Όσοι βιάζονται θα καούν. Οι γραφειοκράτες και οι καριερίστες θα κάνουν τα πάντα προκειμένου να κρατήσουν το πάνω χέρι.
Ενώ τα γεγονότα σε όλο τον πλανήτη γίνονται ολοένα πιο εντυπωσιακά και δραματικά, στην πατρίδα μας το (επί της αρχής θετικό) αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών επιτείνει την κρίση του πολιτικού συστήματος και εντός αυτού της (κεντρο)αριστεράς.
Θέμης Τζήμας
Τόσο στο ΚΙΝΑΛ όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ, η συζήτηση περί της «ανασυγκρότησης» ή της «επανίδρυσης» ή της «σύνθεσης» δίνουν και παίρνουν, με μεγαλύτερη ή μικρότερη γνησιότητα, πολλή ή λίγη ιδιοτέλεια, ρηχότητα ή βαθύτητα. Όπως δε είναι αναμενόμενο, αυτές οι συζητήσεις αφενός περνούν μέσα από τις γνωστές εσωκομματικές αντιθέσεις, αφετέρου γίνεται προσπάθεια να κηδεμονευθούν από τις συνήθεις κομματικές και βουλευτοκεντρικές γραφειοκρατίες.
Υπάρχουν τρία ζητήματα ωστόσο τα οποία δεν αγγίζονται (ή τίθενται ελάχιστα) στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης και όχι τυχαία (ακριβώς για να χειραγωγηθεί η όποια πορεία επανίδρυσης): το πρώτο είναι το ιδεολογικό και προγραμματικό πλαίσιο αυτής της συζήτησης. Θα είναι σοσιαλιστική, κομμουνιστική ή σοσιαλδημοκρατική η παράταξη; Θα είναι αγκυρωμένη στη «συλλογική Δύση» ή θα είναι προσανατολισμένη στον πολυκεντρικό κόσμο; Ποια θα είναι η σχέση εθνικού- λαϊκού; Θα πρεσβεύει μια καλύτερη επιδοματική πολιτική ή έστω έναν πιο συμπονετικό καπιταλισμό ή θα μάχεται για τον σοσιαλισμό και για την κοινωνική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής; Ποια θα είναι η ταξική συμμαχία που θα πρεσβεύει, ποια τάξη θα έχει στο επίκεντρο; Θα υποστηρίζει την οικονομία των προσόδων και των υπηρεσιών ή θα διαθέτει βιομηχανική πολιτική και αν ναι, ποια θα είναι αυτή; Θα συμμετέχουν και το «αντιμνημόνιο» και το «μνημόνιο»;
Το 2010-2015 σώθηκε η πατρίδα ή οι τραπεζίτες; Ιδεολογικώς θα χωρούνε και οι παρυφές της ΝΔ και τμήματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και αν ναι, μέσα από ποια ενωτική και συνεκτική ιδεολογική ορίζουσα; Αν όχι, ποια πλευρά θα μείνει εκτός και γιατί; Τα ζητήματα φυσικά είναι πολύ περισσότερα. Το κρίσιμο είναι αν θα υπάρχει σύνθεση και θεμελίωση ιδεολογική και προγραμματική και αν ναι, σε ποια βάση.
Το δεύτερο ζήτημα είναι ποια διαδικασία θα ακολουθηθεί. Θα πρωταγωνιστήσουν τα στελέχη των νυν κομμάτων, μαζί με κάποιους διανοουμένους (ό,τι κι αν σημαίνει αυτός ο όρος) σε μια από πάνω προς τα κάτω πορεία; Θα υπάρξει κάποια κεντρική ιδεολογική διακήρυξη και κατόπιν αυτοοργάνωση; Θα λάβει χώρα μια διαδικασία και από πάνω και από κάτω, μέσα στους και μέσα από τους μαζικούς χώρους κυρίως; Ποιοι θα έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο; Οι νυν κομματικοί ή οι νυν ανένταχτοι; Τα κομματικά στελέχη ή οι ενεργοί άνθρωποι στο κίνημα; Θα προηγηθεί διαδικασία μέσα στο ΚΙΝΑΛ και στο ΣΥΡΙΖΑ πρώτα ή θα κινηθούν παραλλήλως οι εσωκομματικές διαδικασίες και οι παραταξιακές;
Το τρίτο ζήτημα έχει να κάνει με το ποιοι θα κυριαρχούν σε αυτές τις διαδικασίες. Ορισμένοι θέλουν για παράδειγμα το Αλέξη Τσίπρα πρωταγωνιστή, ενώ άλλοι τον Γιώργο Παπανδρέου. Κάποιοι θέλουν μπροστάρηδες μερικούς παραλίγο διεκδικητές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ ενώ άλλοι, κάποιους διεκδικητές της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ. Όσο περισσότερο φτωχαίνει άλλωστε η παράταξη ιδεολογικώς, τόσο αβγατίζουν τα πρόσωπα. Στη συζήτηση όμως που διεξάγεται δεν ακούγονται ούτε οι εργαζόμενοι, ούτε οι επαγγελματίες, ούτε οι φοιτητές, ούτε η νεολαία, ούτε τα συνταξιουχικά κινήματα, ούτε οι ριζοσπάστες επιστήμονες (μεταξύ πολλών άλλων). Μπορούν να έχουν ρόλο και τα στελέχη τα οποία ψήφισαν μνημόνια και οι δυνάμεις του μαχητικού αντιμνημονίου, χωρίς καμία κριτική για το τι συνέβη την τελευταία 15ετία; Η ανθρωπογεωγραφία θα είναι απότοκο της ιδεολογικής- προγραμματικής συγκρότησης και της διαδικασίας ή θα συνιστά άνωθεν επιλογή;
Δεν είναι τυχαίο ότι τα σημαντικότερα ερωτήματα παραλείπονται. Ωστόσο αυτά είναι που θα ορίσουν την επιτυχία ή την αποτυχία της προσπάθειας. Εδώ είναι που χρειάζονται καθαρές τοποθετήσεις. Πρώτον, (κεντρο)αριστερά μπορεί να υπάρξει μόνο σε ρήξη με τον έναν ολοκληρωμένο ιμπεριαλισμό (τον ευρωατλαντικό) και με το ρόλο του Ελληνισμού ως ιδιότυπη αποικίας του. Δεύτερον η (κεντρο)αριστερά οφείλει να υπερασπίζεται τη θεμελίωση ενός άλλου, σοσιαλιστικού μοντέλου και όχι απλώς έναν ευγενικότερο καπιταλισμό. Τρίτον υποχρεούται να διαμορφώσει βιομηχανική πολιτική ικανή να στηρίξει και τον ελληνισμό ως έθνος και τον λαό, αντί για την εκσυγχρονιστική, καταστροφική αρχιτεκτονική μιας οικονομίας υπηρεσιών. Αν κάτι από αυτά λείπει, τότε έχουμε απλώς μια φράξια της δεξιάς.
Επιπλέον, η διαδικασία οφείλει να είναι δημοκρατική και οργανωμένη από τα κάτω προς τα πάνω: ένα πολιτικό συμβούλιο αποτελούμενο με ποσόστωση από τα κόμματα που θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον και ανένταχες/ους -πχ. 50% από τις κομματικές δυνάμεις και 50% από ανένταχτες/ους- με ευθύνη τη χάραξη των βασικών ιδεολογικών θεμελίων και ερωτημάτων, όπως και τον αρχικό συντονισμό των διαδικασιών. Έπειτα μια δημόσια πρόσκληση εγγραφής και εκλογής συνέδρων για ένα ιδεολογικό-προγραμματικό συνέδριο. Κατόπιν και με βάση το νέο ιδεολογικό πλαίσιο, συγκρότηση οργανώσεων μαζικών χώρων και τέλος μέσα από αυτές τις οργανώσεις η διαμόρφωση παραταξιακών οργάνων τα οποία θα συμπεριλάβουν και τους κομματικούς φορείς. Μπορούν φυσικά να εμφανιστούν διάφοροι συνδυασμοί σε ένα τέτοιο σχέδιο αλλά το βασικό ζήτημα συνίσταται στο πόσο ιδεολογικώς βαθύ θα είναι, διαφανές, δημοκρατικό, θεμελιωμένο στις ζωντανές κοινωνικές δυνάμεις και στους μαζικούς χώρους.
Η επανίδρυση μιας παράταξης (όχι η απλή άθροιση) αποτελεί μια θεμελιωδώς συγκρουσιακή διαδικασία τόσο στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης, όσο και σε εκείνο των στελεχών. Θα έχει δε, πολλά επεισόδια. Όσοι βιάζονται θα καούν. Οι γραφειοκράτες και οι καριερίστες θα κάνουν τα πάντα προκειμένου να κρατήσουν το πάνω χέρι. Σε κάθε περίπτωση όμως, αν θα πρόκειται για γνήσια επανίδρυση δε θα αφήσει σχεδόν τίποτα όπως το ξέρουμε και σίγουρα όχι τον κυρίαρχο κυνισμό των παραπάνω στρωμάτων ανέγγιχτο. Σε κάθε άλλη περίπτωση δε θα έχει κανένα νόημα.