Η αλήθεια είναι πως η Ιστορία, είτε ως τραγωδία είτε ως φάρσα, κάποιες φορές επαναλαμβάνεται. Η επίθεση στον Γιάνη Βαρουφάκη είχε ξαναγίνει πριν από περίπου 8 χρόνια στο ίδιο εστιατόριο των Εξαρχείων. Οι συνέπειές της αυτή τη φορά ήταν πολύ χειρότερες – κατέληξε σε σοβαρό τραυματισμό του, ενώ την πρώτη φορά είχε παραμείνει σε λεκτικό επίπεδο. Υπάρχει όμως και ακόμη μία διαφορά.
Ο Βαρουφάκης τότε ήταν υπουργός μιας κυβέρνησης που δεν είχε εφαρμόσει ακόμη Μνημόνιο, αλλά πάντως προφανώς δεν ήταν της αρεσκείας των δραστών της επίθεσης. Αυτή τη φορά ήταν αρχηγός κόμματος της -ελάσσονος κιόλας- αντιπολίτευσης. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι δράστες: «…επικαλέστηκαν άτσαλα το ψέμα ότι ψήφισα Μνημόνιο».
Κύρκος Δοξιάδης
Το όντως «άτσαλο» ψέμα προβληματίζει. Και ενισχύει την υποψία πολλών ότι επρόκειτο για προβοκατόρικη ενέργεια. Δεν έχουν προχωρήσει ακόμη αρκετά οι έρευνες των αστυνομικών και εισαγγελικών αρχών, ας μην είμαστε όμως και τόσο αισιόδοξοι για την έκβασή τους. Οφείλουμε πάντως να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις για την προβοκάτσια – γενικά, αλλά και σε τούτη την περίπτωση ειδικότερα.
Τις περισσότερες ίσως φορές οι προβοκάτορες δεν έχουν επίγνωση ότι είναι προβοκάτορες. Οι πράξεις τους έχουν επιπτώσεις που προσδιορίζονται όχι από τις προθέσεις των ίδιων, αλλά από τη γενικότερη ιστορική και πολιτική συγκυρία στην οποία λαμβάνουν χώρα. Το πώς προκλήθηκαν και από πού αρχικά σχεδιάστηκαν οι προβοκατόρικες ενέργειες σπανίως έως ποτέ δεν αποκαλύπτεται ούτως ή άλλως.
Και τούτο για τον «απλούστατο» λόγο ότι είναι σχεδόν εξ ορισμού αδύνατο να εισχωρήσουν οι θεσμοί της Δικαιοσύνης αληθινά αποτελεσματικά στον κυκεώνα των υπόγειων διασυνδέσεων και διαπλοκών που έτσι κι αλλιώς υφίστανται -σε όλες τις χώρες του κόσμου- μεταξύ κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών αφενός και υπόκοσμου ή/και περιθωριακών εξτρεμιστικών ομάδων αφετέρου. Ας δούμε λοιπόν ποια είναι η συγκυρία στο πλαίσιο της οποίας η συγκεκριμένη ενέργεια λειτουργεί ως προβοκάτσια.
Κατ’ αρχάς μάλλον για πρώτη φορά μετά το πρώτο Μνημόνιο παρατηρούμε τέτοια αναταραχή στην ελληνική κοινωνικο-πολιτική ζωή. Οι πολίτες -ιδίως οι νέοι, αλλά όχι μόνο- κατεβαίνουν μαζικά και συστηματικά στους δρόμους σε όλη την Ελλάδα εκδηλώνοντας την οργή τους και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πρωτοφανή για τα πρόσφατα δεδομένα πτώση του κυβερνώντος κόμματος. Σε σύγκριση με την οικονομική κρίση και τα μέτρα αντιμετώπισής της, που σταθερά επιβαρύνουν κυρίως τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις, το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη αποκάλυψε στα μάτια του κόσμου κάτι ακόμα χειρότερο.
Οτι το καθεστώς που τον κυβερνά και τον διαφεντεύει είναι παντελώς ανίκανο για το απολύτως στοιχειώδες: να προστατεύσει τη ζωή του από το πιο παράλογο δυστύχημα που μπορεί να συμβεί – δύο τρένα που κινούνται αντίθετα στην ίδια τροχιά. Εχει αποτυπωθεί στη συλλογική συνείδηση η εικόνα ενός κράτους που παίζει με τις ζωές των πολιτών του όπως ένα παιδάκι στο σπίτι του με τα ηλεκτρικά τρενάκια του.
Υπό αυτή την έννοια η αντίδραση του κόσμου είναι αυθόρμητη, μη καθοδηγούμενη, ανεξάρτητη από κομματικές διασυνδέσεις ή προτιμήσεις και, σε ένα πρώτο επίπεδο προσέγγισης τουλάχιστον, αποκομμένη από ιδεολογικές τοποθετήσεις. Το να μη στέλνεις ανθρώπους σε βέβαιο θάνατο δεν εξαρτάται από διαφορετικές κοσμοθεωρίες ή αποκλίνουσες απόψεις περί δικαιότερης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Τούτο λοιπόν το -εκ πρώτης όψεως έστω- α-πολιτικό κλίμα λαϊκής αγανάκτησης το καθεστώς προσπαθεί να το εκμεταλλευτεί προκειμένου να αμυνθεί. Από το (ατομικό) «τραγικό ανθρώπινο λάθος», όταν είδε πως δεν πείθει, ο πρωθυπουργός πέρασε στο «όλοι φταίμε». Που δεν σημαίνει μόνο ότι προσπαθεί να επιρρίψει ευθύνες και στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κάτι ευρύτερο.
Είναι ένας έμμεσος τρόπος να αναδιατυπώνεται η τωρινή συγκρουσιακή κατάσταση με όρους κρίσης νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος εν γένει. Η πλήρης υπόρρητη διατύπωση είναι ως εξής: «Ολοι φταίμε, δηλαδή ολόκληρο το πολιτικό σύστημα έχει ευθύνες. Επομένως η δίκαιη αγανάκτησή σου στρέφεται εναντίον ολόκληρου του συστήματος. Για αυτό τον λόγο, προσοχή! Αν υπερβείς κάποια όρια, η αγανάκτησή σου θα αποβεί επικίνδυνη για τη δημοκρατία μας».
Ο Βαρουφάκης όχι απλώς δεν είχε ψηφίσει ή εφαρμόσει Μνημόνιο, αλλά το κόμμα του (δικαίως ή αδίκως, αδιάφορο, εν προκειμένω) θεωρείται ό,τι πιο «αντισυστημικό» υπάρχει στη σημερινή Βουλή. Επομένως μια βίαιη επίθεση εναντίον του -με την αναληθή κατηγορία κιόλας ότι και εκείνος ψήφισε Μνημόνιο, άρα κι αυτός «ίδιος είναι»- αποσκοπεί στο να δείξει ότι ΚΑΝΕΙΣ από το πολιτικό σύστημα δεν γλιτώνει από τον «εξτρεμισμό» του κινήματος αγανάκτησης. Που σημαίνει ότι η δημοκρατία όντως κινδυνεύει. Ιδού η δομή της προβοκάτσιας.
*ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
efsyn.gr