Διαβάζω, πριν από μερικές μέρες, στο κύριο άρθρο της «Εφ.Συν.»: «[Ο Μητσοτάκης] είναι ένα κακομαθημένο πλουσιόπαιδο, που βρέθηκε στην πολιτική λόγω γονικής παροχής». Σκέφτομαι, αμέσως, ότι αυτό είναι που εξηγεί γιατί ένα από τα πρώτα μέτρα της κυβέρνησής του ήταν η γενναία (!) αύξηση του αφορολόγητου για τις γονικές παροχές: στα 800.000 ευρώ ή και στο 1.600.000, εάν προέρχεταιι από τους δύο γονείς. Τους απόλυτους αριθμούς ας μην τους λάβουμε υπόψη –οι άνθρωποι που μας κυβερνούν πιστεύουν πραγματικά πως πρόκειται για μικροποσά.
Οι άνθρωποι που μας κυβερνούν βρίσκονται, γενικότερα, στην καρακοσμάρα τους. Δεν ξέρουν, ούτε κατά προσέγγιση, πόσο κάνει ένα πακέτο μακαρόνια –για τα λάχανα μην αναρωτηθείτε καθόλου. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για κατεξοχήν επαρχιώτες. Ο μεγάλος, σύνθετος κόσμος τούς είναι άγνωστος.
Δείτε, για να το κάνω πιο κοσμοπολίτικο, τον Τραμπ, τον Μασκ ή τον Μπέζος; Θα δίνατε, αλήθεια, το σκυλάκι σας να το πάνε μια βόλτα στο πάρκο; Με το που εμφανίστηκαν αυτοί οι γίγαντες της χιλιοτραγουδισμένης επιχειρηματικότητας στο προσκήνιο, αποκαλύφτηκαν. Αστοιχείωτα «ούφο» που, ως προς τα ουσιώδη της ζωής, δεν μπορούν να δώσουν σε δυο βόδια άχυρο. Ο Μπέζος, σε πρόσφατη συνέντευξή του, αποκάλυψε γιατί διάλεξε να γίνει δισεκατομμυριούχος: επειδή δεν έπαιρνε τα γράμματα.
Ακούστε την ιστορία από το ίδιο το στόμα του: «Στη διάρκεια των σπουδών μου στη φυσική, μας έβαλαν μια άσκηση με μερικές παραγώγους. Επεσα με ενθουσιασμό πάνω της. Επί μήνες δεν τα κατάφερνα. Μέχρι που συνάντησα έναν Ασιάτη συμφοιτητή μου και τον ρώτησα μήπως είχε κάποια ιδέα. Ελυσε την εξίσωση μπροστά μου σε λίγη ώρα. Κατάλαβα πως δεν έκανα γι’ αυτό». Κι έτσι αποφάσισε να κυνηγήσει την τύχη του ως δισεκατομμυριούχος.
Δεν χρειάζεται να μιλήσουμε για τον Μασκ, ο οποίος σκάει έναν πύραυλο κάθε δυο μέρες, αλλά μας διαβεβαιώνει πως θα μας πάει να αποικήσουμε τον Αρη το… 2024
Ας γυρίσουμε, όμως, στα δικά μας.
Οι συμπατριώτες μας, λοιπόν, αστοί, ενώ είναι τέτοιοι και χειρότεροι, διακινούν πληθωριστικά τον λόγο περί αξιοκρατίας. Στις απαρχές του καπιταλισμού, οι αριστοκράτες θεωρούσαν τους μπουρζουάδες άξεστους και παρακατιανούς. Ανάξιους κατσαπλιάδες, χωρίς καμιά ευγένεια κι ανατροφή. Είναι και γι’ αυτό που έχει τόση πλάκα όταν γίνεται λόγος για «αστική ευγένεια».
Οι καπιταλιστές και οι φίλοι τους είναι το αντιπαράδειγμα της ευγένειας. Το μισό, τουλάχιστον, μυθιστόρημα του 19ου αιώνα αφορά αυτό.
Οι αστοί, τις περισσότερες φορές, εξαγοράζουν πιστοποιητικά αξιοσύνης, για να τα περιφέρουν στην αγορά.
Η επαγγελματική πορεία τους δεν καθορίζεται από αυτά, ούτε στο ελάχιστο. Οφείλεται αποκλειστικά στα κοινωνικά δίκτυα της οικογένειας –αποκλειστικά. Η τεράστια παρουσία κληρονόμων στα ψηλά στρώματα των μεγάλων επιχειρήσεων είναι, απλώς, ρουσφέτι στο εσωτερικό του ταξικού σογιού. Από το ανώτατο διευθυντικό προσωπικό ελάχιστοι κάνουν ουσιώδη δουλειά –όσοι δεν προέρχονται από τα ψηλά πατώματα. Οι υπόλοιποι περιφέρονται.
Ο Μητσοτάκης είναι αληθινός ιδεότυπος. Με σπουδές στο σύνολό τους πληρωμένες –δεν πέρασε ποτέ σε πανεπιστήμιο, αξιοκρατικά– και μια τελική εργασία τόσο της πλάκας που ένας από τους καλούς μαθητές μου στο Λύκειο δεν θα καταδεχόταν να μου την παραδώσει, έγινε διευθυντής στην Εθνική Τράπεζα στον επενδυτικό κλάδο. Τη βούλιαξε, αλλά έτσι είναι η αγορά: επιβραβεύει τους άξιους.
Γενικότερα, όμως, το παραμύθι της αξιοκρατίας μπάζει από παντού. Η ιδέα, για παράδειγμα, πως ένας μικρομεσαίος επιχειρηματίας αξιολογείται καθημερινά αντίθετα από έναν εκπαιδευτικό ή γιατρό, είναι απλώς αρλούμπα. Οπως σημείωναν πρόσφατα τα, υπεράνω υποψίας για αντικαπιταλισμό, «Νέα», ένα πολύ μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων δεν θα επιβίωνε με όρους παραγωγικότητας και ποιοτικής προσφοράς.
Οι κρατικές πλάτες και τα στραβά μάτια, σε ό,τι αφορά τις εργασιακές συνθήκες ή τη φορολογική ασυδοσία, είναι που εμποδίζουν το «αόρατο χέρι» της αγοράς να απονείμει πιστοποιητικά «επιχειρηματικής αριστείας».
Το εντυπωσιακό είναι ότι, ενώ τα πράγματα είναι έτσι, ένα μεγάλο μέρος αριστερών πολιτικών (sic) ορκίζεται στην αξιοκρατία. Ο κ. Τσίπρας είναι και σε αυτό το κλασικό παράδειγμα. Το γεγονός πως το Ιδρυμά του φιλοξένησε τον Μάικλ Σαντέλ («Η τυραννία της αξίας») πρόσφατα, ίσως τον κάνει λιγότερο ενθουσιώδη με την πιο τοξική – ταξική έννοια της αστικής ιδεολογίας. Ισως πάλι και όχι.
Η Αριστερά δεν πολεμάει την αξιοκρατία γιατί δεν εφαρμόζεται «σωστά». Την απορρίπτει, κατεξοχήν, όταν εφαρμόζεται σωστά. Οταν, δηλαδή, ένας χρηματιστηριακός ντίλερ παίρνει 100 φορές περισσότερα από έναν καθηγητή ή έναν δημόσιο γιατρό –με δεδομένο πως η αγορά λειτουργεί ελεύθερα, χωρίς παρεμβάσεις και καταστροφικές «ρυθμίσεις»– και αυτό συνιστά την κοινωνική αναγνώριση της δουλειάς του, την εκατονταπλάσια αξία του.
Η σκληρή ιδεολογία αφορά τα κριτήρια. Η δική μας ιδεολογία προτρέπει:
Να κάνουμε καλά τη δουλειά μας. Να νοιαζόμαστε. Να νιώθουμε περηφάνια όταν προσφέρουμε. Να μην είμαστε εξειδικευμένοι ηλίθιοι. Να μη μοιάζουμε με μητσοτάκηδες.
Αυτά να μαθαίνουμε στα παιδιά μας. Τα ακριβώς αντίθετα από τους ακροκεντρώους και τους ακροδεξιούς.
Να μην κάνουν καλά τη δουλειά τους γιατί ελέγχονται, απειλούνται και τιμωρούνται, αλλά γιατί νοιάζονται για το γενικό καλό.
https://xristoslaskos.wordpress.com/2025/07/07/astiki-axiokratia/?
Σχόλια (0)