Διεθνής Ένωση Φίλων της Κριμαίας
Η ευθυγράμμιση των ευρωπαίων ηγετών με την πολεμική ρητορική και η συνακόλουθη στρατιωτικοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας θέτει σε κίνδυνο τις προοπτικές για ηρεμία και συνεργασία μεταξύ των λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Ως εκπρόσωποι των οργανώσεων της IAFC στις αντίστοιχες χώρες μας, εκφράζουμε τη βαθιά μας ανησυχία και την κατηγορηματική αντίθεσή μας στα ψηφίσματα που εγκρίθηκαν από τους αρχηγούς κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής που συγκλήθηκε στις Βρυξέλλες (20-21 Μαρτίου 2024).
Οι πολίτες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζουν σημαντικές οικονομικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης φτώχειας με τις διάφορες μορφές της (ενέργεια, επισιτιστική ασφάλεια, γεωργική διανομή, αυξημένη κατανάλωση, αυξημένη ανεργία που χαρακτηρίζεται από την οικονομική ύφεση).
Αντί να προωθήσουν το διάλογο, τη διαπραγμάτευση και την ειρήνη εν μέσω της συνεχιζόμενης σύγκρουσης στην Ευρώπη, τα ευρωατλαντικά μέλη της ΕΕ και οι ηγέτες τους, που λειτουργούν υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ και της Ουάσιγκτον, ακολουθούν μια πολιτική παράλογης κλιμάκωσης των στρατιωτικών συγκρούσεων παγκοσμίως.
Αντί να αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα, οι ηγέτες της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, των χωρών της Βαλτικής, πιέζουν για περισσότερη ανάπτυξη όπλων (και ίσως στρατιωτικού προσωπικού) στην Ουκρανία, προκειμένου να φέρουν περισσότερες κακουχίες και πόνο στον Ουκρανικό λαό και σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.
Η ατζέντα που προωθείται από ανεύθυνους Ευρωπαίους ηγέτες του συνεχούς και αυξανόμενου μίσους, του ρατσισμού, του στρατιωτικού τυχοδιωκτισμού, των κυρώσεων, του πολέμου των μέσων ενημέρωσης, του «πολιτιστικού πολέμου» κ.λπ., απλώς θα βαθύνει την τρέχουσα κρίση.
Εν μέσω της συνεχιζόμενης ρωσοφοβίας και της φυλετικής προκατάληψης που στρέφεται προς τους Ρώσους πολίτες και τη Ρωσική Ομοσπονδία, ορισμένοι ηγέτες δίνουν προτεραιότητα στη γεωπολιτική και οικονομική σκοπιμότητα έναντι της αντιμετώπισης αυτών των πιεστικών κοινωνικών ζητημάτων. Βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις προσοδοφόρες πωλήσεις όπλων και στις εξαγωγές ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΚ) που προωθούνται από την Ουάσιγκτον, επιδεινώνοντας την οικονομική και κοινωνική ανισότητα για την εργατική και τα μεσαία στρώματα εντός της ΕΚ.
Επιπλέον, αυτοί οι ηγέτες συνηγορούν υπέρ της έκδοσης «ευρωομολόγων», που θα επιβάρυνε περαιτέρω τους πολίτες και τις οικονομίες των κρατών μελών. Τέτοια μέτρα ενθαρρύνουν την παράλογη στρατιωτική παραγωγή, διαιωνίζοντας τη φτώχεια και την οικονομική στασιμότητα μέσα σε αυτές τις κοινωνίες. Αποτυγχάνοντας να αντιμετωπίσουν τα θεμελιώδη προβλήματα των διακρίσεων και των προκαταλήψεων και δίνοντας προτεραιότητα στα βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη, αυτοί οι ηγέτες υπονομεύουν την επιδιωκόμενη μακροπρόθεσμη ευημερία και σταθερότητα της ΕΚ.
Εμείς, τα μέλη των επιτροπών της IAFC, παροτρύνουμε όλους τους πολίτες και τους οργανισμούς που είναι αφοσιωμένοι στην ειρήνη, την κοινωνική πρόοδο, τον πολιτιστικό εμπλουτισμό και την πολιτική συνεργασία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εντείνουν τις προσπάθειες για την προώθηση της ειρήνης και του διαλόγου μέσω της δημόσιας και της λαϊκής διπλωματίας. Η ΕΕ, μαζί με ολόκληρη την Ευρώπη, δεν πρόκειται να κερδίσει τίποτα από τη συμμετοχή σε απερίσκεπτα στρατιωτικά εγχειρήματα που δεν προσφέρουν νικητές.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της κοινής μας ιστορίας, οι λαοί της Ευρώπης έχουν υποστεί σημαντικό κόστος για την αντιμετώπιση των απειλών του ναζισμού και του φασισμού, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του ταραχώδους 20ού αιώνα, υπομένοντας τις κακουχίες του πολέμου και της καταστροφής. Απορρίπτουμε κατηγορηματικά κάθε προοπτική να ξαναζήσουμε τέτοιες οδυνηρές εμπειρίες και υποστηρίζουμε την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων.
Συντονιστικό Συμβούλιο:
Α’ Γραμματέας, Ιαν Τσαρνουγκόρσκι, πρώην πρωθυπουργός Σλοβακίας
Β’ Γραμματέας, Κώστας Ήσυχος, πρώην αναπλ. Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Ελλάδας
Γ’ Γραμματέας, Άμπτελ Μεσσάουντι, Πρώην Βουλευτής Τυνησίας