Γεννήθηκαν από τα μέσα του 1997 και μετά. Κάποιοι από αυτούς έζησαν τα πρώτα τους χρόνια σε οικογένειες οι οποίες, παρασυρόμενες και από την προτροπή του Γιάννου Παπαντωνίου το 1999 «να επενδύσουν σε μετοχές γιατί το Χρηματιστήριο θα πιάσει τις 7.500 μονάδες», έτρεξαν κι αγόρασαν τίτλους, για να βιώσουν λίγο αργότερα μια από τις μεγαλύτερες ανακατανομές πλούτου και εισοδημάτων στην Ελλάδα εξαιτίας του κραχ που ακολούθησε.
Ηταν η πρώτη κατάρρευση. Ακολούθησε το όραμα των ολυμπιακών έργων, η βροντώδης χρεοκοπία που τα διαδέχθηκε και τα μνημόνια που ήλθαν ως επακόλουθο μιας ξέφρενης πορείας χρέους. Σε αυτά τα χρόνια, που η μία κρίση διαδεχόταν την άλλη και οι πιστωτικές κάρτες, τα διακοποδάνεια και οι λοιπές στιγμές επίπλαστης ευδαιμονίας έδιναν τη θέση τους στην αύξηση και του ιδιωτικού χρέους και της ανεργίας, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν τα παιδιά που αποκαλούνται σήμερα Γενιά Ζ (γνωστή επίσης ως iGeneration, μεταμιλένιαλ, Quaranteens ή OnlineSchoolteens).
Αντίκτυπος
Οι δημογράφοι προσδιορίζουν τη γέννησή της από τα μέσα με τέλη της δεκαετίας του 1997 έως το 2012 και το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ σε συνεργασία με την εταιρεία Αlco πραγματοποίησε την πρώτη μεγάλης, πανελλαδικής, κλίμακας έρευνα, αναζητώντας το προφίλ αυτών των νέων, ηλικίας 26 έως 29 ετών. Αυτών που ωρίμασαν ηλικιακά με τον αντίκτυπο των διαδοχικών οικονομικών και κοινωνικών κρίσεων που βίωσε και βιώνει η χώρα και που σήμερα, στην πλειονότητά τους, 7 στους 10 δηλώνουν: «η γενιά των γονιών μας έζησε καλύτερες εργασιακές και κοινωνικές συνθήκες από τη δική μας».
Ρεαλιστική ή μη η άποψη τους, τεκμηριώνεται από τα εξής ευρήματα της έρευνας:
● Περισσότεροι από 4 στους 10 νέους ηλικίας 26 έως 29 ετών επιθυμούν να εργαστούν στο εξωτερικό τα επόμενα χρόνια. Με επαρκείς γνώσεις στις ψηφιακές δεξιότητες που απαιτεί η δουλειά τους (τουλάχιστον για το 6%), ανοιχτοί στη μάθηση για την απόκτηση νέων δεξιοτήτων περίπου το 85% και με το 53% να δηλώνει ότι αισθάνεται άνετα να χρησιμοποιεί εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης στη δουλειά, φαίνεται να ζουν σε ένα εργασιακό περιβάλλον που δεν… αφήνει (τουλάχιστον για το 51%) και πολύ ελεύθερο προσωπικό χρόνο.
● Οι 7 στους 10 θα συμμετείχαν σε επιμόρφωση και συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση αν ήταν δωρεάν και σχετική με τη δουλειά τους. Αντιθέτως, οι περισσότεροι βλέπουν τη ζωή τους να επηρεάζεται από την εργασία. Κι όχι μόνο γιατί τουλάχιστον το 59% δεν έχει τη δυνατότητα να ρυθμίζει ευέλικτα το ωράριο εργασίας -προνόμιο που ισχύει μόνο για το 18%- αλλά κυρίως γιατί περισσότεροι από 6 στους 10 δεν μπορούν -όπως δηλώνουν- να δημιουργήσουν οικογένεια με τις συγκεκριμένες συνθήκες.
● Παραμένουν εξαρτημένοι από την οικογένεια καθώς οι 6 στους 10 τουλάχιστον μέχρι τα 26 τους χρόνια ζουν με τους γονείς. Κατάσταση που συνεχίζεται για 1 στους 3 και αργότερα, τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 29 ετών. Η συγκατοίκηση με τους γονείς είναι μία αναγκαιότητα κυρίως για όσους έχουν μερική απασχόληση, αφού πάνω από 6 στους 10 δεν μπορούν να συντηρήσουν μια αυτόνομη διαβίωση. Το ίδιο, αν και σε μικρότερο βαθμό, ισχύει και για τους freelancers. Περίπου ο ένας στους δύο συνεισφέρει στις δαπάνες στέγασης του νοικοκυριού, παρότι μόνο ένας στους τέσσερις (25%) δηλώνει με βεβαιότητα ότι για να βγει ο μήνας επαρκούν πάντα τα χρήματα από τη δουλειά και μόνο. Το ίδιο ισχύει ακόμη κι αν η εργασία τους είναι σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, με αποτέλεσμα 1 στους 2 (52%) να έχει ανάγκη την οικονομική στήριξη από την οικογένεια. Το πρόβλημα είναι πολύ πιο έντονο στις γυναίκες (66%) σε σύγκριση με τους άνδρες (44%).
● Μόνο το 5% αυτής της γενιάς συμφωνεί απόλυτα ότι η εκπαίδευση προετοιμάζει για την αγορά εργασίας και μόλις το 9% πιστεύει ότι έχει επαγγελματικές προοπτικές στην Ελλάδα. Αν και δεν αντιτίθενται στη μαύρη εργασία και δεν έχουν εμπιστοσύνη στους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένων και των συνδικάτων, τα οποία μόνο ένας στους 5 (21%) τα «βλέπει» στην εργασία, οι 7 στους 10 πιστεύουν ότι η ψυχική υγεία είναι πιο σημαντική από την οικονομική εξασφάλιση. Η συμμετοχή στις απεργίες και στις κινητοποιήσεις δεν είναι συχνή, καθώς μόνο το 36% δηλώνει ότι έχει συμμετάσχει, αλλά το 67% δηλώνει έτοιμο να συμμετέχει «αν θεωρήσει ότι είναι δίκαιο το αίτημα». Είναι το ίδιο ποσοστό που δίνει θετική απάντηση στο αν η συλλογική δράση μπορεί να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας.
Η γενιά αυτή, αν και βαθιά μορφωμένη και αξιακά ώριμη, μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον διαρκούς επισφάλειας
«Η έρευνα αυτή φωτίζει μια νέα κοινωνική πραγματικότητα: η Generation Z δεν είναι μια αδιάφορη ή “εύθραυστη” γενιά, αλλά μια γενιά βαθιά μορφωμένη, ευαισθητοποιημένη και αξιακά ώριμη, που όμως μεγαλώνει μέσα σε ένα περιβάλλον διαρκούς επισφάλειας» σχολιάζει ο Χρήστος Γούλας, γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας και του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ. «Οι νέοι εργάζονται χωρίς σταθερότητα, σπουδάζουν χωρίς επαγγελματικό αντίκρισμα και προσπαθούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια μέσα σε όρους που συχνά δεν της το επιτρέπουν».
Αυτό που αποτυπώνεται δεν είναι μόνο μια εργασιακή κρίση, αλλά μια κρίση εμπιστοσύνης: απέναντι στους θεσμούς, στις προοπτικές, ακόμη και στη δυνατότητα ενός βιώσιμου μέλλοντος στη χώρα. Παρά ταύτα, η Generation Z δεν παραιτείται. Αντίθετα, δείχνει διάθεση συμμετοχής, αναζητά νόημα και συλλογικότητα, θέλει να συμβάλει σε μια πιο δίκαιη και δημιουργική κοινωνία. Χρειάζεται να ενισχυθούν άμεσα πολιτικές που να αποκαθιστούν τη σταθερότητα, να αναβαθμίζουν τους μισθούς και να επενδύουν στην ψυχική υγεία και τη συνεχιζόμενη μάθηση. Η Generation Z δεν ζητά απλώς μια θέση εργασίας: επιζητά ένα πλαίσιο ζωής με αξιοπρέπεια, δημιουργικότητα και δικαιοσύνη».
https://www.efsyn.gr/oikonomia/elliniki-oikonomia/490778_i-genia-z-ehei-axies-kai-megali-apogoiteysi











Σχόλια (0)