- του Λευτέρη Τηλιγάδα
——————–——————
Ήρθε – σιγανή ομορφιά –
ντυμένη βαμβάκι ολόλευκο
και διάφανο, όπως η ψυχή της
κι απ’ όπου πέρασε, άπλωσε
άρωμα λεβάντας
κι αναπνοές καμπύλης.
Ορθογράφησε όλες τις αποστάσεις
και τις χώρεσε – αγκαλιά ζεστή –
στο διθέσιο του μπαλκονιού της,
για να τις ταξιδέψουν τα χρώματα
και κάτι ξεθωριασμένες εικόνες
στο πίσω μέρος του βλέμματος.
(Ένας όρθρος, ατελής,
επιχειρεί αμήχανα τις παύσεις,
την παραμονή
της θριαμβικής λειτουργίας
των σωμάτων).
Λέξεις διαυγείς και κρυστάλλινες,
των βυθών και των ερώτων
– κόκκοι σκόνης κοραλλένιας –
ακούμπησαν στα μικρά της χείλη
την ακράτεια του πρώτου φιλιού.
Άνοιξε την αγκαλιά σου.
Κυνηγημένος είμαι
των σκιών και των αισθήσεων.
Φωτογραφία ανάρτησης | | by Νικολέτα Γερολιμίνη