Συμπεράσματα από την ετήσια έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ

Συμπεράσματα από την ετήσια έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ

  • |

H κατάσταση στην αγορά εργασίας

Η ετή­σια έκ­θε­ση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, που δη­μο­σιεύ­θη­κε τον Μάρ­τιο, δια­πι­στώ­νει ότι κατά το φθι­νό­πω­ρο του 2017, το πο­σο­στό των απα­σχο­λου­μέ­νων στο σύ­νο­λο του πλη­θυ­σμού ηλι­κί­ας 15-64 ετών ανήλ­θε σε 54,6%, και είναι ελα­φρώς αυ­ξη­μέ­νο σε σχέση με τις χει­ρό­τε­ρες στιγ­μές του πρό­σφα­του πα­ρελ­θό­ντος, αλλά ση­μα­ντι­κά χα­μη­λό­τε­ρο από το προ-κρί­σης επί­πε­δο.

Ηλίας Ιωακείμογλου

Όσον αφορά την ανερ­γία, η ετή­σια έκ­θε­ση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ δια­πι­στώ­νει ότι οι άνερ­γοι κατά το τρίτο τρί­μη­νο του 2017 ανήλ­θαν σε 970 χι­λιά­δες άτομα (δη­λα­δή 20,2% του ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού ένα­ντι 22,6% κατά το προη­γού­με­νο έτος). Η υπο­χώ­ρη­ση της ανερ­γί­ας οφεί­λε­ται σε με­γά­λο βαθμό στην με­τα­νά­στευ­ση ση­μα­ντι­κών με­ρί­δων του ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού από την Ελ­λά­δα προς άλλες ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες, αλλά και στην τα­χεία επέ­κτα­ση της με­ρι­κής, της πρό­σκαι­ρης και επι­σφα­λούς ερ­γα­σί­ας. Χρη­σι­μο­ποιώ­ντας εναλ­λα­κτι­κούς δεί­κτες απα­σχό­λη­σης του Υπουρ­γεί­ου Ερ­γα­σί­ας των ΗΠΑ, οι οποί­οι λαμ­βά­νουν υπόψη τους την υπο­α­πα­σχό­λη­ση, τους απο­θαρ­ρη­μέ­νους άνερ­γους και την ακού­σια με­ρι­κή απα­σχό­λη­ση, προ­κύ­πτει ότι το πο­σο­στό ανερ­γί­ας, υπο­α­πα­σχό­λη­σης και λαν­θά­νου­σας ανερ­γί­ας είναι υψη­λό­τε­ρο κατά 7 πο­σο­στιαί­ες μο­νά­δες ένα­ντι του πο­σο­στού ανερ­γί­ας.

Η εξέ­λι­ξη των πραγ­μα­τι­κών μι­σθών κατά το 2017 εμ­φά­νι­σε στα­θε­ρο­ποί­η­ση στα χα­μη­λά επί­πε­δα της μνη­μο­νια­κής πε­ριό­δου. Στον ιδιω­τι­κό τομέα έχει αυ­ξη­θεί θε­α­μα­τι­κά το πο­σο­στό των χα­μη­λό­μι­σθων ερ­γα­ζό­με­νων που έχουν κα­θα­ρές μη­νιαί­ες απο­δο­χές κάτω των 700 ευρώ: κατά το 2017 ανερ­χό­ταν σε 37,4% ένα­ντι 13,1% το 2009. Πα­ράλ­λη­λα, το πο­σο­στό των μι­σθω­τών που είχαν απο­δο­χές με­τα­ξύ 700-900 ευρώ μειώ­θη­κε κατά 4 πε­ρί­που πο­σο­στιαί­ες μο­νά­δες (23,5% το 2017 ένα­ντι 27,3% το 2009) και το πο­σο­στό των ερ­γα­ζο­μέ­νων με κα­θα­ρές μη­νιαί­ες απο­δο­χές 900-1300 ευρώ υπο­χώ­ρη­σε πε­ρί­που κατά το ήμισυ (σε 16,8% το 2017 από 35,7% το 2009).

Στον ευ­ρύ­τε­ρο δη­μό­σιο τομέα έχει αυ­ξη­θεί ση­μα­ντι­κά το πο­σο­στό των ερ­γα­ζο­μέ­νων με κα­θα­ρές μη­νιαί­ες απο­δο­χές κάτω των χι­λί­ων ευρώ (29,8% το 2017 ένα­ντι 18,9% το 2009), και έχει αυ­ξη­θεί κατά τι το πο­σο­στό για απο­δο­χές 1000-1100 ευρώ (16,2% το 2017 ένα­ντι 13% το 2009) καθώς έχει με­τα­το­πι­στεί προς τα κάτω η με­ρί­δα των ερ­γα­ζο­μέ­νων που δη­λώ­νει κα­θα­ρές μη­νιαί­ες απο­δο­χές 1100-1600 ευρώ (34,3% το 2017 ένα­ντι 46,5% το 2009). Μεί­ω­ση πα­ρου­σιά­ζει και το πο­σο­στό των ερ­γα­ζο­μέ­νων με απο­δο­χές άνω των 1600 ευρώ (4,7% το 2017, 10,9% το 2009).

Όσον αφορά τις Συλ­λο­γι­κές Συμ­βά­σεις Ερ­γα­σί­ας (ΣΣΕ), το 2017, οι εθνι­κές ή το­πι­κές κλα­δι­κές ΣΣΕ πα­ρα­μέ­νουν εξαι­ρε­τι­κά ολι­γά­ριθ­μες ενώ για όγδοη χρο­νιά ο επι­χει­ρη­σια­κές ΣΣΕ υπερ­τε­ρούν κατά πολύ. Με βάση τα στοι­χεία του Υπουρ­γεί­ου Ερ­γα­σί­ας, κατά το 2017 υπο­γρά­φη­καν μόνο 15 κλα­δι­κές / ομοιο­ε­παγ­γελ­μα­τι­κές ΣΣΕ, πε­ρί­που δη­λα­δή όσες και κατά τα αμέ­σως προη­γού­με­να χρό­νια. Ο αριθ­μός των επι­χει­ρη­σια­κών ΣΣΕ, αντι­θέ­τως, ανήλ­θε σε 244.

Κατά την ίδια πε­ρί­ο­δο, οι προ­σλή­ψεις με πλή­ρες ωρά­ριο υπο­χώ­ρη­σαν στα­θε­ρά: η πο­σο­στιαία ανα­λο­γία τους στο σύ­νο­λο μειώ­θη­κε από 80% το 2009 σε 45% το 2017. Η πο­σο­στιαία ανα­λο­γία των νέων προ­σλή­ψε­ων με ευ­έ­λι­κτες μορ­φές απα­σχό­λη­σης στη διάρ­κεια της κρί­σης υπερ­δι­πλα­σιά­στη­κε, και ενώ το 2009 αντι­στοι­χού­σαν σε 21% του συ­νό­λου, κατά το 2017 ανήλ­θαν σε 55%.

Η πε­ρί­ο­δος 2009 έως 2016 συ­νο­δεύ­τη­κε από ιδιαί­τε­ρα αρ­νη­τι­κές κοι­νω­νι­κές επι­πτώ­σεις όσον αφορά την φτώ­χεια και την ανι­σό­τη­τα. Οι αρ­νη­τι­κές τιμές των δει­κτών προ­σέγ­γι­σαν το χει­ρό­τε­ρο επί­πε­δο κατά την πε­ρί­ο­δο 2013-2014 και στα­θε­ρο­ποι­ή­θη­καν κατά τα επό­με­να έτη στο επί­πε­δο αυτό. Ο δεί­κτης φτώ­χειας και κοι­νω­νι­κού απο­κλει­σμού αυ­ξή­θη­κε από το 27% του πλη­θυ­σμού στο 36% το 2014 και έκτο­τε πα­ρέ­μει­νε αμε­τά­βλη­τος. Ωστό­σο, οι με­τα­βο­λές αυτές δεν αντι­κα­το­πτρί­ζουν πλή­ρως την επι­δεί­νω­ση, διότι το κα­τώ­φλι της φτώ­χειας μειώ­νε­ται πα­ράλ­λη­λα με το ΑΕΠ. Εάν θε­ω­ρή­σου­με ότι το κα­τώ­φλι της φτώ­χειας σή­με­ρα είναι το ίδιο με το αντί­στοι­χο του 2008, δη­λα­δή ότι είναι εύ­λο­γο να θε­ω­ρού­με σή­με­ρα κά­ποιον ως φτωχό με τα ίδια κρι­τή­ρια που χρη­σι­μο­ποιού­σα­με το 2008, τότε το πο­σο­στό φτώ­χειας προ­σεγ­γί­ζει το 50% του πλη­θυ­σμού.

Κα­θο­ρι­στι­κός πα­ρά­γο­ντας για να συ­γκρα­τη­θεί το πο­σο­στό φτώ­χειας είναι οι με­τα­βι­βα­στι­κές πλη­ρω­μές και ει­δι­κά εκεί­νη των συ­ντά­ξε­ων, καθώς κατά την κρίση αυ­ξά­νε­ται η ση­μα­σία που έχουν για την αντι­με­τώ­πι­ση της φτώ­χειας. Από την άλλη πλευ­ρά, είναι ανη­συ­χη­τι­κό ότι οι κοι­νω­νι­κές ομά­δες που επαγ­γελ­μα­τι­κά βρί­σκο­νται στο πε­ρι­θώ­ριο, όπως οι άνερ­γοι και ο μη ενερ­γός πλη­θυ­σμός, εμ­φά­νι­σαν ισχυ­ρή αύ­ξη­ση του πο­σο­στού φτώ­χειας κατά την πε­ρί­ο­δο 2015-2016. Επι­πλέ­ον τα εμπει­ρι­κά ευ­ρή­μα­τα επι­βε­βαιώ­νουν ακόμα πε­ρισ­σό­τε­ρο ότι η εξά­πλω­ση της με­ρι­κής απα­σχό­λη­σης και η γε­νί­κευ­ση των ελα­στι­κών σχέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας έχουν κα­τα­δι­κά­σει με­γά­λο τμήμα του ερ­γα­ζό­με­νου πλη­θυ­σμού σε συν­θή­κες φτώ­χειας. Αυτό, σε συν­δυα­σμό με το γε­γο­νός ότι το πο­σο­στό φτώ­χειας σε ερ­γα­ζό­με­νους με συμ­βά­σεις ορι­σμέ­νου χρό­νου βρί­σκε­ται σε τρι­πλά­σια επί­πε­δα από τους ερ­γα­ζό­με­νους με συμ­βά­σεις αο­ρί­στου χρό­νου, κα­θι­στά προ­φα­νές ότι η στα­θε­ρή και πλή­ρης απα­σχό­λη­ση εξα­σφα­λί­ζει σαφώς κα­λύ­τε­ρη προ­στα­σία ένα­ντι της φτώ­χειας.

Μα­κροι­κο­νο­μι­κές και δη­μο­σιο­νο­μι­κές εξε­λί­ξεις
Η ετή­σια έκ­θε­ση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, που δη­μο­σιεύ­θη­κε τον Μάρ­τιο, δια­πι­στώ­νει ότι μέχρι το φθι­νό­πω­ρο του 2017, η ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία εμ­φά­νι­ζε εν­δεί­ξεις εύ­θραυ­στης στα­θε­ρο­ποί­η­σης σε χα­μη­λούς ρυθ­μούς με­γέ­θυν­σης της πα­ρα­γω­γής χωρίς να υπάρ­χει μια δυ­να­μι­κή βα­σι­σμέ­νη στις εσω­τε­ρι­κές δυ­νά­μεις της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Αυτό θέτει την Ελ­λά­δα σε μια πο­ρεία από­κλι­σης από τα άλλα κρά­τη-μέ­λη της Ευ­ρω­ζώ­νης, τα οποία για πρώτη φορά μετά την κρίση του 2008 κα­τα­γρά­φουν σχε­τι­κά ικα­νο­ποι­η­τι­κούς ρυθ­μούς αύ­ξη­σης της πα­ρα­γω­γής.

Το ελ­λη­νι­κό δη­μό­σιο έχει πλέον διορ­θώ­σει τα με­γά­λα δη­μο­σιο­νο­μι­κά ελ­λείμ­μα­τά του αλλά είναι αμ­φί­βο­λο εάν αυτό έχει συμ­βεί με τρόπο βιώ­σι­μο. Από το 2014 κα­τα­γρά­φε­ται αλ­λα­γή στα δη­μό­σια οι­κο­νο­μι­κά, και το με­γα­λύ­τε­ρο μέρος της δη­μο­σιο­νο­μι­κής προ­σπά­θειας γί­νε­ται με αύ­ξη­ση των έμ­με­σων φόρων. Το 2017 οι έμ­με­σοι φόροι αντι­στοι­χού­σαν στο 57% πε­ρί­που των φο­ρο­λο­γι­κών εσό­δων του κρά­τους ένα­ντι 54% το 2016.

Η εκτί­μη­ση της ετή­σιας έκ­θε­σης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι ότι το ελ­λη­νι­κό δη­μό­σιο επι­χει­ρεί να βελ­τιώ­σει τα οι­κο­νο­μι­κά του με τρόπο που δεν μπο­ρεί να δια­τη­ρη­θεί μα­κρο­πρό­θε­σμα με δε­δο­μέ­νη την αβέ­βαιη αύ­ξη­ση του ΑΕΠ, την πτώση του δια­θέ­σι­μου ει­σο­δή­μα­τος των νοι­κο­κυ­ριών και την αύ­ξη­ση των λη­ξι­πρό­θε­σμων οφει­λών των φο­ρο­λο­γου­μέ­νων προς το Δη­μό­σιο.

Το φθι­νό­πω­ρο του 2017, το προ­ϊ­όν της χώρας υστε­ρού­σε ση­μα­ντι­κά σε σχέση με το προ κρί­σης επί­πε­δο, πα­ρα­μέ­νο­ντας κα­θη­λω­μέ­νο στο επί­πε­δο του 2014. Κατά το ίδιο διά­στη­μα, συ­νε­χί­στη­κε ένα φαι­νό­με­νο που πα­ρα­τη­ρεί­ται από το 2012, ότι η κα­τα­νά­λω­ση πα­ρα­μέ­νει στά­σι­μη και σε επί­πε­δο υψη­λό­τε­ρο από το δια­θέ­σι­μο ει­σό­δη­μα. Η δια­φο­ρά οφεί­λε­ται αφε­νός στην εκτε­τα­μέ­νη φο­ρο­δια­φυ­γή όσο και στη χρήση απο­τα­μιεύ­σε­ων των νοι­κο­κυ­ριών για την υπε­ρά­σπι­ση του βιο­τι­κού τους επι­πέ­δου..

/rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος