Από τον Γεράσιμο Λιβιτσάνο
Με μεγάλη ευκολία μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει αντιφατική και ανακόλουθη την συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Τα παραδείγματα προσφέρονται άφθονα. Όμως, στην πολιτική, αυτό που πραγματικά μετράει είναι το αποτέλεσμα.
Το να καλείσαι να εφαρμόσεις το 3ο μνημόνιο και ταυτόχρονα να συνεχίζεις να αυτοαποκαλείσαι «κυβέρνηση της Αριστεράς», είναι ένα εγχείρημα που θεωρητικά δεν περπατάει. Ακόμη καλύτερα ταιριάζει μια φράση που συχνά χρησιμοποιεί στα γραπτά του ο Κ. Μαρξ: «Έρχεται σε σύγκρουση με την παραπέρα ανάπτυξή του». Όμως ένα χρόνο μετά τις εκλογές της 20ής Σεπτέμβρη, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν δείχνει να έχει «πνιγεί» σε αυτή την αντίφαση. Το καραβάνι προχωρά, το σχέδιο «αναπτύσσεται» και πριν προλάβει να συνέλθει το κοινό από την εγκατάλειψη της αντιμνημονιακής ρητορικής, φτάσαμε κιόλας στη διαπραγμάτευση για τη «δεύτερη δόση». Εκτιμώντας ότι εμπεδώθηκε στην κοινωνία πως «δεν υπάρχει άλλη λύση», το κυβερνητικό σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ασκεί την τέχνη της διακυβέρνησης.
«Μπράβο, με μία πράξη κάνατε αυτό που ούτε εγώ ο αφοσιωμένος δεν μπορούσα να φανταστώ. Ξεπεράσατε τα όνειρα κάθε φιλελεύθερου διανοούμενου. Μας ξεπερνά. Δεν μπορούσαμε να το φανταστούμε». Τη φράση αυτή χρησιμοποίησε στις 21 Μαΐου κι ενώ ψηφιζόταν το νομοσχέδιο για τα προαπαιτούμενα της πρώτης δόσης, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας Μάκης Βορίδης. Αν και εμφανής στόχος ήταν ο σαρκασμός, στα λόγια του κρύβεται μια πτυχή της πραγματικότητας. Περιγράφει μια κυβέρνηση που έχει ως βασικό προσόν την νομοθέτηση επαχθών μνημονιακών διατάξεων με τις λιγότερες κοινωνικές αντιστάσεις από κάθε άλλη που προηγήθηκε. Το αν αυτό οφείλεται στην απογοήτευση ή την εμπιστοσύνη θα το αναλύσουν οι κοινωνιολόγοι του μέλλοντος. Τώρα το Μνημόνιο «τρέχει». Εδώ βρίσκεται και το «μυστικό» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ…
Το παράλληλο σύμπαν
Στο πολιτικό επίπεδο, η κυβέρνηση κάνει πράξη το δόγμα του «παράλληλου σύμπαντος». Έννοια πολύ πιο σημαντική ακόμη και από το «παράλληλο πρόγραμμα», το σύνθημα δηλαδή με το οποίο κέρδισε τις εκλογές του Σεπτέμβρη.
Το «παράλληλο πρόγραμμα» ουσιαστικά καταποντίστηκε μόλις τρεις μήνες μετά, όταν στις 17 Δεκεμβρίου 2015 η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αναστείλει την συζήτηση του ομώνυμου νομοσχεδίου, αν και είχε προγραμματίσει να την ολοκληρώσει λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Η επίσημη δικαιολογία ήταν «να υπάρχει άνεση στη διαβούλευση και τη συζήτηση» –δικαιολογία που δεν πίστευαν ούτε καν αυτοί και αυτές που την πρόφεραν. Το νομοσχέδιο επανήλθε αγνώριστο στα μέσα Ιανουαρίου. Οι δανειστές είχαν ξεκαθαρίσει «ποιος είναι το αφεντικό».
Παρόλ’ αυτά, η κυβέρνηση συνέχισε απτόητη. Με την «απειλή» της μη λήψης της πρώτης δόσης πέρασε στα γρήγορα ένα ασφαλιστικό νομοσχέδιο που οι πραγματικές επιπτώσεις του θα φανούν το 2017 και το 2018. Στη συνέχεια ψήφισε και όλα τα προαπαιτούμενα του Eurogroup με μία συζήτηση που κράτησε τρεις μέρες στη Βουλή, θεσπίζοντας και το περίφημο «Υπερταμείο». Κι ενώ το μνημονιακό νομοθετικό έργο συνεχιζόταν κανονικά και χωρίς διαρροές από τους βουλευτές της συγκυβέρνησης, και το «παράλληλο πρόγραμμα» είχε σχεδόν ξεχαστεί, η κυβέρνηση ξεκίνησε την επιχείρηση «παράλληλο σύμπαν». Συνταγματική αναθεώρηση, πρόταση νόμου για απλή αναλογική, διεκδίκηση γερμανικών αποζημιώσεων, κοινοβουλευτική επιτροπή για την αποτροπή της Διατλαντική Συμφωνίας (TTIP), εξεταστική επιτροπή για τα δάνεια των κομμάτων και των Μέσων Ενημέρωσης, διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες. Ένα πραγματικός βομβαρδισμός πολιτικών και κοινοβουλευτικών πρωτοβουλιών, από τις οποίες μόνον η τελευταία έχει κάποια ουσιαστική επιρροή στην πραγματικότητα – παρότι όχι στο ζήτημα της διαπλοκής. Σαν πυροτεχνήματα που πετάγονται στον ουρανό για να μαγέψουν το φιλοθέαμον κοινό.
Το κατά πόσο όλο αυτό το «παράλληλο σύμπαν» μπορεί να ενσωματώσει τη δυσαρέσκεια για την κομμένη σύνταξη, τον πενιχρό μισθό, την αύξηση της φορολογίας, τον ΕΝΦΙΑ, την ανεργία, τις ιδιωτικοποιήσεις και τόσα άλλα, είναι το μεγάλο στοίχημα για τους κυβερνώντες.
«Υπάρχουν και χειρότερα»
Φυσικά οι επιλογές και οι επιπτώσεις του Μνημονίου πρέπει να δικαιολογηθούν. Η λογική του «υπάρχουν και χειρότερα» συνιστά τον βασικό κορμό της κυβερνητικής γραμμής.
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις των υπουργών σε «καυτά» νομοσχέδια: «Θα κλάψω αν πουλήσω μια μετοχή της ΔΕΗ αλλά καλύτερα από το να πουλήσω υδροηλεκτρικό εργοστάσιο» θα πει ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος Γιάννης Τσιρώνης εγκαλώντας τον εαυτό του γιατί «είχα πέσει κι εγώ στην παγίδα να καταγγέλλω». Πιο ολοκληρωμένη η προσέγγιση του υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου: «Η εναλλακτική είναι το Grexit ή η άκριτη αποδοχή των προτάσεων των ξένων. Η διαφορά των πολιτικών της σημερινής κυβέρνησης από την αντιπολίτευση ή τους θεωρητικούς και κινηματίες είναι ότι οι κυβερνώντες πρέπει να έχουν έτοιμη εναλλακτική λύση όταν ασκείται κριτική στις αποφάσεις τους». Στην ίδια γραμμή και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που δικαιολόγησε την ψήφιση του Υπερταμείου με την φράση «το Ταμείο είναι ελληνικό, διοικείται από την Ελλάδα και είναι εντελώς ιδιοκτησίας των ελληνικών αρχών». Αυτά ειπώθηκαν για τη στήριξη ενός νόμου που ξεκαθάριζε ότι για κάθε μέλος της διοίκησης θα πρέπει να υπάρχει η σύμφωνη γνώμη των δανειστών, ενώ τη θέση του προέδρου φημολογείται ότι θα αναλάβει ο βοηθός της Κριστίν Λαγκάρντ, Ζακ Λε Παπ!
Σε αυτή τη ρητορική, όμως, προστίθεται σιγά-σιγά και η πιο… κλασσική επικοινωνιακή διαχείριση των μέτρων. Δείγμα της είδαμε και στην ομιλία του πρωθυπουργού στη Θεσαλλονίκη. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που παρουσίασε π.χ. τις δαπάνες του προϋπολογισμού του 2016 για την υγεία ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης: «Για πρώτη φορά από το 2010, η αύξηση των δαπανών για την υγεία και τα νοσοκομεία είναι τόσο μεγάλη, κατά 300 εκατομμύρια ευρώ». Λογιστικώς η δήλωση ήταν ακριβής. Μόνο που στον ίδιο προϋπολογισμό προβλέπονταν έσοδα 710,5 εκατομμυρίων από τις αυξήσεις των κρατήσεων στους μισθωτούς για υγεία και πρόνοια. Δηλαδή λιγότερα από τα μισά θα φτάσουν στον προορισμό τους, στο εθνικό σύστημα υγείας! Κι αυτές είναι οι «έλλογες» προσπάθειες υπεράσπισης της πολιτικής αυτής. Χωρίς να λείπουν και οι άναρθρες, όπως οι δηλώσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ για την «αδικία» του να χορηγείται (!) το ΕΚΑΣ, οι δηλώσεις της κυβερνητικής εκπροσώπου ότι η κυβέρνηση πραγματοποιεί όσα εξήγγειλε από τη ΔΕΘ το 2014, αλλά και οι πρόσφατες δηλώσεις της υπουργού Θ. Φωτίου ότι είναι καλύτερα για τους φτωχούς να λαμβάνουν κουπόνια κι όχι επιδόματα των 200 ευρώ, γιατί «οι παροχές σε χρήμα θα σε καταστρέψουν».
Φωτογραφία: EUROKINISSI
Οι πολιτικές απαιτούν και εργαλεία εφαρμογής. Αυτόν τον ρόλο καλείται να παίξει το κυβερνητικό σχήμα, ένα αμάλγαμα από στελέχη της «καρδιάς» του ΣΥΡΙΖΑ και πολιτικούς που κατέχουν την «τεχνογνωσία» του «παλιού καλού ΠΑΣΟΚ» συν τους ΑΝΕΛ.
Κοινοβουλευτική ομάδα …μπετόν αρμέ!
Στην Βουλή τώρα: Από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, έχουν σταματήσει να υπάρχουν οι περίφημες συνεδριάσεις της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Εκείνες οι πολύωρες συσκέψεις στην Αίθουσα Γερουσίας της Βουλής, κεκλεισμένων των θυρών και χωρίς ανακοινώσεις τύπου, έχουν αντικατασταθεί από σπάνιες συνεδριάσεις, ανοιχτές στις κάμερες όπου κυριαρχεί η ομιλία του πρωθυπουργού. Σε πρώτο επίπεδο αυτό δικαιολογείται από την απουσία πλέον των διαφωνούντων βουλευτών του καλοκαιριού του 2015.
Υπάρχει όμως άλλο ένα στοιχείο που δεν πρέπει κανείς να λησμονά: η σημερινή Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έχει προκύψει από εκλογές με λίστα. Η νοοτροπία του «ο πρόεδρος σου έδειξε εμπιστοσύνη» είναι κυρίαρχη. Η Κ.Ο. αντιμετωπίζεται από την ηγεσία του κόμματος (και έως στιγμής έτσι είναι) ως ένα συμπαγές σώμα, όπου δεν θα τεθεί ζήτημα καταψήφισης οποιουδήποτε νομοσχεδίου. Ακόμη και περιφερειακές διαφωνίες δεν δημοσιοποιούνται ούτε παίρνουν έκταση. Ακόμη και όταν εκφράζονται, αυτό γίνεται κατόπιν Οι θέσεις είναι αντίστοιχα μοιρασμένες: Αυτοί που θα κληθούν να εφαρμόσουν το «βαρύ μνημόνιο» και αυτοί που θα αναλάβουν να αναδείξουν τις διαφορές της κυβέρνησης «από την δεξιά» ως εχέγγυα αριστερής διακυβέρνησης. Στην δεύτερη κατηγορία κατατάσσονται τα υπουργεία Επικρατείας, Παιδείας, Δικαιοσύνης, Πολιτισμού, Τουρισμού και στην πρώτη τα υπουργεία Ανάπτυξης, Ενέργειας, Εργασίας και φυσικά το υπουργείο Οικονομικών. Μια κατανομή ρόλων που ήδη έχει προκαλέσει δυσαρέσκεια σε μέλη του υπουργικού Συμβουλίου, αφού άλλα υπολόγιζαν και άλλα καλούνται να εφαρμόσουν ή γιατί ανακαλύπτουν ότι είναι «βαριά η καλογερική». Οι γκρίνιες (όπως αυτές του Π. Σκουρλέτη) είναι ήδη εμφανείς. Ακόμη και όταν εκφράζονται, εορτής, όπως για παράδειγμα η διαφωνία βουλευτών από τον χώρο των «53+» με την τροπολογία Μουζάλα για το προσφυγικό τον περασμένο Μάιο. Δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι η Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει τον μεγαλύτερο βαθμό συνεκτικότητας από οποιαδήποτε άλλη κοινοβουλευτική ομάδα, με εξαίρεση ίσως αυτή του ΚΚΕ.
Γειώσεις και … απογειώσεις
Παρά την προσήλωσή της πάντως στις γενικές κυβερνητικές κατευθύνσεις, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει σημαντικές αντιφάσεις. Κυρίως στον τρόπο που επιλέγει να «γειώνεται» με την κοινωνία. Υποτίθεται άλλωστε ότι αυτή είναι η βασικότερη λειτουργία των βουλευτών ενός κόμματος, εκτός φυσικά από το να νομοθετούν.
Αν ρίξει κανείς μια προσεκτική ματιά στις εκατοντάδες ερωτήσεις ή τροπολογίες που καταθέτουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ πραγματικά θα παραξενευτεί. Η προώθηση θεμάτων όπως η προάσπιση της λειτουργίας της συνεταιριστικής βιομηχανίας ΒΙΟΜΕ, η αντίθεση στη διακοπή της ηλεκτροδότησης στο χώρο ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης ΕΜΠΡΟΣ, ζητήματα που αφορούν την μεταλλευτική λειτουργία στις Σκουριές Χαλκιδικής συνυπάρχουν με αιτήματα που κινούνται στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η τροπολογία που κατέθεσαν στις 11 Απριλίου οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Δημητριάδης, Μ. Κάτσης και Α. Καραναστάσης (σε νομοσχέδιο διακρατικής συμφωνίας με την Μολδαβία!), με την οποία ζητούσαν αλλαγή των ρυθμίσεων του τελωνειακού κώδικα προκειμένου να ρυθμιστεί το ζήτημα αδήλωτου πετρελαίου 13.000 τόνων που φέρεται να μετέφερε η εταιρία Ελληνικά Πετρέλαια. Τροπολογία η οποία αποσύρθηκε, αφού ασκήθηκε έντονη κριτική για φωτογραφική παραγραφή προστίμων για λαθρεμπόριο και διευκόλυνση στην περαιτέρω ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ. Παρόμοια τύχη είχε και η πρόσφατη τροπολογία 16 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που ζητούσαν τον περιορισμό των σημείων πώλησης τσιγάρων. Κι αυτή αποσύρθηκε εν μέσω κατακραυγής, αφού οδηγούσε στην καταστροφή χιλιάδες ψιλικατζίδικα ενώ ευνοούσε σκανδαλωδώς τις μεγάλες εμπορικές αλυσίδες.
Μένουν Ευρώπη
Μία από τις πλέον συνηθισμένες κατηγορίες που αποδίδεται στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από την Νέα Δημοκρατία και τις λοιπές δυνάμεις του λεγόμενου «φιλοευρωπαϊκού» μπλοκ είναι η άρνηση ή η απροθυμία για την εμπέδωση της «ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας». Ανεξαρτήτως αν ευσταθεί ή όχι πολιτικά, η κριτική δεν επιβεβαιώνεται καθόλου από τους αριθμούς. Περίπου το 75% των νομοσχεδίων που ψηφίστηκαν από τις αρχές του 2015 έως την άνοιξη του 2016 (25 στα 34) ήταν κοινοτικές οδηγίες! Οι ρυθμοί προσαρμογής του ελληνικού δικαίου στα ευρωπαϊκά δεδομένα επί ΣΥΡΙΖΑ είναι τόσο μεγάλοι που έφεραν την Ελλάδα στη 2η θέση της κατάταξης μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. έχοντας απόκλιση της τάξης του 0,16% όταν τα αντίστοιχα ποσοστά χωρών του ευρωπαϊκού πυρήνα (Γερμανία, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) ξεπερνούν το 3 ή το 4%!
Ταυτόχρονα όμως, ένα από τα χαρακτηριστικά της νομοθετικής τακτικής των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι η «παρανομοθέτηση». Υπουργικές και βουλευτικές τροπολογίες συχνά πυκνά «φωλιάζουν» σε νομοσχέδια των οποίων το βασικό περιεχόμενο είναι η κύρωση ευρωπαϊκών συμβάσεων. Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία για το νομοθετικό έργο που έχει πραγματοποιηθεί φέτος: Συνολικά ψηφίστηκαν 16 νομοσχέδια εκ των οποίων τα 11 αποτελούσαν κοινοτικές οδηγίες. Σε αυτά τα νομοσχέδια προσαρτήθηκαν δεκάδες τροπολογίες (31) οι οποίες δεν σχετίζονταν –από ελάχιστα έως καθόλου– με το περιεχόμενό τους. Σε νομοσχέδιο για τους υδρογονάνθρακες ρυθμίστηκαν ζητήματα του υπουργείου Εσωτερικών, στον «αναπτυξιακό νόμο» οι προϋποθέσεις για την απόδοση ασύλου στους πρόσφυγες, και στο νομοσχέδιο για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο η ασυλία των εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ και του Υπερταμείου και φορολογικά θέματα, όπως ο τρόπος συμπλήρωσης του Ε9 και οι ρυθμίσεις είσπραξης του ΦΠΑ. Φυσικά το σύνολο των τροπολογιών έχει την έγκριση των δανειστών και ενίοτε προκύπτει ακριβώς από τέτοιες πιέσεις.
Καθεστώς περιορισμένης κυριαρχίας
Αν θελήσει πάντως κανείς να δει συνολικά το τοπίο, είναι κάτι παραπάνω από φανερό ότι δεν ορίζει η κυβέρνηση το νομοθετικό παιχνίδι. Μπορεί ίσως να ελίσσεται σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως όταν τα πράγματα φεύγουν εκτός προδιαγεγραμμένου πλαισίου αρκεί μία παρέμβαση από τις Βρυξέλλες για να τα «ισιώσει».
Άλλοτε τα νομοσχέδια τροποποιούνται εσπευσμένα, άλλοτε επιλέγεται η κατευθείαν νομοθέτηση χωρίς να ληφθεί καν υπόψη η γνώμη της Βουλής. Ήταν ακριβώς αυτή η κατάσταση που έδωσε την ευκαιρία στον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώσει ότι παρατηρείται «συχνότατη νομοθέτηση με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου» τονίζοντας πως «η προηγούμενη κυβέρνηση με θητεία που διήρκεσε μόλις δυόμιση χρόνια εξέδωσε 33 Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου ενώ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εξέδωσε 34 ήδη από τον Φεβρουάριο του 2015, δηλαδή τριπλάσιες σε ετήσια βάση σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση». Βέβαια, οι αριθμοί έχουν πολλούς τρόπους να διαβάζονται και θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι η προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ήταν τόσο πειθήνια που δεν χρειάστηκε να καταφύγει τόσες πολλές φορές στις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου.
Όμως, την κατάσταση έχει επιβεβαιώσει και ο ίδιος ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης. Στις 14 Απριλίου είχε επισημάνει πως «είναι προφανές ότι ο ουσιαστικός ρόλος της Βουλής υποβαθμίζεται». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «δεν είναι μόνο τα οικονομικά μέτρα, όπως νομίζει ο κόσμος, είναι πιέσεις αφόρητες σε θεσμικά μέτρα και σε μεταρρυθμίσεις που ενώ έχει ανάγκη η χώρα δεν τις αναγνωρίζουν ή δεν τους ενδιαφέρει ή επιχειρούν να τις ξεστρατίσουν και τις σταματάνε στην προκαταρκτική επεξεργασία των νομοσχεδίων. Γι’ αυτό έχουμε και καθυστέρηση στο νομοθετικό έργο». Ευθέως άλλωστε ο Ν. Βούτσης σημείωσε ότι «η εικόνα θα ήταν πολύ καλύτερη αν μπορούσε η Βουλή να νομοθετεί απερίσπαστη από το καθεστώς περιορισμένης λαϊκής κυριαρχίας στο οποίο βρισκόμαστε, δηλαδή από το περιοριστικό καθεστώς των συνεχών ελέγχων, δεσμεύσεων και μνημονίων. Πρέπει να είμαστε καθαροί και ειλικρινείς. Να ξέρετε τι πιέσεις δεχόμαστε γι’ αυτά τα “επείγοντα και κατεπείγοντα” και δεν είναι θέμα ιδιοτροπίας ούτε των υπουργών ούτε της κυβέρνησης. Είναι δυστυχώς απόρροια αυτών των πολύχρονων πλέον δεσμεύσεων, των καταναγκασμών, των ελέγχων και των περιορισμών».
Όλα τα παραπάνω μπορούν –ίσως– να εξηγήσουν γιατί σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όχι απλά δεν «διώκεται» από το κατεστημένο των Βρυξελλών και της Ευρωπαϊκής ‘Ενωσης, αλλά δεν λείπουν ακόμη και οι δημόσιοι έπαινοι από ηγέτες κεντρικών ευρωπαϊκών κρατών. Άλλωστε από το περσινό καλοκαίρι οι ίδιοι οι κυβερνώντες έχουν σταματήσει να μιλούν πλέον για σχέδιο ανατροπής τους. Πιστοποιούν τη νέα φάση στην οποία βρίσκεται το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ: στη δημιουργία δεσμών πολυετούς προοπτικής με το πολιτικοοικονομικό σύστημα της χώρας και τη διαμόρφωση αντίστοιχων κοινωνικών δεδομένων.