Συντάκτης:
Μανόλης Γ. Δρεττάκης*
Η συμφωνία της Μάλτας με τα σκληρά μέτρα νέας περικοπής των συντάξεων το 2019 και μείωσης του αφορολογήτου το 2020 (και ίσως από το 2019) θα καταφέρει νέο πλήγμα στα εκατομμύρια φορολογουμένων και ιδιαίτερα των συνταξιούχων και των μισθωτών που έχουν υποστεί μέχρι σήμερα τα πλήγματα των μέτρων των δύο Μνημονίων των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. και του τρίτου Μνημονίου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ.
Δυστυχώς τα πολυδιαφημιζόμενα αντίμετρα είναι εντελώς ανεπαρκή για να αντισταθμίσουν το νέο αυτό πλήγμα και η εφαρμογή τους είναι υπό την αίρεση της πραγματοποίησης των εξαιρετικά υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.
Πριν προχωρήσουμε, όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι συνεχείς διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού και των αρμόδιων υπουργών πως δεν πρόκειται να δεχτεί η κυβέρνηση νέα περικοπή των συντάξεων διαψεύστηκαν το 2016 με τη νέα περικοπή των επικουρικών συντάξεων, η οποία συνοδεύτηκε με τη νέα περικοπή του ΕΚΑΣ, και θα διαψευστούν το 2019 με τη συμφωνηθείσα στη Μάλτα νέα μεγάλη περικοπή των κύριων συντάξεων, για τις οποίες οι ίδιοι διαβεβαίωναν ότι δεν πρόκειται ποτέ να περικοπούν.
Εξαιτίας της καθίζησης της οικονομίας, της εκτίναξης στα ύψη της ανεργίας και του κλεισίματος εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, οι δραστικά μειωμένες συντάξεις –εξαιτίας των περικοπών που έχουν ήδη γίνει– εκτός από τη στήριξη των συνταξιούχων, στηρίζουν και τις οικογένειες των παιδιών τους, τα οποία είτε είναι άνεργα είτε εργάζονται με μισθούς πείνας, και φυσικά συμβάλλουν στο να συγκρατηθεί η μειωμένη κατανάλωση και να μη βαθύνει το ρήγμα στην οικονομία. Κατά συνέπεια η συμφωνηθείσα νέα περικοπή των κύριων συντάξεων από το 2019 θα αποδυναμώσει τους ρόλους αυτούς των συντάξεων με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Και σαν να μην έφτανε η περικοπή των συντάξεων, συμφωνήθηκε στη Μάλτα και η μεγάλη μείωση του αφορολογήτου το 2020, που θα πλήξει όλους τους φορολογουμένους και ιδιαίτερα εκείνους που μέχρι σήμερα δεν πλήρωναν ή πλήρωναν μικρό φόρο.
Η μείωση αυτή θα εφαρμοστεί από το 2019 αν δεν επιτευχθεί το προβλεπόμενο υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα το 2018. Και είναι υψηλό το πλεόνασμα αυτό διότι προϋποθέτει πολύ υψηλό ρυθμό ανάπτυξης που είναι αδύνατον να διαβεβαιώσει οποιοσδήποτε ότι θα πραγματοποιηθεί, ιδιαίτερα όταν ληφθούν υπόψη οι προβλεπόμενοι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της Ε.Ε. και ειδικότερα της ευρωζώνης, καθώς και οι αβεβαιότητες που χαρακτηρίζουν την παγκόσμια πολιτική και οικονομική σκηνή.
Η μείωση, όμως, του αφορολογήτου, είτε αυτή εφαρμοστεί από το 2020 είτε, ακόμη χειρότερα, νωρίτερα το 2019, θα καταφέρει επιπλέον πλήγμα στο καθαρό διαθέσιμο (μετά την αφαίρεση των φόρων) εισόδημα των συνταξιούχων εκείνων των οποίων οι συντάξεις θα υποστούν τη νέα περικοπή το 2019, με αποτέλεσμα οι συνέπειες της περικοπής των συντάξεων που προαναφέρθηκαν να επιδεινωθούν.
Στη συμφωνία της Μάλτας περιλαμβάνεται και μια σειρά αντιμέτρων. Η εφαρμογή, όμως, των αντιμέτρων αυτών τελεί υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν επιτευχθεί τα πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα που η συμφωνία επιβάλλει, πράγμα τουλάχιστον αμφίβολο. Κατά συνέπεια αν τα πλεονάσματα αυτά δεν επιτευχθούν, τα αντίμετρα δεν θα εφαρμοστούν και επομένως ο βαρύς πέλεκυς των μέτρων δεν πρόκειται να ελαφρυνθεί στο ελάχιστο.
Και αν όμως επιτευχθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα, η εφαρμογή των αντιμέτρων αυτών θα αφορά μερική (και όχι πλήρη) ανακούφιση φτωχών οικογενειών με παιδιά, στέγαση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, μικρή μείωση του ΕΝΦΙΑ και των φορολογικών συντελεστών. Είναι, όμως, προφανές ότι τα αντίμετρα αυτά δεν αφορούν την πλειονότητα εκείνων οι οποίοι θα υποστούν τις συνέπειες της περικοπής των κύριων συντάξεων και της μείωσης του αφορολογήτου και επιπλέον κάθε άλλο παρά αντισταθμίζουν πλήρως τις συνέπειες αυτές.
Παρά τα όσα προαναφέρθηκαν, ο πρωθυπουργός, μιλώντας στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, είπε ότι η συμφωνία της Μάλτας είναι «υποστηρίξιμη». Πώς, όμως, είναι δυνατόν να είναι υποστηρίξιμη η συμφωνία αυτή όταν οι συνέπειές της θα είναι αυτές που προαναφέρθηκαν και όταν, σε ό,τι αφορά τις κύριες συντάξεις, αναιρεί τις ρητές και κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις περί μη περικοπής τους που είχε ο διατυμπανίσει ο ίδιος και οι αρμόδιοι υπουργοί;
Δυστυχώς για ακόμη μια φορά η σημερινή κυβέρνηση διαψεύδει τον εαυτό της και συνεχίζει την πολιτική που επέβαλαν οι δανειστές σ’ αυτήν, όπως έπραξαν και οι προηγούμενες. Και αντί να διδαχτεί τόσο από το δικό της σύντομο παρελθόν όσο και από εκείνο των προκατόχων της, παραβιάζει και αυτή τη φορά τις «κόκκινες γραμμές» τις οποίες η ίδια διαβεβαίωνε ότι δεν θα παραβιάσει, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται συνεχώς η δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα και οι κάτοικοί της εξαιτίας των πράξεων τόσο εκείνων όσο και της ίδιας.
* πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ








