα­θί­στα­ντο από µορ­φές λαϊ­κής πο­λι­το­φυ­λα­κής. Σε αυτό το ζή­τη­µα ο Έν­γκελς δεν είχε αυ­τα­πά­τες: ο πό­λε­µος θα απλω­νό­ταν σε όλη την Ευ­ρώ­πη, αλλά και στο εσω­τε­ρι­κό των κρα­τών, επι­φέ­ρο­ντας άγρια κα­τα­στο­λή ενά­ντια στην ερ­γα­τι­κή τάξη.Δυ­στυ­χώς, αυτά τα λόγια του Έν­γκελς δεν ταί­ρια­ζαν στη στρα­τη­γι­κή «στα­δια­κής συσ­σώ­ρευ­σης δυ­νά­µε­ων» που ακο­λου­θού­σε η σο­σιαλ­δη­µο­κρα­τία πριν το 1914. Ενώ οι απο­φά­σεις της κα­τα­δί­κα­ζαν τον πό­λε­µο και κα­λού­σαν ακόµα και σε προ­ε­τοι­µα­σί­ες για ένα τέ­τοιο εν­δε­χό­µε­νο ώστε να απα­ντη­θεί µε τη γε­νι­κή απερ­γία, η Δεύ­τε­ρη Διε­θνής, µε την εξαί­ρε­ση της ρι­ζο­σπα­στι­κής της πτέ­ρυ­γας, ανέ­χθη­κε την εξω­τε­ρί­κευ­ση του πο­λέ­µου µέσω της αποι­κιο­ποί­η­σης της Αφρι­κής και της Ασίας, ενώ η δια­τή­ρη­ση της τα­ξι­κής της ανε­ξαρ­τη­σί­ας µε­τα­φρα­ζό­ταν σε έναν συ­ντη­ρη­τι­σµό που δεν αντι­πά­λευε κα­θη­µε­ρι­νά την µι­λι­τα­ρι­στι­κή κούρ­σα στην οποία είχαν µπει τα ευ­ρω­παϊ­κά κράτη. Η σο­σιαλ­δη­µο­κρα­τία ανα­γνώ­ρι­ζε ότι ο πό­λε­µος είναι ανα­πό­φευ­κτος στον κα­πι­τα­λι­σµό, αλλά προ­ε­τοι­µα­ζό­ταν µόνο τυ­πι­κά για την έλευ­ση εκεί­νης της µέρας. Οι προει­δο­ποι­ή­σεις της Ρόζας Λού­ξε­µπουργκ ενά­ντια στον «πα­θη­τι­κό ρι­ζο­σπα­στι­σµό» που κρυ­βό­ταν στις απο­φά­σεις της Δεύ­τε­ρης Διε­θνούς απο­δεί­χθη­καν ακρι­βείς. Όχι µόνο γιατί αυτές οι απο­φά­σεις δεν µε­τα­τρά­πη­καν σε δράση όταν οι κυ­βερ­νή­σεις ανα­κοί­νω­σαν το ξέ­σπα­σµα του Με­γά­λου Πο­λέ­µου, αλλά και γιατί οι ίδιες δια­κα­τέ­χο­νταν, ακόµα κι αν δεν το πα­ρα­δέ­χο­νταν επί­ση­µα, από το «πνεύ­µα του 1914».

Ένας από τους λό­γους αυτής της άρ­νη­σης πα­ρα­δο­χής είχε εκ­φρα­στεί από τον Κά­ου­τσκι στο βι­βλίο του «Ο Δρό­µος προς την Εξου­σία», στο οποίο ισχυ­ρι­ζό­ταν ότι «ο ιµπε­ρια­λι­σµός είναι η µόνη προ­ο­πτι­κή που ο κα­πι­τα­λι­σµός µπο­ρεί ακόµα να προ­σφέ­ρει στους υπο­στη­ρι­κτές του». Ο πα­λιός Πάπας του Μαρ­ξι­σµού πί­στευε ότι αυτή η προ­ο­πτι­κή επη­ρέ­α­ζε µόνο τις µε­σαί­ες τά­ξεις, αλλά η αλή­θεια είναι ότι αυτό το πνεύ­µα µη-ενερ­γής αντί­στα­σης σε µια κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη που βα­σι­ζό­ταν στο µι­λι­τα­ρι­σµό, είχε επί­σης δια­πε­ρά­σει πλα­τιά στρώ­µα­τα του σο­σια­λι­στι­κού κι­νή­µα­τος. Ο µι­λι­τα­ρι­σµός συ­νο­δευό­ταν από τη λε­η­λα­σία εκτός ευ­ρω­παϊ­κών συ­νό­ρων, από την εκ­βιο­µη­χά­νι­ση, από ορι­σµέ­να υλικά οφέλη για ένα διε­φθα­ρµέ­νο στρώ­µα του ερ­γα­τι­κού κι­νή­µα­τος και από την αί­σθη­ση ενός κιν­δύ­νου που είναι µα­κρι­νός και που φαι­νό­ταν να αντι­µε­τω­πί­ζε­ται µε αντι­πο­λε­µι­κά ψη­φί­σµα­τα.

Με το ξέ­σπα­σµα του Με­γά­λου Πο­λέ­µου, οι πα­λιές προ­βλέ­ψεις του Έν­γκελς επα­λη­θεύ­τη­καν. Χρό­νια µετά τη µε­γά­λη σφαγή που ξε­κί­νη­σε το 1914, όταν αυτό που αρ­γό­τε­ρα ονο­µά­στη­κε Δεύ­τε­ρος Πα­γκό­σµιος Πό­λε­µος φαι­νό­ταν ακόµα απί­θα­νο, ένας διαυ­γής Πε­ρου­βια­νός σο­σια­λι­στής µε το όνοµα Χοσέ Κάρ­λος Μα­ρια­τέ­γκι προει­δο­ποί­η­σε:

«Τί­πο­τε δεν είναι πιο µε­τα­δο­τι­κό από την τάση να απο­φεύ­γε­ται µια σο­βα­ρή και αντι­κει­µε­νι­κή εκτί­µη­ση των πο­λε­µι­κών κιν­δύ­νων. Η εµπει­ρία του 1914 φαί­νε­ται να υπήρ­ξε, από αυτήν την άποψη, εντε­λώς άχρη­στη: Πολ­λοί άν­θρω­ποι φα­ντά­ζο­νται ότι, επει­δή είναι πολύ κα­τα­στρο­φι­κός και φρι­κτός και κα­τα­δι­κά­ζε­ται από µια ηθική συ­νεί­δη­ση σε κί­νη­ση (…), ο πό­λε­µος δεν µπο­ρεί πλέον να εξα­πο­λυ­θεί στον κόσµο.

Αλλά µια εξέ­τα­ση των οι­κο­νο­µι­κών πτυ­χών της πα­γκό­σµιας πο­λι­τι­κής κα­τα­δι­κά­ζει ανα­πό­φευ­κτα αυτήν την πα­θη­τι­κή εξάρ­τη­ση από αφη­ρη­µέ­νες ή φα­ντα­στι­κές ηθι­κές δυ­νά­µεις. Ο αγώ­νας ανά­µε­σα στους αντί­πα­λους ιµπε­ρια­λι­σµούς κρατά ζω­ντα­νή την απει­λή του πο­λέ­µου στον πλα­νή­τη».

Δε­κα­ε­τί­ες αρ­γό­τε­ρα, ο Βέλ­γος Μαρ­ξι­στής οι­κο­νο­µο­λό­γος Ερ­νέστ Μα­ντέλ, βα­σι­ζό­µε­νος στο έργο της Ρόζας Λού­ξε­µπουργκ, πρό­τει­νε να προ­στε­θεί και η πα­ρα­γω­γή «µέσων κα­τα­στρο­φής» στο σχήµα του Μαρξ για την κα­πι­τα­λι­στι­κή ανα­πα­ρα­γω­γή, που βα­σί­ζε­ται στην αλ­λη­λε­πί­δρα­ση µε­τα­ξύ των µέσων πα­ρα­γω­γής και των κα­τα­να­λω­τι­κών αγα­θών. Με αυτόν τον τρόπο ο Μα­ντέλ εν­σω­µά­τω­σε τη λο­γι­κή των εξο­πλι­σµών στη λο­γι­κή του κα­πι­τα­λι­σµού, αρ­νού­µε­νος έτσι τον τυ­χαίο χα­ρα­κτή­ρα της, σαν να εξαρ­τιέ­ται απο­κλει­στι­κά από τις κακές προ­θέ­σεις της πο­λι­τι­κής τάξης.

Υπό τη διαρ­κή πίεση της πτω­τι­κής τάσης του πο­σο­στού κέρ­δους, το κε­φά­λαιο ανα­ζή­τη­σε µια αντι­στα­θµι­στι­κή θέση ανα­πα­ρα­γω­γής στην πα­ρα­γω­γή µέσων κα­τα­στρο­φής, ορ­γα­νώ­νο­ντας αυτήν τη δυ­να­µι­κή ως «κρα­τι­κή πο­λι­τι­κή». Η Ρόζα Λού­ξε­µπουργκ µας υπεν­θύ­µι­ζε τον πο­λι­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα του µι­λι­τα­ρι­σµού:

«Τε­λι­κά, ο µο­χλός αυτής της αυ­τό­µα­της και ρυ­θµι­κής κί­νη­σης της πα­ρα­γω­γής για τις ανά­γκες του µι­λι­τα­ρι­σµού βρί­σκε­ται στα χέρια του ίδιου του κε­φα­λαί­ου, χάρη στους µη­χα­νι­σµούς της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής νο­µο­θε­σί­ας και του Τύπου, των οποί­ων η δου­λειά είναι να δη­µιουρ­γούν τη λε­γό­µε­νη κοινή γνώµη. Γι’ αυτό και το συ­γκε­κρι­µέ­νο πεδίο συσ­σώ­ρευ­σης κε­φα­λαί­ου φαί­νε­ται εκ πρώ­της όψεως να έχει µια απε­ριό­ρι­στη δυ­να­τό­τη­τα επέ­κτα­σης. Ενώ κάθε άλλη επέ­κτα­ση των αγο­ρών και των λει­τουρ­γι­κών βά­σε­ων του κε­φα­λαί­ου εξαρ­τά­ται σε µε­γά­λο βαθµό από ιστο­ρι­κούς, κοι­νω­νι­κούς και πο­λι­τι­κούς πα­ρά­γο­ντες ανε­ξάρ­τη­τους από την επιρ­ροή του κε­φα­λαί­ου, η πα­ρα­γω­γή για τον µι­λι­τα­ρι­σµό απο­τε­λεί ένα πεδίο του οποί­ου η δια­δο­χι­κή επέ­κτα­ση φαί­νε­ται να συν­δέ­ε­ται µε την ίδια την πα­ρα­γω­γή κε­φα­λαί­ου».

Ωστό­σο, αυτή η κί­νη­ση δεν κα­τα­φέρ­νει ποτέ να ξε­πε­ρά­σει τις εγ­γε­νείς αντι­φά­σεις του κα­πι­τα­λι­σµού, µάλ­λον τεί­νει να τις επι­τα­χύ­νει. Ο Μα­ντέλ µας υπεν­θύ­µι­ζε ότι µόνο µέσω της βί­αι­ης κα­τα­στρο­φής των µέσων πα­ρα­γω­γής µπο­ρεί το κε­φά­λαιο να ανα­κτή­σει τα πο­σο­στά κέρ­δους του: Μια ανυ­πέρ­βλη­τη αντί­φα­ση ενός συ­στή­µα­τος που ερ­γά­ζε­ται για τον πό­λε­µο επει­δή τον φέρει στους κόλ­πους του.

Η επι­και­ρό­τη­τα του πο­λέ­µου (και της πάλης ενα­ντί­ον του)

Επι­χει­ρή­σα­µε, µε εξαι­ρε­τι­κά συ­νο­πτι­κό τρόπο, να σκια­γρα­φή­σου­µε κά­ποιες ιδέες που µπο­ρούν να χρη­σι­µο­ποι­η­θούν για πα­ραλ­λη­λι­σµούς µε την δική µας εποχή.

Όπως προ­α­νήγ­γει­λε ο Έν­γκελς, η ανά­πτυ­ξη του κα­πι­τα­λι­σµού συ­νε­πά­γε­ται µια αυ­ξα­νό­µε­νη κα­τα­στρο­φι­κή δύ­να­µη. Το τρα­γι­κό γε­γο­νός της ανά­πτυ­ξης της ατο­µι­κής βό­µβας ση­µά­δε­ψε µια ολό­κλη­ρη µε­τα­πο­λε­µι­κή γενιά αγω­νιστ(ρι)ών. Αυτή η κα­τα­στρο­φι­κή δυ­να­τό­τη­τα µόνο αυ­ξά­νε­ται έκτο­τε, αλλά έχει θα­φτεί στη δη­µό­σια συ­ζή­τη­ση. Όπως κα­τήγ­γει­λε ο Μα­ρια­τέ­γκι, η ανά­µνη­ση των κα­τα­στρο­φών του πο­λέ­µου είναι βρα­χύ­βια: Ο κα­πι­τα­λι­σµός πάντα υπό­σχε­ται ότι έχει πάρει το µά­θη­µά του.

Σή­µε­ρα, ένας νέος πα­γκό­σµιος πό­λε­µος µοιά­ζει αδια­νό­η­τος στο εσω­τε­ρι­κό των αποι­κιο­κρα­τι­κών δη­µο­κρα­τιών που έχουν συ­νη­θί­σει στην εξω­τε­ρί­κευ­ση του πο­λέ­µου, δη­λα­δή έχουν εµµο­νή µε το να κρα­τούν τις πο­λε­µι­κές συ­γκρού­σεις όσο πιο µα­κριά γί­νε­ται από την διαρ­κώς µειού­µε­νη ευ­η­µε­ρία τους, µε­τα­θέ­το­ντας το κό­στος τους σε άλ­λους λαούς και χώρες.

Όπως µας υπεν­θύ­µι­ζαν ο Ερ­νέστ Μα­ντέλ και η Ρόζα Λού­ξε­µπουργκ, η βιο­µη­χα­νία των όπλων είναι ένα δο­µι­κό µέρος της δυ­να­µι­κής της κα­πι­τα­λι­στι­κής συσ­σώ­ρευ­σης και συ­νε­πώς δια­περ­νά ολό­κλη­ρο το πο­λι­τι­κό-ιδε­ο­λο­γι­κό σύ­στη­µα του κε­φα­λαί­ου. Σή­µε­ρα, η «πρά­σι­νη εκα­νεκ­βιο­µη­χά­νι­ση» έχει µε­ταλ­λα­χθεί -χω­ρίς καµιά αντίρ­ρη­ση από τα κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά και δεξιά κό­µµα­τα που κυ­βερ­νούν στην Ευ­ρώ­πη- σε µια εκ­στρα­τεία επα­να­στρα­τιω­τι­κο­ποί­η­σης και ενί­σχυ­σης του ΝΑΤΟ.

Οι υστε­ρι­κές ανα­κοι­νώ­σεις των αρ­χου­σών τά­ξε­ων της Ευ­ρώ­πης είναι η αντα­νά­κλα­ση µιας ιστο­ρι­κής επο­χής την οποία ο κα­πι­τα­λι­σµός, όπως πάντα, υπο­σχό­ταν ότι έχει αφή­σει πίσω του. Η Ούρ­σου­λα φον ντερ Λάιεν, πρό­ε­δρος της Κο­µι­σιόν, δια­κή­ρυ­ξε ανοι­χτά ότι «η Ευ­ρώ­πη πρέ­πει να προ­ε­τοι­µα­στεί για πό­λε­µο». Ήταν ένα διευ­κρι­νι­στι­κό συ­µπλή­ρω­µα στις δη­λώ­σεις του Μα­κρόν που απει­λού­σε να στεί­λει στρα­τιώ­τες στην Ου­κρα­νία για να υπε­ρα­σπι­στεί τον «ευ­ρω­παϊ­κό κήπο», όπως τον είχε χα­ρα­κτη­ρί­σει ο Ζοζέπ Μπο­ρέλ [στµ: ο υπεύ­θυ­νος Εξω­τε­ρι­κής Πο­λι­τι­κής και Ασφά­λειας της ΕΕ, σε δη­λώ­σεις που τον αντι­πα­ρέ­βα­λε µε τη «ζού­γκλα» γύρω του].

Η εν­δοϊ­µπε­ρια­λι­στι­κή σύ­γκρου­ση στην Ου­κρα­νία λει­τούρ­γη­σε ως κα­τα­λύ­της για όλες τις λαν­θά­νου­σες τά­σεις του συ­στή­µα­τος, τά­σεις που δεν πρό­κει­ται να εξα­φα­νι­στούν βρα­χυ­πρό­θε­σµα. Αυτές θα πα­ρο­ξυν­θούν ό,τι κι αν συ­µβεί, ανε­ξάρ­τη­τα από την έκ­βα­ση αυτού του δια­βό­η­του πο­λέ­µου. Ο θά­να­τος Ου­κρα­νών και Ρώσων ερ­γα­τών στο όνοµα της ελευ­θε­ρί­ας και του εθνο­τι­κού εθνι­κι­σµού είναι µια άλλη, τρα­γι­κή, όψη της δια­δι­κα­σί­ας απο­δη­µο­κρα­τι­κο­ποί­η­σης των ευ­ρω­παϊ­κών κοι­νω­νιών και του εφη­συ­χα­σµέ­νου κυ­νι­σµού που δεί­χνει το πο­λι­τι­κό κα­τε­στη­µέ­νο µπρο­στά στη βίαιη γε­νο­κτο­νία που πα­ρα­κο­λου­θού­µε να συ­µβαί­νει ζω­ντα­νά στην Πα­λαι­στί­νη.

Η ύπαρ­ξη αυτών των δυ­να­µι­κών πο­λέ­µου δεν πρέ­πει να µας οδη­γή­σει στην αδρά­νεια. Το γε­γο­νός ότι οι πό­λε­µοι είναι ανα­πό­φευ­κτοι στον κα­πι­τα­λι­σµό δεν θα πρέ­πει να απο­τε­λεί δι­καιο­λο­γία για την απο­δο­χή τους: Μάλ­λον το θέµα είναι να συν­δέ­σου­µε το ζή­τη­µα των πο­λέ­µων και της κλι­µα­τι­κής κα­τα­στρο­φής µε την ύπαρ­ξη του κα­πι­τα­λι­σµού. Με αυτήν την έν­νοια, µπο­ρεί να είναι χρή­σι­µο να προ­σεγ­γί­σου­µε αυτήν την τα­ρα­χώ­δη και δρα­µα­τι­κή ιστο­ρι­κή πε­ρί­ο­δο µε βάση τρεις θε­µε­λιώ­δεις ιδέες.

Πρώτα απ’ όλα, πρέ­πει να υιο­θε­τή­σου­µε µια ασυ­µβί­βα­στη στάση ενά­ντια στα ιµπε­ρια­λι­στι­κά και νέ­ο­α­ποι­κια­κά συ­µφέ­ρο­ντα µέσα στις χώρες µας, η οποία µε­τα­φρά­ζε­ται σε µια άρ­νη­ση να συ­µβι­βα­στού­µε -µε οποιον­δή­πο­τε τρό­πο- µε τη δια­δι­κα­σία επα­να­στρα­τιω­τι­κο­ποί­η­σης των χωρών µας. Εφό­σον, όπως εξη­γού­σε η Ρόζα Λού­ξε­µπουργκ, ο µι­λι­τα­ρι­σµός απαι­τεί την ορθή λει­τουρ­γία των ιδε­ο­λο­γι­κών µη­χα­νι­σµών του κε­φα­λαί­ου (κοι­νο­βού­λια και Τύπος), η µόνη λύση είναι να ανα­λά­βει η Αρι­στε­ρά το κα­θή­κον να µπλο­κά­ρει συ­στη­µα­τι­κά αυτή τη δια­δι­κα­σία.

Χρεια­ζό­µα­στε µια Αρι­στε­ρά που δεν θα ψη­φί­ζει προ­ϋ­πο­λο­γι­σµούς που πε­ρι­λα­µβά­νουν αυ­ξη­µέ­νες στρα­τιω­τι­κές δα­πά­νες, σχέ­δια εκ­βιο­µη­χά­νι­σης που συν­δέ­ο­νται µε τον πό­λε­µο κλπ, και που θα πα­λεύ­ει να εκτρέ­ψει αυτές τις επεν­δύ­σεις προς την κά­λυ­ψη των ανα­γκών της ερ­γα­τι­κής τάξης. Αυτό δεν µπο­ρεί να γίνει απλά µέσα από τα κοι­νο­βού­λια: Απαι­τεί την συ­νει­δη­τή αυ­τε­νέρ­γεια του ερ­γα­τι­κού κι­νή­µα­τος. Δυ­στυ­χώς, η προ­ο­δευ­τι­κή Αρι­στε­ρά στην Ευ­ρώ­πη, από τους Γε­ρµα­νούς Πρά­σι­νους µέχρι τα κό­µµα­τα της Αρι­στε­ράς στην Ισπα­νία (Πο­δέ­µος, Σου­µάρ, Μπιλ­ντού και ERC), έχουν ψη­φί­σει συ­στη­µα­τι­κά υπέρ προ­ϋ­πο­λο­γι­σµών που υπο­τί­θε­ται ήταν κοι­νω­νι­κοί, αλλά που υιο­θε­τού­σαν τη δυ­να­µι­κή του κα­πι­τα­λι­στι­κού µι­λι­τα­ρι­σµού. Χρειά­ζε­ται µια άλλη Αρι­στε­ρά για να αντι­µε­τω­πι­στεί το ζή­τη­µα του µι­λι­τα­ρι­σµού.

Δεύ­τε­ρον, σε έναν σκλη­ρό και τα­ρα­χώ­δη κόσµο, είναι ανά­γκη να βλέ­που­µε τον δια­φο­ρε­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα των συ­γκρού­σε­ων και να εντο­πί­ζου­µε την ηγε­µο­νι­κή τους µήτρα. Ενώ όλες οι στρα­τιω­τι­κές συ­γκρού­σεις είναι τε­λι­κά κο­µµά­τι µιας κα­πι­τα­λι­στι­κής δυ­να­µι­κής, δεν έχουν όλες τον ίδιο χα­ρα­κτή­ρα. Η Σού­ζαν Γουότ­κινς όρισε τον ου­κρα­νι­κό πό­λε­µο ως «πέντε συ­γκρού­σεις σε µία», προ­σπα­θώ­ντας να ανα­δεί­ξει την ύπαρ­ξη αρ­κε­τών πα­ρα­γό­ντων που προ­κά­λε­σαν αυτόν τον πό­λε­µο.

Η ανα­γνώ­ρι­ση ότι ο Πού­τιν είναι ένας εγκλη­µα­τί­ας και η κα­τα­δί­κη της ει­σβο­λής στην Ου­κρα­νία, ή η έµφα­ση στον αντι­δρα­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα του ου­κρα­νι­κού πο­λι­τι­κού κα­θε­στώ­τος, δεν πρέ­πει να οδη­γεί σε άρ­νη­ση του πρα­γµα­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα µιας σύ­γκρου­σης που ση­µα­δεύ­ε­ται και επι­κα­θο­ρί­ζε­ται από πα­γκό­σµιες εν­δοϊ­µπε­ρια­λι­στι­κές δυ­να­µι­κές.

Αν και απο­τε­λεί διέ­ξο­δο σε επί­πε­δο τα­κτι­κής η υπο­στή­ρι­ξη µιας ει­ρη­νευ­τι­κής συ­µφω­νί­ας που θα τε­ρµα­τί­σει τον πό­λε­µο το συ­ντο­µό­τε­ρο δυ­να­τό, δεν πρέ­πει να τρέ­φου­µε αυ­τα­πά­τες: αυτό θα ση­µαί­νει µια «Κα­σµι­ρο­ποί­η­ση» της σύ­γκρου­σης [Στµ: ανα­φο­ρά στη δια­µά­χη για τον έλεγ­χο του Κα­σµίρ από το 1947 ως σή­µε­ρα, µε­τα­ξύ ντό­πιων Κα­σµί­ρι δυ­νά­µε­ων, της Ιν­δί­ας, του Πα­κι­στάν και της Κίνας]. Μόνο η παλιά µέ­θο­δος του Λένιν, της διε­θνι­στι­κής αδελ­φο­ποί­η­σης από τα κάτω, θα µπο­ρού­σε να επι­λύ­σει ένα τέ­τοιο είδος σύ­γκρου­σης, εξα­λεί­φο­ντας το εθνο­τι­κό-εθνι­κι­στι­κό δη­λη­τή­ριο στο οποίο στη­ρί­ζο­νται οι άρ­χου­σες τά­ξεις που τρο­φο­δο­τούν τη σύ­γκρου­ση. Με µια άλλη έν­νοια, ο άγριος αποι­κια­κός και γε­νο­κτο­νι­κός Σιω­νι­στι­κός πό­λε­µος που στη­ρί­ζε­ται από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, πρέ­πει να πο­λε­µη­θεί µέσα στις αποι­κιο­κρα­τι­κές δη­µο­κρα­τί­ες και ενά­ντια σε αυτές, απαι­τώ­ντας τον τε­ρµα­τι­σµό του εµπο­ρί­ου όπλων και την απο­µό­νω­ση του Κρά­τους του Ισ­ρα­ήλ, χωρίς όµως ποτέ να αµφι­σβη­τεί­ται το δι­καί­ω­µα του Πα­λαι­στι­νια­κού λαού στην ένο­πλη άµυνα. Στην πρα­γµα­τι­κό­τη­τα, είναι ο κα­πι­τα­λι­στι­κός χα­ρα­κτή­ρας των κυ­βερ­νή­σε­ων µας αυτός που µας υπο­χρε­ώ­νει να χρη­σι­µο­ποιού­µε αυτό το σύν­θη­µα: µια προ­ο­δευ­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση θα όφει­λε να στέλ­νει όπλα στην Πα­λαι­στι­νια­κή αντί­στα­ση.

Τέλος, είναι επεί­γον να αρ­χί­σου­µε να συ­σπει­ρώ­νου­µε αγω­νι­στι­κά στρώ­µα­τα γύρω από ένα κοινό πρό­γρα­µµα υπέρ του αφο­πλι­σµού και κατά του πο­λέ­µου, υιο­θε­τώ­ντας της πα­ρα­δό­σεις του πα­σι­φι­στι­κού κι­νή­µα­τος (που τό­νι­ζε ότι, στην πυ­ρη­νι­κή εποχή, ένας νέος πα­γκό­σµιος πό­λε­µος θα είναι ο τε­λευ­ταί­ος, αφού θα σή­µαι­νε την κα­τα­στρο­φή της αν­θρω­πό­τη­τας), και αυτές του ερ­γα­τι­κού κι­νή­µα­τος, συν­δέ­ο­ντας έτσι τον αγώνα ενά­ντια στη στρα­τιω­τι­κο­ποί­η­ση µε τον οι­κο­σο­σια­λι­στι­κό µε­τα­σχη­µα­τι­σµό της κοι­νω­νί­ας.

Είναι προ­φα­νές ότι δεν έχου­µε ακόµα τη δύ­να­µη για να αντι­µε­τω­πί­σου­µε το µέ­γε­θος της πρό­κλη­σης, αλλά αυτή η επί­γνω­ση δεν πρέ­πει να µας οδη­γή­σει στην απελ­πι­σία. Θα πρέ­πει να λει­τουρ­γή­σει ως κί­νη­τρο για να αρ­χί­σου­µε να χτί­ζου­µε, από πόλη σε πόλη, αλλά µε ευ­ρω­παϊ­κό χα­ρα­κτή­ρα, ένα ισχυ­ρό κί­νη­µα ενά­ντια στην αδυ­σώ­πη­τη διο­λί­σθη­ση του κα­πι­τα­λι­σµού και των αρ­χου­σών τά­ξε­ων. Αυτό ση­µαί­νει επί­σης να συν­δέ­σου­µε την έξαρ­ση του µι­λι­τα­ρι­σµού µε την οι­κο­λο­γι­κή κα­τα­στρο­φή του πλα­νή­τη και τη σπα­τά­λη των στρα­τιω­τι­κών επεν­δύ­σε­ων από τη σκο­πιά της κοι­νω­νί­ας, αλλά και να απο­φύ­γου­µε να πέ­σου­µε στην πα­γί­δα νο­µι­µο­ποί­η­σης µιας λο­γι­κής «και κα­νό­νια και βού­τυ­ρο».

Η στρα­τιω­τι­κή επα­νεκ­βιο­µη­χά­νι­ση που είναι σε εξέ­λι­ξη επι­διώ­κει να στα­θε­ρο­ποι­ή­σει τη σχε­τι­κή θέση του πυ­ρή­να των µε­σο­στρω­µά­των των ευ­ρω­παϊ­κών κοι­νω­νιών, πα­ρέ­χο­ντας κά­ποια ψί­χου­λα -µε τη µορφή θέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας και το­πι­κών επεν­δύ­σε­ων- στην ερ­γα­τι­κή τάξη.

Μια µε­ρι­κή και φθί­νου­σα ευ­η­µε­ρία, στη­ρι­γµέ­νη στον ιµπε­ρια­λι­σµό σε µε­γά­λο µέρος του πλα­νή­τη και στο κλεί­σι­µο των συ­νό­ρων, ενώ µας ετοι­µά­ζει για πό­λε­µο και οι­κο­λο­γι­κή κα­τα­στρο­φή: Αυτή είναι η πρό­τα­ση που κάνει ο κα­πι­τα­λι­σµός στις ευ­ρω­παϊ­κές ερ­γα­τι­κές τά­ξεις στην εποχή µας.

Ίσως, παρά τα αδια­µφι­σβή­τη­τα µη­νύ­µα­τα που µας στέλ­νει η άρ­χου­σα τάξη, να µην έχου­µε ακόµα συ­νει­δη­το­ποι­ή­σει το µέ­γε­θος της κα­τα­στρο­φής. Το «πνεύ­µα του 1914» πα­ρα­µέ­νει ζω­ντα­νό και προς τις δύο κα­τευ­θύν­σεις. Τα πε­ρισ­σό­τε­ρα κό­µµα­τα, από τα αρι­στε­ρά ως τα δεξιά, είτε είναι προ­ση­λω­µέ­να στη λο­γι­κή που οδη­γεί σε πό­λε­µο είτε δεν το­λµούν να έρ­θουν σε ρήξη µε αυτήν τη λο­γι­κή, που παίρ­νει τη µορφή µι­λι­τα­ρι­στι­κής προ­πα­γάν­δας, προ­ϋ­πο­λο­γι­σµών και επεν­δύ­σε­ων. Και το µε­γα­λύ­τε­ρο µέρος της κοι­νω­νί­ας πι­στεύ­ει ότι ένας νέος µε­γά­λος πό­λε­µος είναι αδύ­να­τος. Είναι ακόµα αδια­νό­η­τος.

Η µάχη ενά­ντια σε αυτές τις δύο µορ­φές του «πνεύ­µα­τος του 1914» και το σπά­σι­µό τους είναι η µε­γά­λη πρό­κλη­ση που αντι­µε­τω­πί­ζουν οι οι­κο­σο­σια­λι­στές στην εποχή µας.

 

* Ο Μπράις Φερ­νά­ντεζ είναι στέ­λε­χος των Anticapitalistas στο Ισπα­νι­κό Κρά­τος. Το άρθρο δη­µο­σιεύ­τη­κε στο Jacobin America Latina στα ισπα­νι­κά και στο Contretemps στα γαλ­λι­κά.

https://rproject.gr/article/i-eyropi-o-poleuos-kai-pneyua-toy-1914

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος

Σχόλια (0)

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.