Αυτό που μας λέει το θέμα των ημερών δεν είναι απλώς το πιπεράτο παραπολιτικό της δημιουργίας κόμματος Τσίπρα στο φάσμα της Κεντροαριστεράς ή της δημιουργίας κόμματος Σαμαρά στο φάσμα της Δεξιάς ή και το υποτιθέμενο κόμμα της κυρίας Καρυστιανού. Είναι κάτι περισσότερο και αφορά το όλον πολιτικό σύστημα. Μας λέει ότι, ίσως, οδηγείται σε ένα κρίσιμο όριο ο κύκλος, όπως τον γνωρίζαμε, των κομμάτων της περιόδου που διασταλτικά -ίσως και καταχρηστικά- την ονομάζουμε ελληνική Μεταπολίτευση. Αν υποθέσουμε ότι υπήρξε κάποια εμπειρία είναι ετούτη: οι περίοδοι ανόδου της χώρας συνδέθηκαν θετικά με τις καλύτερες συνταγές και όχι με τα περισσότερα μαγειρέματα.
Η όλη αντιπαράθεση δείχνει ότι βρισκόμαστε στην πλευρά των πολλών μαγειρεμάτων και όχι των θετικών βέλτιστων συνταγών. Με άλλα λόγια, διανύουμε περίοδο ηγετών-γκαλοπιτζήδων. Με πιο κομψή διατύπωση, διανύουμε φάση μετασχηματισμών, εξατομίκευσης, μεσσιανισμού, κοινωνικών δικτύων και έντονου δεξιόστροφου και αριστερόστροφου λαϊκισμού, προσωποπαγών, καρτελοποιημένων ή και οιονεί «ψηφιακών» κομμάτων.
Προφανώς, σε σχέση με τις συνταγές και τα μαγειρέματα απορρέει η επίσης σημαντική θεσμική διαφορά της χώρας με τους εταίρους μας στην Ε.Ε. Η οικονομία και η διατηρήσιμη ανάπτυξη αφορά την ποιότητα της διακυβέρνησης και την ακεραιότητα των κυβερνητικών αξιωματούχων. Στην ιδανική-θεωρητική περίπτωση, οι κυβερνήσεις δρουν σαν «χέρι που βοηθά» το σύστημα της αγοράς, προστατεύοντας τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, τα δημόσια αγαθά και το δημόσιο κεφάλαιο, την πνευματική ιδιοκτησία ως προς την καινοτομία και την τεχνολογία, βοηθώντας νεοπαγείς σημαντικούς κλάδους που σχετίζονται με τις εξαγωγές, φροντίζοντας τους τομείς της βιομηχανίας και ειδικά τον πρωτογενή τομέα (αγροτικό-κτηνοτροφικό) για τον σκοπό της διατροφικής επάρκειας του πληθυσμού, επιβάλλοντας συμβάσεις στην αγορά εργασίας, διώκοντας τις απάτες και τις αθέμιτες συμπράξεις των ολιγοπωλίων, διώκοντας τη διαφθορά των αξιωματούχων και των πολιτικών προσώπων, προωθώντας τον ανταγωνισμό και ούτω καθεξής.
Η κυβέρνηση δείχνει να έχει πάρει αποστάσεις από αυτό το θεωρητικό ιδεώδες. Τα τελευταία σκάνδαλα -και όλα όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας- αποδεικνύουν ότι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έδρασαν περισσότερο σαν «χέρι που αρπάζει», χρησιμοποιώντας τη δύναμη του κράτους και των θεσμών για να βοηθήσουν ισχυρούς και ημετέρους να γίνουν πλουσιότεροι, εις βάρος της ευρύτερης κοινωνίας. Περιττό να λεχθεί ότι, στη συσχέτιση ανάπτυξης και διαφθοράς, όλες οι εμπειρικές μελέτες επιβεβαιώνουν την αντίστροφη σχέση και ότι η έκταση της διαφθοράς είναι πράγματι ένας καθοριστικός παράγοντας που υπονομεύει την οικονομική ανάπτυξη, άρα τη δυνητική πίτα αλλά και τη δίκαιη κατανομή της.
Από την άλλη, πέραν του οικονομικού πεδίου, η νηφαλιότητα και η ουδετερότητα της πολιτικής επιστήμης θα μπορούσε να βοηθήσει την τρέχουσα συζήτηση. Ενα πολιτικό κόμμα ορίζεται, συνήθως, ως «Μία οργανωμένη ομάδα που επιδιώκει να αποκτήσει και να διατηρήσει την πολιτική εξουσία στο πλαίσιο του κράτους, προτείνοντας πρόσωπα ικανά για δημόσια αξιώματα και επιδιώκοντας να επηρεάσει τη δημόσια πολιτική» (προσαρμογή από το Giovanni Sartori, «Parties and Party Systems», 1976).
Εχουν τα πιθανολογούμενα νέα κόμματα τα παραπάνω απλά στοιχεία; Εδώ αρχίζουν τα ερμηνευτικά πανηγύρια. Αλλοι θα έλεγαν, σίγουρα ναι και άλλοι θα έλεγαν σίγουρα όχι. Προφανώς, μιλάμε για δύο πρώην πρωθυπουργούς (όπως ο Αλέξης Τσίπρας και ο Αντώνης Σαμαράς) με αρκετό πολιτικό κεφάλαιο, δίχως κόμμα. Ολοι τους όμως, ακόμα και η υπόθεση «κόμμα Καρυστιανού», επηρεάζουν το πολιτικό σύστημα σε ολόκληρο το φάσμα του.
Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα -αυτή τη στιγμή- πού θα οδηγηθούν αυτές οι πολιτικές προσπάθειες. Μπορεί να πετύχουν ή και να ξεφουσκώσουν πολύ γρήγορα με το παραμικρό στραβοπάτημα. Υπάρχουν πολλά αδύνατα σημεία. Το πρώτο είναι ότι η ελληνική κοινωνία έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Τα νέα κόμματα δεν εμφανίζονται σε ουδέτερο πολιτικό χρόνο, αλλά σε φάση προβλημάτων της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Το δεύτερο είναι οι εγγενείς αδυναμίες των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Το τρίτο είναι οι κλυδωνισμοί στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες (λ.χ. Γαλλία ή και Γερμανία) και οι τεκτονικές μεταβολές στους γεωπολιτικούς συσχετισμούς και οι ανατροπές στο πολιτικό υπόδειγμα των ΗΠΑ. Ολα σε συνδυασμό συνιστούν παράγοντες που επιτείνουν τις ελληνικές αβεβαιότητες. Τέλος, και πολύ σημαντικό, τα νέα πολιτικά κόμματα (πλην της υπόθεσης Καρυστιανού) ωθούνται από ηγέτες, με την έννοια γνωστών και δοκιμασμένων προσώπων που αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες – δύο πρώην πρωθυπουργούς.
Ως εκ τούτου, η υπόθεση «νέο πολιτικό κόμμα» μπορεί να είναι δημοφιλής και ελκυστική, αλλά μπορεί να μην είναι αποτελεσματική. Ως προς τούτο, δεν θα έβλαπτε μια νηφαλιότητα. Πολύ δε περισσότερο στον βαθμό που -προσώρας τουλάχιστον- δεν έχουμε κάτι πολύ συγκεκριμένο. Εχουμε μόνο βάσιμες υποθέσεις, διεργασίες, ηγέτες δίχως κόμματα και -αρκετά θλιβερό- μια ευρωπαϊκή εισαγγελία να δίνει έναν κάποιο ρυθμό στις πολιτικές εξελίξεις.
https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/487321_i-dimofilis-syzitisi-neo-komma
Σχόλια (0)