Μπορεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη να πανηγυρίζει για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, ωστόσο τα στοιχεία που έρχονται συνεχώς στην επικαιρότητα καταγράφουν απλώς τη σαφή επιδείνωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών της χώρας.
Σε σχέση μάλιστα με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα κατέχει πλέον την τελευταία θέση όσον αφορά τον μέσο μισθό ανά δεδουλευμένη ώρα εργασίας –δηλαδή του ωρομισθίου– υπολογισμένου σε όρους αγοραστικής δύναμης.
Το παραπάνω καταγράφεται σε έκθεση του ΚΕΠΕ («Σχετική θέση του μέσου ωρομισθίου και εργαζόμενοι φτωχοί στην Ελλάδα», Βλάσης Μισσός), που τονίζει μεταξύ άλλων ότι «η αύξηση των ωρών εργασίας φαίνεται ότι διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στη μείωση του καταβαλλόμενου ωρομισθίου».
Όπως σημειώνεται, «από το 2020, οπότε και καταγράφηκε καθίζηση των συνολικών ωρών εργασίας σε όλη την ΕΕ27 λόγω των μέτρων περιορισμού της πανδημίας, έως και το 2023, η μέση αύξηση των ωρών εργασίας ανά εργαζόμενο στην ΕΕ27 εκτιμάται σε 3,4%, έναντι 9,25% στην Ελλάδα – δηλαδή, τριπλάσια του μέσου όρου. Είναι ενδεικτικό ότι για το 2023, μεταξύ των χωρών της ΕΕ27, η Ελλάδα εμφανίζει τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση σε ώρες εργασίας ανά εργαζόμενο».
Στην έρευνα σημειώνεται επίσης ότι «στη διάρκεια της δεκαπενταετούς περιόδου που μεσολάβησε από την κρίση του 2009, η χώρα παρουσιάζει τη μεγαλύτερη μείωση στο ύψος των πραγματικών ωρομισθίων (-23,7%), με δεύτερη την Ουγγαρία (-15%). Σε μεγάλο βαθμό, η σχετική υποχώρηση του ωρομισθίου θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως απόρροια αυτών των δύο αντίρροπων τάσεων».
«Δεν χωράει αμφιβολία», τονίζεται στην έρευνα «ότι, σε σύγκριση με τις χώρες της ΕΕ27, η Ελλάδα έχει διέλθει μια μακρά περίοδο περικοπών και στασιμότητας των αμοιβών εργασίας. Οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται αντιστοιχούν σε χαμηλότερες αποδοχές και σχετικά, περισσότερες ώρες εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, κατά το 2022, το 23,1% των εργαζομένων (περίπου 1 στους 4) να υπολογίζεται ότι διαβιοί με διαθέσιμο εισόδημα χαμηλότερο του κατωφλιού φτώχειας του 2009».
Η έρευνα υπογραμμίζει ότι «το φαινόμενο των εργαζόμενων φτωχών οφείλει να αποτελέσει επίκεντρο της αναπτυξιακής ατζέντας της χώρας και να απασχολήσει εντονότερα την κοινή γνώμη. Η αύξηση της απασχόλησης, μέσα από τη δημιουργία καλά αμειβόμενων και ποιοτικών, θέσεων εργασίας, αποτελεί παράγοντα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στη χώρα μας».
Σχόλια (0)