Και τέλος

Και τέλος

  • |
  • του Μενέλαου Λουντέμη
    ——————————–——

Δε θυμάται
πώς ακριβώς έγινε αυτό.
Τον γκρέμισαν; Έπεσε μοναχός του;
Ή μήπως τον κατέβασαν προσεχτικά
όπως στις εκκλησιές τους πολυελαίους.

Αυτός δε θυμάται, δεν μπορεί να θυμηθεί.
Ήταν κουρασμένος, τόσο…
Μόλις πρόφτασε να ψελλίσει:
«Θεέ μου τι λίγη που ήταν η ζωή…»

Κι ύστερα.
Ύστερα… τίποτα. Κάθισε στη χλόη
κι έφαγε το τελευταίο του ξεροκόμματο.
(Αυτό που ‘φερε απ’ τον απάνω κόσμο).
Αμέσως ήρθαν τα μερμήγκια.

Ύστερα.
Ύστερα πάλι τίποτα.
Ακολούθησε το «πένθιμο εμβατήριο».
Ξοπίσω του σύρθηκε ένα ποτάμι
από διατεταγμένα δάκρυα
και μετά, τίποτα.

Μόνο… Κάτι βουρκωμένα σύννεφα
ντράπηκαν να χύσουν το νερό τους
δίπλα στα ψεύτικα δάκρυα
και πήγαν να κλάψουν αλλού.

Αργά. Πάνω απ’ το κοιμητήρι
έπεσε συλλογισμένο το βράδυ
και του ‘ραψε τα μάτια.
Τα μερμήγκια τούτη τη φορά δεν ήρθαν.
Ήρθαν τα σκουλήκια.


Μενέλεος Λουντέμης Γεννήθηκε το 1906 ή κατ’ άλλους το 1912 στο χωριό Αγία Κυριακή της Μικράς Ασίας και το πραγματικό του όνομα ήταν Δημήτριος Μπαλάσογλου ή Βαλασιάδης. Πέθανε στις 22 Ιανουαρίου 1977 από καρδιακή προσβολή
Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος