- του Χάρη Γαρουνιάτη
——————–——————–
Δεν είναι Λονδίνο εδώ, να βγαίνει ο σπάνιος ήλιος
και ν’ αλείφουμε τα γρασίδια με τα κορμιά μας.
Σπανιότητα είναι η βροχή, εκλεπτυσμένη, εξωτική·
αρθρώνει περιοδικά το μελαγχολικό της λόγο.
Είμαστε οι κληρονόμοι του μεγάλου καλοκαιριού.
Επιδεικνύουμε μηδενική ανοχή στην κακοκαιρία.
Σ’ αυτή τη γη ο ήλιος επέλεξε ν’ απλώσει τις γενιές του·
σ’ αυτή τη γη υπαινίσσεται τους υπαινιγμούς του.
Όταν οι επισκέπτες λένε ότι ο ίδιος ήλιος έλουσε
κάποτε το Σοφοκλή και τη Σαπφώ, καπηλευόμαστε
μια απλή συνωνυμία κι αλλάζουμε γρήγορα το θέμα:
πίνουμε, χορεύουμε, γελάμε. Είμαστε χαρούμενοι εδώ,
έχουμε κέφι· καμιά σκιά δε θα περάσει πάνω απ’ τη διάθεσή μας.
Ο καιρός είναι αίθριος, η θλίψη παροδική σαν μπόρα.
Αλίμονο, φάγαμε τον τόπο. Τίποτε δε βρέθηκε
που να δικαιολογεί τη θλίψη μας εδώ.