Διαψεύσεις
«Ποτέ δεν θα ξεχάσω την εικόνα του Παρισιού εκείνες τις περίφημες μέρες: την ξέφρενη γενναιότητα των χαμινιών, τον ενθουσιασμό των ανδρών, την άγρια έξαψη των ιεροδούλων, τη βλοσυρή παραίτηση της Ελβετικής και της Βασιλικής φρουράς, την παράξενη υπερηφάνεια της εργατικής τάξης, που ήταν όπως έλεγαν χωρίς αντίκρισμα κύριοι του Παρισιού».
Η περιγραφή αυτή της Δεύτερης Γαλλικής επανάστασης του 1830 (ή Trois Glorieuses) από το σπουδαίο φιλέλληνα συνθέτη και ακραιφνή εκπρόσωπο του διαφωτισμού Μπερλιόζ μοιάζει σαν να γράφτηκε για το σήμερα[1].
Αν λοιπόν κάτι μας δείχνει η αντοχή και η ποιότητα των γάλλων εξεγερμένων και ο όγκος του πρόσφατου ελληνικού λαϊκού ξεσπάσματος είναι οι «μυστικές» διεργασίες που συντελούνται μακρόσυρτα στη συνείδηση των σύγχρονων κολασμένων, της εργατικής τάξης, της νεολαίας και των αυτοαπασχολούμενων, που οδηγούν – εκεί που λες «τελειώσαμε» – στην ορμητική επανεμφάνιση του εργατικού κινήματος. Μας «γνέφει» επίσης πως ο εργατικός αγώνας πρέπει να παίρνει υπόψη όχι μόνο τους συσχετισμούς των δυνάμεων, αλλά να παρακολουθεί από τα μέσα, να κατανοεί τους λόγους και τις ιδιομορφίες διαμόρφωσης της σημερινής εργατικής συνείδησης. Να μη σνομπάρει τις αυθόρμητες αντιιμπεριαλιστικές, αντιμονοπωλιακές διαθέσεις, αλλά να τις εξυψώνει στο επίπεδο της εργατικής αντικαπιταλιστικής πάλης.
Στη Γαλλία κόμματα με το «Κ» μπροστά είναι εξαιρετικά αδύνατα κι όμως οι λαϊκές εξεγέρσεις είναι σκληρές και παρατεταμένες.
Στην Ελλάδα υπάρχει η πεποίθηση πως ισχύει το αντίστροφο οι αγώνες ωστόσο δεν έχουν τη γαλλική διάρκεια και την ποιότητα.
Τι ακριβώς συμβαίνει; Τι δεν κατανοούμε;
Έτσι ή αλλιώς όμως σε αυτό το κίνημα υπάρχει η ελπίδα αναγέννησης και συγκρότησης των σύγχρονων πολιτικών υποκειμένων της εργατικής πολιτικής.
Αν η ιστορία έχει ένα τρόπο να φαλκιδεύει τις οπτιμιστικές ελπίδες ολόκληρων γενεών – όπως συνέβη τη δεκαετία του ’90 – έχει εξίσου συχνά την ικανότητα να διαψεύδει τις ελπίδες όσων είναι ικανοποιημένοι με την καθεστηκυία τάξη.
Αυτό συμβαίνει τώρα στη Γαλλία, αυτό συμβαίνει από καιρό καθώς το λαϊκό κίνημα εμφανίζεται με τη μορφή
της άμπωτις και της πλημμυρίδας δίχως τίποτα προ- εγγυημένο.
Ο Μητσοτάκης θα συλλάβει τον Πούτιν;
Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες.
Μπορεί να περνά στα «δεύτερα», να περνά όπως όντως είναι: ως μια γελοιότητα.
Αξίζει όμως να στρέψουμε την προσοχή μας σε αυτό μαζί με ορισμένες ανατροπές ιστορικής σημασίας που περνούν σχεδόν «στο έτσι».
Μιλάμε για την έκδοση εντάλματος σύλληψης κατά του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), κατηγορώντας τον ότι είναι υπεύθυνος για εγκλήματα πολέμου, λόγω της φερόμενης συμμετοχής του σε απαγωγές παιδιών από την Ουκρανία.
Το ΔΠΔ εξέδωσε επίσης ένταλμα για σύλληψη της Maria Alekseyevna Lvova-Belova, επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Παιδιού στο Γραφείο του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας, για παρόμοιες κατηγορίες.
Από τις 125 χώρες που συγκροτούν το Διεθνές Δικαστήριο μόνο η Ουγγαρία του ακροδεξιού Όρμπαν δήλωσε πως δεν δεσμεύεται από την απόφαση για σύλληψη του Ρώσου προέδρου.
Αυτό σημαίνει πως αν για τυχαίους λόγους ο Πούτιν αναγκαστεί να περάσει από τον ελληνικό εναέριο χώρο ο Μητσοτάκης θα δώσει εντολή για την αναχαίτιση του αεροπλάνου και τη σύλληψη του!
Να σημειωθεί πως δυο χρόνια μετά την κήρυξη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου από τον Χίτλερ, αφού είχε προσαρτήσει την Αυστρία και είχε κηρύξει τον πόλεμο στην Τσεχοσλοβακία, οι επιστολές αβροφροσύνης ανάμεσα στους τότε ηγέτες των αντίπαλων χωρών, τους ναζί ηγέτες και τον Χίτλερ δεν περιγράφονται.
Τώρα η κίνηση αυτή της έκδοσης εντάλματος σύλληψης ενός ηγέτη μιας εκ των ισχυρότερων χωρών διχάζει την ανθρωπότητα, οξύνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα πως οι σύγχρονοι αστοί τα έχουν χαμένα και γι’ αυτό γίνονται πιο επικίνδυνοι! Η αμερικάνικη π.χ. κυβέρνηση – που δεν αναγνωρίζει το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο – εγκαλεί τις 125 χώρες που το έχουν συγκροτήσει και αναγνωρίσει να εφαρμόσουν την απόφαση του!
Η απόφαση αυτή ανατρέπει κάθε διαδικασία ειρήνευσης.
Ανατροπές ιστορικής σημασίας
Τέτοιου είδους ανατροπές στις διεθνείς σχέσεις δρομολογούνται ήδη από το τέλος του περασμένου αιώνα. Τέτοιου είδους ανατροπές αποκαλύπτονται και επισφραγίζονται και στην πρόσφατη έκθεση του ΝΑΤΟ και του SIPRI για τις στρατιωτικές δαπάνες.
Οι εξελίξεις στις στρατιωτικές δαπάνες και στους εξοπλισμούς χωρών ανατρέπουν συνθήκες ιστορικής σημασίας.
Η συνθήκη π.χ. λήξης του πολέμου, η συμφωνία του Πότσδαμ (Ιούλιος 1945), αναμεταξύ των ΗΠΑ, της ΕΣΣΔ, και της Μ. Βρετανίας, που ανάμεσα στα άλλα αφόπλιζε τη Γερμανία και την Ιαπωνία δεν ισχύει πια.
Η Γερμανία με στρατιωτικό προϋπολογισμό ύψους 100 δισ. ευρώ επανεξοπλίζεται σαν αστακός.
Τα σημεία ειδικά της συμφωνίας του Πότσδαμ για τη Γερμανία (αποναζιστικοποίηση, εκδημοκρατισμός, απαγόρευση παραγωγής όπλων, πυρομαχικών, όλων των τύπων αεροσκαφών και πλοίων, αποκέντρωση, κατάργηση των καρτέλ, εξασφάλιση ότι το βιοτικό επίπεδο στη Γερμανία δεν θα ξεπεράσει το μέσο ευρωπαϊκό όρο) δεν έχουν, καιρό τώρα, καμία αξία. Έχουν ανατραπεί ή ανατρέπονται.
Η Ιαπωνία, η δεύτερη των ηττημένων, προχωρά επίσης στη μεγαλύτερη στρατιωτική ενίσχυση από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δαπανώντας το ποσό των 320 δισ. δολαρίων(!) στο πλαίσιο του οποίου θα αποκτήσει πυραύλους ικανούς να χτυπήσουν την Κίνα και θα ετοιμαστεί για μια σύγκρουση διαρκείας, καθώς οι εντάσεις στην περιοχή και ο πόλεμος στην Ουκρανία αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά.
Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Φούμιο Κισίντα ανησυχεί ότι η Ρωσία έχει δημιουργήσει προηγούμενο το οποίο θα ενθαρρύνει την Κίνα να επιτεθεί στην Ταϊβάν, απειλώντας κοντινά ιαπωνικά νησιά, με συνέπεια τη διαταραχή στις προμήθειες προηγμένων ημιαγωγών και πιθανώς το «στραγγάλισμα» των θαλάσσιων οδών πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή.
Να σημειωθεί πως στο μεταπολεμικό της σύνταγμα η Ιαπωνία έχει παραιτηθεί όχι μόνο από το δικαίωμα να διεξάγει πόλεμο αλλά και από τα μέσα για να το κάνει.
Ο ταχύς εξοπλισμός της Ιαπωνίας- η οποία ήδη φιλοξενεί αμερικανικές δυνάμεις περιλαμβανομένης μιας ομάδας κρούσης αεροπλανοφόρων και μιας εκστρατευτικής δύναμης πεζοναυτών – θα ήταν αδιανόητος επί προηγούμενων κυβερνήσεων. Ωστόσο τώρα έχει την υποστήριξη των περισσότερων ψηφοφόρων, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις μέχρι και 70%.
Οι ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις αυτή τη στιγμή διαθέτουν πυραύλους που μπορούν να πετάξουν το πολύ μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα. Στα νέα σχέδια περιγράφεται η απόφαση της Ιαπωνίας για την ανάπτυξη νέων δυνατοτήτων «αντεπίθεσης», που θα επιτρέπουν στο Τόκιο να χτυπά πλοία και στόχους σε απόσταση 1.000 χλμ. με πυραύλους που θα εκτοξεύονται από την ξηρά ή τη θάλασσα.
Για δε τον καλύτερο συντονισμό των αεροπορικών, θαλάσσιων και χερσαίων δυνάμεών της το κυβερνών κόμμα του Κισίντα συζητά κοινά διοικητήρια Ιαπωνίας – ΗΠΑ!
Το σαρωτικό, πενταετές πλάνο, που κάποτε ήταν αδιανόητο στην «ειρηνική» Ιαπωνία, θα καταστήσει τη χώρα τρίτη σε στρατιωτικές δαπάνες στον κόσμο μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα. Παράλληλα τα κρατικά έγγραφα στρατηγικής για την εθνική ασφάλεια υποδεικνύουν την Κίνα, τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα ως πιθανούς εχθρούς και υπόσχονται στενή συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ο κόσμος λοιπόν αλλάζει ραγδαία, αλλάζει επικίνδυνα, ο κόσμος στρατιωτικοποιείται.
Στην Ευρώπη ειδικότερα τα τελευταία πέντε χρόνια, παρά την παγκόσμια μείωση μεταφοράς όπλων, οι εισαγωγές όπλων σημείωσαν κατακόρυφη αύξηση (Έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης – SIPRI – για το 2022).
Πιο συγκεκριμένα, οι μεταφορές (πωλήσεις, δωρεές) σημαντικών όπλων από τα ευρωπαϊκά κράτη αυξήθηκαν κατά 47% μεταξύ 2013-17 και 2018-22, ενώ το παγκόσμιο επίπεδο των διεθνών μεταφορών όπλων μειώθηκε κατά 5,1%.
Μεγάλοι κερδισμένοι της εξέλιξης αυτής είναι οι βιομηχανίες όπλων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας.
Το μερίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών στις παγκόσμιες εξαγωγές όπλων αυξήθηκε από 33 σε 40%, ενώ το μερίδιο της Ρωσίας στην παγκόσμια αγορά (η οποία για τρεις δεκαετίες ανταγωνιζόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες για την πρωτιά στην βιομηχανία όπλων) διατηρεί μεν τη δεύτερη θέση, ωστόσο μειώθηκε από το 22% στο 16%.
Οι ΗΠΑ, ήταν και παραμένουν στην πρώτη θέση.
Η Γαλλία «βελτίωσε» τη θέση της και πέρασε στην τρίτη θέση.
Σε παγκόσμιο επίπεδο οι πέντε σημαντικότερες χώρες εξαγωγής όπλων είναι οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Γαλλία και στο τέλος η …αφοπλισμένη Γερμανία.!
Η Κίνα δεν κατάφερε να μπει σε ορισμένες από τις σημαντικότερες αγορές όπλων για καθαρά πολιτικούς λόγους. «Η Κίνα», σημειώνει ο Βέτσεμαν, επικεφαλής της έρευνας του SIPRI, «δεν μπορεί να πουλήσει όπλα σε έναν από τους σημαντικότερους ανταγωνιστές της, τις Ινδίες, η οποία είναι μια από τις βασικότερες αγορές εισαγωγής όπλων στον κόσμο. Όπως επίσης η Κίνα δεν έχει καταφέρει να ανταγωνιστεί Ευρωπαίους και Αμερικανούς προμηθευτές όπλων στα περισσότερα κράτη της Μ. Ανατολής, ιδίως αραβικά κράτη. Δεν έχει κερδίσει τόσο έδαφος, όπως ίσως πολλοί θα περίμεναν».
Στην ετήσια έκθεση του γ.γ. του ΝΑΤΟ για το 2022 («The Secretary General’s Annual Report 2022»), που παρουσίασε ο Γενς Στόλτενμπεργκ στις 21 Φεβρουαρίου 2023, εμφανίζεται το γεγονός πως μόνο 7 από τις 30 χώρες του ΝΑΤΟ (Ελλάδα, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Πολωνία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία) έπιασαν τον στόχο του 2% για τις πολεμικές δαπάνες το 2022.
Συγκριτικά, οι χώρες που είχαν πιάσει τον στόχο του 2% το 2021 ήταν 8, όπερ σημαίνει ότι πέρυσι, με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία, αντί να αυξηθούν, μειώθηκαν.
Ωστόσο το 2022, χρονιά του πολέμου στην Ουκρανία, της μεγαλύτερης πολεμικής σύγκρουσης που έχει εκτυλιχθεί στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επιφέροντας βαθιές διεθνοπολιτικές αλλαγές, οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνουν: «Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι και ο Καναδάς αύξησαν τις αμυντικές δαπάνες τους για όγδοη συνεχή χρονιά», σημειώνει το ΝΑΤΟ στην ετήσια έκθεσή του για το 2022.
Τα 30 κράτη μέλη του NATO ξόδεψαν ποσό που υπολογίζεται πως ανήλθε σε 1,2 τρισ. δολάρια για την άμυνα το 2022, ποσό αυξημένο κατά 2,2% σε πραγματικές τιμές σε σύγκριση με το 2021, με τις ΗΠΑ να παραμένουν η χώρα που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος αυτού του λογαριασμού, συνεχίζει η ετήσια έκθεση του Οργανισμού.
Και η ιστορία διδάσκει πως δεν υπάρχει περίοδος κατά την οποία τα κράτη ενίσχυαν αδιαλείπτως την πολεμική τους ικανότητα και να μην κατέληξε σε πολεμική αναμέτρηση.
Εκτός κι αν το λαϊκό κίνημα αποτροπής του πολέμου εμφανιστεί δυνατό και ικανό να επαληθεύσει τον τίτλο του.
[1] Ιστορία και επανάσταση, αντικρούοντας τον αναθεωρητισμό Mike Haynes, Jim Wolfreys, σελ. 23.
kommon.gr