Πραγματοποιήθηκαν προχθές τα εγκαίνια της 4ης έκθεσης φωτογραφίας της φωτογραφικής ομάδας “ART8” του Παραδοσιακού Καλλιτεχνικού Εργαστηρίου. Την έκθεση προλόγισε ο ποιητής Αντώνης Αντωνάκος, ο οποίος είπε:
“Δεν είμαι ειδικός στη φωτογραφία και ούτε πρόκειται να σας μιλήσω θεωρητικά. Οι θεωρίες αλώστε έρχονται και παρέρχονται.
Νομίζω πως οι φωτογραφίες συγκλονίζουν στο βαθμό που δείχνουν κάτι καινούργιο.
Μέσα στις άπειρες φωτογραφίες που έχουν περάσει μπροστά απ’ τα μάτια μας υπάρχουν κάποιες που μας έχουν στοιχειώσει.
Μια τέτοια φωτογραφία που έχει στοιχειώσει τη γενιά μου είναι η φωτογραφία της Τερέζ Φραρ η οποία φωτογράφησε το 1990 τον οροθετικό Ντέβιντ Κίρμπι μαζί με την οικογένειά του λίγο πριν αυτός πεθάνει.
Η φωτογραφία αυτή έγινε σημαία της διαφημιστικής καμπάνιας της Beneton δυο χρόνια αργότερα το 1992 δημιουργώντας ένα διεθνές σκάνδαλο εκείνη την εποχή.
Σκεφτείτε πόσο δούλεψε μια εικόνα μέσα στα μυαλά των ανθρώπων.
Οι φωτογραφίες είναι λοιπόν πιο επιδραστικές από τις κινούμενες εικόνες γιατί αποτελούν ένα νοικοκυρεμένο κομμάτι χρόνου και όχι ροή.
Η τηλεόραση είναι ρεύμα από ελάχιστα επιλεγμένες εικόνες κάθε μια από τις οποίες ακυρώνει την προηγούμενη.
Η ακίνητη φωτογραφία είναι μια προνομιούχα στιγμή και η στιγμή αυτή γίνεται ένα λεπτό αντικείμενο που μπορείς να το φυλάξεις και να το ξανακοιτάξεις.
Σας θυμίζω επίσης και μιαν άλλη παλαιότερη φωτογραφία που έχει στοιχειώσει την ανθρωπότητα.
Είναι η εικόνα της μικρής Νοτιοβιετναμέζας το 1972 που μόλις έχει λουστεί απ’ τις αμερικάνικες βόμβες Ναπάλμ τρέχοντας γυμνή στον αυτοκινητόδρομο, πλησιάζοντας τη φωτογραφική μηχανή, με τα χέρια ανοιχτά, ουρλιάζοντας από τον πόνο.
Είναι αυτή η εικόνα που έκανε ίσως το κοινό να αγανακτήσει και να σιχαθεί τον πόλεμο, περισσότερο από χίλιες ώρες τηλεοπτικής βαρβαρότητας.
Λέω όλα αυτά για να υπογραμμίσω τη δύναμη της φωτογραφίας.
Ο πόνος που δείχνει η φωτογραφία είναι καταστατικός της αλήθειας.
Πόνος και αλήθεια είναι το ίδιο πράγμα στη φωτογραφία. Γι’ αυτό μια εικόνα μπορεί και συγκινεί.
Και δεν είναι ο πόνος ο καθρέφτης μας αλλά εμείς είμαστε ο καθρέφτης του πόνου κι αυτό το αποδεικνύει η φωτογραφία.
Αποδεικνύει δηλαδή με τον πιο έκδηλο και δραματικό τρόπο πως ο πόνος είναι ιδιωτικό γεγονός δημοσίου διαμετρήματος.
Και φυσικά τι μέσα διαθέτει ο άνθρωπος για να διασώσει την ανάμνηση του πόνου; μόνο ένα. Την Τέχνη. Μόνον η τέχνη σώζει και αναδεικνύει τον πόνο.
Ο άνθρωπος κάνει τέχνη γιατί πονά. Και για το λόγο αυτό όλοι οι άνθρωποι κάποια στιγμή της ζωής μας γινόμαστε καλλιτέχνες. Ο πόνος μας κάνει καλλιτέχνες.
Απ’ την άλλη υπάρχει κάτι αρπαχτικό στην πράξη της φωτογράφησης.
Όταν φωτογραφίζεις ανθρώπους, είναι σαν να τους παραβιάζεις την προσωπικότητά τους, επειδή τους βλέπεις όπως ποτέ οι ίδιοι δεν βλέπουν τον εαυτό τους.
Και κατά κάποιο τρόπο είναι σα να τους κατέχεις συμβολικά.
Ευτυχώς εμείς οι άνθρωποι με το πέρασμα των χρόνων μάθαμε να εκτονώνουμε την επιθετικότητά μας με φωτογραφικές μηχανές και λιγότερο με όπλα.
Αισίως λοιπόν φτάσαμε στις σέλφις και στο σελφοκόνταρο, δηλαδή στον αυτοτραυματισμό και την αυτολύπηση. Απ’ τον τρίποδα της ορθότητας οδηγηθήκαμε στην πατερίτσα της αυτοπροβολής.
Ο τρίπους έγινε Οιδίπους.
Έχω την εντύπωση πως οι φωτογραφίες συμπληρώνουν τα κενά στις πνευματικές εικόνες μας για το παρόν και το παρελθόν.
Παρ’ όλα αυτά αποδίδουν την πραγματικότητα με έναν τρόπο που κρύβει περισσότερα απ’ όσα αποκαλύπτει.
Η πανταχού παρουσία των φωτογραφιών σήμερα ασκεί μιαν ανυπολόγιστη επίδραση στην ηθική ευαισθησία μας.
Ένας ήδη συνωστισμένος κόσμος εφοδιάζεται με άπειρα αντίγραφά του.
Οι βιομηχανικές κοινωνίες, μας μετέτρεψαν σε εικονομανείς πολίτες κι ίσως αυτή είναι η πιο ακαταμάχητη μορφή πνευματικής ρύπανσης.
Απ’ την βαθειά ερωτική σχέση με τα πράγματα γύρω μας τους ανθρώπους και τις καταστάσεις που τα ορίζουν, απ’ την απόλαυση και τη χαρά της δημιουργίας της ανθρώπινης επαφής περάσαμε σε άλλα συναισθήματα λιγότερο απελευθερωτικά.
Δεν θα ήταν λάθος να πούμε πως υπάρχουν άνθρωποι με ψυχαναγκαστική σχέση προς τη φωτογραφία.
Άνθρωποι που μετατρέπουν την καθαυτό εμπειρία σ’ ένα τρόπο θέασης.
Άνθρωποι που παρακολουθούν και παρακολουθούνται, ορίζοντας ένα πανοπτικό παρόν όπου όλα καταγράφονται από όλους κι έτσι η απόκτηση μιας εμπειρίας ταυτίζεται με την φωτογράφησή της.
Αυτή τη δυστοπία των ημερών που είναι σύμπτωμα του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος έρχεται να αμβλύνει αυτή εδώ η σημαντική έκθεση.
Κάθε τέτοια έκθεση είναι ένα κάλεσμα για τη δημιουργία μιας ερωτικής σχέσης. Διότι αν δεν νοιώσουμε ερωτικά δεν μπορούμε να έρθουμε κοντά σε κάτι για να το κατανοήσουμε.
Να μάθουμε απ’ αυτό και να οικειοποιηθούμε ενδεχομένως τη χαρά ή τον πόνο που μας προσφέρει.
Ο ποιητής Στεφάν Μαλαρμέ έγραψε κάποτε πως τα πάντα στον κόσμο υπάρχουν για να καταλήξουν σ’ ένα βιβλίο. Σήμερα τα πάντα υπάρχουν για να καταλήξουν σε μια φωτογραφία.
Η τέχνη της φωτογραφίας, δηλαδή η τέχνη του Βλέπειν είναι μια παγκόσμια τέχνη που δεν χρειάζεται διαμεσολάβηση, δηλαδή μετάφραση και ερμηνεία.
Κι αυτή είναι η δύναμή της.
Ταυτόχρονα όμως είναι και μια τέχνη άκρως προσωπική που διατηρεί ακέραια τη φλόγα της ανάμνησης.
Νεκρούς συγγενείς και φίλους που διατηρούνται στο οικογενειακό λεύκωμα, και που η παρουσία τους στις φωτογραφίες ξορκίζει κάπως την αγωνία και τις τύψεις που προκαλεί η εξαφάνισή τους.
Όλες αυτές οι χρήσεις της φωτογραφίας την μετατρέπουν κατά κάποιο τρόπο σε φυλαχτό, εκφράζοντας κάτι συναισθηματικό και συνάμα μαγικό, αφού είναι απόπειρες να επικοινωνήσουμε με μιαν άλλη πραγματικότητα ή ακόμα να την διεκδικήσουμε.
Ας δούμε λοιπόν όλες αυτές τις φωτογραφίες των φίλων μας ως εργαλεία πολέμου της ομορφιάς και της φαντασίας για τους αιχμάλωτους της πραγματικότητας.
Σας εύχομαι να απολαύσετε και φέτος ότι έχει αιχμαλωτίσει ο φωτογραφικός φακός της ομάδας Art-8.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας και καλό καλοκαίρι……”