- του Ανδρέα Παστελλά
——————–———–—–
Ι
Όχι πως δεν μπορούμε να αναπνεύσουμε σ’ αυτό το δωμάτιο
ανάμεσα σ’ αυτούς τους κάκτους που μας τρυπάν τα δάκτυλα
δίπλα στις πέτρες που δεν μπορούν να μας πουν την ιστορία τους.
Θέλαμε να πούμε ένα τραγούδι
να συνεχίσουμε κάποιο σκοπό
που κόπηκε στη μέση
όπως το κελάδημα των πουλιών
όταν θρυμματίσει τον αέρα η ντουφεκιά
και τα φτερά διασκορπιστούν
στην επιφάνεια των ήσυχων νερών.
ΙΙ
Δε φεύγουμε
ο τόπος έχει μικράνει πολύ
εξακολουθούμε ν’ αναπνέουμε σ’ αυτό τον χώρο
των δυο τετραγωνικών μέτρων.
Δε φεύγουμε
όσο και αν μας πιέζουν το στήθος οι τοίχοι.
Ο χρόνος δεν είναι δικός σας
όσο και αν μας τον ληστεύετε
κι αυτή η γαλάζια θάλασσα, που ποτέ δεν την είδατε
πίσω από τα μαύρα τουριστικά σας γυαλιά
μηδέ ο θείος ίσκιος της ελιάς, που ξεκουράζετε
κάθε μεσημέρι
τους κουρασμένους σας κιρσούς και το ασθενικό σας πάγκρεας.
Κάποτε οι φωνές θα μιλήσουν
μέσα από τα καλάμια του βασιλιά Μίδα
για να πουν πως τα μεγάλα σας αυτιά δεν ακούν
όσα η μεγάλη μας γη κρατάει στα σπλάχνα της.
Εκεί μιλάμε τα βράδια στις ρίζες που μας ακούν.