Τα καθήκοντα ανατροπής της κυβέρνησης Μητσοτάκη

Τα καθήκοντα ανατροπής της κυβέρνησης Μητσοτάκη

  • |

Απέναντι στην αυταρχική και απροσχημάτιστα νεοφιλελεύθερη, ταξική διακυβέρνηση της ΝΔ η ουσιαστική απάντηση απ’ τ’ αριστερά είναι «να πέσει η κυβέρνηση».

Το σύν­θη­μα αυτό απο­τε­λεί (αντι­κει­με­νι­κά) την επι­κε­φα­λής αιχμή πίσω από την οποία είναι δυ­να­τόν να στοι­χη­θούν τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά και οι προ­τε­ραιό­τη­τες της αρι­στε­ρής εναλ­λα­κτι­κής, εκ­φρά­ζο­ντας τον κόσμο της ερ­γα­σί­ας και των υπο­τε­λών τά­ξε­ων αλλά επί­σης τον κόσμο της Αρι­στε­ράς και τον ευ­ρύ­τε­ρα δη­μο­κρα­τι­κό, απέ­να­ντι στο πο­λω­τι­κό πλαί­σιο που ούτως ή άλλως επι­λέ­γει ο Μη­τσο­τά­κης.

Μείγ­μα νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης και ακρο­δε­ξιάς εμ­μο­νής

Γιώργος Σαπουνάς

Η κυ­βέρ­νη­ση του Κυ­ριά­κου Μη­τσο­τά­κη δο­κι­μά­ζε­ται στα μάτια της κοι­νω­νί­ας με την υπό­θε­ση Μεν­δώ­νη/Λι­γνά­δη, με τις ηχη­ρές αδυ­να­μί­ες όπως το μπλα­κά­ουτ ημε­ρών για εκα­τομ­μύ­ρια κα­τοί­κους της πρω­τεύ­ου­σας ελέω δι­ή­με­ρης χιο­νό­πτω­σης, με τις επα­να­λαμ­βα­νό­με­νες αστο­χί­ες υπουρ­γών και στε­λε­χών, με πρώτη την Κε­ρα­μέ­ως και βέ­βαια με τα δια­δο­χι­κά λάθη και τις δια­ψεύ­σεις στο μέ­τω­πο της παν­δη­μί­ας. Αντι­με­τω­πί­ζει ωστό­σο τους πο­λι­τι­κούς της αντι­πά­λους καθώς και συ­νο­λι­κά την κοι­νω­νία, με προ­σή­λω­ση στην «γραμ­μή» της αλα­ζο­νεί­ας, της πρό­κλη­σης και της επι­μο­νής (αν όχι εμ­μο­νής). Επι­στέ­γα­σμα αυτής της «γραμ­μής» η σκλη­ρή, «θα­τσε­ρι­κή» αντι­με­τώ­πι­ση της απερ­γί­ας πεί­νας του Κου­φο­ντί­να που προ­κα­λεί, όχι ασφα­λώς τους υπο­στη­ρι­κτές της δρά­σης της 17Ν αλλά πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο, τον κόσμο της Αρι­στε­ράς καθώς και κάθε δη­μο­κρα­τι­κά ευαί­σθη­το πο­λί­τη που ανα­τρι­χιά­ζει στην ιδέα νε­κρού απερ­γού πεί­νας.

Μοιά­ζει η κυ­βέρ­νη­ση του Μη­τσο­τά­κη να διεκ­δι­κεί πε­ρισ­σό­τε­ρο την απο­δο­χή του ιδε­ο­λο­γι­κού της πλαι­σί­ου παρά τα πρα­κτι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα της δια­κυ­βέρ­νη­σής της. Μά­λι­στα με τρόπο άτεγ­κτο που δεί­χνει «ασέ­βεια» (και κά­ποιας μορ­φής «άγνοια κιν­δύ­νου») στον πραγ­μα­τι­κό τα­ξι­κό και ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κό συ­σχε­τι­σμό στην χώρα προ­κει­μέ­νου να τον τρο­πο­ποι­ή­σει ακόμη και βίαια.

Έτσι κι αλ­λιώς η παν­δη­μία οδή­γη­σε άμεσα στην συ­γκρό­τη­ση του αντί­στοι­χου πο­λι­τι­κού ευ­ρω­παϊ­κού (και γε­νι­κό­τε­ρα) πλαι­σί­ου στην βάση των δύο κιν­δύ­νων, του πο­λι­τι­κού (κοι­νω­νι­κή / πο­λι­τι­κή ανοχή) και του οι­κο­νο­μι­κού (προ­τε­ραιό­τη­τα της αγο­ράς). Ο Μη­τσο­τά­κης πο­λι­τεύ­ε­ται στο δεξιό τμήμα του ευ­ρω­παϊ­κού πο­λι­τι­κού δια­νύ­σμα­τος (πε­ριο­ρι­σμέ­νου ούτως ή άλλως) χρη­σι­μο­ποιώ­ντας την παν­δη­μι­κή κρίση ως ευ­και­ρία. Ευ­και­ρία σκλη­ρών τα­ξι­κών επι­λο­γών που επι­χει­ρούν να εμ­βα­θύ­νουν και να μο­νι­μο­ποι­ή­σουν τις μνη­μο­νια­κές, νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες τομές του πρό­σφα­του πα­ρελ­θό­ντος και να εξα­λεί­ψουν τις κα­τα­κτή­σεις του μα­ζι­κού, ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, όλων των τε­λευ­ταί­ων δε­κα­ε­τιών. Ευ­και­ρία επί­σης για επι­λο­γές αντι­δη­μο­κρα­τι­κές και αυ­ταρ­χι­κές, δε­δο­μέ­νων των υγειο­νο­μι­κών πε­ριο­ρι­σμών, προς το κί­νη­μα και την εγκα­θί­δρυ­ση ενός αστυ­νο­μι­κού κρά­τους που δεί­χνει την πυγμή του σε κάθε (πα­ρα­μι­κρή έως και ανύ­παρ­κτη) ευ­και­ρία.

Μοιά­ζει σαν να θέλει να πάρει τη ρε­βάνς από τον Μάη του 68, από την «ελ­λη­νι­κή» Με­τα­πο­λί­τευ­ση. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ο Μη­τσο­τά­κης και η κυ­βέρ­νη­σή του επι­χει­ρεί να «πα­γιώ­σει» μια κοι­νω­νι­κή πλειο­ψη­φία στα δεξιά, να ανα­τρέ­ψει αυτό που συχνά οι δε­ξιοί ονο­μά­ζουν «αρι­στε­ρή ηγε­μο­νία» εν­νο­ώ­ντας ου­σια­στι­κά τον, υπό την πίεση των αγώ­νων των «από κάτω», αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κό εκ­συγ­χρο­νι­σμό του κρά­τους, ιδιαί­τε­ρα μετά την πτώση της χού­ντας. Ο φόβος και η καλ­λιέρ­γειά του απο­τε­λούν ερ­γα­λείο πί­ε­σης για δεξιά στρο­φή της κοι­νω­νί­ας και απο­δο­χής ως λύ­τρω­ση της  «πυγ­μής του ηγε­μό­να». Η υπό­θε­ση της παν­δη­μί­ας, αντι­κει­με­νι­κά, βοη­θά­ει σ’ αυτό.

Η αλή­θεια βέ­βαια είναι πιο σύν­θε­τη και πιο «διε­θνής». Συ­νο­πτι­κά μπο­ρού­με να πούμε ότι μετά την ολο­κλή­ρω­ση του 20ετή κύ­κλου του «αντι­πα­γκο­σμιο­ποι­η­τι­κού κι­νή­μα­τος» και της ήττας των «πλα­τιών κομ­μά­των» της Αρι­στε­ράς, του­λά­χι­στον στην Ευ­ρώ­πη – με απο­κο­ρύ­φω­μα την στρα­τη­γι­κή ήττα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που από ελ­πί­δα ρι­ζο­σπα­στι­κής ανά­τα­σης με­τε­τρά­πη σε τμήμα της ήδη εκ­φυ­λι­σμέ­νης ευ­ρω­παϊ­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας – τα κόμ­μα­τα εξου­σί­ας και οι κυ­βερ­νή­σεις ελά­χι­στα δια­φέ­ρουν με­τα­ξύ τους (εμ­φα­τι­κό πα­ρά­δειγ­μα οι με­τα­μορ­φώ­σεις χωρίς εκλο­γές της ιτα­λι­κής κυ­βέρ­νη­σης αλλά και οι όχι σπά­νιες κυ­βερ­νή­σεις «με­γά­λου συ­να­σπι­σμού» π.χ. στην Γερ­μα­νία). Εξάλ­λου κι­νού­νται στο ίδιο «με­τα­μο­ντέρ­νο» ιδε­ο­λο­γι­κά και νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο στρα­τη­γι­κά, πλαί­σιο που πε­ρι­λαμ­βά­νει χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ενός, ορι­σμέ­νου βαθιά υπο­κρι­τι­κού «αστι­κού δι­καιω­μα­τι­σμού» και την ίδια ώρα εν­σω­μα­τώ­νει διαρ­κώς στοι­χεία ενός κρά­τους αυ­ταρ­χι­κού, αντι­δη­μο­κρα­τι­κού, ρα­τσι­στι­κού ακόμη και «κρά­τους εξαί­ρε­σης».

Σ’ αυτό το μήκος κύ­μα­τος και ο Μη­τσο­τά­κης προ­σπα­θεί, πε­ρισ­σό­τε­ρο ως «μα­θη­τευό­με­νος μάγος» παρά ως δε­ξιο­τέ­χνης, να ξα­να­ζε­στά­νει την ιδε­ο­λο­γι­κή «σούπα» των ευ­και­ριών, της αξιο­λό­γη­σης, της αξιο­κρα­τί­ας, της αρι­στεί­ας, της εθνι­κής και εθνι­κι­στι­κής υπε­ρη­φά­νειας (πλην εντός πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης ΕΕ και ΝΑΤΟ), μαζί με τη δήθεν ευαι­σθη­σία σε θέ­μα­τα δι­καιω­μά­των και οι­κο­λο­γί­ας την ίδια ώρα που, μέσα στην κρίση της παν­δη­μί­ας βα­θαί­νει τις νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες και αυ­ταρ­χι­κές αντι­με­ταρ­ρυθ­μί­σεις. Όμως και πάλι δυ­σκο­λεύ­ε­ται από τα ίδια τα δικά του αυ­το­γκόλ καθώς η πραγ­μα­τι­κή ζωή δεν είναι …ιδε­ο­λο­γία. Οι συ­νέ­πειες της κυ­βερ­νη­τι­κής πο­λι­τι­κής γί­νο­νται κα­θη­με­ρι­νά αι­σθη­τές σε εκτε­τα­μέ­να κοι­νω­νι­κά τμή­μα­τα που προ­κα­λού­νται, απο­γοη­τεύ­ο­νται έως και εξορ­γί­ζο­νται και το προ­φίλ της κυ­βέρ­νη­σης όλο και πιο συχνά χρω­μα­τί­ζε­ται από στε­λέ­χη της Δε­ξιάς βου­τηγ­μέ­να στον τυ­χο­διω­κτι­σμό, στην ανι­κα­νό­τη­τα, στον ατο­μι­σμό, στην δια­πλο­κή, συχνά στο κοινό έγκλη­μα. Για πα­ρά­δειγ­μα η υπό­θε­ση Μεν­δώ­νη/ Λι­γνά­δη μοιά­ζει σαν βό­θρος που υπερ­χεί­λι­σε στο εσω­τε­ρι­κό της δε­ξιάς πο­λυ­κα­τοι­κί­ας και υπο­νο­μεύ­ει σφό­δρα την επι­χεί­ρη­ση της ιδε­ο­λο­γι­κής προ­πα­γάν­δας της Δε­ξιάς. Οφεί­λου­με επί­σης να δια­κρί­νου­με τις εντά­σεις και τις σο­βα­ρές αντι­φά­σεις στο εσω­τε­ρι­κό της ΝΔ, όπου οι επι­σφα­λείς και ευ­και­ρια­κές συμ­μα­χί­ες νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων και ακρο­δε­ξιών φτά­νουν στα όρια τους μέσω, κυ­ρί­ως, των «ελ­λη­νο­τουρ­κι­κών».

Αρι­στε­ρά: προ­κλή­σεις, συ­μπε­ρά­σμα­τα, επι­λο­γές

Το σύν­θη­μα «να πέσει η κυ­βέρ­νη­ση» ανα­δύ­ε­ται σαν ευχή για πολ­λές και πολ­λούς, ολο­έ­να και πε­ρισ­σό­τε­ρους/ες, όχι όμως δυ­στυ­χώς και σαν πο­λι­τι­κό σχέ­διο. Γιατί η με­τα­τρο­πή του συν­θή­μα­τος σε πο­λι­τι­κό σχέ­διο απαι­τεί όρους και προ­ϋ­πο­θέ­σεις που σή­με­ρα δεν προ­κύ­πτουν αβί­α­στα. Η δυ­σκο­λία αυτή συ­μπυ­κνώ­νε­ται στο γε­γο­νός ότι τόσο και κυ­ρί­ως η μεί­ζο­να αντι­πο­λί­τευ­ση (ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ) όσο όμως και η ελάσ­σο­να αρι­στε­ρή αντι­πο­λί­τευ­ση (ΚΚΕ, ΜΕΡΑ, εξω­κοι­νο­βου­λευ­τι­κή Αρι­στε­ρά) δεν θέ­λουν/μπο­ρούν να θέ­σουν το σύν­θη­μα. Τα πο­λι­τι­κά προ­βλή­μα­τα της αρι­στε­ρής αντι­πο­λί­τευ­σης, μεί­ζο­νος και ελάσ­σο­νος, συ­μπυ­κνώ­νο­νται  σε δύο κο­ρυ­φαία ζη­τή­μα­τα στην συ­γκυ­ρία:  α) συ­νο­λι­κή εναλ­λα­κτι­κή για την δια­χεί­ρι­ση της παν­δη­μί­ας. Δη­λα­δή συ­νο­λι­κή αντι­νε­ο­φι­λεύ­θε­ρη κυ­βερ­νη­τι­κή πρό­τα­ση που ου­σια­στι­κά πε­ρι­λαμ­βά­νει την αντίρ­ρη­ση και ταυ­τό­χρο­να την υπό­σχε­ση/ δέ­σμευ­ση ανα­τρο­πής, όλων των μνη­μο­νια­κών μέ­τρων, τρε­χού­σης της παν­δη­μί­ας αλλά και του επερ­χό­με­νου μνη­μο­νί­ου και β) ανα­πλαι­σί­ω­ση του «εθνι­κού» διλ­λή­μα­τος στα ελ­λη­νο­τουρ­κι­κά, «προ­σέγ­γι­ση ή επι­θε­τι­κό­τη­τα», απ’ τ’ αρι­στε­ρά, δη­λα­δή έξω από το να­τοϊ­κό πλαί­σιο, τους εξο­πλι­σμούς και τον γε­ω­πο­λι­τι­κό αντα­γω­νι­σμό, ανα­τρέ­πο­ντας τον κυ­ρί­αρ­χο εθνι­κι­στι­κό μύθο.

Ως προς το πρώτο ζή­τη­μα δη­λα­δή την «συ­νο­λι­κή, αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη, κυ­βερ­νη­τι­κή πρό­τα­ση» το πρό­βλη­μα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ βρί­σκε­ται στο «αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη». Η αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη ταυ­τό­τη­τα ενός κυ­βερ­νη­τι­κού κόμ­μα­τος δεν σχε­τί­ζε­ται κα­θό­λου με τις προ­θέ­σεις και τις σχε­τι­κές δη­λώ­σεις αλλά μόνο με τις πρά­ξεις, τις πο­λι­τι­κές επι­λο­γές. Αυτή η πρό­κλη­ση απα­ντή­θη­κε με συ­γκε­κρι­μέ­νο τρόπο από την ηγε­σία του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ το κα­λο­καί­ρι/ φθι­νό­πω­ρο του 2015 και κατά την διάρ­κεια της κυ­βερ­νη­τι­κής θη­τεί­ας του που ακο­λού­θη­σε. Σή­με­ρα οι προ­κλή­σεις επα­νέρ­χο­νται και απαι­τούν εκ νέου ρήξη με το νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο ευ­ρω­παϊ­κό πλαί­σιο. Απαι­τούν μέτρα ξε­κά­θα­ρα στο­χευ­μέ­να στο οι­κο­νο­μι­κό πεδίο. Όπως θα μπο­ρού­σε να είναι ο έκτα­κτος φόρος στο με­γά­λο κε­φά­λαιο, για την αντι­με­τώ­πι­ση των οι­κο­νο­μι­κών προ­βλη­μά­των που δη­μιουρ­γεί η παν­δη­μία, υπέρ των «πολ­λών» και «από κάτω», ξε­κι­νώ­ντας απ’ την δη­μό­σια Υγεία και την ασφά­λεια στην ερ­γα­σία και φτά­νο­ντας στις απαλ­λα­γές και τα επι­δό­μα­τα. Το μέτρο αυτό το υλο­ποί­η­σε πρό­σφα­τα στην Αρ­γε­ντι­νή η (ασφα­λώς μη επα­να­στα­τι­κή) κυ­βέρ­νη­ση.

Σε άλλη πε­ρί­πτω­ση ανα­δει­κνύ­ε­ται το πο­λι­τι­κό κενό με τον χει­ρό­τε­ρο τρόπο, με εκ­δο­χές κοι­νω­νι­κής αντί­δρα­σης όπως η «ψε­κα­σμέ­νη» αντι­πο­λί­τευ­ση, φτω­χές από στοι­χεία συ­νεί­δη­σης, τα­ξι­κής και πο­λι­τι­κής και τις οποί­ες διεκ­δι­κεί προ­νο­μια­κά η ακρο­δε­ξιά (κο­ρυ­φαίο πα­ρά­δειγ­μα ο Τραμπ στις ΗΠΑ).

Όμως η «συ­νο­λι­κή, αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη, κυ­βερ­νη­τι­κή πρό­τα­ση» απο­τε­λεί επί­σης πρό­βλη­μα και για τις δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς που όχι μόνο απορ­ρί­πτουν τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη στρα­τη­γι­κή αλλά ανα­φέ­ρο­νται στην αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή στρα­τη­γι­κή, όπως το ΚΚΕ και δυ­νά­μεις της εξω­κοι­νο­βου­λευ­τι­κής Αρι­στε­ράς. Εδώ το πρό­βλη­μα βρί­σκε­ται κυ­ρί­ως στο «κυ­βερ­νη­τι­κή» και ου­σια­στι­κά στην επι­λο­γή «μα­ζι­κής πο­λι­τι­κής» υπο­κρύ­πτο­ντας μια αντί­λη­ψη ότι οι τα­ξι­κές, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές δυ­νά­μεις δεν μπο­ρούν να κά­νουν «μα­ζι­κή πο­λι­τι­κή» παρά μόνο σε επα­να­στα­τι­κές συν­θή­κες. Άποψη η οποία έχει οδη­γή­σει σε επι­λο­γές σε­χτα­ρι­στι­κές όχι μόνο με­τα­ξύ των ορ­γα­νώ­σε­ων της Αρι­στε­ράς αλλά, ενί­ο­τε ακόμη και προς το ίδιο το κί­νη­μα.

Η αντί­λη­ψη ότι η ρι­ζο­σπα­στι­κή έως επα­να­στα­τι­κή πο­λι­τι­κή είναι σχε­δόν μό­νι­μα κα­τα­δι­κα­σμέ­νη σε οι­κτρές μειο­ψη­φί­ες και οφεί­λει να είναι σε­χτα­ρι­στι­κή ενώ αντί­θε­τα η εξυ­πη­ρέ­τη­ση του στό­χου της μα­ζι­κής πο­λι­τι­κής είναι αντι­κει­με­νι­κά στρο­φή στα δεξιά και στρα­τη­γι­κή συν­θη­κο­λό­γη­ση, όπως υπήρ­ξαν στο πα­ρελ­θόν τα «λαϊκά μέ­τω­πα», είναι παλιά (ανι­στό­ρη­τη και βαθιά ητ­το­πα­θής ). Ωστό­σο στο πα­ρελ­θόν, σχε­δόν σε όλο τον προη­γού­με­νο αιώνα, ιδιαί­τε­ρα στα χρό­νια της Με­τα­πο­λί­τευ­σης στην Ελ­λά­δα, όσο η τότε κρα­ταιά σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία πρω­τα­γω­νι­στού­σε στην ορ­γά­νω­ση της ζωής και των αγώ­νων της ερ­γα­τι­κής τάξης, της νε­ο­λαί­ας, των υπο­τε­λών γε­νι­κό­τε­ρα αλλά επί­σης και στην ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή τους έκ­φρα­ση, τα κόμ­μα­τα και οι ορ­γα­νώ­σεις στ’ αρι­στε­ρά της πα­ρε­νέ­βαι­ναν σ’ ένα πλαί­σιο ήδη κα­θο­ρι­σμέ­νο. Πλέον η ορ­γά­νω­ση των αγώ­νων του κό­σμου της ερ­γα­σί­ας και ευ­ρύ­τε­ρα των κι­νη­μά­των και της «δρώ­σας κοι­νω­νί­ας» όσο και η ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή ζύ­μω­ση για την σο­σια­λι­στι­κή εναλ­λα­κτι­κή δεν απο­τε­λεί – εδώ και δε­κα­ε­τί­ες – χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της, πάλαι ποτέ, «μα­ζι­κής Αρι­στε­ράς», δη­λα­δή της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας ή κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς ή «πλη­θυ­ντι­κής Αρι­στε­ράς». Η με­τάλ­λα­ξη σε ορι­σμέ­νες πε­ρι­πτώ­σεις ευ­ρω­παϊ­κών κρα­τών και μά­λι­στα εμ­βλη­μα­τι­κών για την Ιστο­ρία της Αρι­στε­ράς (Ιτα­λία, Γαλ­λία) έχει φτά­σει στην πλήρη κα­τάρ­ρευ­ση ακόμη και των συμ­βό­λων και των ονο­μά­των. Το πο­λι­τι­κό κενό που εμ­φα­νί­ζε­ται δεν είναι ούτε προ­σω­ρι­νό ούτε συ­γκυ­ρια­κό. Αφορά απ’ την μια στην ιστο­ρι­κή ήττα και κα­τάρ­ρευ­ση της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας αλλά επί­σης απο­τε­λεί σύμ­πτω­μα και μορφή εμ­φά­νι­σης του βα­θύ­τα­του πο­λι­τι­κού προ­βλή­μα­τος που έχει δη­μιουρ­γη­θεί στις δε­κα­ε­τί­ες του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου «μο­νό­δρο­μου», της με­γά­λης δυ­σκο­λί­ας έως και αδυ­να­μί­ας συ­γκρό­τη­σης ευ­ρέ­ων κοι­νω­νι­κών συ­ναι­νέ­σε­ων. Η διαρ­κής αύ­ξη­ση των ανι­σο­τή­των σε συν­δυα­σμό με την απου­σία πο­λι­τι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης των πολ­λών «από κάτω» (ή/ και «απ΄έξω») υπο­νο­μεύ­ει συ­στη­μα­τι­κά την πο­λι­τι­κή δια­χεί­ρι­ση των κοι­νω­νι­κών συ­νε­πειών των βα­θύ­τα­των αντι­φά­σε­ων στο οι­κο­νο­μι­κό πεδίο. Η συ­ζή­τη­ση λοι­πόν για την μα­ζι­κή, ρι­ζο­σπα­στι­κή και αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή πο­λι­τι­κή τί­θε­ται εκ νέου, με όρους επεί­γο­ντες, επι­βί­ω­σης και ταυ­τό­χρο­να διεκ­δί­κη­σης νι­κη­φό­ρας προ­ο­πτι­κής. Με όρους ανά­λη­ψης των ρε­φορ­μι­στι­κών κα­θη­κό­ντων ταυ­τό­χρο­να με την βαθιά προ­σή­λω­ση στην ιστο­ρι­κή επι­και­ρό­τη­τα του αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κού ορά­μα­τος, του Σο­σια­λι­σμού.

Έτσι λοι­πόν τo «φά­ντα­σμα» του 2012 – 2015 επα­νέρ­χε­ται σαν κά­ποιο ιστο­ρι­κό «déjà vu» και μας κα­τα­τρέ­χει με το ανα­πά­ντη­το ερώ­τη­μα: υπήρ­χε άλλος δρό­μος; Η αρ­νη­τι­κή απά­ντη­ση στο πα­ρα­πά­νω ερώ­τη­μα οδη­γεί ανα­πό­δρα­στα σε πο­λι­τι­κό αδιέ­ξο­δο και σή­με­ρα! Αντι­λή­ψεις που δεν δια­πί­στω­σαν και εξα­κο­λου­θούν να μην δια­πι­στώ­νουν εναλ­λα­κτι­κή για τότε, δεν έχουν ασφα­λώς ούτε σή­με­ρα απα­ντή­σεις και δεν μπο­ρούν να υπο­στη­ρί­ξουν το αί­τη­μα του κό­σμου της Αρι­στε­ράς και των υπο­τε­λών τά­ξε­ων και στρω­μά­των: να πέσει τώρα η κυ­βέρ­νη­ση!

Εθνι­κι­σμός

Εντού­τοις σ’ αυτές τις συν­θή­κες εμ­φα­νί­ζε­ται ένα επι­πλέ­ον πρό­βλη­μα για την ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά. Το πρό­βλη­μα του εθνι­κι­σμού. Η αδυ­να­μία της αρι­στε­ρής, ρι­ζο­σπα­στι­κής, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής εναλ­λα­κτι­κής έχει οδη­γή­σει στην εμ­φά­νι­ση ψευ­δο­διλ­λη­μά­των ή win- win διλ­λη­μά­των υπέρ του συ­στή­μα­τος που ανα­πτύσ­σο­νται γύρω από το δί­πο­λο «πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση – εθνι­κά κράτη» (π.χ. Ευρώ – δραχ­μή, μέσα – έξω από τη ΕΕ, συμ­φω­νία Πρε­σπών κ.α.). Τα δί­πο­λα αυτά ωστό­σο δεν ευ­νό­η­σαν την χά­ρα­ξη  δια­χω­ρι­στι­κής «Αρι­στε­ράς – Δε­ξιάς» αλλά αντί­θε­τα εκ­φρά­στη­καν πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κά ως συν­θή­μα­τα της ακρο­δε­ξιάς που έφτα­σε έως και στην κυ­βέρ­νη­ση (ΗΠΑ, Ιτα­λία, Ουγ­γα­ρία κ.α.).

Στην πε­ρί­πτω­ση μας κα­θο­ρι­στι­κό ρόλο παί­ζει ο πα­ρά­γο­ντας «δια­χεί­ρι­ση των εθνι­κών θε­μά­των» σε μια πε­ρί­ο­δο όπου απαι­τού­νται απο­φά­σεις στρα­τη­γι­κού χα­ρα­κτή­ρα και ση­μα­ντι­κές πο­λι­τι­κές επι­λο­γές για την άρ­χου­σα τάξη. Η έν­νοια του ψευ­δο­διλ­λή­μα­τος κυ­ριο­λε­κτι­κά ει­κο­νο­γρα­φεί­ται στις εξε­λί­ξεις των τε­λευ­ταί­ων ετών. Ο Τσί­πρας οδή­γη­σε στην «συμ­φω­νία των Πρε­σπών» (δι­χά­ζο­ντας την Αρι­στε­ρά) και ο Μη­τσο­τά­κης ενώ εξυ­πη­ρε­τή­θη­κε απ’ αυτό, καθώς απο­τε­λού­σε επι­τα­γή εκ­συγ­χρο­νι­σμού και βού­λη­ση της άρ­χου­σας τάξης και των διε­θνών συ­νε­ταί­ρων, επέ­λε­ξε την οπορ­του­νι­στι­κή επι­λο­γή του εθνι­κι­σμού και των ακρο­δε­ξιών κραυ­γών. Σή­με­ρα είναι ο Μη­τσο­τά­κης που, σαν συ­νέ­χεια των ίδιων, βα­σι­κά, όρων (παρά τις δια­φο­ρές) που κα­θό­ρι­σαν και την επι­λο­γή των Πρε­σπών (βού­λη­ση των εγ­χώ­ριων και διε­θνών αστι­κών κέ­ντρων), επι­χει­ρεί κά­ποια προ­σέγ­γι­ση με την Τουρ­κία και ο Τσί­πρας επι­λέ­γει την … εθνι­κι­στι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση! Η ανά­γκη δια­φυ­γής απ’ αυτά τα διλ­λή­μα­τα και η δια­τύ­πω­ση ανε­ξάρ­τη­της εναλ­λα­κτι­κής απ’ τ’ αρι­στε­ρά είναι πρό­δη­λη.

Πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο για τις δυ­νά­μεις που αυ­το­προσ­διο­ρί­ζο­νται ως ρι­ζο­σπα­στι­κά αρι­στε­ρές, μαρ­ξι­στι­κές, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές. Στην Ιστο­ρία έχουν υπάρ­ξει πε­ρι­πτώ­σεις όπου η πάλη για αυ­το­διά­θε­ση ή/και εθνι­κή ανε­ξαρ­τη­σία οι­κο­δο­μού­σε ταυ­τό­χρο­να τους όρους για την τα­ξι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση και την αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή ανα­τρο­πή. Πε­ρι­πτώ­σεις απο­τί­να­ξης αποι­κια­κού ζυγού αλλά και πε­ρι­πτώ­σεις αντί­στα­σης σε ει­σβο­λείς όπως το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Εντού­τοις πρό­κει­ται για συ­γκε­κρι­μέ­νες συν­θή­κες κατά τις οποί­ες οι «από κάτω» ερή­μην των «από πάνω» ή/ και ενα­ντί­ον τους, διεκ­δί­κη­σαν, υπό συ­γκε­κρι­μέ­νους όρους και προ­ϋ­πο­θέ­σεις, δια­φο­ρε­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο στον εθνι­κι­σμό διεκ­δι­κώ­ντας ου­σια­στι­κά την υπέρ­βα­σή του σ’ ένα σο­σια­λι­στι­κό μέλ­λον. Διότι ο «κα­νό­νας» είναι πως ο εθνι­κι­σμός απο­τε­λεί κε­ντρι­κό πυ­λώ­να της ιδε­ο­λο­γι­κής κυ­ριαρ­χί­ας των αστών και του κα­πι­τα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος. Σή­με­ρα, στον 21ο αιώνα, ο αρι­στε­ρός εθνι­κι­σμός και μά­λι­στα σε χώρες του δυ­τι­κού κό­σμου όπως  η Ελ­λά­δα, απο­τε­λεί, στην κα­λύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, κα­ρι­κα­τού­ρα μιας πα­ρελ­θού­σας «αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κής» επο­χής με δια­φο­ρε­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Συ­νή­θως μά­λι­στα, εμ­φα­νί­ζε­ται με την μορφή της υπό­κλι­σης στο δε­δο­μέ­νο κοι­νω­νι­κο­οι­κο­νο­μι­κό πλαί­σιο της αγο­ράς (π.χ. με έμ­φα­ση στο εθνι­κό νό­μι­σμα). Σ’ αυτό το γή­πε­δο η Αρι­στε­ρά χάνει και κερ­δί­ζει η ακρο­δε­ξιά! Τα­κτι­κές που απαι­τού­νται στην αντι­πα­ρά­θε­ση/ σύ­γκρου­ση με τις κα­πι­τα­λι­στι­κές συ­γκρο­τή­σεις δύ­να­μης, όχι μόνο εθνι­κές αλλά διε­θνι­κές όπως η ΟΝΕ/ΕΕ, είναι ασφα­λώς στην «ημε­ρή­σια διά­τα­ξη» της αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής πάλης. Εντού­τοις η θέση της ρι­ζο­σπα­στι­κής και αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς (πρέ­πει να) βρί­σκε­ται έξω από το συ­στη­μι­κό δί­πο­λο «εθνι­κι­σμός – κο­σμο­πο­λι­τι­σμός» θέ­το­ντας τα ζη­τή­μα­τα από την σκο­πιά των τα­ξι­κών σχέ­σε­ων και όχι ασφα­λώς από κά­ποια οπτι­κή δήθεν προ­ο­δευ­τι­κής εθνι­κής «πα­ρα­γω­γι­κής ανα­συ­γκρό­τη­σης». Πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο όχι από οπτι­κές που δι­καιο­λο­γούν τον μι­λι­τα­ρι­σμό, τους εξο­πλι­σμούς ακόμη και τον πό­λε­μο!

Το αί­τη­μα «να πέσει η κυ­βέρ­νη­ση» δεν έχει νόημα εάν πρό­κει­ται να πέσει απ’ τα δεξιά, από θέ­σεις εθνι­κι­στι­κές! Ή για να το δια­τυ­πώ­σου­με δια­φο­ρε­τι­κά δεν μπο­ρεί η Αρι­στε­ρά να βρί­σκε­ται στο ίδιο με­τε­ρί­ζι με την ακρο­δε­ξιά ούτε από πα­ρε­ξή­γη­ση!

Να πέσει η κυ­βέρ­νη­ση «απ΄τα κάτω»

Τούτη την ώρα βρι­σκό­μα­στε σε μια στιγ­μή κατά  την οποία ανα­πτύσ­σο­νται παρά  τις  δυ­σκο­λί­ες, ση­μα­ντι­κές κοι­νω­νι­κές /τα­ξι­κές αντι­στά­σεις στην κυ­βερ­νη­τι­κή πο­λι­τι­κή.

Η πρό­κλη­ση είναι ορατή και αναμ­φι­σβή­τη­τη. Οι επι­λο­γές ωστό­σο είναι δύ­σκο­λες και η δια­δι­κα­σία της «συ­ζή­τη­σης» απο­σπα­σμα­τι­κή και αντι­φα­τι­κή. Η κα­λύ­τε­ρη στιγ­μή της (κοι­νο­βου­λευ­τι­κής) Αρι­στε­ράς επί κυ­βέρ­νη­σης Μη­τσο­τά­κη υπήρ­ξε η κοινή δή­λω­ση (και σε ένα βαθμό στάση ανυ­πα­κο­ής), των ΚΚΕ, ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και ΜΕ­ΡΑ­25, ενά­ντια στον κυ­βερ­νη­τι­κό αυ­ταρ­χι­σμό την 17η Νο­έμ­βρη 2020. Αυτή η ει­κό­να πα­ρό­λαυ­τά απέ­χει πάρα πολύ από το να ει­κο­νο­γρα­φεί την δύ­να­μη και την κα­τά­στα­ση της αρι­στε­ρής αντι­πο­λί­τευ­σης. Η αντι­πο­λί­τευ­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και μά­λι­στα η στάση του ίδιου του Τσί­πρα δεν πεί­θει ως δυ­να­τό­τη­τα διεκ­δί­κη­σης κυ­βερ­νη­τι­κών κα­θη­κό­ντων. Για την  ρι­ζο­σπα­στι­κή και αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά η ανα­γκαία βού­λη­ση για συ­γκέ­ντρω­ση δύ­να­μης, για αύ­ξη­ση της ορα­τό­τη­τας και της πα­ρέμ­βα­σης στην κοι­νω­νία και στα κι­νή­μα­τα συ­να­ντά ανα­πό­φευ­κτα την εκλο­γι­κή τα­κτι­κή. Η κυ­βέρ­νη­ση του Μη­τσο­τά­κη πρέ­πει να πέσει το συ­ντο­μό­τε­ρο αλλά χωρίς αυ­τα­πά­τες. Οι όροι «απ΄τα κάτω»  και «απ΄τ΄αρι­στε­ρά» δεν πλη­ρού­νται ικα­νο­ποι­η­τι­κά σή­με­ρα. Εντού­τοις αυτό είναι το πλαί­σιο για την λήψη πρω­το­βου­λιών στην κα­τεύ­θυν­ση οι­κο­δό­μη­σης πόλου της ρι­ζο­σπα­στι­κής, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς. Με βού­λη­ση για την ανά­λη­ψη κα­θη­κό­ντων προς το κί­νη­μα και την κοι­νω­νία γε­νι­κό­τε­ρα, για την διεκ­δί­κη­ση της πο­λι­τι­κής έκ­φρα­σης μα­ζι­κών κοι­νω­νι­κών ακρο­α­τη­ρί­ων, για την επι­λο­γή και κυ­ρί­ως την δυ­να­τό­τη­τα εκτέ­λε­σης τα­κτι­κών, των εκλο­γι­κών συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων.

Δια­φυ­γή από την πο­λι­τι­κή «δυ­σο­σμία» της χρο­νί­ζου­σας σα­πί­λας του αστι­κού συ­στή­μα­τος την οποία ο Μη­τσο­τά­κης και η κυ­βέρ­νη­σή του εντεί­νουν απο­τε­λεί ο «κα­θα­ρός αέρας» του κι­νή­μα­τος και τα μη­νύ­μα­τα που στέλ­νουν οι, υπό δύ­σκο­λες συν­θή­κες, αγώ­νες που εξε­λίσ­σο­νται κύρια στους χώ­ρους της Υγεί­ας και της Παι­δεί­ας αλλά και αλλού. Η αδυ­να­μία των κομ­μά­των και των ορ­γα­νώ­σε­ων με­τα­φέ­ρει την πίεση για πο­λι­τι­κές επι­λο­γές στα ίδια τα συν­δι­κά­τα. Η απόρ­ρι­ψη των επι­λο­γών της Κε­ρα­μέ­ως, συχνά από το σύ­νο­λο των συν­δι­κα­λι­στι­κών πα­ρα­τά­ξε­ων στα συν­δι­κά­τα της Παι­δεί­ας και τα τε­ρά­στια πο­σο­στά συμ­με­το­χής στην απερ­γία/ αποχή ενά­ντια στην αξιο­λό­γη­ση συ­να­ντούν την επί­μο­νη και μα­χη­τι­κή στάση του κό­σμου της δη­μό­σιας Υγεί­ας, την ώρα που το «παν­δη­μι­κό πλαί­σιο» επι­τρέ­πει στο μα­ζι­κό κοι­νω­νι­κό ακρο­α­τή­ριο να ανα­γνω­ρί­σει την χρη­σι­μό­τη­τα των μη κερ­δο­φό­ρων το­μέ­ων που ωστό­σο (θά­πρε­πε να) εξα­σφα­λί­ζουν ως δε­δο­μέ­νες συ­γκε­κρι­μέ­νες υπο­χρε­ώ­σεις της Πο­λι­τεί­ας προς τους /τις πο­λί­τες, όπως η Υγεία, η Παι­δεία, η ασφά­λι­ση, τα Μέσα Μα­ζι­κής Με­τα­φο­ράς, το ρεύμα, το νερό κ.λ.π. Η εξέ­λι­ξη του κι­νή­μα­τος παρά τις δυ­σκο­λί­ες που βά­ζουν οι υγειο­νο­μι­κοί πε­ριο­ρι­σμοί, εξαρ­τά­ται πλέον από επι­λο­γές κλι­μά­κω­σης και κοι­νού αγώνα π.χ. κοινό πα­νεκ­παι­δευ­τι­κό και πα­νυ­γειο­νο­μι­κό μέ­τω­πο.

Εν­δε­χο­μέ­νως η υπό­θε­ση της ανα­συ­γκρό­τη­σης της Αρι­στε­ράς να μοιά­ζει και να είναι δύ­σκο­λη και χρο­νο­βό­ρα πλην το κοι­νω­νι­κό/ κι­νη­μα­τι­κό πλαί­σιο μέσα στο οποίο πραγ­μα­το­ποιού­νται τα πο­λι­τι­κά γε­γο­νό­τα κα­θο­ρί­ζει και το πε­ριε­χό­με­νό τους. Έχου­με άμεση ανά­γκη από την συ­γκέ­ντρω­ση δύ­να­μης του κι­νή­μα­τος, από την κοινή δράση και την κλι­μά­κω­σή της, ακόμη και από την υπο­κα­τά­στα­ση του πο­λι­τι­κού πε­δί­ου, στο βαθμό που είναι κάθε φορά δυ­να­τό, από τα ίδια τα συν­δι­κά­τα. Η κυ­βέρ­νη­ση πρέ­πει να πέσει το συ­ντο­μό­τε­ρο από την κοι­νω­νι­κή/ κι­νη­μα­τι­κή πίεση (παρά από τα σκάν­δα­λα). Η (οποια­δή­πο­τε) επό­με­νη πρέ­πει να βρε­θεί σε συν­θή­κες κοι­νω­νι­κής οργής, κι­νη­τι­κό­τη­τας και απαί­τη­σης. Ταυ­τό­χρο­να οφεί­λου­με να θέ­σου­με το ζή­τη­μα της μα­ζι­κής, ρι­ζο­σπα­στι­κής, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής Αρι­στε­ράς στο επί­κε­ντρο έξω από τις αυ­το­α­να­φο­ρι­κές, σε­χτα­ρι­στι­κές «ευ­κο­λί­ες». Κα­νέ­νας ση­με­ρι­νός πο­λι­τι­κός ορ­γα­νι­σμός της Αρι­στε­ράς (με τις δε­δο­μέ­νες επι­λο­γές και φυ­σιο­γνω­μι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά) δεν μπο­ρεί να διεκ­δι­κή­σει την ανα­γκαία συ­γκέ­ντρω­ση δύ­να­μης με απο­κλει­στι­κό όχημα τον εαυτό του….

/rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος