«Ηταν Δευτέρα 30 Ιανουαρίου του 1933, λίγο μετά το μεσημέρι, όταν τα μέλη μιας καινούργιας κυβέρνησης στη Γερμανία μπήκαν στην αίθουσα του προέδρου του Ράιχ, στρατάρχη Π. Χίντεμπουργκ, για να δώσουν τον καθιερωμένο όρκο. Επικεφαλής τους, για τη θέση του νέου καγκελάριου, ήταν ένας άνθρωπος που έμελλε να σημαδέψει ανεξίτηλα την ανθρώπινη ιστορία: ο Αδόλφος Χίτλερ.
Νόρα Ράλλη
Ο πρόεδρος Χίντεμπουργκ είχε εξοργιστεί που τον είχαν αφήσει να περιμένει πάνω από μία ώρα, δεδομένου ότι η ορκωμοσία της κυβέρνησης είχε οριστεί για τις 11 το πρωί. Παρ’ όλα αυτά απηύθυνε ένα σύντομο και ζεστό καλωσόρισμα και προχώρησε στα περαιτέρω της ορκωμοσίας: “Ορκίζομαι -ακούστηκε να λέει η φωνή του Χίτλερ- ότι θα διαθέσω όλες μου τις δυνάμεις για να διαφυλάξω το σύνταγμα και τους νόμους του Ράιχ και ότι θα πράξω το καθήκον μου κατά τρόπον αμερόληπτο και δίκαιο απέναντι όλων”».
Ετσι λένε τα βιβλία της Ιστορίας, που ακόμα δεν έχουν αναθεωρηθεί από τους Καλύβες αυτού του κόσμου και αυτών των δεξιών/νεοφιλελεύθερων/alt-right κυβερνήσεων (μην παρεξηγηθώ – επ’ ουδενί δεν εννοώ τη δική μας. Μάρτυς μου ο Θεός… που δεν υπάρχει). Πριν από εκατό χρόνια, ο ναζισμός έγινε από έγκλημα και παραφροσύνη νομικά θεσμοθετημένος. Εγινε κυβέρνηση και μετά πάλι έγκλημα και παραφροσύνη. Εγινε παγκόσμιος πόλεμος, βασανιστήρια, τραύμα και θάνατος. Εγινε μαύρο, πνίγοντας όλα τα χρώματα. Εγινε μη χρώμα.
Εκατό χρόνια μετά, στην Ελλάδα, γιορτάζουμε τα πενήντα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Της περιόδου, δηλαδή, που ξεκίνησε μετά την πτώση της Χούντας, με την επανίδρυση της Δημοκρατίας. Φέτος, σε αυτήν την επέτειο, οι Ελληνες έβαλαν ως πρώτο σε σταυρούς στην Ευρωβουλή τον Αυτιά που είχε ως σύνθημά του το «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια» και τελευταία τη Λατινοπούλου. Φασιστικά κόμματα βγήκαν στην Ευρωβουλή και φασιστοειδή όλων των ειδών. Στη Γαλλία, η Λεπέν κόντεψε να είναι πρόεδρος. Και η Ε.Ε. βουλιάζει σε ένα ακόμα «μη χρώμα».
Το τέλος της Μεταπολίτευσης ζούμε. Εκατό χρόνια μετά, νομιμοποιούμε θεσμικά και πάλι τον φασισμό. Ας το πιάσουμε από εκεί και ας αφήσουμε τις παράτες περί «Δημοκρατίας». Και, κυρίως, ας δούμε ξεκάθαρα αυτούς που συντάσσονται με το απόλυτο μαύρο. Και εμάς.