Η μεταβατική αντίληψη

Η μεταβατική αντίληψη

  • |

Παρέμβαση της ΑΠΟ στη συζήτηση “Στοιχεία στρατηγικής και τακτικής της Αριστεράς: κράτος, κυβέρνηση, εξουσία”, στα πλαίσια του 2ημέρου “ Η εμπειρία του 2010 – 2015 για την Αριστερά που έχουμε ανάγκη σήμερα” που οργανώθηκε από τις οργανώσεις Αναμέτρηση, ΑΠΟ, ΔΕΑ, Μετάβαση και Ξεκίνημα, στις 21 και 22 Ιουνίου στην Πάντειο

Το ενιαίο μέ­τω­πο και η αντι­με­τώ­πι­ση του ζη­τή­μα­τος της κυ­βέρ­νη­σης απορ­ρέ­ουν από τη με­τα­βα­τι­κή αντί­λη­ψη.

Στην εποχή μας και ιδιαί­τε­ρα εξαι­τί­ας της κα­τά­στα­σης στην οποία έχει πε­ριέλ­θει η πο­λι­τι­κή αρι­στε­ρά, είναι χρή­σι­μη μια ορι­σμέ­νη “επι­στρο­φή” σε βα­σι­κά ζη­τή­μα­τα.

Γιώργος Σαπουνάς

Το ση­μείο αφε­τη­ρί­ας είναι το όραμα. Ο Μαρξ δεν μας άφησε καμία συ­γκε­κρι­μέ­νη πε­ρι­γρα­φή για τον Σο­σια­λι­σμό/Κομ­μου­νι­σμό παρά μόνο ένα πολύ κρί­σι­μο κρι­τή­ριο:

“Ο κομ­μου­νι­σμός δεν είναι για μας μια κα­τά­στα­ση πραγ­μά­των που πρέ­πει να εγκα­θι­δρυ­θεί, ένα ιδε­ώ­δες που σ’ αυτό θα πρέ­πει να προ­σαρ­μο­στεί η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ονο­μά­ζου­με κομ­μου­νι­σμό την πραγ­μα­τι­κή κί­νη­ση, που κα­ταρ­γεί τη ση­με­ρι­νή κα­τά­στα­ση πραγ­μά­των. Οι όροι αυτής της κί­νη­σης προ­κύ­πτουν από τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις που τώρα υπάρ­χουν”.

Η κί­νη­ση λοι­πόν, της ερ­γα­τι­κής τάξης που κα­ταρ­γεί την κα­πι­τα­λι­στι­κή κοι­νω­νι­κή σχέση η οποία  συ­γκρο­τεί­ται ως κοι­νω­νι­κός σχη­μα­τι­σμός από το κα­πι­τα­λι­στι­κό έθνος – κρά­τος. Μπο­ρεί το κρά­τος να κα­τα­κτη­θεί ως ένα “ου­δέ­τε­ρο ερ­γα­λείο” ή πρέ­πει να κα­τα­στρα­φεί; Το ση­μείο αυτό συ­μπυ­κνώ­νει την δια­φο­ρά με­τα­ξύ με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κής/ρε­φορ­μι­στι­κής αρι­στε­ράς και επα­να­στα­τι­κής αρι­στε­ράς.

Το ζή­τη­μα του κρά­τους απο­τέ­λε­σε και απο­τε­λεί αντι­κεί­με­νο πλού­σιας συ­ζή­τη­σης και ανα­λύ­σε­ων στους μαρ­ξι­στι­κούς κύ­κλους με διά­φο­ρα συ­μπε­ρά­σμα­τα ως προς τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά του και ως προς την δια­πε­ρα­τό­τη­τά του από την τα­ξι­κή πάλη. Το κρι­τή­ριο της κί­νη­σης της ερ­γα­τι­κής τάξης που κα­ταρ­γεί την κοι­νω­νι­κή σχέση εγκαι­νιά­ζο­ντας ταυ­τό­χρο­να μία δια­δι­κα­σία “μα­ρα­σμού” και διά­λυ­σης του κρά­τους, οριο­θε­τεί τις απα­ντή­σεις. Η “δι­κτα­το­ρία του προ­λε­τα­ριά­του” που αντι­πα­ρα­τί­θε­ται στην έν­νοια της “δι­κτα­το­ρί­ας της αστι­κής τάξης”, αφορά στο δρα­στι­κό πέ­ρα­σμα της εξου­σί­ας στα χέρια της ερ­γα­τι­κής τάξης και ευ­ρύ­τε­ρα των “από κάτω” σε μία δια­δι­κα­σία πρω­το­φα­νούς δη­μο­κρα­τι­κής απο­κρα­τι­κο­ποί­η­σης.

Η θε­ω­ρη­τι­κή συ­ζή­τη­ση, ωστό­σο, που είναι πο­λύ­τι­μη και απα­ραί­τη­τη για την επα­να­στα­τι­κή πράξη, λει­τουρ­γεί στο πα­ρα­σκή­νιο. Στο προ­σκή­νιο βρί­σκο­νται οι πρά­ξεις, τα γε­γο­νό­τα και οι συ­νέ­πειές τους.

Η ρήξη της Β΄Διε­θνούς το 1914 και άρα η ιδρυ­τι­κή πράξη της ρε­φορ­μι­στι­κής διε­θνούς δεν ήταν η κα­τά­κτη­ση του κρά­τους από την αρι­στε­ρά αλλά η άνευ όρων κρα­τι­κο­ποί­η­σή της και μά­λι­στα στο σφα­γείο του πο­λέ­μου. Ταυ­τό­χρο­να η ιδρυ­τι­κή πράξη για τη συ­σπεί­ρω­ση των επα­να­στα­τών ήταν η ακρι­βώς αντί­στρο­φη: ερ­γα­τι­κός διε­θνι­σμός κό­ντρα στα κα­πι­τα­λι­στι­κά αφε­ντι­κά, μέσα στην κάθε πα­τρί­δα. Η κί­νη­ση για την κα­τα­στρο­φή της κα­πι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νι­κής σχέ­σης και του έθνους – κρά­τους.

Το “ενιαίο μέ­τω­πο” είναι η τα­κτι­κή που απο­σκο­πεί στη συ­γκέ­ντρω­ση της δύ­να­μης της ερ­γα­τι­κής τάξης σε αυτή της την κί­νη­ση. Από τους άμε­σους στό­χους του κι­νή­μα­τος, στους πο­λι­τι­κούς έως την διεκ­δί­κη­ση της εξου­σί­ας.

Μά­λι­στα είναι η ίδια η κί­νη­ση των μαζών που έδωσε στοι­χεία υπο­δείγ­μα­τος μέσα την εμπει­ρία της πάλης ανα­δει­κνύ­ο­ντας το “επα­να­στα­τι­κό κρι­τή­ριο”: Επα­να­στα­τι­κή κα­τά­στα­ση, όταν οι από πάνω δεν μπο­ρούν και οι από κάτω δεν ανέ­χο­νται. Σο­βιέτ, ερ­γα­τι­κά συμ­βού­λια και άλλες ονο­μα­σί­ες, τα ανα­δυό­με­να ερ­γα­τι­κά και λαϊκά όρ­γα­να αντιε­ξου­σί­ας, το έμ­βρυο της “δι­κτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του”. Δυα­δι­κή εξου­σία η σύ­ντο­μη πε­ρί­ο­δος όπου η εξου­σία με­τε­ω­ρί­ζε­ται με­τα­ξύ των ορ­γά­νων του κρά­τους και των νέων μορ­φών ερ­γα­τι­κής εξου­σί­ας που το απει­λούν.

Αυτά τα φαι­νό­με­να ήταν απο­λύ­τως ορατά στα στε­λέ­χη της αρι­στε­ράς στην επα­να­στα­τι­κή πε­ρί­ο­δο 1917 – 1922, όταν διε­ξά­γο­νται οι σχε­τι­κές συ­ζη­τή­σεις. Τόσο στη Ρωσία – όπου βί­ω­σαν ως κόμμα το επα­να­στα­τι­κό πέ­ρα­σμα από την απο­λυ­ταρ­χία στην αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση κι από κει στην σο­σια­λι­στι­κή επα­νά­στα­ση σε μόλις 14 χρό­νια – όσο και στην Ουγ­γα­ρία, τη Γερ­μα­νία, την Ιτα­λία…

Επα­να­λή­φθη­καν πολ­λές φορές έκτο­τε στην Ιστο­ρία σε διά­φο­ρες και δια­φο­ρε­τι­κές φόρ­μου­λες της πο­λι­τι­κής κρί­σης. Με­τα­ξύ άλλων, στην Ισπα­νία το 1936 η υπε­ρά­σπι­ση της Δη­μο­κρα­τί­ας από τον φα­σί­στα Φράν­κο εξε­λίσ­σε­ται σε κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση. Στην Χιλή το 1973 σε επα­να­στα­τι­κή κα­τά­στα­ση εξε­λίσ­σε­ται η κα­τά­λη­ψη της κυ­βέρ­νη­σης με εκλο­γές. Στην Πορ­το­γα­λία το 1974 ένα στρα­τιω­τι­κό “πρα­ξι­κό­πη­μα” ενα­ντί­ον του δι­κτά­το­ρα εξε­λίσ­σε­ται επί­σης σε επα­να­στα­τι­κή κα­τά­στα­ση. Πα­ντού εμ­φα­νί­ζο­νται όρ­γα­να λαϊ­κής και ερ­γα­τι­κής αντιε­ξου­σί­ας.

Υπάρ­χουν πλή­θος ιστο­ρι­κών υπο­δειγ­μά­των όπου στό­χοι του κι­νή­μα­τος εμ­φά­νι­σαν με­τα­βα­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, ιδιαί­τε­ρα στα κι­νή­μα­τα εθνι­κής απε­λευ­θέ­ρω­σης, απο­α­ποι­κιο­ποί­η­σης, αυ­το­διά­θε­σης με ισχυ­ρή ή πρω­τα­γω­νι­στι­κή πα­ρου­σία της αρι­στε­ράς. Κι­νή­μα­τα δη­λα­δή όπου ο άμε­σος στό­χος είναι το κρά­τος αλλά η πάλη εξε­λίσ­σε­ται σε άμεση τα­ξι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση για την εξου­σία. Αντί­στρο­φα όπου η πάλη και η πα­ρέμ­βα­ση της αρι­στε­ράς δεν κα­τα­φέρ­νει να αξιο­ποι­ή­σει τη με­τα­βα­τι­κή δυ­να­τό­τη­τα μέ­νο­ντας στους εν­διά­με­σους στό­χους οδη­γού­μα­στε σε ήττα. Το μέ­γε­θος της ήττας το κα­θο­ρί­ζει η ίδια η πάλη, αν και πιο συχνά η αστι­κή απά­ντη­ση είναι συ­ντρι­πτι­κή και βάρ­βα­ρη. Ακόμη και όταν οι δυ­νά­μεις του κι­νή­μα­τος κέρ­δι­σαν την εξου­σία αλλά η ρήξη με την κα­πι­τα­λι­στι­κή κοι­νω­νι­κή σχέση και άρα τα στοι­χεία που κα­θο­ρί­ζουν την ερ­γα­τι­κή δη­μο­κρα­τία, δεν βά­θυ­ναν αλλά αντί­θε­τα η κί­νη­ση δια­κό­πη­κε και μά­λι­στα πολύ πρώ­ι­μα από συμ­βι­βα­σμούς (εν­δε­χο­μέ­νως κατά πε­ρί­πτω­ση και ανα­πό­τρε­πτους), δεν πρό­κυ­ψε κά­ποιο “με­τα­βα­τι­κό κα­θε­στώς” αλλά πα­λι­νόρ­θω­ση του κρά­τους στην πιο σκλη­ρή μορφή, το “κρά­τος – κόμμα”.

Από αυτή την άποψη η κλη­ρο­νο­μιά του στα­λι­νι­σμού βρί­σκε­ται στον αντί­πο­δα: στην θέση του “ενιαί­ου με­τώ­που” το δια­τα­ξι­κό “λαϊκό μέ­τω­πο”, στην θέση του διε­θνι­σμού το εύ­ρη­μα του “σο­σια­λι­σμού σε μία μόνο χώρα”, σε αντί­θε­ση με τη με­τα­βα­τι­κή αντί­λη­ψη η “θε­ω­ρία των στα­δί­ων”. Από­ψεις που πλη­ρώ­θη­καν με σκλη­ρές ήττες του κι­νή­μα­τος και της αρι­στε­ράς.

Η με­τα­βα­τι­κή αντί­λη­ψη ακο­λου­θεί το κρι­τή­ριο της “κί­νη­σης της ερ­γα­τι­κής τάξης”. Όλες οι κα­τα­κτή­σεις είναι προ­σω­ρι­νές αλλά ταυ­τό­χρο­να στιγ­μές και κόμ­βοι στην κί­νη­ση. Όλοι οι προ­σω­ρι­νοί στό­χοι, υπό όρους και προ­ϋ­πο­θέ­σεις (το “επα­να­στα­τι­κό κρι­τή­ριο” – το μέ­γε­θος της όξυν­σης της τα­ξι­κής και πο­λι­τι­κής πάλης), μπο­ρούν να ξε­πε­ρα­στούν προς τον στρα­τη­γι­κό στόχο.

Η πε­ρί­πτω­ση της κυ­βέρ­νη­σης πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­ζε­ται υπό αυτή την οπτι­κή δη­λα­δή σε από­λυ­τη συ­σχέ­τι­ση με την ποιό­τη­τα και τον βαθμό της πάλης. Στο πα­ρελ­θόν οι κυ­βερ­νή­σεις της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας ήταν απο­τέ­λε­σμα και έκ­φρα­ση της ανό­δου της δύ­να­μης και της διεκ­δί­κη­σης της ερ­γα­τι­κής τάξης και του μα­ζι­κού κι­νή­μα­τος και λει­τούρ­γη­σαν ταυ­τό­χρο­να, συ­νή­θως, ως φραγ­μός στην πε­ραι­τέ­ρω κλι­μά­κω­σή της, πολ­λές φορές δρα­στι­κά.

Η ενιαιο­με­τω­πι­κή τα­κτι­κή απαι­τεί την υπο­στή­ρι­ξή της αρι­στε­ρής κυ­βέρ­νη­σης απέ­να­ντι στη δεξιά και την πτώση της απ’ τα κάτω και απ’ τ’ αρι­στε­ρά. Ωστό­σο ο βαθ­μός και η ποιό­τη­τα της τα­ξι­κής και πο­λι­τι­κής πάλης, τον οποίο το κόμμα δεν μπο­ρεί να κα­θο­ρί­σει όσο κι αν συμ­με­τέ­χει με κρί­σι­μο ρόλο στην δια­δι­κα­σία, δί­νουν κάθε φορά δια­φο­ρε­τι­κές συ­γκε­κρι­μέ­νες συν­θή­κες, πάντα με την ίδια δια­κύ­βευ­ση, την υπέρ­βα­ση της προ­σω­ρι­νής κα­τά­κτη­σης προς τον στρα­τη­γι­κό στόχο. Η έν­νοια της “κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς” ή “ερ­γα­τι­κής κυ­βέρ­νη­σης” έχει με­τα­βα­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο κλι­μά­κω­σης της σύ­γκρου­σης και απο­στα­θε­ρο­ποί­η­σης του αστι­κού κρά­τους σε αντί­θε­ση με κάθε δια-κυ­βέρ­νη­ση του κρά­τους στο όνομα της αρι­στε­ράς. Η πε­ρί­πτω­ση της Χιλής απο­τέ­λε­σε το κο­ρυ­φαίο πα­ρά­δειγ­μα μιας τέ­τοιας δια­δι­κα­σί­ας.

Σή­με­ρα, εν μέσω κλι­μα­κού­με­νης κα­πι­τα­λι­στι­κής και ιμπε­ρια­λι­στι­κής βαρ­βα­ρό­τη­τας η πο­λι­τι­κή αρι­στε­ρά βρί­σκε­ται σε ιστο­ρι­κό ναδίρ και σε με­γά­λη ανα­ντι­στοι­χία με την ίδια την τα­ξι­κή πάλη και το κί­νη­μα. Η πε­ρί­πτω­ση του “κι­νή­μα­τος των Τε­μπών” είναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή.

Τα τε­λευ­ταία 50 χρό­νια χα­ρα­κτη­ρί­ζο­νται από τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη αστι­κή αντε­πί­θε­ση στις κα­τα­κτή­σεις του “πα­γκό­σμιου Μάη ‘68”, ακυ­ρώ­νο­ντας την ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή ταυ­τό­τη­τα και τον αντι­φα­τι­κό ρόλο της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας ως μα­ζι­κής, κυ­βερ­νη­τι­κής αρι­στε­ράς. Στην ίδια πε­ρί­ο­δο κα­ταρ­ρέ­ει μαζί με τα “ανα­το­λι­κά κα­θε­στώ­τα” και ο στα­λι­νι­κός ρε­φορ­μι­σμός, ως εναλ­λα­κτι­κή εκ­δο­χή.

Η τα­ξι­κή πάλη δεν παύει να πα­ρά­γει με­γά­λες κι­νη­μα­τι­κές στιγ­μές έως και επα­να­στα­τι­κές, πα­ρά­δειγ­μα η “Αρα­βι­κή Άνοι­ξη”, όχι όμως επα­να­στά­σεις με σο­σια­λι­στι­κό/ κομ­μου­νι­στι­κό πρό­ση­μο. Η “μνήμη του κι­νή­μα­τος” έχει αδυ­να­τί­σει μαζί με την αρι­στε­ρά αλλά η ανά­γκη των πολ­λών και “από κάτω” για εναλ­λα­κτι­κή στην κλι­μα­κού­με­νη βαρ­βα­ρό­τη­τα εκ­φρά­ζε­ται σε κάθε ευ­και­ρία.

Σε αυτές τις συν­θή­κες το ζή­τη­μα της μα­ζι­κής αρι­στε­ράς ως απα­ραί­τη­τη πα­ρά­με­τρος της κλι­μά­κω­σης του ίδιου του κι­νή­μα­τος, ως αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή και μνήμη, εμ­φα­νί­ζε­ται και ως ζή­τη­μα εκλο­γι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης. Τα κρι­τή­ρια πα­ρα­μέ­νουν τα ίδια όμως η κυ­βερ­νη­τι­κή πρό­κλη­ση εμ­φα­νί­ζε­ται με δια­φο­ρε­τι­κούς όρους από το πα­ρελ­θόν. Η δια-κυ­βέρ­νη­ση του αστι­κού κρά­τους ποτέ δεν είναι επα­να­στα­τι­κός στό­χος αλλά μπο­ρεί να προ­κύ­ψει ως εν­δε­χό­με­νο της πάλης, ως με­τα­βα­τι­κός στό­χος “κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς”. Η εμπει­ρία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ είχε τέ­τοια χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά.

Η πε­ρί­ο­δος του 2010 – 2015 αφο­ρού­σε μια με­γά­λη κλι­μά­κω­ση της πάλης. Δεν ήταν επα­να­στα­τι­κή κα­τά­στα­ση αλλά ήταν μια πε­ρί­ο­δος με χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ορι­σμέ­νου βαθ­μού “πο­λι­τι­κής απερ­γί­ας διαρ­κεί­ας” που προ­κά­λε­σε βαθιά πο­λι­τι­κή κρίση. Δεν ανα­δύ­θη­καν μορ­φές “ορ­γά­νων των από κάτω” ωστό­σο η άνο­δος κάθε εί­δους κοι­νω­νι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας, διεκ­δί­κη­σης, συλ­λο­γι­κό­τη­τας, αλ­λη­λεγ­γύ­ης υπήρ­ξε πρω­τό­τυ­πη, ποι­κί­λη και κλι­μα­κού­με­νη.

Η πτώση του κι­νη­μα­τι­σμού αλλά όχι της ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποί­η­σης προς τ’ αρι­στε­ρά, σχήμα πα­ρά­δο­ξο αλλά αναμ­φι­σβή­τη­το όπως κα­τα­γρά­φη­κε με το δη­μο­ψή­φι­σμα, σχε­τί­ζε­ται με την γε­ω­με­τρία της τα­ξι­κής επί­θε­σης η οποία είχε στο επί­κε­ντρό της το “μνη­μό­νιο” ως ανα­πό­φευ­κτο όριο για κάθε “επί μέ­ρους” διεκ­δί­κη­ση. Αυτή η εξέ­λι­ξη βέ­βαια είχε και μία ακόμη συ­νέ­πεια. Έθεσε ξε­κά­θα­ρα τον στόχο της εξου­σί­ας ως “κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς”.

Η με­τα­βα­τι­κή προ­σέγ­γι­ση απαι­τού­σε τον από­λυ­το προ­σα­να­το­λι­σμό στη συ­γκέ­ντρω­ση της δύ­να­μης των “από κάτω”, της ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποι­η­μέ­νης κοι­νω­νί­ας. Απαι­τού­σε τον προ­σα­να­το­λι­σμό σε άμεσα ανα­δια­νε­μη­τι­κούς στό­χους υπέρ των πολ­λών και “από κάτω”, στό­χους και ζυ­μώ­σεις με σαφή “αντι­κρα­τι­κό” και “αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κό ορί­ζο­ντα” ταυ­τό­χρο­να με επι­λο­γές ανά­δει­ξης και ενί­σχυ­σης των συλ­λο­γι­κών εκ­φρά­σε­ων της κοι­νω­νι­κής και κι­νη­μα­τι­κής αυ­τε­νέρ­γειας και της ερ­γα­τι­κής και κοι­νω­νι­κής συμ­με­το­χής, όπως είναι ο πε­ρί­φη­μος ερ­γα­τι­κός και κοι­νω­νι­κός έλεγ­χος, σε δια­δι­κα­σί­ες αντι­στρο­φής των ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σε­ων με εκτε­τα­μέ­νες κοι­νω­νι­κο­ποι­ή­σεις. Απαι­τού­σε εξάλ­λου τη δη­μό­σια διευ­κρί­νη­ση των όρων της σύ­γκρου­σης παρά την υπό­σχε­ση για “νίκη χωρίς σύ­γκρου­ση”, που επέ­λε­ξε η ηγε­τι­κή, προ­ε­δρι­κή ομάδα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ από το 2012 και έκτο­τε σε μία πο­ρεία διαρ­κούς δε­ξιάς στρο­φής και συ­στη­μι­κής προ­σαρ­μο­γής.

Όμως η αρι­στε­ρή αντι­πο­λί­τευ­ση δεν συ­γκέ­ντρω­σε την δύ­να­μη της – το ΚΚΕ, που δυ­νη­τι­κά είχε κα­θο­ρι­στι­κό ρόλο απεί­χε ου­σια­στι­κά από τις πο­λι­τι­κές και κι­νη­μα­τι­κές προ­κλή­σεις της πε­ριό­δου, ενώ η εξω­κοι­νο­βου­λευ­τι­κή αρι­στε­ρά και η εσω­κομ­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν συ­νερ­γά­στη­καν πα­ρό­τι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ γεν­νιό­ταν ως δυ­να­τό­τη­τα για τους “από κάτω” μέσα στα γε­γο­νό­τα της πε­ριό­δου 2010 – 2015 και ήταν ένα ανοι­χτό πεδίο πάλης στο εσω­τε­ρι­κό του.

Η εσω­κομ­μα­τι­κή πάλη τον διέ­σχι­σε ορι­ζό­ντια δια­μορ­φώ­νο­ντας βα­θιές δια­χω­ρι­στι­κές με όριο το μνη­μό­νιο και τη σύ­γκρου­ση με τους δα­νει­στές. Ωστό­σο η άποψη που έβλε­πε τη με­τα­βα­τι­κή δυ­να­τό­τη­τα να με­τα­κι­νη­θεί το όριο προς τα εμπρός, στην με­τω­πι­κή και κατά προ­τε­ραιό­τη­τα σύ­γκρου­ση με το εγ­χώ­ριο κε­φά­λαιο, ξε­κα­θα­ρί­ζο­ντας πε­ρισ­σό­τε­ρο τον στόχο της εξου­σί­ας στα μάτια του κοι­νω­νι­κού ακρο­α­τη­ρί­ου, ήταν μεν υπαρ­κτή πλην ήταν εξαι­ρε­τι­κά μειο­ψη­φι­κή, αδύ­να­μη και άπει­ρη.

Κυ­ριάρ­χη­σε το νο­μι­σμα­τι­κό δί­λημ­μα και εναλ­λα­κτι­κά σχέ­δια “ανά­πτυ­ξης” και “πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης” με δραχ­μή. Προ­σεγ­γί­σεις που, ανε­ξάρ­τη­τα από τις πο­λι­τι­κές προ­θέ­σεις, είχαν στον πυ­ρή­να τους, ως προ­τά­σεις για την (κα­πι­τα­λι­στι­κή) ανά­πτυ­ξη, εναλ­λα­κτι­κές εκ­δο­χές απο­κα­τά­στα­σης και επι­τά­χυν­σης των ρυθ­μών κα­πι­τα­λι­στι­κής συσ­σώ­ρευ­σης. Η έξο­δος από το ευρώ, ση­μείο συ­μπύ­κνω­σης της αντι­πα­ρά­θε­σης, ήταν επι­λο­γή του αντι­πά­λου, καθώς με­τα­κι­νού­σε την αντι­πα­ρά­θε­ση στο εθνι­κό παρά στο τα­ξι­κό έδα­φος. Η έξο­δος από την ΟΝΕ/ΕΕ ως προ­ϋ­πό­θε­ση των εξε­λί­ξε­ων αφορά την κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη σε πλήρη αντι­στρο­φή με τις τα­ξι­κές ανα­τρο­πές και ρή­ξεις όπου το νό­μι­σμα και το χρέος αντι­με­τω­πί­ζο­νται ως συ­νέ­πειες της τα­ξι­κής ανα­τρο­πής. Η άλλη πλευ­ρά αυτής της οπτι­κής είναι η υπο­τί­μη­ση του ρόλου και των δυ­να­το­τή­των του κοι­νω­νι­κού υπο­κει­μέ­νου στην πάλη, πρω­τί­στως ως σώμα ψη­φο­φό­ρων και ως αντι­κεί­με­νο των κυ­βερ­νη­τι­κών επι­λο­γών. Δεν υπήρ­χε εκτί­μη­ση για το μέ­γε­θος της κοι­νω­νι­κής ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποί­η­σης. Το απο­τέ­λε­σμα του δη­μο­ψη­φί­σμα­τος ήταν ένα “χα­στού­κι” προς τον τα­ξι­κό και πο­λι­τι­κό εχθρό που “ακού­στη­κε” ωστό­σο και σε όλη την αρι­στε­ρά.

Για τον κύριο αντί­πα­λο, την εγ­χώ­ρια αστι­κή τάξη και τους πο­λι­τι­κούς της εκ­προ­σώ­πους, που επέ­λε­ξε και ου­σια­στι­κά συ­νέ­γρα­ψε τα μνη­μό­νια, ήταν απο­λύ­τως ξε­κά­θα­ρο πως το πιο ση­μα­ντι­κό για τα δικά της συμ­φέ­ρο­ντα ήταν να φορ­τω­θεί η κρίση στους από κάτω και να τρο­πο­ποι­η­θεί ο τα­ξι­κός συ­σχε­τι­σμός στην χώρα υπέρ της, παρά η απα­τη­λή, φαι­νο­με­νι­κή “ει­κό­να στιγ­μής” της δήθεν υπο­τί­μη­σης του ελ­λη­νι­κού κα­πι­τα­λι­σμού λόγω της μεί­ω­σης του ΑΕΠ. Δεν επρό­κει­το λοι­πόν για “υπο­τέ­λεια” μα για “τα­ξι­κή ευ­θυ­κρι­σία”. Οι ση­με­ρι­νές δυ­να­τό­τη­τες εκ­με­τάλ­λευ­σης και κέρ­δους είναι για το με­γά­λο κε­φά­λαιο στην Ελ­λά­δα, άνευ προη­γου­μέ­νου.

Αδυ­να­μί­ες και λαν­θα­σμέ­νες επι­λο­γές όλης της, ούτως ή άλλως μη συ­γκε­ντρω­μέ­νης συ­νο­λι­κά, εσω­κομ­μα­τι­κής αντι­μνη­μο­νια­κής αντι­πο­λί­τευ­σης καθώς και η στάση της αρι­στε­ράς εκτός του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, δεν επέ­τρε­ψαν να υπάρ­ξει δια­φο­ρε­τι­κή εξέ­λι­ξη. Όχι μόνο ή απα­ραι­τή­τως στην υπό­θε­ση της δια­πραγ­μά­τευ­σης το 2015 αλλά και στην συ­νέ­χεια, της οι­κο­δό­μη­ση μα­ζι­κής, ρι­ζο­σπα­στι­κής πο­λι­τι­κής αρι­στε­ράς για να συ­γκρα­τή­σει, συ­ντη­ρή­σει και κλι­μα­κώ­σει την κοι­νω­νι­κή αρι­στε­ρή ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση στην πο­ρεία του χρό­νου. Τε­λευ­ταίο μα όχι έσχα­το είναι το ζή­τη­μα της διε­θνούς ακτι­νο­βο­λί­ας καθώς όλα τα μάτια του κι­νή­μα­τος και της αρι­στε­ράς ήταν στραμ­μέ­να στο εν εξε­λί­ξει “πρα­ξι­κό­πη­μα”. Αντί για υπό­δειγ­μα επι­μο­νής αν όχι νίκης, πα­ρα­δώ­σα­με ένα μικρό ΤΙΝΑ.

Η απου­σία της με­τα­βα­τι­κής αντί­λη­ψης στην αρι­στε­ρά με έμ­φα­ση και εμπι­στο­σύ­νη στην κί­νη­ση των “από κάτω”, κα­θό­ρι­σε τα γε­γο­νό­τα της πε­ριό­δου 2010 – 2015 και όχι ασφα­λώς κά­ποια αντι­κει­με­νι­κά όρια δυ­να­το­τή­των.

Παρά την ση­με­ρι­νή, σχε­τι­κή πτώση του βαθ­μού της πάλης, τα δο­μι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της πε­ριό­δου και το πο­λι­τι­κό πλαί­σιο με το με­γά­λο κενό στ’ αρι­στε­ρά, πα­ρα­μέ­νουν ίδια. Τα συ­μπε­ρά­σμα­τα οφεί­λουν να απο­τε­λούν οδηγό για την απο­φυ­γή των ίδιων λαθών και για την οι­κο­δό­μη­ση μα­ζι­κής, ενιο­με­τω­πι­κής και με με­τα­βα­τι­κή αντί­λη­ψη, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής αρι­στε­ράς, ως επεί­γου­σα και ανα­γκαία.

https://rproject.gr/article/i-metavatiki-antilipsi

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος

Σχόλια (0)

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.