- του Günter Grass | μτφρ: Γιώργος Καρτάκης
——————–——————–——————————————
Πράσινες ρέγκες,
σε μια εφημερίδα τυλιγμένες,
κουβαλούσα στο σπίτι.
Ηλιόλουστος και παγωμένος
ήταν ο καιρός.
Οι νοικοκυραίοι έριχναν στα πεζοδρόμια χαλίκι.
Με το που έφτασα στις σκάλες του σπιτιού,
οι ρέγκες άρχισαν
να διαποτίζουν την εφημερίδα.
Γι΄αυτό έπρεπε να ξύσω
από τις ρέγκες το χαρτί,
πριν να τις καθαρίσω.
Πετάγονταν λέπια
και μου αποσπούσαν την προσοχή,
γιατί έμπαινε ο ήλιος στην κουζίνα.
Όπως καθάριζα τις ρέγκες,
διάβαζα την εφημερίδα,
που ήταν βρεγμένη και παλιά.
Εφτά ρέγκες είχαν αυγά,
γεμάτες σπόρο ήταν τέσσερις΄
η εφημερίδα όμως ήταν κάποιας Τρίτης.
Κακά ήταν τα μαντάτα στον κόσμο:
δεν εγκρίνονταν δάνεια.
Εγώ όμως στριφογύριζα πράσινες ρέγκες σε στεγνό αλεύρι.
Μόλις όμως οι ρέγκες στο τηγάνι αγγελοσκιάχτηκαν,
πήγα κάτι να πω βαρύς και προβληματισμένος
πάνω από το τηγάνι.
Σε ποιόν όμως αρέσει να κάνει κήρυγμα
σε πράσινες ρέγκες
για την συντέλεια;