Επίγονος Άγνωστος

Επίγονος Άγνωστος

  • |
  • του Σωτήρη Παστάκα
    ——————–——

Αναπνέω.
Οξυγόνο2 Υδρογόνο.
Ζεστά σκεπάζομαι
Γυμνή σαν τη Βασίλισσα της Σαβά
ο αέρας με αμείβει κόκκινα φύλλα.
Πλημμυρίζω τις τρέσες της Κοίμησης
-κυλάω. Σε λίμνες ασκεπείς
σκοτεινοί ήλιοι.

Κάλεσε σμηναγό σμήνους αρσενικών χελιδονιών
Πέρσης ψυχρότερο σασί του έρωτα θα φτιάξει
και το παιδάκι σου-

στριμωγμένο στο πορτμπαγκάζ
της πιο κοινότοπης μάρκας αυτοκινήτου
θυροκόπος στο κενοτάφιο της Άννας Φρόυντ
θα φτάσει κάποτε εκεί όπου αποκλείονται όλα.

Πρυμναία Φρύνη
Κανείς δεν του δίδαξε το κόλπο του αιώνιου πόκερ.
Σκαρφαλώνει θυννώδης στ΄αγάλματα
Κοιμωμένη Ιστορικών Φιλημάτων
η σπαστική των μη θαλλόντων
με τις ελάχιστες κατόψεις-

αυτό το πράο
δίδαξε να σκαρφαλώνει τα αλογάκια επιτέλους
να κόβει βόλτες περιμένοντας
τον στυγερά ερωτικό και στρατιώτη.

Απλανές βλέμμα μ΄έριξε στην κατωφέρεια
κάποιας εκποίησης.
Αέρας μπόσικος. Ασήμαντης γονυκλισίας.

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος