Τα παιδιά με τα μάτια-θύελλες δεν έχουν ανάγκη από την αργή κίνηση για να διαλευκάνουν τις επίμαχες φάσεις της ζωής. Καταπίνουν με αμάσητες μπουκιές το χρόνο και πάλι δεν χορταίνουν. Οι μόνες λεπτομέρειες στις οποίες εμμένουν, είναι οι γραμμές των προσώπων και οι φλέβες των αισθημάτων.
- του Σπύρου Αραβανή
——————–———————
Τα παιδιά με τα βλέμματα-εκσκαφείς γνωρίζουν πως «ζωή» δεν είναι ό,τι ξεφεύγει από τη μετάφρασή της στην ανθρώπινη διάλεκτο, αλλά ένα αυτοτελές κείμενο διανθισμένο με σημεία στίξης: με κόμματα για τις εναλλαγές των διαθέσεων, με τελείες ως σαλπίσματα ενάρξεων και λήξεων, με άνω τελείες ως εναλλακτικές λύσεις για τους άτολμους, με ερωτηματικά για τη διατήρηση του ενδιαφέροντος. Αλλά και με θαυμαστικά για να βαυκαλίζονται τα κατορθώματα, με αποσιωπητικά για τους απόηχους των αισθημάτων, με διπλές παύλες για την απομόνωση των ανένταχτων, με παρενθέσεις για να περιφρουρούνται οι ονειροπόλοι.
Τα παιδιά με τα αναμμένα κάρβουνα στο πρόσωπο, κάθε Άνοιξη δεν περιμένουν το Χειμώνα, για να προσευχηθούν για τη νέα Άνοιξη, αλλά είναι εδώ, ακονίζοντας τα δόντια τους στο αμόνι του «τώρα». Βρίσκονται ανάμεσα μας δίχως μπέρτες και φωσφορούχα αρχικά. Τις Απόκριες δεν ντύνονται «φάροι» και μισούν θανάσιμα τις πυξίδες.
Τα παιδιά με τα δύο φυτίλια στις κόγχες, δεν κατευθύνουν κανένα. Αναγνωρίζουν την αγιοσύνη του πολλαπλού ειδώλου της αλήθειας και αναμετρώνται με τα ένστικτά τους. Για αυτό και δεν γνωρίζουν από νίκες ή από ήττες. Μονάχα από ζωή.
Α’ Δημοσίευση στο “Καλειδοσκόπιο’ τευχ. 19, Ιανουάριος-Μάρτιος 2005.
Ο πίνακας είναι του Π.Λιναρδάκη, από τη σειρά “Η Ιστορία του Ματιού’, Αθήνα, ιδιωτική συλλογή