Καταγγελίες στα χρόνια της χολέρας

Καταγγελίες στα χρόνια της χολέρας

  • |

Οι διαδοχικές καταγγελίες για την παρενόχληση κάθε είδους αποκαλύπτουν την δυστοπία στον χώρο του θεάματος (και όχι μόνο).
 
Γιώργος Βουδικλάρης
Οι εξελίξεις είναι τόσο, μα τόσο καταιγιστικές, που καθώς το κείμενο γράφεται απαιτεί ήδη διαδοχικές αναθεωρήσεις: η χιονοστιβάδα που ξεκίνησε από την καταγγελία της Ζέτας Δούκα απειλεί να μην αφήσει τίποτα όρθιο. Μακάρι…

Κοινά επί χρόνια μυστικά του χώρου του θεάματος παύουν να είναι πλέον μυστικά (όσο ήταν, τέλος πάντων). Άνθρωποι που καταχράστηκαν πολλάκις την εξουσία που τους έδωσε η δημοφιλία, το ταλέντο τους ή οι συνθήκες, χάνουν ξαφνικά τον ύπνο τους και ψάχνουν πάνω-κάτω (ελληνιστί σκρολάρουν) στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης περιμένοντας τη σειρά τους. Ίσως η έλλειψη ορατού τέλους στον εγκλεισμό, αλλά και στην ουσιαστική απαγόρευση της τέχνης του θεάτρου, να δημιούργησε ένα κλίμα όπου ουδείς πλέον αισθάνεται πως έχει κάτι να χάσει.

Κάποιοι μίλησαν περί περαιτέρω πληγμάτων στον ήδη τραυματισμένο αυτό χώρο. Θα διαφωνήσω: επιτέλους καυτηριάζονται πληγές που είχαν κακοφορμίσει. Αν η μη διαιώνιση τακτικών που προσέβαλαν, ταπείνωσαν, εξευτέλισαν και τραυμάτισαν γενεές νέων (και μη) λειτουργών μιας τέχνης αποτελούν επιπλέον πληγές, τότε όσο περισσότερες τόσο το καλύτερο. Και αν ο οποιοσδήποτε χώρος δεν μπορεί να αντέξει αυτές τις «πληγές», ας ψοφήσει.

Δεν συμβαίνουν περισσότερα στο χώρο του θεάματος από όσα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις ή τις δημόσιες υπηρεσίες. Απλώς αυτός συγκεντρώνει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας και κάθε καταγγελία ή αναταραχή γίνεται αμέσως αντικείμενο συζήτησης. Έτσι, οι γενναίες γυναίκες αυτού του χώρου που καταγγέλλουν επιτέλους όσα έχουν υποστεί, προσφέρουν στη σάπια πατριαρχική μας κοινωνία ακόμη ένα μεγάλο δώρο: γίνονται η φωνή της καθημερινής γυναίκας που δεν έχει βήμα να δημοσιοποιήσει αυτά που περνά, και ενδεχομένως λιγότερο θάρρος από ένα δημόσιο πρόσωπο που ξέρει πως η καταγγελία του δύσκολα θα θαφτεί ή θα περάσει απαρατήρητη. Ενδεχομένως ανοίγουν τα δρόμο στις ομόφυλές τους, τους δίνουν το κουράγιο και τη δύναμη να κινηθούν εναντίον ενός σαθρού οικοδομήματος που ίσως μέχρι τώρα να το θεωρούσαν ακλόνητο.

Δεν αποτελούν ιδιαίτερη έκπληξη οι προσπάθειες μετατροπής των θυμάτων σε κατηγορούμενους – γιατί, ας μη γελιόμαστε, αυτό και τίποτε άλλο είναι όλα αυτά τα «Γιατί τώρα και όχι τότε», τα «Ναι, αλλά και εκείνη κοίταξε την καριέρα της» και άλλα τέτοια. Είναι αντίστοιχες των επιθέσεων που υφίστανται τα θύματα βιασμού κατά την ανάκριση ή την ακροαματική διαδικασία. Είναι επίσης οι προφάσεις εν αμαρτίαις ενός κοινωνικού συνόλου που, ανίκανο να αντιμετωπίσει το ίδιο ένα τόσο απεχθές φαινόμενο, απαιτεί αποκλειστικά από αυτά τα ίδια τα θύματα να έχουν άμεσα τη δύναμη και το ψυχικό σθένος να βγάλουν το επί μακρότατο διάστημα καλοθρεμμένο φίδι από την ασφαλέστατη τρύπα του.

Κανείς φυσικά δεν πιστεύει πως η δημιουργική διαδικασία παραγωγής μιας θεατρικής παράστασης, οι πρόβες δηλαδή, μπορούν να διεξαχθούν αποκλειστικά σε κλίμα ηρεμίας και αγαστής σύμπνοιας. Η ένταση είναι αναπόφευκτο κομμάτι της αναζήτησης του καλλιτεχνικού αποτελέσματος και κανείς μας δεν θα ήθελε να οδηγηθούμε σε υπερβολές, όπου ο σκηνοθέτης θα φοβάται να υψώσει τη φωνή του στην πρόβα φοβούμενος ότι θα αντιμετωπίσει καταγγελίες συνεργατών του ότι διατάραξε την ψυχική τους ισορροπία. Ήδη έχουν αναφερθεί ονόματα μεγάλα, ιερά σχεδόν, δημιουργών του παρελθόντος που δεν ζουν πια και υπήρξαν διαβόητοι για τη σκληρότητα και την απαιτητικότητά τους. Νομίζω πως εδώ υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση: αυτό που καθοδηγούσε αυτούς τους σπουδαίους καλλιτέχνες ήταν η εμμονή ή και η απελπισία κατά την αναζήτηση του αποτελέσματος, πράγμα που γινόταν βασανιστικό για τους συνεργάτες τους, αλλά και για τους ίδιους. Δεν μπορεί αυτό να συγχέεται με την προσπάθεια ικανοποίησης ενός υπερτροφικού εγώ, της μανίας ενός σκηνοθέτη για εξουσία, που τον εξωθούν σε σαδιστικές συμπεριφορές απέναντι σε ανυπεράσπιστους ηθοποιούς, που τον κάνουν να οσμίζεται σαν λαγωνικό την κάθε έλλειψη αυτοπεποίθησης που θα του επιτρέψει να χτυπήσει στο ψαχνό.

Είχα την τύχη να γνωρίσω μεγάλους δημιουργούς: οι περισσότεροι ήταν γενναιόδωροι άνθρωποι που δεν είχαν τίποτα να αποδείξουν σε κανέναν. Εξαιρέσεις υπάρχουν, αλλά όλοι ξέρουμε τι σημαίνουν.

Δεν μπορώ να αποφύγω τη σκέψη πως αυτές οι συμπεριφορές έχουν να κάνουν με το γεγονός πως η Ελλάδα είναι μια χώρα της οποίας όλοι οι αρσενικού γένους κάτοικοι υποχρεούνται στα 18 τους ή λίγο αργότερα να στρατευτούν – δηλαδή να περάσουν αρκετούς μήνες στα γρανάζια ενός μηχανισμού που δικαιολογεί κάθε παραλογισμό, επιτρέπει το σαδισμό του παλαιότερου έναντι του νεώτερου στα πλαίσια μιας κατεξοχήν αναξιοκρατικής ιεραρχίας, και κολακεύει την τοξική αρρενωπότητα. Αυτό βλέπω στις συμπεριφορές των παλαιότερων δημοσιογράφων προς τους νεώτερους που καλούνται να «εκπαιδεύσουν», στη συμπεριφορά του θιασάρχη ή του σκηνοθέτη προς τους πιο άγνωστους ή πιο νέους συνεργάτες του: μια κάκιστη νοοτροπία που εμπέδωσαν σε πολύ τρυφερή ηλικία.

Βλέπω με ιδιαίτερη χαρά να καταπίπτει κι ένα άλλο πανίσχυρο ταμπού: άρχισαν καταγγελίες για παρενόχληση και από άνδρες του χώρου. Ακόμα πιο δύσκολη η παραδοχή ενός τέτοιου περιστατικού σε μια χώρα όπου τα στερεότυπα καλά κρατούν. Χρειάστηκε μια οξυδερκής και ευαισθητοποιημένη γυναίκα για να μου το επισημάνει, βγάζοντάς με από τη νάρκη της επίπλαστης ασφάλειας του straight άνδρα και την ευχαριστώ θερμά γι αυτό: προφανώς όταν έχεις νιώσει πολλές φορές να γίνεσαι θήραμα, αντιλαμβάνεσαι γρηγορότερα τα σκυλιά, ακόμα και όταν δεν κυνηγούν εσένα. Άλλωστε, η ομοφοβία έχει στέρεες βάσεις στον μισογυνισμό: δεν είναι τυχαίο πως ο σκληρότερα λοιδορούμενος και εξευτελιζόμενος άνδρας είναι αυτός που παρουσιάζει «θηλυπρεπή» συμπεριφορά.

kosmodromio.gr