Ελλείψει ιδεών, φυγή στην εικονικότητα

Ελλείψει ιδεών, φυγή στην εικονικότητα

  • |

Με την επιδείνωση των συνθηκών, την αγορά να έχει αλώσει τον δημόσιο χώρο και την κοινωνική ανισότητα στα ύψη, ο πλανήτης οδεύει στην αρχή του τέλους μιας περιόδου αποσάθρωσης εννοιών και ιδεών, όπου βασικά σημαίνοντα όπως λαός, ελευθερία, δικαιοσύνη δεν έχουν πλέον το βάρος που είχαν, σε φάσεις διαφωτισμού και εναντίωσης στην αθλιότητα, χωρίς, στο μεταξύ, ο σκεπτόμενος λόγος να ανανεώσει την αξία τους, δίνοντάς τους ευκρινέστερο νόημα.

Αλεξάνδρα Δεληγιώργη*

Αντ’ αυτής της αναγκαίας και ευκταίας εξέλιξης, προέκυψε ένα τεράστιο ιδεολογικό κενό, το οποίο καλύπτουν εκ των ενόντων ανεξακρίβωτοι όσο και ακατανόητοι όροι που, αλληλοσυνδεόμενοι, φτιάχνουν προσομοιώσεις νοημάτων που κρίθηκαν γερασμένα ή ακατάλληλα, χωρίς όμως τέτοια θεαματικά ομοιώματα να μπορούν να πλήξουν νοοτροπίες, προκαταλήψεις και ιδεολογήματα που εδώ και δεκαετίες αναπαράγουν τα κακώς κείμενα.

Η εντεινόμενη ανασφάλεια και ο φόβος που προκαλούν στα μεσαία, χαμηλά και εξαθλιωμένα στρώματα της κοινωνίας οι πολιτικές του μεγάλου κεφαλαίου, ευνοούν έναν ετερόβουλο συντηρητισμό σαν άμυνα που ωθεί τους περισσότερους να αμφισβητούν σιωπηρά θεσμούς και νόμους που δυσχεραίνουν τον αγώνα ζωής και επιβίωσής τους και μαζί και τα μέτρα που αποβλέπουν στην προστασία τους. Η άρνηση του εμβολιασμού, παγκοσμίως, είναι μια αδιάψευστη μαρτυρία της κλονισμένης εμπιστοσύνης πολλών απέναντι στην πολιτεία και στη δημόσια διοίκηση. Η κοινή γνώμη, με τα σαθρά κριτήρια που της εξασφαλίζει η άμετρη ηλεκτρονική ενημέρωση, παράλληλα με την ενδόμυχη εντολή «ο σώζων εαυτώ σωθείτω», εξοικειώνεται με ρητορικές διεγερτικές, κενές, όμως, περιεχομένου, που σαν αραχνοΰφαντα πέπλα κρύβουν τη γύμνια σχολίων, μαρτυριών, δοκιμίων ή ποιητικών μικρολογιών, με σκοπό τον παραγκωνισμό της ανάλυσης.

Η κοινή γνώμη -μοναδικό αποτύπωμα του κουρασμένου λαού- εθίζεται σε μια σκοταδιστική αγωγή πειθούς, που ως οιονεί προπαγάνδα προτρέπει τη συσπείρωση εναντίον ενός ακατανόμαστου εχθρού, επειδή οι λέξεις που θα τον κατονόμαζαν, έχασαν τη σημασία τους, χωρίς μέσω εξήγησης ή κατανόησης να προκύψουν άλλες που να τον ορίζουν με ειρμό και με νόημα. Τελικά, δεν ενδιαφέρει ποιος είναι ο «ακατανόμαστος» ούτε ποιοι μιλούν εναντίον του. Σημασία έχει να στηθεί ένας τεράστιος θόλος προστασίας του πλήθους από τον φόβο και την ανασφάλεια που σκορπά ο πανταχού παρών και ακατανόμαστος, με τις απειλές του.

Δεν είναι λίγοι όσοι με διαβρωμένη την εμπιστοσύνη τους προς κάθε αρχή και κατεύθυνση, δηλώνουν σκεπτικιστές. Με την εμμονική βεβαιότητα ότι η Αριστερά είναι το ίδιο σκάρτη με τη Δεξιά και αντιστρόφως, ο σκεπτικισμός φαντάζει σαν διέξοδος, ενώ στην πραγματικότητα, αποτρέποντας την κριτική ή την ακρισία, τη διαφωνία ή τη συναίνεση, εκλύει μια αδράνεια που παραλύει. Αντίθετα, όμως, από τον ακατάβλητο δογματισμό και φανατισμό, ο σκεπτικισμός κάποτε κουράζει, έτσι που όσοι δήλωναν σκεπτικιστές, γρήγορα καταφεύγουν σε ευρύτερες συναθροίσεις, όπου καταχωρούνται όχι βέβαια ωςβπαρατηρητές, κριτές ή νοηματοδότες, αλλά ως συνένοχοι και συμπαίκτες.

Αυτό το «κοπάδιασμα» διευκολύνουν ρητορισμοί που σαν φάρμακο κατευνασμού και αποφόρτισης λειτουργούν με προαπαιτούμενα διαφορετικά από εκείνα εποχών με ισχυρές βεβαιότητες. Τα προαπαιτούμενα της παλιάς κοπής ένταξης ή στράτευσης, όπως γνώση, αφοσίωση, αγωνιστικότητα και πίστη σε αξίες-πλαίσιο μιας κοινής υπόθεσης (που βέβαια παράλλαζαν, αναλόγως της συγκυρίας ή της περίστασης) τα αντικατέστησαν άλλα όπως ελαστικότητα, ευελιξία, χειριστικότητα, ιδιοποίηση, με αρχή μια πραγματικότητα κοινή σε όλους, που, όμως, διαφέρει για τον καθέναν.

Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Ανάλογα έχουν να επιδείξουν εποχές που κινήθηκαν με το δόγμα «αλλάζουμε τα πάντα για να μην αλλάξουμε τίποτα»· εποχές αυτοκρατορικές, ολοκληρωτικές, νόμιμης πειρατείας, κατεστημένης λατρείας, που δεν διαφέρουν όσο νομίζουμε από τη δική μας. Το διαφορετικό είναι η δυσανάλογη διόγκωση ενός λέγειν που έκανε τη σιωπή να θεριέψει. Με έναν άδειο ορίζοντα, ο κυνισμός εμφανίζεται σαν άμυνα όσων απειλούνται ή ωφελούνται από λόγια που κάνουν το μαύρο άσπρο, την άρνηση, κατάφαση το συγκεκριμένο, αφηρημένο. Ενώ είναι γνωστή η κατάληξη ανάλογων τρόπων που εγκαινίαζαν ή αναπαρήγαν εποχές διψασμένες για κυριαρχία.

Το «χωρίς προηγούμενο» του καιρού μας που την κάνει να φαντάζει σαν ένα «αδιανόητο τώρα» είναι ο κλονισμός της ακλόνητης βεβαιότητας ότι το άπληστο κέρδος είναι κέρδος και όχι παγίδα. Με την έλλειψη φυσικών πόρων και τους εξοπλισμούς να κοστίζουν ακριβότερα από ποτέ, αυτό το προαιώνιο διακύβευμα χάνει τη δύναμή του, ενώ, αντίθετα, το γνωστό φαινόμενο του μπούμερανγκ, από πιθανό που ήταν, έγινε βέβαιο, καθώς τις καταστροφές που προμηνύει η κλιματική αλλαγή θα τις υποστούν ισχυροί και ανίσχυροι, αδιακρίτως.

Η τεχνητή νοημοσύνη, που υποσχέθηκε τον μέγιστο δυνατό έλεγχο όσων φυσικών πόρων απέμειναν και την αξιοποίηση ενός υπερσυσσωρευμένου πλούτου που χάνει την ανταλλακτική δύναμή του, αντί να αποτρέπει αυτή την κοσμοΐστορική εξέλιξη, την επιταχύνει. Μόνο φόντο η εικονικότητα. Με τη μέγιστη δυνατή διεύρυνσή της, ευελπιστεί να αντικαταστήσει το ολοένα και πιο τρομακτικό και αβάσταχτο πραγματικό.

*Ομότιμη καθηγήτρια φιλοσοφίας, συγγραφέας

efsyn.gr/

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος