Κι αφού πιάσαμε τις ιστορίες των σκιών, με τις σκιές τους…
Αν το καλοσκεφτείς όλη η ιστορία μας είναι γραμμένη από αυτές τις σκιές.
Είναι η υπαρκτή αλλά πάντα μη ορατή με γυμνό μάτι κίνηση που αλλάζει τα πράγματα.
Σαν ένας κάμπος με ηλίανθους στην εποχή της δόξας τους. Αν τον διασχίζεις για πολύ ώρα νοιώθεις πως κάτι αλλάζει, χωρίς να καταλαβαίνεις τι. Πρέπει να παρατηρήσεις προσεκτικά ή να σου πουν, πως είναι τα άνθη, τα οποία καθώς στρέφονται ανεπαίσθητα προς τον ήλιο ακολουθώντας την πορεία του, αλλάζουν την εικόνα του κάμπου.
Έτσι και οι σκιές, αλλάζουν το τοπίο, απαρατήρητες, τι σκιές θα ήσαν;, αλλά αποτελεσματικές.
Οπότε ας ξεκινήσουμε για μιάν ακόμη ιστορία.
Θα την πω όπως την θυμάμαι (πάνε κάμποσα χρόνια τώρα) από αφήγηση της Δήμητρας Γαλάνη στο ραδιόφωνο, άρα θα πω τις εντυπώσεις μου κι όχι την ιστορία επακριβώς. Η ουσία ωστόσο παραμένει ακριβής.
Δεν είναι παρά ένας πλανόδιος μανάβης μιας επαρχιακής πόλης. Το πρωί γυρίζει με το καρότσι τις γειτονιές. Η ομάδα των μουσικών και η τραγουδίστρια πίνουν τον πρωινό καφέ μετά την βραδινή συναυλία. Ο μανάβης γεμίζει μια σακούλα φρούτα και τους τα προσφέρει, λέγοντας πόσο ευτυχισμένο τον έκαναν χθες με τις μουσικές τους και κυρίως με τα μελοποιημένα ποιήματα του Λόρκα που τραγούδησαν.
Σου αρέσει ο Λόρκα; Τον θαυμάζω απεριόριστα και ξέρω πολλά ποιήματα του, έχω μάλιστα μάθει απέξω πολλά απ’ αυτά κι έχω επισκεφτεί κατ’ επανάληψη την Ισπανία και το μουσείο του. Τα έχεις τα βιβλία του; ρωτά η τραγουδίστρια. Όχι. Όταν πάω στην Αθήνα θα σου τα στείλω. Σας ευχαριστώ πολύ, αλλά δεν χρειάζεται να κάνετε τον κόπο… δεν ξέρω να διαβάζω.
Πιθανόν ο μανάβης της επαρχιακής πόλης του Βορρά, ή τουλάχιστον η ιστορία του, δεν κατατάσσεται στις σκιές εκείνες που διασχίσανε τις πολιτικές διαδρομές μας.
Κι ωστόσο πως μπορείς να την ξεχωρίσεις;
Ανήκουν σε εκείνη την κατηγορία των πιστών ανθρώπων, με μια έμπνευση για τη ζωή που την κάνει να μοιάζει καλύτερη και που διεκδικούνε να γίνει καλύτερη. Γιατί αυτός δεν είναι ο κομμουνισμός μας; Τι νόημα θα είχε ένα πολιτικό πρόγραμμα αν δεν είχε σκοπό να κάνει τη ζωή σαν στίχους του Λόρκα, του Σεφέρη, του Χικμέτ, του Απολλιναίρ, του… ;
Ή έστω να την μάθει, τη ζωή, να είναι δοτική στους στίχους;…
Πολύ περισσότερο στις μέρες που διανύουμε, όπου στο μεταμοντέρνο μας “αφήγημα” ακόμα κι εμείς, οι ομνύοντες σε μεγάλες “αφηγήσεις”, ξεχωρίζουμε σε πολλαπλά κομμάτια τη ζωή, ιδέες και λέξεις, άλλο το κομμουνιστικό μας πρόγραμμα, άλλο οι ποιητές, άλλο οι ιστορίες, κι άλλο οι άνθρωποι και η ζωή τους.
Ασύμπτωτα κομμάτια και τροχιές αστέρων που αν δεν συναρμολογηθούν σε ιστορίες, έστω και ιστορίες σκιών, θα διανύσουν την τροχιά τους, φωτεινή ή όχι, και θα σβήσουν σε ένα αχανές διάστημα, τροφοδοτώντας με την ενέργειά τους, ποιός ξέρει ποιό μακρινό γαλαξία, πόσο μακριά από μας!..
Αυτός ο μανάβης λοιπόν, που δεν ξέρει να διαβάζει, επαναφέρει την ιδέα στο μέτρο και το σκοπό της. Ακόμα κι αν ο ίδιος δεν ξέρει τίποτα γι’ αυτόν. Και, εν τέλει, τον βρίσκω πιο συναρπαστικό και πιο κοντινό στην κομμουνιστική επαγγελία από εκείνους που διαχειρίζονται προγράμματα χωρίς καν μια συγκίνηση για το Λόρκα!..
Πως αλλιώς δικαιώνονται οι στίχοι; Πως δικαιώνεται η ζωή;
.kommon.gr/