Είναι ολοφάνερο, ακόμη και στους πλέον δύσπιστους, πως έχει επέλθει διάβρωση στη συνείδηση μιας πολύ μεγάλης μερίδας εργαζόμενων του τόπου μας, η οποία, φυσικά, έχει «καλλιεργηθεί» με μεθοδικότητα και σε βάθος δεκαετιών από ένα σαθρό σύστημα εξουσίας. Επακόλουθο αυτής της διάβρωσης αποτελεί η αδιαφορία ορισμένων εργαζομένων μπροστά στην απειλή κατάργησης θεμελιωδών δικαιωμάτων άλλων εργαζομένων, συνεπικουρώντας έτσι στην πιθανή μελλοντική κατάλυση και των δικών τους κεκτημένων. Ευανάγνωστη η αναφορά στους εργαζόμενους στο χώρο των ιδιωτικών τηλεοπτικών μέσων. Σε αυτό το σημείο αξίζει να παρατεθεί ο λόγος του ποιητή:
“Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής. Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους, ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος. Όταν ο Χίτλερ φυλάκιζε ομοφυλόφιλους δεν αντέδρασα γιατί δεν ήμουν ομοφυλόφιλος. Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στο φασισμό, δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός. Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου”. Bertolt Brecht
Το αίσθημα του φόβου, το οποίο προβάλλεται συχνά ως αιτιολογία, από μερίδα εργαζόμενων για την έλλειψη αντίδρασής τους σε αντί-εργατικές πολιτικές είναι καθ’ όλα υποκριτικό. Ο φόβος, ο οποίος προβάλλει, όταν απειλείται ο βιοπορισμός της οικογένειας , η ιατρική περίθαλψη, η ποιοτική εκπαίδευση των νεαρών μελών της οικογένειας, όπως έχει διδάξει η πρόσφατη ιστορία μας, μπορεί να αποτελέσει κινητήριο δύναμη για συλλογική ανυπακοή και για δυναμική αντίδραση και όχι για ακριβώς το αντίθετο. Το αίσθημα του φόβου που χρησιμοποιείται σαν δικαιολογία για να τεκμηριώσει την αποστασιοποίηση από τις κοινωνικές αντιδράσεις απέναντι σε αρνητικά ερεθίσματα είναι στην πραγματικότητα μια έκφανση του κομφορμισμού, που τελικά διευκολύνει την προπαγάνδα που υπηρετεί άλλα συμφέροντα.
Το δικαίωμα στην εργασία μαζί με το δικαίωμα στη δημόσια παιδεία και τη δωρεάν ιατρική περίθαλψη συν-αποτελούν τους τρεις βασικούς λόγους, για τους οποίους οι λαϊκές πλειοψηφίες των κοινωνικών συνόλων έχουν επιλέξει να δημιουργήσουν οργανωμένες κοινωνίες και να ζουν ως πολίτες μέσα σε αυτές. Ο σκοπός δόμησης τέτοιων κοινωνιών, αν θέλουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα τελεολογικά, δεν είναι άλλος από την διαρκή ανάπτυξη των τριών αυτών τομέων, των οποίων ο λόγος ύπαρξής τους τεκμηριώνεται από τη συνεχή βελτίωση όλων των πτυχών της ζωής των ανθρώπων που δομούν μία τέτοια πολιτεία.
Το δικαίωμα, όμως, ως «δίκαιο» δεν αποτελεί θέσφατο. Η ιστορική γνώση και η εμπειρία από τα καθημερινά βιώματα έχει αποδείξει, αν μη τι άλλο, πως, όσο πιο σημαντικό κρίνεται ένα πλαίσιο δικαιωμάτων για το συλλογικό ον που καλείται πολίτης, τόσο εντείνεται η προσπάθεια εκμετάλλευσης αυτών των δικαιωμάτων από αλλότρια συμφέροντα. Η συλλογικότητα, η οποία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας καλώς εννοούμενης ευνομούμενης κοινωνίας, αποτελεί και το μοναδικό «εργαλείο» αντιμετώπισης όλων όσοι αντιλαμβάνονται την ελευθερία ως αδυναμία και επιδιώκουν να την εκμεταλλευτούν.
Στην εποχή των εναλλασσομένων κρίσεων αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα οι στοχασμοί του Jacques Genereux που επισημαίνει: «…κανείς δεν έχει ακόμη ακούσει να μιλούν για εγκλήματα του φιλελευθερισμού. Καθώς δεν τον έχουν βιώσει, οι λαοί δεν ξέρουν ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι στα αλήθεια ένας νέος φιλελευθερισμός, αλλά μια επιχείρηση καταστροφής της κοινωνίας από αποφασισμένους ιδεολόγους που στην ουσία πιστεύουν ότι δεν υπάρχει κοινωνία».
artinews.gr