ΕΓΏ ΉΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

ΕΓΏ ΉΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

  • |

Ήμουν στην πύλη. Μπαίνοντας πίσω από τον αριστερό κίονα της πύλης. Όταν το τανκ έριξε την πύλη τραβηχτηκαμε πίσω. Ένα παιδι τραυματιστηκε από την πτώση της μεταλλικής πόρτας. Οπισθοχωρησαμε πιο πίσω και οι στρατιώτες άρχισαν να μπαίνουν μέσα αριστερά και δεξιά από το τανκ που είχε σταματήσει αφού έριξε την σιδερένια πόρτα.

Εμείς Οπισθοχωρησαμε ακόμα πιο πίσω. Εγώ κατευθύνθηκε στη αριστερή πλευρά του προαύλιου. Οι στρατιώτες άρχισαν να μας γκρουπαρουν σε ομάδες 10-20 ατόμων και να μας οδηγούν στην πύλη για να διαφύγουμε. Στο πεζοδρόμιο της Πατησίων και της Τοσιτσα οι στρατιώτες είχαν κάνει ζωή ασφαλείας παρεμποδιζοντας τους μαινόμενος μπάτσους να μας χτυπούν καθώς τρέχαμε καλλητα στον τοίχο για να αποφύγουμε τα χτυπήματα με καντρόνια και γκλοπς.

Η ζώνη ασφαλείας έφτανε ως την οδο Μπουμπουλινας. Μετά ήταν το χάος. Εγώ μαζί μια μεγάλη ομαδα 50-70 ατόμων καταφέραμε να περάσουμε σώοι τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και να φτάσουμε στη Σχολή Ευελπίδων (νυν Δικαστήρια). Εκεί, έξω από τη Σχολή είχαν ακροβολιστει ημικυκλικα ένοπλοι οι τεταρτοετεις φοιτητές της Σχολής οι οποίοι έκλεισαν σα λαβίδα και μας αιχμάλωτησαν.

Μας έβαλαν να καθησουμε οκλαδον με τα χέρια πίσω από το σκυφτό κεφάλι και περιφερόμενοι ανάμεσα μας μας χτυπούσαν με γροθιές και κλωτσιές. Μετά, πάλι χτυποντας μας, μας πήγαν στο μουσείο της Σχολής για να αντιληφθούμε τη δόξα του έθνους. Οι σφαλιάρες που συνέχισαν να πέφτουν σύννεφο ήταν υπενθυμιστικές του αρχαίου μεγαλείου της φυλής που εμείς είχαμε προδώσει. Μετά μας έβγαλαν στο προαύλιο, πάλι οκλαδον κλπ, και περιμέναμε τις κλούβες της Αστυνομίας να έρθουν να μας παραλάβουν. Οι κλούβες ήρθαν. Φόρτωσαν. Και έφυγαν.

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος