Οπου πέφτουν καρχαρίες βγαίνει αίμα στον αφρό

Οπου πέφτουν καρχαρίες βγαίνει αίμα στον αφρό

  • |

Ηταν στα 1928 όταν ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έγραφε τους στίχους για την μπαλάντα του Μάκκι ή Μακχήθ του μαχαιροβγάλτη, ένα τραγούδι που έγινε διάσημο και ακουγόταν στην «Οπερα της πεντάρας» του Κουρτ Βάιλ. Στην Ελλάδα πρωτοτραγουδήθηκε από τη Μελίνα Μερκούρη σε μεταφραστική προσαρμογή στα ελληνικά από τον Παύλο Μάτεσι. Και το τραγούδι ξεκίναγε με τον στίχο «Οπου πέφτουν καρχαρίες βγαίνει αίμα στον αφρό», που μου έφερε στον νου τα όσα ζούμε σήμερα στην πατρίδα μας. Παντού καρχαρίες διψασμένοι για κέρδος. Τράπεζες, funds, ιδιώτες πάροχοι ενέργειας, ιδιώτες στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στην κοινωνική ασφάλιση, στα ταχυδρομεία, στα αεροδρόμια, στα λιμάνια και στα τρένα, σε λίγο και στο νερό, ίσως και στη διαχείριση και λειτουργία των φυλακών, μέχρι αν χρειαστεί και στην πουτ@να τη μάνα μας που έλεγε ο Ζοζέ Σαραμάγκου. Και από κοντά, ό,τι έχει απομείνει σε ημιδημόσια και δημόσια χέρια, ΑΑΔΕ λέγεται, ΔΕΔΔΗΕ λέγεται, ακόμα και Δικαιοσύνη, να παίζει τον ρόλο του μπράβου και του φοροεισπράκτορα των καρχαριών.

Τάκης Λάγιος

Παντού αιμοδιψείς καρχαρίες με τη συνέργεια συμμοριών απαρτιζόμενων από ακρίδες και τρωκτικά κατατρώγουν τις σάρκες μιας κοινωνίας η οποία είναι αναγκασμένη να μάθει να συμβιώνει μαζί τους, να τους συνηθίζει και στο τέλος να τους μιμείται, γιατί έτσι επιβιώνει κάποιος στη νεοφιλελεύθερη πιάτσα. Και όταν μιμείσαι το τέρας, το συνηθίζεις και αρχίζεις, όπως έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις, να του μοιάζεις. Και ο λόγος είναι ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει σαν πρότυπο όσους έχουν τη λάμψη που χαρίζει ο πλούτος, όσους είναι πασαλειμμένοι με τη στίλβη του καλοζωισμένου. Οπως ακριβώς το λέει ο Μπρεχτ στο ίδιο τραγούδι: «Είναι κάποιοι στο σκοτάδι, κάποιοι άλλοι είναι στο φως, μα εσύ βλέπεις τη λάμψη κι όχι τη σκοτεινιά».

Το να συνηθίσεις το τέρας, που από εποχές Κωλέττη λυμαίνεται τη χώρα και επιδεικνύεται λουστραρισμένο στα σαλόνια της κοσμικής συνάφειας, είναι το τελευταίο στάδιο της ιδιωτείας και της κοινωνικής αφασίας. Το πρώτο σημάδι αυτής της αφασίας είναι η μεταβολή του χαρακτήρα, αυτού του ανθρώπινου μηχανισμού κοινωνικής συμπεριφοράς που οι αρχαίοι ονόμαζαν ήθος. Η μεταβολή αυτή συνδέεται με τη μικροπρέπεια και η μικροπρέπεια με την κουτοπονηριά και η κουτοπονηριά καταλήγει σε χαμέρπεια. Ο χαμερπής άνθρωπος έχει όλα τα χαρακτηριστικά του κόλακα· του κόλακα των εξουσιών, των καρχαριών, των πλούσιων, των «διάσημων», των «σπουδαίων». Εκτός από την κολακεία, το άλλο χαρακτηριστικό της χαμέρπειας είναι η δουλικότητα, η παροχή υπηρεσιών στο τέρας. Και από το σημείο αυτό και μετά, το ήθος με το οποίο μας έχει προικίσει η Φύση θάβεται κάτω από τα μπάζα που παράγουν η αήθεια και η ευτέλεια των κοινωνικών συμβάσεων και επινοήσεων.

Και μιλώντας για μπάζα, ας θυμηθούμε το έγκλημα των Τεμπών. Ας ανασύρουμε πάλι το σκόπιμα σκεπασμένο κάτω από άχρηστα υλικά γεγονός αυτό, που αποτελεί κραυγαλέο δείγμα της συμπεριφοράς του τέρατος. Για να μην ξεχνάμε. Για να μη συνηθίσουμε κι εμείς το τέρας. Και ας το συνδέσουμε με ένα άλλο χαρακτηριστικό του χαμερπούς ατόμου που δεν είναι άλλο από τον βαθμό ενόχλησής του εξαιτίας κάποιου γεγονότος. Θα παρατηρήσουμε ότι ο χαμερπής ενοχλείται (επιδερμικά πάντα) στον ίδιο βαθμό για κάθε γεγονός. Ιδιος βαθμός ενόχλησης εξαιτίας της δολοφονίας 57 ανθρώπων, ίδιος και για το ότι ένας Ρομά έκλεψε ένα ρολόι. Ιδιος βαθμός ενόχλησης για το ξεκοκάλισμα ευρωπαϊκών κονδυλίων από κομματάρχες με τη μεσολάβηση υπουργών, ίδιος και για τον τυροπιτά που δεν έκοβε αποδείξεις.

Και όταν τους παρουσιάζεις αδιάσειστα στοιχεία που βοούν απαντάνε: Δεν γνωρίζω, δεν είδα, δεν άκουσα. Η επίκληση άγνοιας, η προσποίηση ότι δεν έγινε και τίποτα, η αποποίηση ή η μεταβίβαση ευθυνών στους άλλους, ακόμα και στα θύματά τους και, όταν σφίγγουν τα πράγματα, η επίκληση του «δικαιώματος σιωπής» είναι η πάγια τακτική τους. Και η τακτική αυτή τού δεν θυμάμαι, δεν γνωρίζω, δεν με ενημέρωσαν, λες και είναι όλοι τους συνεννοημένοι, είναι πανομοιότυπη, από τον τελευταίο καταχραστή δημόσιου χρήματος μέχρι αυτόν στα ανώτατα κλιμάκια της εξουσίας. Αλλά και αυτήν την κουτοπόνηρη «ομερτά» τη σατιρίζει ο Μπρεχτ στην μπαλάντα του Μακχήθ του μαχαιροβγάλτη: «Στη μεγάλη του Σόχο τη φωτιά κάηκαν επτά παιδάκια κι ένας γέρος. Τον Μακχήθ με το μαχαίρι που ήταν μέσα στο πλήθος δεν τον ρώτησε κανείς αλλά κι εκείνος τίποτα δεν γνωρίζει… Ο Μακχήθ αλλάζει γάντια, βάζει άσπρα καθαρά».

https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/495432_opoy-peftoyn-karharies-bgainei-aima-ston-afro

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος

Σχόλια (0)

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.