Γαλλικές Εκλογές: Η Ακροδεξιά και ο ρόλος της Αριστεράς

Γαλλικές Εκλογές: Η Ακροδεξιά και ο ρόλος της Αριστεράς

  • |

Η νίκη του Εμμανουέλ Μακρόν επί της Μαρίν Λεπέν στον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών στις 24 Απριλίου, έφερε ανακούφιση σε αρκετό κόσμο. Αυτή τη φορά η επικράτησή του ήταν πιο περιορισμένη σε σχέση με το 2017, με τον Μακρόν να λαμβάνει το 58,5% των ψήφων, από 66,1%. Τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης το παρουσίασαν ως μια «νίκη της δημοκρατίας», η οποία μπορεί πλέον να είναι ασφαλής, επειδή η ακροδεξιά δεν κατάφερε να εισέλθει στο Μέγαρο των Ηλυσίων. Είναι όντως έτσι;

Μαρίνα Κονταρά, Βρυξέλλες

Το «λίφτινγκ» της Λεπέν 
Η «Εθνική Συσπείρωση» (Rassemblement National – RN) είναι το κόμμα που κληρονόμησε η Μαρίν Λεπέν από τον πατέρα της (τότε ονομαζόταν Εθνικό Μέτωπο). Στην πάροδο του χρόνου έχουν συντελεστεί σημαντικές διαφορές μεταξύ των πολιτικών τους. Είναι επίσης γεγονός ότι η RN έχει αλλάξει από το 2017. Η Μαρίν Λεπέν είχε αρχίσει να υιοθετεί πιο μετριοπαθείς θέσεις, ακόμη και πριν από την ξαφνική είσοδο του επίσης ακροδεξιού Ερίκ Ζεμούρ στην προεδρική κούρσα. Ωστόσο, παρά το νέο όνομα και την επιφανειακά ηπιότερη ρητορική, η Μαρίν Λεπέν εξακολουθεί να είναι μια κλασική εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς. Εκτός από τις εθνικιστικές «αντιρρήσεις» για την ΕΕ και τη διατήρηση των συντηρητικών αξιών σε κοινωνικά ζητήματα (γάμος ομοφυλοφίλων, άμβλωση), το κόμμα είναι σαφώς εχθρικό απέναντι στους μετανάστες και ακόμη και στους Γάλλους πολίτες δεύτερης γενιάς. Χρησιμοποιεί επίσης τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων για να τους διαιρέσει.

Ωστόσο, η Λεπέν κατάφερε να λάβει 2,5 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από ό,τι το 2017. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι ο γαλλικός λαός έχει μετακινηθεί ιδεολογικά προς την Ακροδεξιά. Σημαίνει όμως ότι ο γαλλικός λαός απορρίπτει τη νεοφιλελεύθερη και συντηρητική πολιτική του Μακρόν, ο οποίος έχασε 2 εκατομμύρια ψήφους σε σχέση με τον δεύτερο γύρο του 2017. Κατά την προηγούμενη πενταετή του θητεία εφάρμοσε πολιτικές υπέρ των πλουσίων, οι οποίες βάθυναν περαιτέρω το κοινωνικό και οικονομικό χάσμα μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων στρωμάτων της κοινωνίας. Δεν έκανε τίποτα άλλο από το να επιτίθεται στα δικαιώματα των εργαζομένων – και υπόσχεται να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο. Επέλεξε συνειδητά να χρησιμοποιήσει σκληρή βία και να καταστείλει όλα τα κοινωνικά κινήματα αντίστασης, είτε πρόκειται για απεργίες είτε για τις μαζικές κινητοποιήσεις των «Κίτρινων Γιλέκων».

Η απόρριψη του Μακρόν
Οι πολιτικές του Μακρόν είναι στην πραγματικότητα ο λόγος της επιτυχίας της Λεπέν. Αυτό είναι αρκετά σαφές αν ρίξουμε μια ματιά στα αποτελέσματα των υπερπόντιων περιοχών: ο πληθυσμός αυτών των περιοχών είναι φυλετικά μικτός, οπότε θα ήταν από τους πρώτους που θα δέχονταν επίθεση από την Ακροδεξιά. Ψήφισαν μαζικά υπέρ του αριστερού υποψηφίου της «Ανυπότακτης Γαλλίας» Μελανσόν στον πρώτο γύρο και υπέρ της Λεπέν στον δεύτερο. Αυτό δείχνει ότι θα ψήφιζαν οποιονδήποτε άλλον εκτός από τον Μακρόν.

Στα πέντε χρόνια της θητείας του, ο Μακρόν έχει υιοθετήσει κάθε είδους αντιλαϊκά μέτρα. Τα πεπραγμένα του είναι μια ακόμη απόδειξη ότι η παραδοσιακή δεξιά κινείται περισσότερο προς τα δεξιά του πολιτικού φάσματος, τόσο σε επίπεδο αρχών όσο και πολιτικών, σε όλη την Ευρώπη. Σε πολλές περιπτώσεις, τα παραδοσιακά δεξιά κόμματα έχουν υιοθετήσει κάποιες από τις θέσεις της Ακροδεξιάς και με αυτόν τον τρόπο οι θέσεις αυτές έχουν κανονικοποιηθεί. Έχει γίνει αποδεκτό να λέγονται ή να γίνονται πράγματα που στο παρελθόν θα ξεχώριζαν ως πολύ ακραία. Και ενώ η παραδοσιακή δεξιά βρίσκεται στην κυβέρνηση εφαρμόζοντας κάθε είδους αντιλαϊκές πολιτικές, η Ακροδεξιά γίνεται μια ακόμα επιλογή που «αξίζει» να της δοθεί μια ευκαιρία να αναλάβει την εξουσία.

Έτσι, στην ουσία, ο Μακρόν ευθύνεται για την αποδαιμονοποίηση και την ενσωμάτωση της ακροδεξιάς, με τις πολιτικές που εφάρμοσε.

Από την άλλη πλευρά, η ρητορική του Ζεμούρ δείχνει επίσης το ίδιο πράγμα: οι θέσεις, τα σχόλια και οι ομιλίες του ήταν ακόμη πιο ακραίες από αυτές της Λεπέν, ωστόσο κατάφερε να πάρει ένα 7% των ψήφων στον πρώτο γύρο. Η ίδια η Λεπέν κατάφερε να αυξήσει τις ψήφους της τόσο σε αριθμό όσο και σε ποσοστό στον δεύτερο γύρο. Και οι δύο επωφελήθηκαν από την απογοήτευση του κόσμου για τον Μακρόν, την ίδια στιγμή που στα μάτια του κόσμου έμοιαζαν λιγότερο επικίνδυνοι από ότι στο παρελθόν.

Το ποσοστό αποχής είναι ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο. Το 28% των Γάλλων επέλεξε να μην ψηφίσει και αυτό είναι το υψηλότερο ποσοστό από το 1969. Είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστούν με ακρίβεια οι λόγοι που μπορεί να οδηγήσουν στην αποχή. Ωστόσο, μπορούμε εύκολα να θεωρήσουμε ότι για μαζικά στρώματα του πληθυσμού δεν είχε καμία σημασία ποιος από τους δύο υποψηφίους θα κέρδιζε τελικά, πολύ πιθανόν επειδή πιστεύουν ότι κανένας από αυτούς δεν θα εφάρμοζε πολιτικές υπέρ τους και δεν θα έλυνε τα προβλήματά τους.

Βουλευτικές εκλογές Ιουνίου: ο τρίτος γύρος
Στις 12 και 19 Ιουνίου θα πραγματοποιηθούν οι βουλευτικές εκλογές. Σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, ο Μακρόν αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να μην έχει καθαρή πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση και, ως εκ τούτου, να έχει ενδεχομένως έναν από τους δύο αντιπάλους του ως πρωθυπουργό. Πράγματι, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τόσο ο Μελανσόν όσο και η Λεπέν θα δουν τα ποσοστά τους να αυξάνονται, σε σύγκριση με το 2017. Αυτό θα δημιουργήσει εμπόδια στον Μακρόν και στην εφαρμογή της ατζέντας του. Με τα κοινωνικά προβλήματα να συσσωρεύονται (αυξήσεις τιμών, παγωμένοι μισθοί, ενεργειακή κρίση), η εφαρμογή επιπλέον πολιτικών λιτότητας και η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης δεν θα είναι εύκολη υπόθεση γι’ αυτόν.

Μένει να δούμε τι θα πετύχουν η Λεπέν και ο Μελανσόν τον Ιούνιο. Ωστόσο, η Ακροδεξιά θα εξακολουθήσει να αποτελεί σημαντικό κίνδυνο, όχι μόνο ενόψει των εκλογών του Ιουνίου, αλλά και για την επόμενη περίοδο μέχρι και τις επόμενες προεδρικές εκλογές σε πέντε χρόνια.

Το γενικότερο πολιτικό τοπίο στην Ευρώπη δημιουργεί διαρκώς ευκαιρίες τις οποίες εκμεταλλεύεται η Ακροδεξιά. Η Λεπέν έχει δηλώσει ότι μπορεί να μην είναι υποψήφια το 2027, αλλά άλλοι υποψήφιοι ή ακόμη και κόμματα μπορεί να έρθουν στο προσκήνιο, όσο η παραδοσιακή δεξιά επιτίθεται στα δικαιώματα και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και όσο η Αριστερά δεν έχει να προτείνει κάποιο πειστικό εναλλακτικό σχέδιο.

Τα καθήκοντα της Αριστεράς
Με ένα πρόγραμμα που υποσχόταν να σταματήσει τις αυξήσεις των τιμών, να αυξήσει τους μισθούς και τις συντάξεις, έναν υψηλό προϋπολογισμό για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών, δωρεάν νερό και ενέργεια για ένα ελάχιστο επίπεδο κατανάλωσης, 100% επιστροφή των ιατρικών εξόδων κλπ, ο Μελανσόν πήρε πάνω από 20% στον πρώτο γύρο, απειλώντας να ξεπεράσει τη Λεπέν και να πάει στον δεύτερο γύρο. Πλατιά στρώματα του πληθυσμού είδαν το πρόγραμμα του Μελανσόν ως τη βασική απάντηση στα προβλήματά τους. Όμως το πρόγραμμα αυτό δεν δίνει πειστική απάντηση για το πώς η κυβέρνησή του θα μπορέσει να εφαρμόσει όλα αυτά τα μέτρα και ιδίως πώς θα αντιδράσει αν η γαλλική άρχουσα τάξη τον εμποδίσει να το κάνει.

Η τελευταία εξέλιξη είναι ότι ο Μελανσόν έκανε, σωστά, ένα συγκεκριμένο κάλεσμα σε όλη τη γαλλική Αριστερά για ένα κοινό ψηφοδέλτιο. Σε πρώτη φάση, οι Πράσινοι, το Κομμουνιστικό Κόμμα και άλλες μικρότερες αριστερές οργανώσεις απάντησαν θετικά σε αυτό το κάλεσμα. Στις 4 Μαΐου, το Σοσιαλιστικό Κόμμα ανακοίνωσε επίσης ότι υπάρχει συμφωνία και θα συμμετάσχει. Ωστόσο, η ένταξη του ΣΚ δεν αποτελεί θετική εξέλιξη, αν μιλάμε για έναν ριζοσπαστικό συνασπισμό που θα στοχεύει στα κινήματα. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα κυβέρνησε εφαρμόζοντας πολιτικές λιτότητας, με αποτέλεσμα ο γαλλικός λαός να του γυρίσει την πλάτη και να έχει καταρρεύσει εκλογικά.

Το τροτσκιστικό NPA (Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα) συζητά επίσης ανοιχτά την ένταξή του σε ένα τέτοιο κοινό μπλοκ, ενώ η επίσης τροτσκιστική οργάνωση LO (Εργατική Πάλη) το έχει απορρίψει.

Οι ακριβείς προοπτικές αυτής της συμμαχίας δεν έχουν ακόμη κριθεί και θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την εσωτερική ισορροπία δυνάμεων και την πολιτική της κατεύθυνση.

Ένα κοινό εκλογικό μπλοκ της Αριστεράς είναι γενικά ένα θετικό βήμα, καθώς η πολυδιάσπαση αποτελεί απογοήτευση για πολλούς ανθρώπους. Ένα ψηφοδέλτιο συνεργασίας της Αριστεράς θα προσέλκυε σίγουρα περισσότερες ψήφους από το συνολικό άθροισμα των ψήφων στα διάφορα κόμματα, καθώς ένας τέτοιος συνασπισμός μπορεί να δημιουργήσει μια σημαντική δυναμική στην κοινωνία. Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, σε συνδυασμό με ένα κοινό ψηφοδέλτιο στις προσεχείς εκλογές, θέτουν επί τάπητος το ζήτημα της πιθανότητας μιας κυβέρνησης Μελανσόν. Η προοπτική αυτή μπορεί να κινητοποιήσει την υποστήριξη της γαλλικής κοινωνίας και να κλονίσει το πολιτικό κατεστημένο της χώρας. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε σημαντικές εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ταυτόχρονα, το εργατικό κίνημα και ένα ενιαίο μέτωπο της Αριστεράς είναι τα μόνα δυνατά εμπόδια για να αντιμετωπιστεί η άνοδος της Ακροδεξιάς.

Για να έχει όμως επιτυχία μια τέτοια προοπτική, πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένες πτυχές, με βάση την εμπειρία του εργατικού κινήματος σε άλλες χώρες:

Η συμμετοχή δυνάμεων/κομμάτων που συμμετείχαν σε καπιταλιστικές κυβερνήσεις που εφάρμοζαν αντεργατικές πολιτικές, εφόσον εξακολουθούν να τις υπερασπίζονται ως σωστές, θα υποσκάψει πολιτικά ένα τέτοιο εγχείρημα. Με αυτή την έννοια, η συμμετοχή του ΣΚ και του ΚΚ σε μια κοινή λίστα, αν δεν συνοδεύεται από ανοιχτή απόρριψη των πολιτικών που εφάρμοσαν, θα δημιουργήσει καχυποψία και σύγχυση.
Μια εκλογική συμμαχία που δεν εμπλέκει τους απλούς πολίτες, δίνοντάς τους την ευκαιρία να συμμετέχουν δημοκρατικά στη λήψη αποφάσεων, όχι μόνο δεν θα έχει τη δυναμική που θα μπορούσε να αναπτύξει, αλλά θα είναι και πιο επιρρεπής στη γραφειοκρατικοποίηση και την έλλειψη ελέγχου. Είναι ζωτικής σημασίας ένα τέτοιο μπλοκ να μπορεί να έχει κάποιου είδους δομές για τη συμμετοχή του κόσμου που θέλει να το στηρίξει και να εμπλακεί.
Η εμπειρία των αριστερών κυβερνήσεων που ανέλαβαν την εξουσία και εφάρμοσαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε αντίθεση με τα πολιτικά τους προγράμματα, προδίδοντας τις προσδοκίες των εργαζομένων, πρέπει να συζητηθεί ανοιχτά. Μια αριστερή κυβέρνηση στη Γαλλία που θα ακολουθήσει ξανά αυτόν τον δρόμο, θα ενισχύσει τελικά τόσο τον Μακρόν όσο και τη Λεπέν και αυτό πρέπει να αποφευχθεί.
Οι εργαζόμενοι, τα κινήματα και πλατιά λαϊκά στρώματα σε όλη την Ευρώπη παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στην Αριστερά στη Γαλλία. Μια νίκη τους, που θα σπάσει το γαλλικό κατεστημένο, θα έχει ευρύτερες επιπτώσεις. Μια επανάληψη όμως ενός εγχειρήματος τύπου ΣΥΡΙΖΑ, θα είναι ήττα για όλους.

/xekinima.org