Βρέθηκα χθες στην τράπεζα της γειτονιάς να πληρώσω τον ΕΝΦΙΑ κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή· γνήσιος υπήκοος της Ψωραλέξαινας καθόσον. Γινόταν κακός χαμός. Αδιαχώρητο στα ταμεία, ουρές ώς την παρακάτω γωνία έξω στο άτιμο ΑΤΜ. Περίμενα στο μηχάνημα, που δεν παίρνει προμήθεια, πίσω από καμιά δεκαπενταριά αναξιοπαθούντες ομοίους μου. Ζηλευτή αλληλεγγύη αναπτύχθηκε μεταξύ μας. Εδειχνε ο ένας στον άλλος πώς να το χειρίζεται κι όλοι μαζί κατεβάζαμε καντήλια στον Τσίπρα. Ιδίως όταν ρουφούσε τα χαρτονομίσματα η τρούπα. Μαζί με τον ΘΑλέξη άκουγε τα εξ αμάξης το σύνολο της Αριστεράς. «Αριστεροί της συμφοράς μια φορά. Θα τον καταργήσουν, έλεγαν, και μας έχουν φλομώσει στους φόρους».
Δημήτρης Νανούρης
Ακολουθούσε πλήθος κοσμητικών που δεν γράφονται· δεν το επιτρέπει η στοιχειώδης αστική ευγένεια. Ετσι γίνεται με το πόπολο. Συνειδητοποιεί τις μεγαλόπνοες πολιτικές στο ταμείο κι οι εμπνευστές τους εξαργυρώνουν τα επίχειρα στην κάλπη. Ψήφισαν υπάκουα την περικοπή των συντάξεων μπας και κλείσει η αξιολόγηση και παραμείνουν κάνα-δυο τέρμινα στην εξουσία. Και τώρα, προεκλογικά, που τη νιώθουν να κάνει φτερά, εκλιπαρούν δουλοπρεπώς τους αφέντες τους να αναβληθεί το μέτρο για μην καταποντιστούν. Πάν’ απ’ όλα η καρέκλα. Πού θα ξαναδούν μεγαλεία και μέγαρα οι ντεμέκ πρώην κάτοικοι της Κυψέλης και του Αιγάλεω; Ηταν, όμως, πάντα τέτοια η Αριστερά;
Ρητορικό το ερώτημα. Αυτονόητη απάντηση μας δίνει ο καλαίσθητος τόμος «Μελέτες στο έργο του Δημήτρη Μπάτση: Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα» (εκδόσεις Τζιόλα, 2018). Πρόκειται για συλλογική δουλειά δεκαοκτώ νέων επιστημόνων σε επιμέλεια του καθηγητή στο Πάντειο Θόδωρου Μαριόλη. Ο «πασίγνωστος άγνωστος» νομικός και οικονομολόγος της πρόσφατης Ιστορίας μας υπήρξε αστός. Γιος ναυάρχου. Η πρώτη του σύζυγος ήταν κόρη υπουργού και η δεύτερη βιομηχάνου. Ασχολήθηκε με τη μαρξιστική θεωρία, εξειδικεύοντας στα καθ’ ημάς την επίλυση της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας προς όφελος του λαού. Εκτελέστηκε το χάραμα της 30ής Μαρτίου, σε ηλικία 36 ετών, μαζί με τους Νίκο Καλούμενο, Ηλία Αργυριάδη και Νίκο Μπελογιάννη. Εβδομήντα ένα χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση το ως άνω βιβλίο του θεωρείται αξεπέραστο. Αντιγράφω και προσυπογράφω την εισαγωγή της μελέτης του Κώστα Παπουλή.
Ορίστε: Διαβάζοντας τον Μπάτση, γίνεται αντιληπτή η διαφορά της «σημερινής» ελληνικής Αριστεράς από τη «χθεσινή». Εκείνη η Αριστερά στηριζόταν όχι μόνο σε ένα συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα, αλλά και σε ένα εμπεριστατωμένο οικονομικό πρόγραμμα. Αν είχε την εξουσία, γνώριζε, με σημαντικές λεπτομέρειες, τι ήθελε να πράξει, πώς θεωρούσε ότι έπρεπε να μετασχηματιστεί η Ελλάδα. Σαφώς, αυτό ήταν αποτέλεσμα ενός μαζικού κινήματος, αλλά και μιας πολιτικής και επιστημονικής σκέψης που ήθελε πραγματικά να αλλάξει τη ζωή των ανθρώπων στην πατρίδα μας. Αντίθετα, η «σημερινή» Αριστερά, τουλάχιστον όσον αφορά τα μεγάλα της κόμματα, είναι περισσότερο το αποτέλεσμα της διεύθυνσης «πλαδαρών» μηχανισμών που τους ενδιαφέρει η επιβίωση και αναπαραγωγή τους, παρά η αλλαγή της κοινωνίας.
Στο σύνολό της, σχεδόν, είναι παιδί της εξάρτησης από άλλα κέντρα, είτε το σοβιετικό είτε το ευρωκομμουνιστικό-ιταλικό, αλλά και, στις μικρότερες εκδοχές της, από την Κίνα ή την Αλβανία. Καθώς η σύγχρονη ευρωπαϊκή Αριστερά βρίσκεται σε τραγική κατάσταση (και) από πλευράς ιδεών, παραμένει κακός οδηγός και θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Ετσι στις σημερινές συνθήκες, πρωτοφανούς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, η ελληνική Αριστερά δεν έχει να προσφέρει τίποτα συγκεκριμένο, κανένα ουσιαστικό σχέδιο, παρά ιδεοληψίες, και γι’ αυτό δεν μπορεί να συγκινήσει και να δημιουργήσει ένα ανάλογο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με αυτό που τη γέννησε.
efsyn.gr/