Ενώ παρακολουθούμε τις συζητήσεις και τους προβληματισμούς για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ, και της Αριστεράς ευρύτερα, διαπιστώνουμε ένα εντυπωσιακό έλλειμμα συνείδησης των διαστάσεων και της δυναμικής της πολύπλευρης κρίσης που πλήττει τις ανθρώπινες κοινωνίες, δηλαδή κατά κανόνα τα καπιταλιστικά καθεστώτα, καθώς και τις εξίσου εντυπωσιακές ελλείψεις σε ό,τι αφορά την επεξεργασία των στρατηγικών και των εξειδικευμένων πολιτικών που θα επιδίωκαν να αντιμετωπίσουν τις διαφορετικές πλευρές αυτής της κρίσης.
Η σκέψη του πολιτικού κόσμου της Αριστεράς φαίνεται να έχει σταματήσει σε μια αδρανή εκδοχή ευρωκομμουνισμού, για την οποία η αναπαραγωγή του υπάρχοντος συστήματος απέχει ελάχιστα από την αντιγραφή του παρόντος με κοινωνικό πρόσωπο, που υπόσχεται βέβαια τη συνέχιση της «ανάπτυξης».
Γνωρίζουμε ότι σε περιόδους μεγάλων απειλών και πραγματοποιούμενων καταστροφών, όπως οι περίοδοι παγκόσμιων πολέμων, έχουν επιλεγεί μεγάλες αλλαγές στο περιεχόμενο της παραγωγής, στη γεωγραφία των παραγωγικών μονάδων, στην κατανομή των διαθέσιμων πόρων, στην κατανομή του εργατικού δυναμικού, και οι ισχυρές δόσεις σχεδιασμού απέκτησαν καθοριστική σημασία.
Οι συμμαχίες κοινωνικών τάξεων μεταβάλλονται κατά και μετά την κρίσιμη περίοδο και όποιες και να είναι οι αλλαγές αυτές πρόκειται για σημαντικές θεσμικές μεταβολές που μπορεί να φτάσουν, όπως ξέρουμε, μέχρι την αλλαγή της ταξικής φύσης του καθεστώτος και αποτελούν πάντα αντικείμενο ειδικευμένων πολιτικών, που κινητήρια δύναμή τους είναι συγκεκριμένες κοινωνικές και αναπαραγωγικές ανάγκες και στόχοι.
Οι αναγκαίες βασικές στρατηγικές επιλογές στις σημερινές συνθήκες είναι η ενεργειακή μετάβαση, με στόχο τον μηδενισμό των εκπομπών CO2 ώς το 2050, η προστασία των πληθυσμών και των οικονομικών δραστηριοτήτων από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, την ξηρασία και τις πυρκαγιές, η ανασυγκρότηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων για την προσαρμογή στις νέες κλιματικές συνθήκες και τις αλλαγές των ρυθμίσεων της παγκοσμιοποίησης, η σταθεροποίηση της προστασίας της υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών.
Επίσης η επιδίωξη σε διακρατικό και εθνικό επίπεδο της ένταξης προσφύγων και μεταναστών και γενικώς ο συνδυασμός επιλογών που επιτρέπουν και ενισχύουν την αλληλεγγύη στο πλαίσιο των εθνικών πληθυσμών, και με πληθυσμούς άλλων περιοχών του πλανήτη, χωρίς την οποία δεν θα έχουν τη δυνατότητα οι κοινωνίες να σχεδιάσουν συλλογικά το μέλλον τους.
Τίθεται το ερώτημα ποιες κοινωνικές δυνάμεις και ποιες συμμαχίες μπορούν να διαμορφώσουν τους νέους καθεστωτικούς θεσμούς που θα οικοδομήσουν κοινωνίες αλληλεγγύης και αποτελεσματικότητας. Η αναφορά στην εργατική τάξη είναι αναγκαία, καθώς η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, χειρωνακτικής ή διανοητικής, γεννάει την ανάγκη της ανατροπής της και της διαμόρφωσης παραγωγικών σχέσεων βασισμένων στη συλλογικότητα και τη δημοκρατία.
Αλλά η αναγκαιότητα οικοδόμησης νέων καθεστώτων δεν προκύπτει μόνο από τη συνείδηση της δυνατότητας άρνησης της εκμετάλλευσης, σε συνθήκες επέκτασης της φτώχειας και έκρηξης των ανισοτήτων, αλλά και από την κατανόηση του επείγοντος χαρακτήρα του ελέγχου της υπερθέρμανσης του πλανήτη και επομένως της κλιματικής αλλαγής.
Η επέκταση της διανοητικής εργασίας και η ενίσχυση της Γενικής Διάνοιας στον κόσμο της εργασίας επιτρέπουν να μετεξελιχθεί η ταξική συνείδηση σε συνείδηση της ανάγκης μιας καθεστωτικής ανατροπής που δεν θα επιδιώξει μόνο την εγκαθίδρυση της αλληλεγγύης και της ισότητας, αλλά και την αποκατάσταση βιώσιμων σχέσεων με το φυσικό περιβάλλον.
Η αναγκαία επιλογή για την κινητοποίηση της κοινωνίας και την πλήρη αξιοποίηση του υπάρχοντος γνωσιακού κεφαλαίου, όπως και των διάχυτων γνωσιακών ικανοτήτων, είναι η οικοδόμηση θεσμών τοπικού δημοκρατικού σχεδιασμού και η ενοποίησή τους σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, ώστε να επιτραπεί ο συνδυασμός της κάλυψης περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών αναγκών, με βάση τοπικές ανάγκες και δυνατότητες, με την αξιοποίηση των υπαρκτών θεσμών συγκέντρωσης και παραγωγής γνώσεων.
Η παρουσία των πολιτικών οργανώσεων της Αριστεράς είναι αναγκαία, ως πλουραλιστική πηγή προτάσεων, σχεδίων και πολιτικής, που οι τοπικοί και άλλοι θεσμοί σχεδιασμού συζητούν, εγκρίνουν και τροποποιούν, ενώ μέσα από τη λειτουργία και τις διορθωτικές κινήσεις των δημοκρατικών διαδικασιών θα ενισχύεται καθημερινά η γνωσιακή ικανότητα των εργαζομένων και των πολιτών.
Η αξιοποίηση και επέκταση της δυνατότητας των εργαζομένων και των πολιτών να επεξεργάζονται τις πολιτικές οι οποίες τους αφορούν, και που είναι κατά κανόνα απολύτως αναγκαίες και μάλιστα επείγουσες, δεν αποτελεί ένα όνειρο αδύνατων ανατροπών. Aλλά μια αναγκαία και δυνατή μετεξέλιξη των κοινωνιών μας, στις οποίες έχουμε ήδη θεσμούς παραγωγής γνώσης και επεξεργασίας πολιτικών, που είναι έγκυροι και πειστικοί, ανεξάρτητα από τις διαστάσεις τους, στις οποίες έχουμε επιστημονικό δυναμικό διάσπαρτο στην κοινωνία και έχουμε ένα ανθρώπινο δυναμικό στην οικονομία, που μπορεί να αποτελέσει την ευρεία κοινωνική βάση του δημοκρατικού σχεδιασμού για την επιβίωση των ανθρώπινων κοινωνιών, σε συνθήκες αλληλεγγύης και ισότητας.
*Οικονομολόγος
efsyn.gr/