Φυσικά και δεν πρόκειται για την αμίμητη κορφιάτισσα Ρένα που ερμήνευσε τον ρόλο της Madame Pelagie, κατά κόσμον Πελαγίας Καραμπουμπούνα από τα Τρίκαλα η οποία αναρριχήθηκε από συνοικιακή μοδίστρα σε οίκο μόδας Κολωνακίου και Μυκόνου σ την ταινία του Δαλιανίδη ” Η Παριζιάνα “.
Στην συνημμένη φωτογραφία βλέπουμε τις πρώτες Πελαγίες, δηλ. τις μώβ μέδουσες -τσούχτρες που ξεβράστηκαν οδηγημένες από ανέμους και ρεύματα στην παραλία της Δασιάς στην Κέρκυρα εδώ και μερικές μέρες.
Η παρουσία τους κατά μεγάλα σμήνη στα αβαθή της Μεσογείου, της Ιρλανδικής Θάλασσαs και του κόλπου του Μεξικού δεν είναι τυχαία .
Η επιστημονική ονομασία Pelagia noctiluca προέρχεται από τα ελληνικά, πελαγία που σημαίνει «θαλασσινός», από τη λέξη πέλαγο, και στα λατινικά noctiluca, το συνδυασμό του nox (νύχτα) και lux(φως). Επομένως, η Pelagia noctiluca μπορεί να περιγραφεί ως ένας θαλάσσιος οργανισμός με την ικανότητα να λάμπει στο σκοτάδι (βιοφωταύγεια) ιδιότητα όμως που είναι μια από τις αιτίες της πρόκλησης της εισβολής τους όπως θα δούμε παρακάτω .
Το ότι εγκαταλείπουν το φυσικό τους περιβάλλον που βρίσκεται σε βυθούς των 50-150 μέτρων και ανεβαίνουν προς την επιφάνεια δεν είναι παρά αποτέλεσμα της λεηλασίας και της καταστροφής που επιφέρει το πιο αρπακτικό αχόρταγο και άπληστο όν του πλανήτη γη – ο άνθρωπος.
Δεν πρόκειται για ένα απλό αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης των ωκεανών, όπως αρχικά εκτιμήθηκε. Η υπερθέρμανση βέβαια κάνει την ανάπτυξή τους ταχύτερη, τις ωριμάζει ταχύτερα και αναπαράγονται περισσότερο.
Η παρουσία τους κατά μεγάλα σμήνη στα αβαθή της Μεσογείου, της Ιρλανδικής Θάλασσαs και του κόλπου του Μεξικού δεν είναι τυχαία .
Η επιστημονική ονομασία Pelagia noctiluca προέρχεται από τα ελληνικά, πελαγία που σημαίνει «θαλασσινός», από τη λέξη πέλαγο, και στα λατινικά noctiluca, το συνδυασμό του nox (νύχτα) και lux(φως). Επομένως, η Pelagia noctiluca μπορεί να περιγραφεί ως ένας θαλάσσιος οργανισμός με την ικανότητα να λάμπει στο σκοτάδι (βιοφωταύγεια) ιδιότητα όμως που είναι μια από τις αιτίες της πρόκλησης της εισβολής τους όπως θα δούμε παρακάτω .
Το ότι εγκαταλείπουν το φυσικό τους περιβάλλον που βρίσκεται σε βυθούς των 50-150 μέτρων και ανεβαίνουν προς την επιφάνεια δεν είναι παρά αποτέλεσμα της λεηλασίας και της καταστροφής που επιφέρει το πιο αρπακτικό αχόρταγο και άπληστο όν του πλανήτη γη – ο άνθρωπος.
Δεν πρόκειται για ένα απλό αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης των ωκεανών, όπως αρχικά εκτιμήθηκε. Η υπερθέρμανση βέβαια κάνει την ανάπτυξή τους ταχύτερη, τις ωριμάζει ταχύτερα και αναπαράγονται περισσότερο.
Οι κύριοι λόγοι όμως είναι πιο σύνθετοι :
α) Η εξόντωση των θηρευτών της μέδουσας, όπως ο ξιφίας, τα ηλιόψαρα, οι δερματοχελώνες, οι καρέτα καρέτα που εκδιώκονται από τις παραλίες αναπαραγωγής τους και κυρίως ο τόνος που οι Γιαπωνέζοι με τους Τούρκους υπεργολάβους τους έχουν μακελέψει στην Μεσόγειο.
Αυτά τα κητώδη καταπίνουν τις μέδουσες και ο οργανισμός τους απορροφά τις τοξικές ουσίες της, αλλά η δραματική μείωση του πληθυσμού τους απελευθερώνει όλο και περισσότερες μέδουσες.
β) Η δεύτερη ιδιότητα της Πελαγίας, η βιοφωταύγεια που τις κάνει να λαμπυρίζουν μεσ’ το νερό είναι η κύρια πρόκληση ενστικτώδους επιδρομής του θηρευτή στο κοπάδι τους.
Όμως η θάλασσα είναι γεμάτη πλαστικές σακούλες κι άλλες συσκευασίες που αντανακλούν το φως μέσαστο νερό κι έτσι οι θηρευτές μπερδεύονται και καταπίνουν τα ανθρώπινα σκουπίδια με αποτέλεσμα την ασφυξία και την εξόντωση .
γ) Η υπεραλίευση που εξολοθρεύει τεράστιους πληθυσμούς ψαριών τα οποία οδηγούνται ακολούθως στα στομάχια των λαίμαργων Homo Sapiens. Τα ψάριααυτά τρέφονται κύρια από το πλαγκτόν και άλλους μικροοργανισμούς των βυθών και η έλλειψη τους επιτρέπει να αποταμιεύονται άφθονες ποσότητες διαθέσιμες καθώς και ορφανές προνύμφες από τις οποίες τρέφονται οι μέδουσες, που δυναμώνουν, πολλαπλασιάζονται και σε μεγαλύτερους αριθμούς εγκαταλείπουν τα βάθη των 150 μέτρων και εξερευνούν νέες φωτεινότερες περιοχές ψηλότερα.
δ) Τέλος τα οικιακά απόβλητα και τα γεωργικά λιπάσματα που εκβάλλονται ανεπεξέργαστα στις θάλασσες προάγουν την ανάπτυξη και την υπερπαραγωγή των θρεπτικών συστατικών τα οποία περνάνε μολυσμένα στις τσούχτρες, που αλωνίζουν χωρίς βασικούς αντίπαλους και σχηματίζουν πιά τεράστια κοπάδια που καλύπτουν δεκάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Αποδεικνύεται δηλαδή ακόμα μια φορά πώς οι ανθρώπινες δραστηριότητες και μόνον αυτές μετακινούν όλο και περισσότερους ζωντανούς οργανισμούς από την μια περιοχή στην άλλη και διαταράσσουν τις ισορροπίες που αιώνες τώρα ομόρφαιναν τη ζωή.
Οι Γάλλοι ωκεανογράφοι του παλαιότερου θαλάσσιου παρατηρητήριου στον κόσμο (1809) στη Ville Franceτης Κυανής Ακτής έχουν καταγράψει τις μέγιστες πυκνώσεις συναθροίσεων του είδους σε έναν κύκλο δώδεκα χρόνων, αποκαλούμενες και «χρονιές των μεδουσών».
Η επικεφαλής της ομάδας ερευνών που αποτελεί τμήμα της Σορβόννης κι ελέγχεται από το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) h JaquelineGoy, η οποία έχει αφιερώσει 30 χρόνια έρευνας στα είδη της μέδουσας σε όλες τις θάλασσες, υπογραμμίζει ότι τα τελευταία χρόνια τα σωματικά μεγέθη της Πελαγίας έχουν γιγαντωθεί από τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
Συγκριτικό σχήμα με το ανθρώπινο μέγεθος και εκείνο της μέδουσας Nomoura των κινέζικων κι αυστραλιανών θαλασσών
Ένα από τα θαυμαστά που έχουν παρατηρήσει οι Γάλλοι είναι η αιχμαλωσία της μέδουσας από άλλα ισχυρότερα είδη, τα οποία έχουν αντιληφθεί τις φονικές της ικανότητες και τη χρήση της ως αμυντικού όπλου.
Ένα είδος χταποδιού χρησιμοποιεί αυτή τη στρατηγική για να αντεπιτεθεί στους εχθρούς του (τα χέλια, τους καρχαρίες, τα ιππόγλωσσα, τον γάδο, τα δελφίνια και ειδικά τον γιγάντιο αστερία tournesol που το θερίζει σαν δήμιος και μπορεί να το παρακολουθεί ακόμη και έξι μήνες μέχρι να βγει από την κρυψώνα του).
Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως το χταπόδι και η σουπιά έχουν τη μεγαλύτερη κι αναλογικότερη σχέση εγκεφάλου-σώματος απ’ όλα τα ασπόνδυλα.
Ένα είδος γίνεται «εισβολικό» (μιλάμε για χωροκατακτητικό είδος) όταν εγκαθίσταται σε ένα περιβάλλον όπου δεν υπήρχε και πολλαπλασιάζεται εκεί.
Τέτοιο παράδειγμα είναι και οι πελαγίες φωτεινές μέδουσες που η παρουσία τους έχει ανησυχήσει παραθεριστές λουόμενους και όχι μόνο, καθώς ακόμη και αν έχουν εξοκείλει στην ακτή νεκρές ο κώδωνας, ο καλυπτόμενος από κνιδοκύτταρα που τσιμπούν εκγχέοντας δηλητήριο, παραμένει ενεργός για ώρες.
Ενα ξεβρασμένο κοπάδι Πελαγίας στην τεράστια μεσογειακή παραλία του Μαρτίλ στο Μαρόκο
Ακόμα κι αν ο όρος τσίμπημα χρησιμοποιείται ευρέως, η έννοια του εγκαύματος θα ήταν πιο κατάλληλη.
Πράγματι, οι μέδουσες δεν τσιμπούν, δεν επιτίθενται.
Είναι η επαφή κυρίως με τα νήματα τους που μπορεί να είναι επιβλαβής.
Είναι αυτά τα όργανά της που διαθέτουν την ισχυρότερη δυναμική τσιμπήματος .
Μια δύναμη που το ζώο διατηρεί, είτε κολυμπάει είτε έχει κολλήσει σε μια παραλία.
Πάντως η παλαιά πεποίθηση ότι η αμμωνία των ούρων ή το ξύδι ενεργούν ευεργετικά στα συμπτώματα του εγκαύματος, απαλύνουν τον πόνο κι απολυμάνουν την πληγή όπως για το τσίμπημα της σφήκας δεν είναι απόλυτα σωστή , όπως αναφέρει η επιστημονική σελίδα
Η εξουδετέρωση του δηλητήριου πετυχαίνεται με την θερμότητα. Θα έχετε ένα θετικό αποτέλεσμα αν το θαλασσινό νερό είναι αρκετά ζεστό
Ποτέ με γλυκό νερό γιατί αυτό αναζωογονεί τα εναπομείναντα κύτταρα που τσιμπούν και απελευθερώνουν ξανά το δηλητηριώδες περιεχόμενό τους και ο κίνδυνος υπερμόλυνσης είναι άμεσος.
Γι’αυτό χρειάζεται να ξεπλύνετε την πληγή με ζεστό θαλασσινό νερό και μετά να τρίβετε με καθαρή άμμο για να αφαιρέσετε τα εναπομείναντα κνιδοκύτταρα πριν συμβουλευτείτε τον γιατρό η τον φαρμακοποιό σας.
Βέβαια αυτά τα εγκαύματα δεν έχουν σχέση με τα δαγκώματα της αυστραλιανής μέδουσας ( Chironex fleckeri ), της οποίας τα εξήντα πλοκάμια μπορούν να φτάσουν τα τρία μέτρα σε μήκος, προκαλούν νέκρωση του δέρματος και, σε επαρκείς δόσεις, καρδιακή ανακοπή μέσα σε λίγα λεπτά, ή αυτά της μέδουσας Nomura της Σινικής Θάλασσας που φτάνει τα δύο μέτρα σε διάμετρο και οι ορδές της εισβάλλουν στη Θάλασσα της Ιαπωνίας εδώ και δέκα χρόνια.
Πιθανόν με την ταχύτατη ανατροπή των φυσικών ισορροπιών του πλανήτη κάποια μέρα να μας επισκεφθούν κι αυτές που οι έρευνες για το αντίδοτο στο δηλητήριό τους σε Αυστραλία Κίνα και Ιαπωνία δεν έχουν καταλήξει ακόμα .
Έχουν φθάσει πειραματικά να σταματήσουν την καταστροφή των ιστών τον αφόρητο πόνο και την εμφάνιση των ουλών αλλά δεν γνωρίζουν αν αποτρέπει την καρδιακή προσβολή.
Σίγουρα πάντως το αντίδοτο σε μορφή σπρέϋ η κρέμας θα πρέπει να εφαρμόζεται στην πληγή μέσα σ’ ένα τέταρτο της ώρας .
Οι κύριοι λόγοι όμως είναι πιο σύνθετοι :
α) Η εξόντωση των θηρευτών της μέδουσας, όπως ο ξιφίας, τα ηλιόψαρα, οι δερματοχελώνες, οι καρέτα καρέτα που εκδιώκονται από τις παραλίες αναπαραγωγής τους και κυρίως ο τόνος που οι Γιαπωνέζοι με τους Τούρκους υπεργολάβους τους έχουν μακελέψει στην Μεσόγειο.
Αυτά τα κητώδη καταπίνουν τις μέδουσες και ο οργανισμός τους απορροφά τις τοξικές ουσίες της, αλλά η δραματική μείωση του πληθυσμού τους απελευθερώνει όλο και περισσότερες μέδουσες.
β) Η δεύτερη ιδιότητα της Πελαγίας, η βιοφωταύγεια που τις κάνει να λαμπυρίζουν μεσ’ το νερό είναι η κύρια πρόκληση ενστικτώδους επιδρομής του θηρευτή στο κοπάδι τους.
Όμως η θάλασσα είναι γεμάτη πλαστικές σακούλες κι άλλες συσκευασίες που αντανακλούν το φως μέσα στο νερό κι έτσι οι θηρευτές μπερδεύονται και καταπίνουν τα ανθρώπινα σκουπίδια με αποτέλεσμα την ασφυξία και την εξόντωση .
γ) Η υπεραλίευση που εξολοθρεύει τεράστιους πληθυσμούς ψαριών τα οποία οδηγούνται ακολούθως στα στομάχια των λαίμαργων Homo Sapiens. Τα ψάρια αυτά τρέφονται κύρια από το πλαγκτόν και άλλους μικροοργανισμούς των βυθών και η έλλειψη τους επιτρέπει να αποταμιεύονται άφθονες ποσότητες διαθέσιμες καθώς και ορφανές προνύμφες από τις οποίες τρέφονται οι μέδουσες, που δυναμώνουν, πολλαπλασιάζονται και σε μεγαλύτερους αριθμούς εγκαταλείπουν τα βάθη των 150 μέτρων και εξερευνούν νέες φωτεινότερες περιοχές ψηλότερα.
δ) Τέλος τα οικιακά απόβλητα και τα γεωργικά λιπάσματα που εκβάλλονται ανεπεξέργαστα στις θάλασσες προάγουν την ανάπτυξη και την υπερπαραγωγή των θρεπτικών συστατικών τα οποία περνάνε μολυσμένα στις τσούχτρες, που αλωνίζουν χωρίς βασικούς αντίπαλους και σχηματίζουν πιά τεράστια κοπάδια που καλύπτουν δεκάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Αποδεικνύεται δηλαδή ακόμα μια φορά πώς οι ανθρώπινες δραστηριότητες και μόνον αυτές μετακινούν όλο και περισσότερους ζωντανούς οργανισμούς από την μια περιοχή στην άλλη και διαταράσσουν τις ισορροπίες που αιώνες τώρα ομόρφαιναν τη ζωή.
Οι Γάλλοι ωκεανογράφοι του παλαιότερου θαλάσσιου παρατηρητήριου στον κόσμο (1809) στη Ville Franceτης Κυανής Ακτής έχουν καταγράψει τις μέγιστες πυκνώσεις συναθροίσεων του είδους σε έναν κύκλο δώδεκα χρόνων, αποκαλούμενες και «χρονιές των μεδουσών».
Η επικεφαλής της ομάδας ερευνών που αποτελεί τμήμα της Σορβόννης κι ελέγχεται από το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) h JaquelineGoy, η οποία έχει αφιερώσει 30 χρόνια έρευνας στα είδη της μέδουσας σε όλες τις θάλασσες, υπογραμμίζει ότι τα τελευταία χρόνια τα σωματικά μεγέθη της Πελαγίας έχουν γιγαντωθεί από τους λόγους που προαναφέρθηκαν.
Ένα από τα θαυμαστά που έχουν παρατηρήσει οι Γάλλοι είναι η αιχμαλωσία της μέδουσας από άλλα ισχυρότερα είδη, τα οποία έχουν αντιληφθεί τις φονικές της ικανότητες και τη χρήση της ως αμυντικού όπλου.
Ένα είδος χταποδιού χρησιμοποιεί αυτή τη στρατηγική για να αντεπιτεθεί στους εχθρούς του (τα χέλια, τους καρχαρίες, τα ιππόγλωσσα, τον γάδο, τα δελφίνια και ειδικά τον γιγάντιο αστερία tournesol που το θερίζει σαν δήμιος και μπορεί να το παρακολουθεί ακόμη και έξι μήνες μέχρι να βγει από την κρυψώνα του).
Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως το χταπόδι και η σουπιά έχουν τη μεγαλύτερη κι αναλογικότερη σχέση εγκεφάλου-σώματος απ’ όλα τα ασπόνδυλα.
Ένα είδος γίνεται «εισβολικό» (μιλάμε για χωροκατακτητικό είδος) όταν εγκαθίσταται σε ένα περιβάλλον όπου δεν υπήρχε και πολλαπλασιάζεται εκεί.
Τέτοιο παράδειγμα είναι και οι πελαγίες φωτεινές μέδουσες που η παρουσία τους έχει ανησυχήσει παραθεριστές λουόμενους και όχι μόνο, καθώς ακόμη και αν έχουν εξοκείλει στην ακτή νεκρές ο κώδωνας, ο καλυπτόμενος από κνιδοκύτταρα που τσιμπούν εκγχέοντας δηλητήριο, παραμένει ενεργός για ώρες.
Ακόμα κι αν ο όρος τσίμπημα χρησιμοποιείται ευρέως, η έννοια του εγκαύματος θα ήταν πιο κατάλληλη.
Πράγματι, οι μέδουσες δεν τσιμπούν, δεν επιτίθενται.
Είναι η επαφή κυρίως με τα νήματα τους που μπορεί να είναι επιβλαβής.
Είναι αυτά τα όργανά της που διαθέτουν την ισχυρότερη δυναμική τσιμπήματος .
Μια δύναμη που το ζώο διατηρεί, είτε κολυμπάει είτε έχει κολλήσει σε μια παραλία.
Πάντως η παλαιά πεποίθηση ότι η αμμωνία των ούρων ή το ξύδι ενεργούν ευεργετικά στα συμπτώματα του εγκαύματος, απαλύνουν τον πόνο κι απολυμάνουν την πληγή όπως για το τσίμπημα της σφήκας δεν είναι απόλυτα σωστή , όπως αναφέρει η επιστημονική σελίδα
Η εξουδετέρωση του δηλητήριου πετυχαίνεται με την θερμότητα. Θα έχετε ένα θετικό αποτέλεσμα αν το θαλασσινό νερό είναι αρκετά ζεστό
Ποτέ με γλυκό νερό γιατί αυτό αναζωογονεί τα εναπομείναντα κύτταρα που τσιμπούν και απελευθερώνουν ξανά το δηλητηριώδες περιεχόμενό τους και ο κίνδυνος υπερμόλυνσης είναι άμεσος.
Γι’αυτό χρειάζεται να ξεπλύνετε την πληγή με ζεστό θαλασσινό νερό και μετά να τρίβετε με καθαρή άμμο για να αφαιρέσετε τα εναπομείναντα κνιδοκύτταρα πριν συμβουλευτείτε τον γιατρό η τον φαρμακοποιό σας.
Βέβαια αυτά τα εγκαύματα δεν έχουν σχέση με τα δαγκώματα της αυστραλιανής μέδουσας ( Chironex fleckeri ), της οποίας τα εξήντα πλοκάμια μπορούν να φτάσουν τα τρία μέτρα σε μήκος, προκαλούν νέκρωση του δέρματος και, σε επαρκείς δόσεις, καρδιακή ανακοπή μέσα σε λίγα λεπτά, ή αυτά της μέδουσας Nomura της Σινικής Θάλασσας που φτάνει τα δύο μέτρα σε διάμετρο και οι ορδές της εισβάλλουν στη Θάλασσα της Ιαπωνίας εδώ και δέκα χρόνια.
Πιθανόν με την ταχύτατη ανατροπή των φυσικών ισορροπιών του πλανήτη κάποια μέρα να μας επισκεφθούν κι αυτές που οι έρευνες για το αντίδοτο στο δηλητήριό τους σε Αυστραλία Κίνα και Ιαπωνία δεν έχουν καταλήξει ακόμα .
Έχουν φθάσει πειραματικά να σταματήσουν την καταστροφή των ιστών τον αφόρητο πόνο και την εμφάνιση των ουλών αλλά δεν γνωρίζουν αν αποτρέπει την καρδιακή προσβολή.
Σίγουρα πάντως το αντίδοτο σε μορφή σπρέϋ η κρέμας θα πρέπει να εφαρμόζεται στην πληγή μέσα σ’ ένα τέταρτο της ώρας .
https://www.kommon.gr/