Μια φορά κι έναν καιρό, τα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών με τους συλλόγους τους έμοιαζαν με τις σιδερένιες μπάλες στα πόδια των φυλακισμένων. Είχαν απλά αρκετή αλυσίδα, ώστε να μπορεί ο παίκτης να αποδώσει στα όρια του γηπέδου, αλλά δεν του επέτρεπαν να ονειρεύεται αποδράσεις και μεταγραφές. Ηταν «περιουσία» του συλλόγου του…
Οι εποχές όμως έχουν αλλάξει. Η αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης στο συμβόλαιο δεν αποτελεί πλέον εμπόδιο.
Βασιλική Παπαντωνοπούλου
Ακόμα και οι πιο αδιανόητες μετακινήσεις μπορούν να συμβούν. Αρκεί να υπάρχει η θέληση του ποδοσφαιριστή, το βαθύ πορτοφόλι του ενδιαφερόμενου προέδρου και ένας ατζέντης που θα διευκολύνει τον «γάμο». Και θα κάνει τα αδύνατα δυνατά.
Είναι αυτός που θα πείσει έναν σύλλογο ότι ο πελάτης του αξίζει όλα τα λεφτά του κόσμου.
Είναι όμως κι αυτός που μπορεί να επιστρέψει έναν χρόνο αργότερα λέγοντας ότι δεν θα χαλάσει ο κόσμος αν ο πελάτης του φύγει.
Ο,τι συμβαίνει δηλαδή αυτό τον καιρό με τον Νεϊμάρ. Πριν από έναν χρόνο, το «αφεντικό» της Παρί Σεν-Ζερμέν, Νάσερ Αλ-Χελαϊφί, είχε απευθυνθεί στον μάνατζερ Πίνι Ζάχαβι για να αποκτήσει τον Βραζιλιάνο αστέρα.
Ο Νεϊμάρ έχει ως προσωπικό μάνατζερ τον πατέρα του μεν, όμως ο δαιμόνιος Ισραηλινός ατζέντης λειτουργεί εκτελεστικά και συμβουλευτικά γύρω από την οικογένεια. Είχε παίξει σημαντικό ρόλο στη μεταγραφή του παίκτη στην Μπαρτσελόνα από τη Σάντος, εξασφαλίζοντας τεράστια μίζα για την οικογένεια Νεϊμάρ και αυτοί τον εμπιστεύονται με κλειστά μάτια.
Πέρσι, λοιπόν, ο 74χρονος μάνατζερ ήταν αυτός που έπεισε τον Νεϊμάρ και τον πατέρα του για την πρόταση της Παρί Σεν-Ζερμέν και που επέμεινε ότι ο γαλλικός σύλλογος έπρεπε να καταβάλει τη ρήτρα των 222 εκατ. ευρώ, αντί να συρθεί σε –εκ των προτέρων καταδικασμένες– διαπραγματεύσεις με την απρόθυμη Μπαρτσελόνα.
Και, στην πορεία, έβαλε στην τσέπη του ως προμήθεια το ποσό των 36 εκατ. ευρώ!
Σχεδόν δώδεκα μήνες αργότερα, η δουλειά του Ζάχαβι έχει γίνει απείρως πιο πολύπλοκη. Πρέπει πια να πείσει τον Αλ-Χελαϊφί να αποδεχθεί μια κατάσταση άβολη, αλλά όχι ασυνήθιστη στο ποδόσφαιρο.
Ο Νεϊμάρ δεν προσαρμόστηκε στην Παρί και θέλει να φύγει, έχοντας, μάλιστα, βρει τον σύλλογο εκείνο που ικανοποιεί τη φιλοδοξία (και ματαιοδοξία;) του: τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Οταν ένας παίκτης είναι «φευγάτος», τότε ο μάνατζερ βάζει την… κασέτα «it’s only business»: ότι αυτά τα πράγματα συμβαίνουν, ότι μεσομακροπρόθεσμα θα αποδειχθεί επιζήμιο να κρατήσει η ομάδα «δεμένο» έναν παίκτη που θέλει να φύγει, ότι, χωρίς αυτόν, δεν θα έρθει η συντέλεια του κόσμου, ότι με το ποσό που θα εξασφαλίσει θα αποκτήσει άλλους ικανότατους ποδοσφαιριστές.
Αν υπάρχει ένας άνθρωπος που μπορεί να πείσει τον πρόεδρο της Παρί να συνεργαστεί, αυτός σίγουρα είναι ο Ζάχαβι.
Μια είδηση που πέρασε στα ψιλά τον περασμένο Φεβρουάριο αποδεικνύει το στάτους του Ισραηλινού μάνατζερ.
Υστερα από 10 χρόνια συνεργασίας με τον Τσέζαρι Κουχάρσκι (πρώην ποδοσφαιριστή, μεταξύ άλλων, και του Ηρακλή και νυν μάνατζερ), ο Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι αποφάσισε να αλλάξει εκπρόσωπο. Και απευθύνθηκε στον Πίνι Ζάχαβι λόγω της ικανότητας του τελευταίου να κάνει πραγματικότητα ακόμα και τις πιο τρελές μεταγραφές.
Η κίνηση αυτή του Πολωνού στράικερ μεταφράζεται ξεκάθαρα ως επιθυμία του να μετακινηθεί από την Μπάγερν Μονάχου – κατά τα φαινόμενα, επίσης με προορισμό τη Ρεάλ Μαδρίτης.
Με δεδομένο ότι στο τιμόνι του βαυαρικού συλλόγου βρίσκονται οι πιο άκαμπτοι και δύσκολοι χαρακτήρες (βλ. Ούλι Χένες και Καρλ-Χάιντς Ρουμενίνγκε), ο Λεβαντόφσκι χρειάζεται στη δική του γωνία έναν δεινό διαπραγματευτή. Και δεν υπάρχει ικανότερος από τον Ζάχαβι…
Δεν είναι όμως ο μοναδικός. Στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο κυριαρχούν πλέον οι σούπερ μάνατζερς. Μάλιστα, όπως αποδεικνύουν πρόσφατες έρευνες, οι προμήθειές τους έχουν αυξηθεί περίπου κατά 40% την τελευταία διετία.
Ξεχάστε το 10% ανά υπόθεση. Πλέον οι αμοιβές τους είναι πολύ μεγαλύτερες, καθώς οι σύλλογοι δεν φείδονται εξόδων προκειμένου να κάνουν το colpo grosso στη μεταγραφική αγορά.
Ακόμα και σε περιπτώσεις που οι αστέρες στρέφονται σε μέλη της οικογένειάς τους για την εκπροσώπησή τους, έχουν στην «ομάδα» τους και έναν μεγάλο μάνατζερ που να τους καθοδηγεί και να τους επισημαίνει πιθανά κέρδη ή κακοτοπιές – όπως γίνεται με την οικογένεια Νεϊμάρ και τον Ζάχαβι.
Ο έξυπνος μάνατζερ είναι αυτός που διακρίνει τις πιθανότητες από νωρίς και προσκολλάται στο… επόμενο μεγάλο πορτοφόλι.
Αυτό που έκανε ο Ζάχαβι στις αρχές του αιώνα με τον Ρομάν Αμπράμοβιτς στην Τσέλσι, είναι ό,τι κάνει ο Μίνο Ράιολα τώρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Εκμεταλλευόμενος τα νομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο φίλος του Ζοσέ Μουρίνιο και επίσης σούπερ ατζέντης, Ζόρζε Μέντες, ο Ιταλο-ολλανδός Ράιολα βρίσκεται στην πολ ποζίσιον σχεδόν σε κάθε μεταγραφικό θέμα που αφορά τους «κόκκινους διαβόλους», ένα από τα μεγαλύτερα πορτοφόλια των τελευταίων χρόνων.
Ας μην ξεχνάμε ότι κατάφερε να τους εξασφαλίσει τον Πολ Πογκμπά τη στιγμή που τον ήθελε η μισή Ευρώπη, και για τον λόγο αυτό επιβραβεύτηκε με προμήθεια σχεδόν 45 εκατ. ευρώ!
Μέρος των χρημάτων αυτών, το επένδυσε αγοράζοντας τη βίλα του Αλ Καπόνε στο Μαϊάμι…
Δεν έχει πολλούς πελάτες (51), αλλά στην περίπτωσή του μετράει η ποιότητα, όχι η ποσότητα. Ανοιξε τις πόρτες της συγκεκριμένης δουλειάς στη δεκαετία του 1990, αρχικά οργανώνοντας τη μετακίνηση του Ντένις Μπέργκαμπ από τον Αγιαξ στην Ιντερ και κατόπιν συνεργαζόμενος με τον Πάβελ Νέντβεντ.
Με ταλέντο να διακρίνει το «next best thing», έκανε τα αδύνατα δυνατά για να εντάξει στο ρόστερ του έναν ατίθασο πιτσιρικά του Αγιαξ, ονόματι Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς.
Μέσω αυτού, διαπραγματεύτηκε με το libro d’oro του παγκόσμιου ποδοσφαίρου (Γιουβέντους, Ιντερ, Μπαρτσελόνα, Μίλαν, Παρί Σεν Ζερμέν, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ…), απέκτησε φήμη και αύξησε κατά πολλά μηδενικά την προσωπική του περιουσία.
Ο Ράιολα αρέσκεται να «φαίνεται», έχει τη φήμη του φωνακλά και του συγκρουσιακού. Αντίθετα, ο Ζάχαβι λειτουργεί καλύτερα στα παρασκήνια, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και τα έχει καλά με όλους.
Και οι δύο, όμως, κινούν με μαεστρία τα νήματα και πλέον είναι εκείνοι που διαμορφώνουν σε κάθε μεταγραφική σεζόν τη σκακιέρα ανάλογα με τα γούστα των πελατών τους. Καλώς ήρθατε στην εποχή των super agents!
efsyn.gr