Η παγκόσμια εργατική τάξη: Μεγέθη, αλλαγές, αγώνες

Η παγκόσμια εργατική τάξη: Μεγέθη, αλλαγές, αγώνες

  • |

Από το τεύχος Νο 17 του περιοδικού “Κόκκινο”, άρθρο που πρωτοδημοσιεύτηκε στο New Politics (Vol. XVIII No. 2, Whole Number 70, χειμώνας 2021). Ο Κιμ Μούντι υπήρξε ιδρυτής του ιστορικού περιοδικού Labor Notes στις ΗΠΑ. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων για το εργατικό κίνημα, με πιο πρόσφατο το «On New Terrain: How Capital Is Reshaping the Battleground of Class War» (Haymarket Books, 2017).

Η ερ­γα­τι­κή τάξη στον 21ο αιώνα πα­ρα­μέ­νει μια τάξη υπό δια­μόρ­φω­ση, όπως θα έπρε­πε να είναι ανα­με­νό­με­νο, μέσα σε έναν κόσμο όπου ο κα­πι­τα­λι­σμός μόλις πρό­σφα­τα έχει επε­κτα­θεί σε πα­γκό­σμια κλί­μα­κα. Όπως άλ­λω­στε ο ίδιος ο Μαρξ πριν καιρό υπο­γράμ­μι­ζε, μι­λώ­ντας για την ανά­πτυ­ξη των κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων στην Αγ­γλία -όπου αυτές έπαιρ­ναν «την πιο κλασ­σι­κή μορφή»- «ακόμα και εδώ, ωστό­σο, η τα­ξι­κή διάρ­θρω­ση δεν ανα­δύ­ε­ται σε κα­θα­ρή μορφή».[1]

Κιμ Μούντι | μετάφραση Πάνος Πέτρου

Η ερ­γα­τι­κή τάξη, ασφα­λώς, είναι πολύ ευ­ρύ­τε­ρη από τους ερ­γά­τες που έχουν δου­λειά σε μια δο­σμέ­νη χρο­νι­κή στιγ­μή. Η έμ­φα­ση μόνο στους στα­τι­στι­κούς αριθ­μούς περί της ενερ­γού ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης συ­σκο­τί­ζει ση­μα­ντι­κές πτυ­χές της ευ­ρύ­τε­ρης ύπαρ­ξης της ερ­γα­τι­κής τάξης, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του τομέα της ανα­πα­ρα­γω­γής της. Πα­ρό­λα αυτά, όσοι βρί­σκο­νται σε μι­σθω­τή απα­σχό­λη­ση, ή ωθού­νται έξω από αυτήν, απο­τε­λούν τον πυ­ρή­να της ερ­γα­τι­κής τάξης, που κά­πο­τε θε­ω­ρού­ταν αντρι­κός «χώρος» αλλά σή­με­ρα απαρ­τί­ζε­ται κατά το ήμισυ από γυ­ναί­κες. Ο πε­ριο­ρι­σμός του δια­θέ­σι­μου χώρου και τα όρια της έρευ­νας, επι­βά­λουν σε αυτό το άρθρο να εστιά­σει στους απα­σχο­λού­με­νους ή ημι-απα­σχο­λού­με­νους το­μείς αυτής της πα­γκό­σμιας κοι­νω­νι­κής τάξης.

Έχο­ντας υπόψη αυ­τούς τους πε­ριο­ρι­σμούς, ας εξε­τά­σου­με πρώτα το μέ­γε­θος της πα­γκό­σμιας ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης στον 21ο αιώνα.

Οι σύγ­χρο­νες κι­νη­τή­ριες δυ­νά­μεις πίσω από τη δυ­να­μι­κή της, υπήρ­ξαν η άνιση πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση του κα­πι­τα­λι­σμού γε­νι­κά, και πιο ει­δι­κά η ανά­δυ­ση των πο­λυ­ε­θνι­κών εται­ρειών, στα χρό­νια μετά τον Δεύ­τε­ρο Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο. Η πτω­τι­κή τάση του πο­σο­στού κέρ­δους που ξε­κί­νη­σε στα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του 1960, που οδή­γη­σε το κε­φά­λαιο πέρα από τα παλιά του σύ­νο­ρα και πα­ρή­γα­γε επα­να­λαμ­βα­νό­με­νες κρί­σεις. Το άνοιγ­μα των πρώην γρα­φειο­κρα­τι­κών «κομ­μου­νι­στι­κών» οι­κο­νο­μιών προς τον κα­πι­τα­λι­σμό. Και πιο πρό­σφα­τα, η εμ­βά­θυν­ση των Πα­γκό­σμιων Αλυ­σί­δων Αξίας (global value chains, GVC). [Στμ: των «αλυ­σί­δων», όπου η πα­ρα­γω­γή ενός προ­ϊ­ό­ντος, ή μιας μορ­φής υπη­ρε­σιών, δεν ολο­κλη­ρώ­νε­ται στο εσω­τε­ρι­κό μιας επι­χεί­ρη­σης, ούτε μιας χώρας. Η εξω­τε­ρι­κή ανά­θε­ση (outsourcing) και η προ­σφυ­γή σε εξω­χώ­ριες δυ­να­τό­τη­τες πα­ρα­γω­γής (offshore-sourcing) είναι τμή­μα­τα της δια­χεί­ρι­σης των GVC, αλλά όχι τα μο­να­δι­κά]

Ο τε­λευ­ταί­ος πα­ρά­γο­ντας, ανα­πτυσ­σό­ταν εδώ και αρ­κε­τό καιρό, αλλά στις τε­λευ­ταί­ες δύο δε­κα­ε­τί­ες δια­μόρ­φω­σε την οι­κο­νο­μι­κή με­γέ­θυν­ση και τις αλ­λα­γές σε πολ­λές ανα­πτυσ­σό­με­νες χώρες, εν­σω­μα­τώ­νο­ντας τη μέχρι πρό­τι­νος απλή­ρω­τη οι­κια­κή ανα­πα­ρα­γω­γι­κή ερ­γα­σία, τη μι­κρής κλί­μα­κας εμπο­ρευ­μα­τι­κή πα­ρα­γω­γή και τις προ­ϋ­πάρ­χου­σες εγ­χώ­ριες αλυ­σί­δες εφο­δια­σμού, στη σφαί­ρα των αλυ­σί­δων πα­ρα­γω­γής αξίας του πο­λυ­ε­θνι­κού κε­φα­λαί­ου.

Αυτό εκτό­πι­σε κά­ποιες βιο­μη­χα­νί­ες και θέ­σεις ερ­γα­σί­ας από τις ανα­πτυγ­μέ­νες οι­κο­νο­μί­ες, αλλά κυ­ρί­ως κα­τέ­λη­ξε στην επέ­κτα­σή τους σε νέες πε­ριο­χές. Για πα­ρά­δειγ­μα, πα­ρό­τι το με­ρί­διο των ανα­πτυγ­μέ­νων χωρών στην πα­γκό­σμια πα­ρα­γω­γή έχει μειω­θεί, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ πα­ρά­γουν πε­ρισ­σό­τε­ρη προ­στι­θέ­με­νη αξία σή­με­ρα, σε σχέση με 20 ή 30 χρό­νια πριν.

Με­γέ­θυν­ση

Σύμ­φω­να με το Διε­θνή Ορ­γα­νι­σμό Ερ­γα­σί­ας [International Labour Organization, ILO], η ερ­γα­τι­κή δύ­να­μη αυ­ξή­θη­κε στον κόσμο κατά 25% από το 2000 ως το 2019. Αυτοί που «απα­σχο­λού­νται» για να δια­σφα­λί­σουν ένα ει­σό­δη­μα, αυ­ξή­θη­καν από 2,6 δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια σε 3,3 δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια κατά τις πρώ­τες δύο δε­κα­ε­τί­ες του 21ου αιώνα, επί­σης κατά 25%. Από τους «απα­σχο­λού­με­νους», όπως τους ορί­ζει ο ILO, το 53% ήταν μι­σθω­τοί, από 46% το 1996, το 34% ήταν «αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­νοι» ερ­γα­ζό­με­νοι, από 31% το 1996, το 11% ήταν ερ­γα­ζό­με­νοι σε οι­κο­γε­νεια­κή επι­χεί­ρη­ση, από 23% το 1996, και το 2% ήταν ερ­γο­δό­τες, από 3,4% το 1996.[2]

Ασφα­λώς, δεν ανή­κουν όλοι οι μη-ερ­γο­δό­τες της κα­τα­μέ­τρη­σης του ILO στην ερ­γα­τι­κή τάξη. Αρ­κε­τοί είναι μι­σθω­τοί επαγ­γελ­μα­τί­ες ή διευ­θυ­ντές δια­φό­ρων επι­πέ­δων, άλλοι είναι ιδιο­κτή­τες μι­κρών επι­χει­ρή­σε­ων, άλλοι πλα­νό­διοι πω­λη­τές κ.ο.κ. Εκτι­μού­με εδώ ως πι­θα­νό ότι πε­ρί­που τα 2/3, δη­λα­δή πάνω από 2 δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια άν­θρω­ποι, από αυ­τούς που θε­ω­ρεί ως «απα­σχο­λού­με­νους» ο ILO ανή­κουν στην ερ­γα­τι­κή τάξη. Οι απα­σχο­λού­με­νοι που ανή­κουν στην ερ­γα­τι­κή τάξη δεν είναι μόνο αυτοί που εντάσ­σο­νται στις κα­τη­γο­ρί­ες που αμεί­βο­νται με μισθό ή ημε­ρο­μί­σθιο. Πολ­λοί από αυ­τούς που θε­ω­ρού­νται «αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­νοι» ή και «συμ­βάλ­λο­ντες σε οι­κο­γε­νεια­κή επι­χεί­ρη­ση», στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα βρί­σκο­νται εγκλω­βι­σμέ­νοι στη σχέση κε­φα­λαί­ου-ερ­γα­σί­ας, μέσω της διεύ­ρυν­σης και του βά­θους των εγ­χώ­ριων και πα­γκό­σμιων αλυ­σί­δων αξίας ή εφο­δια­σμού, που χα­ρα­κτη­ρί­ζουν πλέον την κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη… Οι «αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­νοι» ερ­γα­ζό­με­νοι συχνά κα­τη­γο­ριο­ποιού­νται πα­ρά­τυ­πα ως τέ­τοιοι από τους ερ­γο­δό­τες, για να απο­φύ­γουν αυτοί φό­ρους, ει­σφο­ρές και ευ­θύ­νες απέ­να­ντι σε αυ­τούς τους ερ­γα­ζό­με­νους. Οι γυ­ναί­κες έχουν πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρες πι­θα­νό­τη­τες να εγκλω­βί­ζο­νται σε αυτή την «άτυπη» απα­σχό­λη­ση, σε σχέση με τους άντρες.

Πα­ρό­λα αυτά, η «άτυπη» απα­σχό­λη­ση είναι μια νό­μι­κη κα­τά­στα­ση για όλους τους ερ­γα­ζό­με­νους που βρί­σκο­νται έξω από τις πε­ρισ­σό­τε­ρες μορ­φές της κρα­τι­κά ρυθ­μι­σμέ­νης απα­σχό­λη­σης. Με βάση αυτό το κρι­τή­ριο, οι πε­ρισ­σό­τε­ροι ερ­γά­τες της επο­χής του Μαρξ θα έπρε­πε να θε­ω­ρού­νται ως άτυπα απα­σχο­λού­με­νοι. Όπως έγρα­ψε η Ursula Huws, σχε­τι­κά με τις διά­φο­ρες μορ­φές απλή­ρω­της ερ­γα­σί­ας στην ανα­πα­ρα­γω­γή, ή της «μη-πα­ρα­γω­γι­κής» (με όρους υπε­ρα­ξί­ας) ατο­μι­κής πα­ρο­χής υπη­ρε­σιών:

«Η ιστο­ρία του κα­πι­τα­λι­σμού μπο­ρεί να θε­ω­ρη­θεί συ­νο­πτι­κά ως η ιστο­ρία του δυ­να­μι­κού με­τα­σχη­μα­τι­σμού κα­θε­νός από αυτά τα είδη ερ­γα­σί­ας σε ένα άλλο, με συ­νο­λι­κό απο­τέ­λε­σμα (όπως προ­έ­βλε­πε ο Μαρξ) να ωθεί­ται ένα όλο και με­γα­λύ­τε­ρο πο­σο­στό της αν­θρώ­πι­νης ερ­γα­σί­ας στην “πα­ρα­γω­γι­κή” κα­τη­γο­ρία, όπου υπό­κει­ται στην πει­θαρ­χία στους κα­πι­τα­λι­στές και πα­ρά­γει αξία για αυ­τούς».[3]

Έτσι, η Πα­γκό­σμια Τρά­πε­ζα ση­μειώ­νει ότι οι «ερ­γα­ζό­με­νοι στο σπίτι», που είναι κατά με­γα­λύ­τε­ρη ανα­λο­γία γυ­ναί­κες, απο­τε­λούν πλέον ένα ση­μα­ντι­κό τμήμα του κα­τώ­τε­ρου επι­πέ­δου των πα­γκό­σμιων εται­ρι­κών αλυ­σί­δων αξίας και εφο­δια­σμού. Επι­πλέ­ον, με­λέ­τες της ση­μα­σί­ας αυτών των αλυ­σί­δων αξίας/εφο­δια­σμού, δεί­χνουν ότι η τε­ρά­στια εμπλο­κή αν­θρώ­πων στον «άτυπο» τομέα της οι­κο­νο­μί­ας, δη­λα­δή των ερ­γα­ζο­μέ­νων που τα­ξι­νο­μού­νται ως «αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­νοι» ή «συμ­βάλ­λο­ντες σε οι­κο­γε­νεια­κή επι­χεί­ρη­ση» στη Νότια Ασία, την Αφρι­κή και όλον τον ανα­πτυσ­σό­με­νο κόσμο, είναι εν­σω­μα­τω­μέ­νη στις Πα­γκό­σμιες Αλυ­σί­δες Αξίας.[4]

Αυτές οι ελεγ­χό­με­νες από τις με­γά­λες επι­χει­ρή­σεις εφο­δια­στι­κές αλυ­σί­δες, δεν συν­δέ­ουν απλώς τις ανα­πτυσ­σό­με­νες οι­κο­νο­μί­ες με τις πο­λυ­ε­θνι­κές εται­ρεί­ες. Ανα­δια­τάσ­σουν την το­πι­κή οι­κο­νο­μία και το ντό­πιο ερ­γα­τι­κό δυ­να­μι­κό ανά­λο­γα με τις ανά­γκες των εται­ρειών.

Ακόμα κι αν η πλειο­ψη­φία των ερ­γα­ζο­μέ­νων σε μια χώρα δεν συν­δέ­ε­ται άμεσα με μια εται­ρι­κή αλυ­σί­δα αξίας, τα επί­πε­δα της «μαύ­ρης ερ­γα­σί­ας», των μι­σθών, του ρυθ­μού δου­λειάς και της ισορ­ρο­πί­ας των φύλων στην απα­σχό­λη­ση, δια­μορ­φώ­νο­νται από τις δυ­να­μι­κές και την ορμή των πο­λυ­ε­θνι­κών «just in time» Πα­γκό­σμιων Αλυ­σί­δων Αξίας [Στμ: Η στρα­τη­γι­κή just in time, είναι η μορφή μά­να­τζμεντ της πα­ρα­γω­γής «για τη στιγ­μή που χρειά­ζε­ται». Πιο εύ­στο­χα απο­δί­δε­ται στα ελ­λη­νι­κά, ως δια­χεί­ρι­ση ελα­χι­στο­ποι­η­μέ­νου επι­πέ­δου απο­θε­μά­των, με στόχο τον προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νο πε­ριο­ρι­σμό της σπα­τά­λης και την επι­δί­ω­ξη της βέλ­τι­στης πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας].

Όπως το­νί­ζουν οι Bhattacharya και Kesar, η ανά­πτυ­ξη της κα­πι­τα­λι­στι­κής βιο­μη­χα­νι­κής/βιο­τε­χνι­κής πα­ρα­γω­γής στην Ινδία έχει συν­δυα­στεί με αύ­ξη­ση του «άτυ­που» τομέα απα­σχό­λη­σης, καθώς κο­στί­ζει φτη­νό­τε­ρα η στή­ρι­ξη σε πρώην μι­κρο-πα­ρα­γω­γούς και σε «κατ’ οίκον» ερ­γα­ζό­με­νους, με τις γυ­ναί­κες να υπο­χρε­ώ­νο­νται να πα­ρέ­χουν μαζί με την κα­κο­πλη­ρω­μέ­νη ερ­γα­σία και την απλή­ρω­τη ανα­πα­ρα­γω­γι­κή ερ­γα­σία, που μειώ­νει το κό­στος ανα­πα­ρα­γω­γής των ερ­γα­τών. Αυτά τα φαι­νό­με­να, όχι μόνο δεν πρέ­πει να θε­ω­ρού­νται πλέον ως «προ­κα­πι­τα­λι­στι­κά», αλλά να γί­νο­νται κα­τα­νοη­τά ως το απο­τέ­λε­σμα ενός πα­γκο­σμιο­ποι­η­μέ­νου κα­πι­τα­λι­σμού.[5]

Οι Πα­γκό­σμιες Αλυ­σί­δες Αξίας ενι­σχύ­θη­καν από το 45% του πα­γκό­σμιου εμπο­ρί­ου που έλεγ­χαν στα μέσα της δε­κα­ε­τί­ας του 1990, στο 55% το 2008, για να πέ­σουν στη συ­νέ­χεια πε­ρί­που στο 50%.[6] Συ­νε­πώς, οι κλά­δοι που ανα­πτύ­χθη­καν τα­χύ­τε­ρα ήταν αυτοί που σχε­τί­ζο­νταν με τις υπο­δο­μές και τη λει­τουρ­γία αυτών των Αλυ­σί­δων. Σύμ­φω­να με υπο­λο­γι­σμούς του ILO, στις δύο πρώ­τες δε­κα­ε­τί­ες του 21ου αιώνα, η απα­σχό­λη­ση στις με­τα­φο­ρές και τις επι­κοι­νω­νί­ες αυ­ξή­θη­κε κατά 83% και στις κα­τα­σκευ­ές κατά 118%, τα­χύ­τε­ρα από κάθε άλλο με­γά­λο κλάδο. Με όρους άμε­σης απα­σχό­λη­σης, αυτοί οι κλά­δοι απαρ­τί­ζο­νται σε με­γά­λο βαθμό από άντρες ερ­γα­ζό­με­νους. Ωστό­σο, ένα ση­μα­ντι­κό απο­τέ­λε­σμα της ανά­πτυ­ξης των Πα­γκό­σμιων Αλυ­σί­δων Αξίας ήταν η αύ­ξη­ση της απα­σχό­λη­σης των γυ­ναι­κών, από το 40% της απα­σχο­λού­με­νης ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης το 2000, στο μισό πε­ρί­που (49%) το 2019, ενώ στην χει­ρω­να­κτι­κή πα­ρα­γω­γή που είναι συν­δε­δε­μέ­νη με αυτές τις αλυ­σί­δες αξίας, οι γυ­ναί­κες αυ­ξή­θη­καν από το 41% στο 44% ως το 2019.[7]

Επι­πλέ­ον, όλο και πε­ρισ­σό­τε­ροι ερ­γα­ζό­με­νοι τρα­βιού­νται «μέσα στο δίχτυ» των κε­φα­λαιο­κρα­τι­κών κοι­νω­νι­κών σχέ­σε­ων, όπως το θέτει η Huws, μέσω της αυ­ξα­νό­με­νης εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­σης τόσο των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών όσο και της απλή­ρω­της ερ­γα­σί­ας της κοι­νω­νι­κής ανα­πα­ρα­γω­γής, δη­λα­δή μέσω της κα­πι­τα­λι­στι­κής ορ­γά­νω­σης των υπη­ρε­σιών που μέχρι πρό­τι­νος πα­ρεί­χαν οι μι­σθω­τές υπη­ρε­σί­ες του κρά­τους, ή προ­σφέ­ρο­νταν μέσα στο σπίτι ή την κοι­νό­τη­τα αμι­σθί.

Δυ­σα­νά­λο­γα με­γά­λος αριθ­μός των ερ­γα­ζο­μέ­νων σε αυ­τούς τους το­μείς είναι γυ­ναί­κες, που απο­τε­λούν πλέον τα 2/3 των ερ­γα­ζο­μέ­νων στην εκ­παί­δευ­ση, την υγεία και τις κοι­νω­νι­κές υπη­ρε­σί­ες πα­γκο­σμί­ως.[8] Εν­δει­κτι­κή αυτής της τάσης είναι η τα­χύ­τα­τη αύ­ξη­ση της «αγο­ράς υπη­ρε­σιών» από το 20% της απα­σχό­λη­σης (με όρους ILO) το 1991 στο 31% το 2018. Μια άλλη έν­δει­ξη είναι η υπο­χώ­ρη­ση του «δη­μό­σιου κε­φα­λαί­ου» και των πε­ριου­σια­κών στοι­χεί­ων του δη­μο­σί­ου, ως πο­σο­στό του εθνι­κού πλού­του σε όλες τις με­γά­λες βιο­μη­χα­νι­κές χώρες σε λι­γό­τε­ρο από 10%.[9]

Όταν εξε­τά­ζε­ται η ανα­σύν­θε­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης στις ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες, είναι σύ­νη­θες να το­νί­ζε­ται η άνο­δος των υπη­ρε­σιών και η μεί­ω­ση της πα­ρα­γω­γής αγα­θών και να προ­κύ­πτει η υπό­θε­ση ότι αυτό ισο­δυ­να­μεί με συρ­ρί­κνω­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, η δια­χω­ρι­στι­κή γραμ­μή ανά­με­σα στους δύο το­μείς συ­σκο­τί­ζει το πώς δη­μιουρ­γεί­ται η αξία από την πα­γκό­σμια ερ­γα­τι­κή τάξη στο σύγ­χρο­νο κα­πι­τα­λι­σμό. Η πα­ρα­γω­γή υπη­ρε­σιών κυ­ριαρ­χεί­ται όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο από γι­γά­ντιες εται­ρεί­ες, που εμπλέ­κο­νται σε Πα­γκό­σμιες Αλυ­σί­δες Αξίας, με το πο­σο­στό τους στο εμπό­ριο προ­στι­θέ­με­νων αξιών να αυ­ξά­νε­ται, από 31% το 1980 σε 43% το 2009. Είναι ση­μα­ντι­κό να θυ­μό­μα­στε ότι η πα­ρα­γω­γή αγα­θών είναι θε­με­λιώ­δης για την πα­ρο­χή υπη­ρε­σιών και το αντί­στρο­φο. Δεν υπάρ­χουν υπη­ρε­σί­ες που μπο­ρούν να πα­ρέ­χο­νται χωρίς την εμπλο­κή «αγα­θών», αλλά και δεν υπάρ­χουν αγαθά που πα­ρά­γο­νται χωρίς τη συμ­βο­λή «υπη­ρε­σιών». Η ερ­γα­σία που πα­ρέ­χε­ται και στους δύο το­μείς, προ­ο­ρί­ζε­ται για να πα­ρά­ξει υπε­ρα­ξία. Η αξία χρή­σης του εμπο­ρεύ­μα­τος που πα­ρά­γει είναι δευ­τε­ρεύ­ου­σας ση­μα­σί­ας. Ενώ η απα­σχό­λη­ση στον πα­γκό­σμιο τομέα των υπη­ρε­σιών έχει αυ­ξη­θεί κατά 61% στις πρώ­τες δυο δε­κα­ε­τί­ες του 21ου αιώνα, η διε­θνής βιο­μη­χα­νι­κή ερ­γα­τι­κή δύ­να­μη έχει αυ­ξη­θεί επί­σης κατά 40%.[10] Αυτή η σχε­τι­κή δια­φο­ρά στη με­γέ­θυν­ση οφεί­λε­ται, πε­ρισ­σό­τε­ρο, στην τα­χύ­τε­ρη αύ­ξη­ση της πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας στον τομέα της με­τα­ποί­η­σης διε­θνώς, σε σύ­γκρι­ση με το σύ­νο­λο στην πα­γκό­σμια οι­κο­νο­μία -και όχι σε κά­ποια μεί­ω­ση της βιο­μη­χα­νι­κής πα­ρα­γω­γής.

Πράγ­μα­τι, ακόμα και σε αυτή την πε­ρί­ο­δο επι­βρά­δυν­σης, η προ­στι­θέ­με­νη αξία στη με­τα­ποί­η­ση πα­γκο­σμί­ως, όχι μόνο δεν μειώ­θη­κε, αλλά αυ­ξή­θη­κε κατά 123% (σε ση­με­ρι­νά δο­λά­ρια), από το 2000 ως το 2019. Συ­νο­λι­κά, σε αντί­θε­ση με την αντί­λη­ψη περί ενός «με­τα-βιο­μη­χα­νι­κού» κό­σμου, το ερ­γα­τι­κό δυ­να­μι­κό στη με­τα­ποί­η­ση αυ­ξή­θη­κε από 393 εκα­τομ­μύ­ρια το 2000 σε 460 εκα­τομ­μύ­ρια το 2019, ενώ το ευ­ρύ­τε­ρο βιο­μη­χα­νι­κό ερ­γα­τι­κό δυ­να­μι­κό (που πε­ρι­λαμ­βά­νει τη με­τα­ποί­η­ση, αλλά και τις κα­τα­σκευ­ές, και την εξό­ρυ­ξη) αυ­ξή­θη­κε από 536 εκα­τομ­μύ­ρια σε 755 εκα­τομ­μύ­ρια, στην ίδια πε­ρί­ο­δο. Σε αυτά τα στοι­χεία δεν συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νο­νται οι ερ­γα­ζό­με­νοι στις με­τα­φο­ρές, επι­κοι­νω­νί­ες και υπη­ρε­σί­ες κοι­νής ωφέ­λειας, που είναι επί­σης κα­θο­ρι­στι­κοί για την πα­ρα­γω­γή αγα­θών, που προ­σθέ­τουν άλλα 226 εκα­τομ­μύ­ρια το 2019, από τα 116 εκα­τομ­μύ­ρια δυο δε­κα­ε­τί­ες πριν. Αθροι­στι­κά αυτός ο πα­ρα­γω­γι­κός «κορ­μός» απο­τε­λού­σε το 41% του μη-αγρο­τι­κού ερ­γα­ζό­με­νου δυ­να­μι­κού πα­γκο­σμί­ως, το 2019.[11] Με άλλα λόγια, «οι βιο­μη­χα­νι­κοί ερ­γά­τες του κό­σμου», για να δα­νει­στού­με τον παλιό όρο [ΣτΜ: ανα­φο­ρά στην ομώ­νυ­μη ιστο­ρι­κή συν­δι­κα­λι­στι­κή ορ­γά­νω­ση] πα­ρα­μέ­νουν ο μα­ζι­κός πυ­ρή­νας της πα­ρα­γω­γής, αλλά και του ερ­γα­ζό­με­νου πλη­θυ­σμού. Ωστό­σο, ο πα­γκό­σμιος κα­τα­με­ρι­σμός στο εσω­τε­ρι­κό τους έχει αλ­λά­ξει.

Γε­ω­γρα­φι­κή Δια­σπο­ρά και Ανι­σό­τη­τα

Η με­γέ­θυν­ση της πα­γκό­σμιας πα­ρα­γω­γής και, κατά συ­νέ­πεια, της ερ­γα­τι­κής τάξης, δεν εξα­πλώ­θη­κε ισο­με­ρώς στον πλα­νή­τη. Αν και οι ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες εξα­κο­λου­θούν να πα­ρά­γουν το με­γα­λύ­τε­ρο μέρος της με­τα­ποι­η­τι­κής προ­στι­θέ­με­νης αξίας [manufacturing value added, MVA], οι ανα­πτυσ­σό­με­νες χώρες έχουν αυ­ξή­σει το με­ρί­διό τους από 18% το 1990, σε πε­ρί­που 40% το 2019, την ώρα που το με­ρί­διο των από πα­λιό­τε­ρα βιο­μη­χα­νι­κών χωρών έπεσε από 79% σε 55% την ίδια πε­ρί­ο­δο. Το με­ρί­διο της ΕΕ έπεσε από 33% της πα­γκό­σμιας πα­ρα­γω­γής MVA το 1990, σε 22% το 2018, ενώ αυτό της Ασίας αυ­ξή­θη­κε από 24% σε 37% την ίδια πε­ρί­ο­δο. Η Κίνα μόνη της εκτι­νά­χθη­κε από το 5% της πα­γκό­σμιας πα­ρα­γω­γής MVA το 2000, στο 20% το 2018. Πρό­σφα­τα, με­γά­λο μέρος της αύ­ξη­σης του με­ρι­δί­ου MVA που πα­ρά­γε­ται στην Ασία κα­τευ­θύν­θη­κε σε 4 χώρες: Κίνα, Ινδία, Ιν­δο­νη­σία και Δη­μο­κρα­τία της Κο­ρέ­ας. Αυτή την τάση ακο­λού­θη­σε η απα­σχό­λη­ση, με το με­ρί­διο των βιο­μη­χα­νο­ποι­η­μέ­νων χωρών στις θέ­σεις ερ­γα­σί­ας στη με­τα­ποί­η­ση να πέ­φτει από το 30% το 1991 σε 18% το 2018.[12] Στον 21ο αιώνα, η αύ­ξη­ση της «άτυ­πης» απα­σχό­λη­σης στην πα­ρα­γω­γή αγα­θών, αλλά και ο αυ­ξη­μέ­νος ρόλος των γυ­ναι­κών, αμ­φό­τε­ρα προ­έ­κυ­ψαν αρ­χι­κά στον ανα­πτυσ­σό­με­νο κόσμο.

Τον ίδιο καιρό, οι πό­λε­μοι, αλλά και οι­κο­νο­μι­κοί και πο­λι­τι­κοί λόγοι, έχουν πα­ρά­ξει υπο­χρε­ω­τι­κές με­τα­κι­νή­σεις και έναν αυ­ξα­νό­με­νο διε­θνώς με­τα­να­στευ­τι­κό πλη­θυ­σμό. Ο αριθ­μός των αν­θρώ­πων που ζουν μα­κριά από τη χώρα γέν­νη­σής τους έχει αυ­ξη­θεί από 173.588.441 το 2000 σε 271.642.105 το 2019, μια αύ­ξη­ση 57%. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι από αυ­τούς τους με­τα­νά­στες είναι σε ερ­γά­σι­μη ηλι­κία και το 48%, σχε­δόν το μισό, είναι γυ­ναί­κες. Ο Διε­θνής Ορ­γα­νι­σμός Με­τα­νά­στευ­σης είχε χα­ρα­κτη­ρί­σει το 2017 πε­ρί­που 111 εκα­τομ­μύ­ρια με­τα­νά­στες ως ερ­γά­τες, που έστει­λαν στις πα­τρί­δες τους εμ­βά­σμα­τα αξίας 689 δισ. δο­λα­ρί­ων μέσα στο 2018.[13] Του­λά­χι­στον μισό δι­σε­κα­τομ­μύ­ριο άν­θρω­ποι ει­σπράτ­τουν αυτά τα εμ­βά­σμα­τα, που συμ­βάλ­λουν ση­μα­ντι­κά στην κοι­νω­νι­κή ανα­πα­ρα­γω­γή της πα­γκό­σμιας ερ­γα­τι­κής τάξης και συ­νε­πώς μειώ­νουν το ερ­γα­τι­κό κό­στος για το διε­θνές κε­φά­λαιο. Όπως έχουν το­νί­σει οι Ferguson και McNally, αν κα­νείς υπο­τι­μή­σει το ρόλο της ερ­γα­σί­ας των με­τα­να­στών «χάνει από τα μάτια του διε­θνείς δια­δι­κα­σί­ες εκτο­πι­σμού και πρω­ταρ­χι­κής συσ­σώ­ρευ­σης, που με­τα­ξύ άλλων, πα­ρά­γουν πα­γκό­σμιες εφε­δρεί­ες ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης, της οποί­ας οι με­τα­κι­νή­σεις πέρα από τα σύ­νο­ρα, βρί­σκο­νται στην καρ­διά της πα­γκό­σμιας πα­ρα­γω­γής και ανα­πα­ρα­γω­γής του κε­φα­λαί­ου και της ερ­γα­σί­ας».

Συ­νε­πώς, υπάρ­χουν επι­πρό­σθε­τα 111 εκα­τομ­μύ­ρια ερ­γά­τες που μπαι­νο­βγαί­νουν στις στα­τι­κές με­τρή­σεις του ILO για την απα­σχό­λη­ση, αλλά και στην κοι­νω­νι­κή δια­δι­κα­σία τα­ξι­κής δια­μόρ­φω­σης, ει­δι­κά σε ση­μα­ντι­κά κέ­ντρα της πα­ρα­γω­γής όπως οι ΗΠΑ, η Ευ­ρώ­πη και η Μέση Ανα­το­λή.[14]

Το κε­φά­λαιο στο σύ­νο­λό του, έχει ση­μειώ­σει αρ­κε­τές επι­τυ­χί­ες με τις γε­ω­γρα­φι­κές με­τα­κι­νή­σεις, τις τε­χνο­λο­γι­κές προ­ό­δους, την ανα­διορ­γά­νω­ση της πα­ρα­γω­γι­κής και της ερ­γα­σια­κής δια­δι­κα­σί­ας, αλλά ακόμα και με τις αλ­λα­γές μέσα στις κρί­σεις του συ­στή­μα­τος. Συ­νο­λι­κά, στις πε­ρισ­σό­τε­ρες ανα­πτυγ­μέ­νες κι ανα­πτυσ­σό­με­νες οι­κο­νο­μί­ες, ανε­ξάρ­τη­τα από το αν συ­γκυ­ρια­κά αυ­ξά­νο­νταν ή μειώ­νο­νταν οι μι­σθοί, το με­ρί­διο του ερ­γα­τι­κού ει­σο­δή­μα­τος ως πο­σο­στό στο ΑΕΠ έχει μειω­θεί από τα μέσα της δε­κα­ε­τί­ας του 1970 ως το 2019 (με με­ρι­κές εν­διά­με­σες αυ­ξο­μειώ­σεις). Συ­νε­πώς, αυ­ξή­θη­κε το με­ρί­διο του κε­φα­λαί­ου. Εν­δει­κτι­κά, σε όλες τις με­γά­λες οι­κο­νο­μί­ες, αυ­ξή­θη­κε το με­ρί­διο του εθνι­κού ει­σο­δή­μα­τος που καρ­πώ­νε­ται το ανώ­τε­ρο 10%, ενώ μειώ­θη­κε το με­ρί­διο του κα­τώ­τε­ρου 50%.[15] Η φτώ­χεια πα­ρα­μέ­νει κε­ντρι­κό χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό της ερ­γα­σί­ας στις ανα­πτυσ­σό­με­νες χώρες, παρά τους ισχυ­ρι­σμούς περί μεί­ω­σής της, που επι­τεύ­χθη­καν κυ­ρί­ως μέσα από πα­ρα­πει­στι­κές αλ­λα­γές στον ορι­σμό της φτώ­χειας. Ακόμα και σχε­τι­κά με την Ευ­ρώ­πη, που κά­πο­τε υπήρ­ξε η κο­ρυ­φή στην ανά­πτυ­ξη του κοι­νω­νι­κού κρά­τους, ο σο­σιαλ­δη­μο­κρά­της θε­ω­ρη­τι­κός Wolfgang Streeck ση­μειώ­νει: «Αυτό που ακο­λού­θη­σε ήταν μια τρο­χιά της ευ­ρω­παϊ­κής κοι­νω­νι­κής πο­λι­τι­κής σε μακρά διάρ­κεια, καθώς αυτή με­ταλ­λασ­σό­ταν από ένα σχε­δια­σμέ­νο ομο­σπον­δια­κό σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό κρά­τος πρό­νοιας, σε ένα πρό­γραμ­μα  προ­σαρ­μο­γής στους αντα­γω­νι­σμούς μέσα στις πα­γκό­σμιες αγο­ρές».[16] Κο­ντο­λο­γίς, η ερ­γα­τι­κή τάξη ητ­τά­ται πα­ντού.

Η αυ­ξα­νό­με­νη ανι­σό­τη­τα οφεί­λε­ται, σε με­γά­λο βαθμό, στη σχε­τι­κή υπο­χώ­ρη­ση των συν­δι­κά­των και την επα­κό­λου­θη στα­σι­μό­τη­τα των μι­σθών στις ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες, στις διαρ­κείς αυ­ξή­σεις της πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας στη με­τα­ποί­η­ση διε­θνώς, και στην αυ­ξα­νό­με­νη εν­σω­μά­τω­ση των χα­μη­λό­μι­σθων «άτυ­πων» και «τυ­πι­κών» ερ­γα­ζο­μέ­νων των ανα­πτυσ­σό­με­νων χωρών στα πα­γκό­σμια συ­στή­μα­τα πα­ρα­γω­γής. Αυτές οι τά­σεις συ­νέ­βα­λαν στα αυ­ξα­νό­με­να επί­πε­δα εκ­με­τάλ­λευ­σης πα­ντού. Όπως ισχυ­ρί­ζε­ται ο πο­λι­τι­κός οι­κο­νο­μο­λό­γος Anwar Shaikh: «Το συ­νο­λι­κό επί­πε­δο ει­σο­δη­μα­τι­κής ανι­σό­τη­τας, σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση, προ­κύ­πτει από την ανα­λο­γία κερ­δών/μι­σθών, δη­λα­δή από τη μοι­ρα­σιά της προ­στι­θέ­με­νης αξίας».[17] Η ενί­σχυ­ση του με­ρι­δί­ου του κε­φα­λαί­ου διευ­κο­λύν­θη­κε από προηγ­μέ­νες με­θό­δους επι­τή­ρη­σης, μέ­τρη­σης, πο­σο­τι­κο­ποί­η­σης και ρύθ­μι­σης της ερ­γα­σί­ας που τε­λι­κά επη­ρε­ά­ζουν τους ερ­γα­ζό­με­νους πα­ντού.

Τε­χνο­λο­γία και Έλεγ­χος της Ερ­γα­σί­ας

Για εκα­το­ντά­δες εκα­τομ­μύ­ρια ερ­γά­τες σε όλο τον πλα­νή­τη, η ερ­γα­σία πα­ρα­μέ­νει πρω­ταρ­χι­κά μια εξα­ντλη­τι­κή φυ­σι­κή προ­σπά­θεια, που πα­ρα­μέ­νει απο­κομ­μέ­νη από τις δυ­να­τό­τη­τες του υψη­λής τε­χνο­λο­γί­ας κα­θε­στώ­τος της αυ­το­μα­το­ποί­η­σης και της ψη­φια­κής δια­χεί­ρι­σης, που ήλθαν για να εντα­τι­κο­ποι­ή­σουν την ερ­γα­σία. Ανε­ξάρ­τη­τα από το πού και πώς απα­σχο­λεί­ται ένας ερ­γα­ζό­με­νος, η τα­χύ­τη­τα και ο κόπος που κα­τα­βά­λει, κα­θο­δη­γού­νται από τις ψη­φια­κές με­τρή­σεις και τη διεύ­θυν­ση της ερ­γα­σί­ας, σε όλο το μήκος των just in time δια­δρό­μων του κε­φα­λαί­ου, που δια­τρέ­χουν όλον τον πλα­νή­τη.

Αυτό που άλ­λα­ξε πε­ρισ­σό­τε­ρο στη φύση της ερ­γα­σί­ας στις τε­λευ­ταί­ες δύο δε­κα­ε­τί­ες, είναι η βαθ­μί­δα, η διείσ­δυ­ση και η εφαρ­μο­γή των ψη­φια­κών τε­χνο­λο­γιών που επι­τη­ρούν, πο­σο­τι­κο­ποιούν, ρυθ­μί­ζουν, διαρ­θρώ­νουν, κα­τα­γρά­φουν και κα­τευ­θύ­νουν την ερ­γα­σία ατό­μων και ομά­δων.[18] Όλα αυτά έρ­χο­νται σε συ­νέ­χεια, αλλά ταυ­τό­χρο­να ξε­περ­νούν, τις πα­ρα­δό­σεις του Τεϊ­λο­ρι­σμού με στόχο να πο­σο­τι­κο­ποι­ή­σει, να κα­τα­κερ­μα­τί­σει, να ρυθ­μί­σει και συ­νε­πώς να ελέγ­ξει την ατο­μι­κή και συλ­λο­γι­κή ερ­γα­σία, ανε­ξάρ­τη­τα από το προ­ϊ­όν ή την υπη­ρε­σία που αυτή πα­ρά­γει. Η ψη­φιο­ποί­η­ση της τε­χνο­λο­γί­ας που σχε­τί­ζε­ται με την ερ­γα­σία, ση­μαί­νει ότι η ερ­γα­σία μπο­ρεί πλέον να με­τρη­θεί και να κα­τα­κερ­μα­τι­στεί σε να­νο­δευ­τε­ρό­λε­πτα, αντί για τα λεπτά και τα δευ­τε­ρό­λε­πτα της επο­χής του Τέι­λορ, οδη­γώ­ντας σε μιαν ακρί­βεια που απου­σί­α­ζε από τις κα­τευ­θύν­σεις της «λιτής πα­ρα­γω­γής» με στόχο να πε­ριο­ρί­σουν τη «σπα­τά­λη» μέσω της «πιε­στι­κής διοί­κη­σης» [management by stress]. Αυτά ση­μαί­νουν ότι κάθε πτυχή της ερ­γα­σί­ας μπο­ρεί πλέον να πο­σο­τι­κο­ποι­η­θεί. Η απλο­ποί­η­ση δια της πο­σο­τι­κο­ποί­η­σης βοηθά στην τα­χύ­τη­τα και η τα­χύ­τη­τα απαι­τεί με­γα­λύ­τε­ρη πο­σο­τι­κο­ποί­η­ση. Η πίεση για απο­τε­λέ­σμα­τα μπο­ρεί να με­τρη­θεί, σε αντί­θε­ση με τα συ­ναι­σθή­μα­τα, τα προ­σό­ντα της επαγ­γελ­μα­τι­κής εκ­παί­δευ­σης, ή τα ιδιαί­τε­ρα τα­λέ­ντα των ερ­γα­ζο­μέ­νων.

Όλα αυτά εφαρ­μό­ζο­νται σή­με­ρα σε υπη­ρε­σί­ες που είχαν ήδη με­τα­σχη­μα­τι­στεί κατά τη διάρ­κεια του 20ού αιώνα: από οι­κια­κές υπη­ρε­σί­ες ή ερ­γα­σί­ες που επι­τε­λού­σαν το­πι­κοί έμπο­ροι και μι­κρές επι­χει­ρή­σεις, είχαν ήδη γίνει με­γά­λες εται­ρεί­ες πα­ρο­χής υπη­ρε­σιών. Αυτές στη συ­νέ­χεια ανα­διορ­γα­νώ­θη­καν στα πλαί­σια της «λιτής» πα­ρα­γω­γής, ενώ σή­με­ρα διοι­κού­νται ψη­φια­κά -από τα τη­λε­φω­νι­κά κέ­ντρα, ως τα ξε­νο­δο­χεία, την συ­ντή­ρη­ση κτι­ρί­ων κλπ.

Οι ση­με­ρι­νές ψη­φια­κές με­τρή­σεις εφαρ­μό­ζο­νται επί­σης στην επαγ­γελ­μα­τι­κή ερ­γα­σία σε πεδία όπως η υγεία και η παι­δεία. Συλ­λέ­γο­νται δε­δο­μέ­να από τους ερ­γα­ζό­με­νους σε αυ­τούς τους κλά­δους κι έπει­τα χρη­σι­μο­ποιού­νται ενα­ντί­ον τους, όπως και σε ένα ερ­γο­στά­σιο ή μια απο­θή­κη. Έτσι, οι εκ­παι­δευ­τι­κοί «αξιο­λο­γού­νται» μέσα από τους βαθ­μούς των μα­θη­τών, σε τυ­πο­ποι­η­μέ­να τεστ που στη­ρί­ζο­νται στην «τυ­πο­ποι­η­μέ­νη γνώση», και υπο­χρε­ώ­νο­νται να «δι­δά­σκουν για το τεστ». Το νο­ση­λευ­τι­κό προ­σω­πι­κό μπο­ρεί να εντο­πί­ζε­ται από συν­δέ­σεις με GPS και να κα­θο­δη­γεί­ται από αλ­γο­ρυθ­μι­κά Συ­στή­μα­τα Υπο­στή­ρι­ξης Κλι­νι­κών Απο­φά­σε­ων, που συ­νι­στούν τυ­πο­ποι­η­μέ­νες θε­ρα­πεί­ες. Και στις δύο πε­ρι­πτώ­σεις, οι ερ­γα­ζό­με­νοι είναι εφι­κτό να αντι­κα­τα­στα­θούν από λι­γό­τε­ρο εξει­δι­κευ­μέ­νους και φτη­νό­τε­ρους ερ­γα­ζό­με­νους που μπο­ρούν να επι­τε­λούν τυ­πο­ποι­η­μέ­να κα­θή­κο­ντα. Καθώς αυτό αφορά κυ­ρί­ως γυ­ναί­κες ερ­γα­ζό­με­νες που επι­πλέ­ον μπο­ρούν να πα­ρά­σχουν «συ­ναι­σθη­μα­τι­κή ερ­γα­σία», το συ­ναι­σθη­μα­τι­κό πε­ριε­χό­με­νο της δου­λειάς απο­τε­λεί μια έξτρα και απλή­ρω­τη δυ­να­τό­τη­τα για το κε­φά­λαιο –είναι η απλή­ρω­τη πτυχή της ερ­γα­σί­ας κοι­νω­νι­κής ανα­πα­ρα­γω­γής που επι­τε­λεί­ται πλέον στη δου­λειά αντί για το σπίτι.[19]

Η Amazon είναι δι­καί­ως το πιο συχνό πα­ρά­δειγ­μα για τις συ­νέ­πειες στους ερ­γα­ζό­με­νους που κα­θο­δη­γού­νται ψη­φια­κά. Μια πρό­σφα­τη έρευ­να για το κέ­ντρο δια­λο­γής της Amazon στην Κα­λι­φόρ­νια, πε­ριέ­γρα­ψε το πε­ρι­βάλ­λον στο οποίο ερ­γά­ζο­νται οι «απα­σχο­λού­με­νοι», ως εξής:

«Για να χο­ρο­γρα­φή­σει το βάρ­βα­ρο μπα­λέ­το που ξε­κι­νά από τη στιγ­μή που ένας κα­τα­να­λω­τής πα­τή­σει το κου­μπί “το­πο­θε­τή­στε την πα­ραγ­γε­λία σας” στο Amazon Prime, η εται­ρεία αξιο­ποιεί την αλ­γο­ρυθ­μι­κή και τε­χνι­κή υπε­ρο­χή της μέσα στο θη­ριώ­δες δί­κτυο επι­κοι­νω­νιών και ψη­φια­κής τε­χνο­λο­γί­ας, υπο­δο­μών απο­θή­κευ­σης και μη­χα­νη­μά­των, καθώς “τε­ντώ­νει” αριθ­μη­τι­κά την ερ­γα­τι­κή  δύ­να­μη προς τα πάνω ή προς τα κάτω, σε συγ­χρο­νι­σμό με τις δια­κυ­μάν­σεις της κα­τα­να­λω­τι­κής ζή­τη­σης».

Σε πα­νο­μοιό­τυ­πες εγκα­τα­στά­σεις σε όλο τον πλα­νή­τη, η ίδια ερ­γα­σία κα­θο­δη­γεί­ται από σκά­νερ και υπο­λο­γι­στές (στο μπρά­τσο ή στον καρπό), που πα­ρα­κο­λου­θούν, χρο­νο­με­τρούν και κα­θο­δη­γούν τους ερ­γα­ζό­με­νους προς το «σωστό» προ­ϊ­όν. Στους ερ­γά­τες επι­τρέ­πο­νται κατά τη διάρ­κεια της βάρ­διας, μόνο 30 λεπτά «εκτός κα­θή­κο­ντος», δη­λα­δή χρόνο που δι­καιού­νται να μην είναι σε κί­νη­ση. Αν χρεια­στεί εξω­θού­νται σε κί­νη­ση από τα ρο­μπότ Kiva, που επί­σης «ερ­γά­ζο­νται» στη δια­λο­γή προ­ϊ­ό­ντων.[20] Αυτό είναι το πρό­τυ­πο της δου­λειάς πα­ντού αν δεν το ανα­κό­ψει η ερ­γα­τι­κή αντί­στα­ση.

Μια άλλη διά­στα­ση της ση­με­ρι­νής τε­χνο­λο­γί­ας στο χώρο δου­λειάς ανα­φέ­ρε­ται σπά­νια. Όπως και όλη η πα­γκό­σμια ερ­γα­τι­κή δύ­να­μη, η σύν­θε­ση στις απο­θή­κες της Amazon είναι πο­λυ­φυ­λε­τι­κή και πο­λυ­ε­θνι­κή. Όπως υπο­γράμ­μι­σε η διε­θνής επιρ­ροή της εξέ­γερ­σης του Black Lives Matter το 2020, η φυ­λε­τι­κή κα­τα­πί­ε­ση και ο ρα­τσι­σμός, που είναι βαθιά ρι­ζω­μέ­να στις ΗΠΑ, είναι επί­σης ρι­ζω­μέ­να πα­γκό­σμια κι εν­σω­μα­τω­μέ­να στις κοι­νω­νί­ες από τις επο­χές της δου­λο­κτη­σί­ας και της αποι­κιο­κρα­τί­ας. Ο ρα­τσι­σμός στον κα­πι­τα­λι­σμό δεν είναι μόνο ένα μέσο να διαι­ρεί­ται η ερ­γα­τι­κή τάξη, αλλά και ένας τρό­πος επι­βο­λής του πε­ριο­ρι­σμού στη θέση του ερ­γά­τη, σε εκεί­νες τις φυ­λε­τι­κές ή εθνι­κές ομά­δες των οποί­ων οι «ευ­και­ρί­ες στη ζωή» ελα­χι­στο­ποιού­νται από φυ­λε­τι­κά ή εθνι­κά εμπό­δια. Είναι μια δύ­να­μη που αξιο­ποιεί­ται για τον σχη­μα­τι­σμό των κοι­νω­νι­κών τά­ξε­ων. Έτσι, οι Αφρο­α­με­ρι­κά­νοι είναι κατά με­γα­λύ­τε­ρη ανα­λο­γία ερ­γα­ζό­με­νοι και φτω­χοί. Μπο­ρεί ο κα­πι­τα­λι­σμός να κλη­ρο­νό­μη­σε το ρα­τσι­σμό από την εποχή της δου­λο­κτη­σί­ας και των αποι­κια­κών κα­τα­κτή­σε­ων, αλλά συ­νε­χί­ζει να κα­τα­νέ­μει την ερ­γα­σία και τους ερ­γά­τες σε άνι­σες φυ­λε­τι­κές, εθνο­τι­κές, έμ­φυ­λες και εθνι­κές βά­σεις, εδώ και γε­νιές.[21] Όπως και όλες οι πρα­κτι­κές των διοι­κή­σε­ων γε­νι­κό­τε­ρα, έτσι και η τε­χνο­λο­γία που τα­ξι­νο­μεί τους ερ­γα­ζό­με­νους κατά επάγ­γελ­μα, βαθ­μί­δα, ει­δί­κευ­ση, συ­μπε­ρι­φο­ρά κ.ο.κ., φέρει πάνω της τα ση­μά­δια αυτής της κλη­ρο­νο­μιάς.

Η τε­χνη­τή νοη­μο­σύ­νη και οι αλ­γό­ριθ­μοι προ­γραμ­μα­τί­ζο­νται από αν­θρώ­πι­να όντα που έχουν ανα­τρα­φεί μέσα σε αυτό το ιστο­ρι­κό πλαί­σιο, και τα οποία συ­νή­θως φέ­ρουν πολ­λές από τις πολύ πα­λιές, συχνά υπο­συ­νεί­δη­τες προ­κα­τα­λή­ψεις, ενώ ταυ­τό­χρο­να χρη­σι­μο­ποιούν δε­δο­μέ­να που υπο­χρε­ω­τι­κά στη­ρί­ζο­νται στο πα­ρελ­θόν. Όπως το έθεσε ένας ανα­λυ­τής: «Το πα­ρελ­θόν είναι ένα πολύ ρα­τσι­στι­κό μέρος. Και έχου­με δε­δο­μέ­να μόνο από το πα­ρελ­θόν για να εκ­παι­δεύ­σου­με την Τε­χνη­τή Νοη­μο­σύ­νη».[22] Το συ­μπέ­ρα­σμα ενός μα­θη­μα­τι­κού, σχε­τι­κά με τις φυ­λε­τι­κές προ­κα­τα­λή­ψεις που ανα­πα­ρά­γο­νται ως απο­τε­λέ­σμα­τα στα προ­γράμ­μα­τα Τε­χνη­τής Νοη­μο­σύ­νης που χρη­σι­μο­ποιεί η αστυ­νο­μία για να «προ­βλέ­ψει» τις πε­ριο­χές υψη­λής εγκλη­μα­τι­κό­τη­τας, ισχύ­ει για κάθε πτυχή της ζωής: Τα δε­δο­μέ­να που προ­κύ­πτουν μέσα από τις συν­θή­κες φυ­λε­τι­κής προ­κα­τά­λη­ψης, «δη­μιουρ­γούν έναν ολέ­θριο φαύλο κύκλο ανα­τρο­φο­δό­τη­σης», που ενι­σχύ­ει τα φυ­λε­τι­κά στε­ρε­ό­τυ­πα και, συ­νε­πώς την κα­τα­νο­μή των ερ­γα­ζο­μέ­νων με βάση τη φυ­λε­τι­κή πο­σο­τι­κο­ποί­η­ση στις «ευ­και­ρί­ες στη ζωή».[23]

Ένα από τα πιο εξορ­γι­στι­κά πα­ρα­δείγ­μα­τα είναι αυτό της τε­χνο­λο­γί­ας ανα­γνώ­ρι­σης προ­σώ­πων, η οποία χρη­σι­μο­ποιεί­ται από ερ­γο­δό­τες και αστυ­νο­μι­κά τμή­μα­τα και η οποία συχνά απο­τυγ­χά­νει να ξε­χω­ρί­σει αν­θρώ­πους με­λαμ­ψού δέρ­μα­τος με­τα­ξύ τους.[24] Δεν είναι τυ­χαίο που οι πε­ρισ­σό­τε­ροι κα­κο­πλη­ρω­μέ­νοι και υπε­ρε­ντα­τι­κο­ποι­η­μέ­νοι ερ­γα­ζό­με­νοι στην απο­θή­κη της Amazon στην Κα­λι­φόρ­νια είναι «λα­τί­νοι» ή μαύ­ροι. Ο ρα­τσι­σμός, σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση, είναι ένα από τα όπλα του κε­φα­λαί­ου στην τα­ξι­κή πάλη και τώρα εμπε­δώ­νε­ται και στην τε­χνο­λο­γία του. Το ίδιο ισχύ­ει για το φύλο και τον σε­ξι­σμό. Για πα­ρά­δειγ­μα, τα Συ­στή­μα­τα Υπο­στή­ρι­ξης Κλι­νι­κών Απο­φά­σε­ων που έχουν επι­βλη­θεί στις νο­σο­κό­μες, στη­ρί­ζο­νται σε κλι­νι­κές με­λέ­τες που «συ­στη­μα­τι­κά υπο­τι­μού­σαν τις γυ­ναί­κες και τις μειο­νό­τη­τες».[25]

Ερ­γα­σία και Έλεγ­χος των Δια­δρό­μων του Κε­φα­λαί­ου

Η τε­χνο­λο­γία, τα μο­τί­βα απα­σχό­λη­σης και οι ροές αγα­θών, υπη­ρε­σιών και κε­φα­λαί­ων, που χα­ρα­κτη­ρί­ζουν την εγ­χώ­ρια πα­ρα­γω­γή και δια­μορ­φώ­νουν τον κόσμο των ερ­γα­ζο­μέ­νων, εξαρ­τώ­νται με τη σειρά τους από μια όλο και πιο διε­θνο­ποι­η­μέ­νη υλική υπο­δο­μή για τη με­τα­κί­νη­ση προ­ϊ­ό­ντων και αξίας σε όλο τον πλα­νή­τη. Αυτοί οι υλι­κοί διά­δρο­μοι του κε­φα­λαί­ου απο­τε­λού­νται κυ­ρί­ως από πράγ­μα­τα που μας είναι οι­κεία, όπως οι δρό­μοι, οι σι­δη­ρο­δρο­μι­κές γραμ­μές, οι θα­λάσ­σιοι δρό­μοι, τα λι­μά­νια, οι αγω­γοί, τα αε­ρο­δρό­μια και οι πα­ρα­δο­σια­κές απο­θή­κες. Αλλά πλέον πε­ρι­λαμ­βά­νουν και τε­ρά­στιους αστι­κούς κόμ­βους εγκα­τα­στά­σε­ων και ερ­γα­ζο­μέ­νων στην υλι­κο­τε­χνι­κή υπο­στή­ρι­ξη (logistics), μίλια οπτι­κών ινών που χρη­σι­μο­ποιού­νται εκτε­τα­μέ­να μόλις μετά τα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του 1990, datacenters [κέ­ντρα συ­γκέ­ντρω­σης και επε­ξερ­γα­σί­ας δε­δο­μέ­νων] που η χρη­σι­μο­ποί­η­σή τους είναι ακόμα πιο πρό­σφα­τη, και απο­θη­κευ­τι­κές βά­σεις που έχουν ανα­σχη­μα­τι­στεί πε­ρισ­σό­τε­ρο για τις ανά­γκες με­τα­κί­νη­σης παρά για τις ανά­γκες απο­θή­κευ­σης, ενώ έχουν με­τα­μορ­φω­θεί από την τε­χνο­λο­γία. Αυτή η εγκα­τε­στη­μέ­νη υπο­δο­μή δη­μιουρ­γεί­ται και εξαρ­τά­ται από την ερ­γα­σία εκα­τομ­μυ­ρί­ων ερ­γα­τών που την κα­τα­σκευά­ζουν και την συ­ντη­ρούν. Αν η τε­χνο­λο­γία επι­βά­λει ελέγ­χους, η εξάρ­τη­ση των υπο­δο­μών από την διαρ­κή αν­θρώ­πι­νη ερ­γα­σία, πα­ρέ­χει στους ερ­γα­ζό­με­νους τον δικό τους δυ­νη­τι­κό έλεγ­χο -την ικα­νό­τη­τα να επι­βρα­δύ­νουν ή και να στα­μα­τούν την αδιά­κο­πη κί­νη­ση της αξίας από το κε­φά­λαιο και, συ­νε­πώς, τη δια­δι­κα­σία συσ­σώ­ρευ­σης.

Ο Μαρξ αντι­με­τώ­πι­ζε τις με­τα­φο­ρές και τις επι­κοι­νω­νί­ες ως τμήμα της πα­ρα­γω­γής αξίας.[26] Συ­νε­πώς, τα δε­κά­δες εκα­τομ­μύ­ρια των ερ­γα­ζο­μέ­νων, σε όλο τον πλα­νή­τη, σε αυτά τα εγκα­τε­στη­μέ­να απο­θε­τή­ρια πά­γιου κε­φα­λαί­ου, όπως και στα φορ­τη­γά, τα τρένα, τα πλοία, τα αε­ρο­πλά­να, τους κα­λω­δια­κούς σταθ­μούς και τα datacenters, που με­τα­κι­νούν εμπο­ρεύ­μα­τα, δε­δο­μέ­να και χρή­μα­τα σε όλο το φάσμα αυτής της υπο­δο­μής, είναι εξί­σου πα­ρα­γω­γι­κοί ερ­γά­τες με αυ­τούς στα ερ­γο­στά­σια, ή στις οι­κο­δο­μές, ή στην πα­ρο­χή υπη­ρε­σιών. Αυτοί κα­τα­σκευά­ζουν αυτά τα κυ­κλώ­μα­τα του κε­φα­λαί­ου, και αυτοί πα­ρέ­χουν, σε με­γά­λο βαθμό, την ανα­γκαία τα­χύ­τη­τα με την οποία αυτά τα κυ­κλώ­μα­τα αρ­χί­ζουν να γί­νο­νται απο­δο­τι­κά. Μέσα από τις δια­δρο­μές αυτών των κυ­κλω­μά­των, μέσω των με­τα­φο­ρών και των επι­κοι­νω­νιών, η κί­νη­ση του κε­φα­λαί­ου, με βάση το σχήμα του Μαρξ M-C-M [Χρή­μα-Εμπό­ρευ­μα-Χρή­μα], επα­να­λαμ­βά­νε­ται δια­δο­χι­κά και ταυ­τό­χρο­να εκα­τομ­μύ­ρια φορές τη μέρα. Η τα­χύ­τη­τα με την οποία ολο­κλη­ρώ­νο­νται αυτοί οι κύ­κλοι, κα­θο­ρί­ζει και το πι­θα­νό κέρ­δος.[27] Και, φυ­σι­κά, υπό την ώθηση του πα­γκό­σμιου αντα­γω­νι­σμού, η τα­χύ­τη­τα και η just in time πα­ρά­δο­ση των προ­ϊ­ό­ντων, έχουν γίνει πολύ ση­μα­ντι­κά στοι­χεία της σύγ­χρο­νης πα­ρα­γω­γής και των logistics.

Αυτά ισχύ­ουν εξί­σου για όσους ερ­γά­ζο­νται στη δια­χεί­ρι­ση δε­δο­μέ­νων, πλη­ρο­φο­ριών και χρη­μά­των, όπως και για όσους οδη­γούν στο δρόμο, κι­νούν ένα πλοίο, συ­ντη­ρούν έναν αγωγό ή δου­λεύ­ουν σε ένα ερ­γο­στά­σιο, δη­λα­δή για όλους τους ερ­γα­ζό­με­νους που συγ­χω­νεύ­ουν ζω­ντα­νή αν­θρώ­πι­νη ερ­γα­σία με συσ­σω­ρευ­μέ­νη νεκρή ερ­γα­σία, για να πα­ρά­ξουν αξία. Κα­νέ­να κομ­μά­τι αυτής της υπο­δο­μής, ούτε ο κε­φα­λαια­κός εξο­πλι­σμός που την κα­θο­ρί­ζει, δεν μπο­ρεί να «ζω­ντα­νέ­ψει» χωρίς το χέρι και το μυαλό των ερ­γα­ζο­μέ­νων. Ακόμα και το πιο αυ­το­μα­το­ποι­η­μέ­νο σύ­στη­μα απαι­τεί διαρ­κή συ­ντή­ρη­ση και επι­σκευ­ές. Για πα­ρά­δειγ­μα, στις αρχές του 2020, τα 39 υπο­τί­θε­ται πλή­ρως αυ­το­μα­το­ποι­η­μέ­να datacenters της Amazon στις ΗΠΑ και στην Ιρ­λαν­δία, απα­σχο­λού­σαν 10 χι­λιά­δες ερ­γά­τες προ­κει­μέ­νου να πα­ρα­μέ­νουν σε λει­τουρ­γία.[28]

Αυτό που απο­κα­λεί­ται «cloud» («σύν­νε­φο») ή κυ­βερ­νο­χώ­ρος, δεν είναι τί­πο­τε άλλο παρά ένα εκτε­τα­μέ­νο υλικό σύ­μπλεγ­μα οπτι­κών ινών, datacenters, πο­μπών και υπο­λο­γι­στών. Όπως έγρα­ψε ένα άρθρο των New York Times: «Οι άν­θρω­ποι νο­μί­ζουν ότι τα δε­δο­μέ­να είναι στο σύν­νε­φο [cloud, χρη­σι­μο­ποιού­με τον ελ­λη­νι­κό όρο για να απο­δο­θεί το λο­γο­παί­γνιο], αλλά δεν είναι εκεί. Βρί­σκο­νται στον ωκε­α­νό». Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα βρί­σκο­νται κάτω από τη θά­λασ­σα, αλλά και πάνω και κάτω από το έδα­φος, ακο­λου­θώ­ντας τις δια­δρο­μές που δια­μορ­φώ­θη­καν αρ­χι­κά στα μέσα του 19ου αιώνα για τον τη­λέ­γρα­φο. Τα δί­κτυα με τις σύγ­χρο­νες οπτι­κές ίνες με­τα­βι­βά­ζουν το 95% της κυ­κλο­φο­ρί­ας στο ίντερ­νετ. Όλο το συν­δε­δε­μέ­νο υλικό σύ­στη­μα και τα επι­μέ­ρους τμή­μα­τά του είναι εξαι­ρε­τι­κά ευά­λω­τα, όπου οι βλά­βες και οι δυ­σλει­τουρ­γί­ες είναι συ­νή­θη φαι­νό­με­να.[29]

Αυτό το σύ­στη­μα εγκα­θί­στα­ται και συ­ντη­ρεί­ται, από τους ερ­γά­τες στα κα­λω­δια­κά πλοία, από αυ­τούς στους κα­λω­δια­κούς σταθ­μούς ανά τον πλα­νή­τη, από τους ερ­γά­τες στις εθνι­κές εται­ρεί­ες τη­λε­πι­κοι­νω­νιών και από αυ­τούς στα γρή­γο­ρα πολ­λα­πλα­σια­ζό­με­να τε­ρά­στια datacenters που, όπως πα­ρα­τή­ρη­σε ο James Bridle, «πα­ρά­γουν τε­ρά­στια ποσά απορ­ρι­πτό­με­νης θερ­μό­τη­τας και απαι­τούν αντί­στοι­χου με­γέ­θους πο­σό­τη­τες ψύξης, ώστε να χρειά­ζο­νται ολό­κλη­ρα στρέμ­μα­τα συ­στη­μά­των κλι­μα­τι­σμού».[30] Όλα αυτά, με τη σειρά τους, απαι­τούν αν­θρώ­πι­νη ερ­γα­σία για να λει­τουρ­γή­σουν. Σε κάθε ση­μείο αυτής της φαι­νο­με­νι­κά άυλης κί­νη­σης δε­δο­μέ­νων και χρη­μά­των, υπάρ­χουν ερ­γα­ζό­με­νοι δια­φό­ρων ει­δι­κο­τή­των και ικα­νο­τή­των, χωρίς τους οποί­ους δεν θα υπήρ­χε απο­λύ­τως καμία κί­νη­ση. Δεν υπάρ­χει ψη­φιο­ποί­η­ση χωρίς την αν­θρώ­πι­νη κα­θο­δή­γη­σή της.

Σε μια πε­ρί­ο­δο σχε­τι­κά χα­μη­λών επι­πέ­δων επέν­δυ­σης κε­φα­λαί­ων, έχουν δια­τε­θεί ανα­ρίθ­μη­τα δι­σε­κα­τομ­μύ­ρια στην επέ­κτα­ση και τε­λειο­ποί­η­ση αυτής της υπο­δο­μής. Η Price Waterhouse Coopers εκτι­μά ότι από το 2010 ως το 2017 επεν­δύ­θη­καν 1,7 τρι­σεκ. δο­λά­ρια από ιδιω­τι­κές πηγές, σε έναν τομέα στον οποίο συ­νή­θως τον κυ­ρί­αρ­χο ρόλο έπαι­ζαν οι κρα­τι­κές επεν­δύ­σεις.[31] Νέα κα­λώ­δια απλώ­νο­νται, λι­μά­νια και διώ­ρυ­γες δια­νοί­γο­νται, νέες δι­η­πει­ρω­τι­κές σι­δη­ρο­δρο­μι­κές γραμ­μές εν­σω­μα­τώ­νο­νται στο υπάρ­χον δί­κτυο, πε­ρισ­σό­τε­ρα αε­ρο­δρό­μια κα­τα­σκευά­ζο­νται και πα­λιό­τε­ρα επε­κτεί­νο­νται.[32] Όσο με­γά­λες κι αν είναι αυτές οι νέες επεν­δύ­σεις, απο­τε­λούν μόνο το αρ­χι­κό κό­στος και την αρ­χι­κή εισ­ροή ερ­γα­σί­ας. Όπως ισχυ­ρί­ζε­ται ο Akhil Gupta σχε­τι­κά με τα νέα έργα υπο­δο­μών ανά τον πλα­νή­τη: «Μόλις ολο­κλη­ρω­θεί το έργο και ανα­κη­ρυ­χθεί επι­σή­μως λει­τουρ­γι­κό, αρ­χί­ζουν οι επι­σκευ­ές του».[33] Δη­λα­δή, η «νεκρή» ερ­γα­σία που το­πο­θε­τεί­ται στις υπο­δο­μές, απαι­τεί τη διαρ­κή εισ­ροή ζω­ντα­νής ερ­γα­σί­ας, σε όλη τη διάρ­κεια της λει­τουρ­γι­κής «ζωής» της.

Μια πολύ με­γά­λη ώθηση στην επέ­κτα­ση των υπο­δο­μών, υπήρ­ξε η Πρω­το­βου­λία «Μία Ζώνη – Ένας Δρό­μος» του Κι­νέ­ζου Προ­έ­δρου Ξι Γιν­πίνγκ, που ξε­κί­νη­σε το 2013. Αυτή χρη­μα­το­δό­τη­σε, κυ­ρί­ως μέσω δα­νεί­ων, ένα δί­κτυο αυ­το­κι­νη­το­δρό­μων υψη­λής τα­χύ­τη­τας, σι­δη­ρο­δρο­μι­κών γραμ­μών (τρεις που θα συν­δέ­ουν την Κίνα με την Ευ­ρώ­πη), λι­μα­νιών και αε­ρο­δρο­μί­ων που «εξα­πλώ­νο­νται προς τον Ει­ρη­νι­κό, τον Ιν­δι­κό Ωκε­α­νό και προς βαθιά μέσα στην Αφρι­κή», όπως και στη Μέση Ανα­το­λή και την Ευ­ρώ­πη. Ως το 2015, η Κίνα είχε εξα­σφα­λί­σει 890 δισ. δο­λά­ρια για να δα­πα­νη­θούν σε 900 έργα.[34] Ως το 2019, είχε «εστιά­σει στην ενέρ­γεια, τις υπο­δο­μές και τις με­τα­φο­ρές με μια συ­νο­λι­κή δυ­νη­τι­κή επέν­δυ­ση που εκτι­μά­ται στα 1,4 τρισ. δο­λά­ρια –επί­πε­δα άνευ προη­γού­με­νου», σύμ­φω­να με τον ανα­λυ­τή Daniel Yergin.[35] Τέ­τοια εγ­χει­ρή­μα­τα ση­μαί­νουν την απα­σχό­λη­ση τε­ρά­στιων αριθ­μών ερ­γα­τών σε όλο τον τε­ρά­στιο χώρο της Κε­ντρι­κής και Νό­τιας Ασίας, της Μέσης Ανα­το­λής και της Αφρι­κής, οι οποί­οι θα δί­νουν ζωή σε αυτά τα έργα και -μέσα από τη συλ­λο­γι­κή τους δρά­ση- θα μπο­ρούν επί­σης να τα κλεί­σουν.

Εποχή Εξε­γέρ­σε­ων: Τάξη ή Πλή­θος;

Όλα αυτά συ­νέ­βη­σαν σε μια πε­ρί­ο­δο οι­κο­νο­μι­κής ανα­στά­τω­σης και διαρ­κών κρί­σε­ων, μιας κλι­μα­τι­κής απει­λής που δεν γί­νε­ται να αγνοη­θεί άλλο, και πιο πρό­σφα­τα της παν­δη­μί­ας Covid-19. Το κα­θέ­να από αυτά συ­νέ­βα­λε, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, σε μια ση­μα­ντι­κή άνοδο του κοι­νω­νι­κού ακτι­βι­σμού, της απερ­για­κής δρά­σης και της μα­ζι­κής κι­νη­το­ποί­η­σης, ενά­ντια στην υπάρ­χου­σα κα­τά­στα­ση πραγ­μά­των. Σχε­δόν πα­ντού, οι απερ­γί­ες, οι μα­ζι­κές δια­δη­λώ­σεις και οι κι­νη­το­ποι­ή­σεις προ­έ­κυ­ψαν ως απά­ντη­ση στις οι­κο­νο­μι­κές απει­λές, στους εκτο­πι­σμούς και τις υπο­χρε­ω­τι­κές με­τα­το­πί­σεις, αλλά και στους κιν­δύ­νους που σε με­ρι­κές πε­ρι­πτώ­σεις πα­ρο­ξύ­νο­νταν από πο­λέ­μους. Υπήρ­ξαν, επί­σης, ως πο­λι­τι­κές δρά­σεις, με την έν­νοια ότι στρέ­φο­νταν κυ­ρί­ως ενά­ντια στις κυ­βερ­νή­σεις, τις νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες πο­λι­τι­κές και την επα­κό­λου­θη δια­φθο­ρά, που πολ­λα­πλα­σί­α­ζαν τα βά­σα­να πάνω στην πλειο­ψη­φία των αν­θρώ­πων στον πλα­νή­τη. Η διε­θνής άνο­δος που ξε­κί­νη­σε με την Αρα­βι­κή Άνοι­ξη το 2011 και συ­νέ­χι­σε ή και επι­τα­χύν­θη­κε κατά την παν­δη­μία Covid-19 το 2020, υπήρ­ξε πάρα πολύ με­γά­λη για να πε­ρι­γρα­φεί ανα­λυ­τι­κά σε αυτό το άρθρο. Αντ’ αυτού, θα επι­χει­ρή­σω να ανα­λύ­σω κά­ποια από τα πιο ση­μα­ντι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της και τον ρόλο της ερ­γα­τι­κής τάξης σε αυτό το γε­νι­κευ­μέ­νο ξε­ση­κω­μό.

Σύμ­φω­να με μια ανά­λυ­ση της «πο­λι­τι­κής ανα­τα­ρα­χής» από την εται­ρεία εκτί­μη­σης κιν­δύ­νου,Versisk Maplecroft, 47 χώρες, ή σχε­δόν το ένα τέ­ταρ­το όλων των χωρών, έζη­σαν με­γά­λες πο­λι­τι­κές ανα­τα­ρα­χές μέσα στο 2019. Η μέ­τρη­ση ασχο­λεί­ται με τις δια­μαρ­τυ­ρί­ες που σα­ρώ­νουν κάθε πε­ριο­χή του πλα­νή­τη, εκτός από τη Βό­ρεια Αμε­ρι­κή.[36] Έτσι, δεν πε­ρι­λάμ­βα­νε κά­ποιες ση­μα­ντι­κές δρά­σεις στη Β. Αμε­ρι­κή, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων κά­ποιων με­γά­λων απερ­γιών, της τε­ρά­στιας εξέ­γερ­σης του Black Lives Matter και τις μα­ζι­κές δια­δη­λώ­σεις και απερ­γί­ες του Ιούλη στο Που­έρ­το Ρίκο.[37] Σε αυτά τα επί­πε­δα «πο­λι­τι­κής ανα­τα­ρα­χής» προ­στέ­θη­καν νέες πολύ ση­μα­ντι­κές μα­ζι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις και συ­νε­χό­με­νες δια­δη­λώ­σεις το 2020, στη Λευ­κο­ρω­σία, στην Ταϊ­λάν­δη, στο ανα­το­λι­κό τμήμα της Ρω­σί­ας, οι μα­ζι­κές απερ­γί­ες στην Ιν­δο­νη­σία, και η συ­νέ­χεια του ξε­ση­κω­μού του Black Lives Matter στις ΗΠΑ αλλά και σε με­γά­λο μέρος του πλα­νή­τη.[38]

Πολ­λές από αυτές τις κι­νη­το­ποι­ή­σεις ξε­κί­νη­σαν από φοι­τη­τές, ή ακτι­βι­στές με δια­φο­ρε­τι­κό τα­ξι­κό υπό­βα­θρο, οπότε πρέ­πει να εξε­τά­σου­με το ερώ­τη­μα του τί ρόλο έπαι­ξαν οι άν­θρω­ποι και οι ορ­γα­νώ­σεις της ερ­γα­τι­κής τάξης σε όλη αυτή την «πο­λι­τι­κή ανα­τα­ρα­χή».

Ο David McNally έχει ανα­λύ­σει «την επι­στρο­φή της μα­ζι­κής απερ­γί­ας» αρ­κε­τά λε­πτο­με­ρώς. Εξε­τά­ζο­ντας τις μα­ζι­κές απερ­γί­ες μετά την ύφεση του 2008, ση­μεί­ω­νε το 2020:

«Στη διάρ­κεια της δε­κα­ε­τί­ας μετά την Με­γά­λη Ύφεση, γί­να­με μάρ­τυ­ρες μιας σει­ράς τε­ρά­στιων γε­νι­κών απερ­γιών (Γουα­δε­λού­πη και Μαρ­τι­νί­κα, Ινδία, Βρα­ζι­λία, Νότια Αφρι­κή, Κο­λομ­βία, Χιλή, Αλ­γε­ρία, Σου­δάν, Νότια Κορέα, Γαλ­λία κ.ά.), όπως και απερ­για­κών κυ­μά­των που συ­νέ­βα­λαν στην ανα­τρο­πή κυ­βερ­νή­σε­ων κρα­τών (Τυ­νη­σία, Αί­γυ­πτος, Που­έρ­το Ρίκο, Σου­δάν, Λί­βα­νος, Αλ­γε­ρία, Ιράκ)».[39]

Επι­πλέ­ον, υπήρ­ξαν μα­ζι­κές απερ­γί­ες, δια­φο­ρε­τι­κής κλί­μα­κας, σε όλο τον πλα­νή­τη, συχνά συν­δε­δε­μέ­νες με τα ζη­τή­μα­τα της κοι­νω­νι­κής ανα­πα­ρα­γω­γής, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των απερ­γιών των εκ­παι­δευ­τι­κών στις ΗΠΑ το 2018-19. Όπως το­νί­ζει ο McNally, η μα­ζι­κή απερ­γία έχει πλέον υιο­θε­τη­θεί από το γυ­ναι­κείο κί­νη­μα, ιδιαί­τε­ρα μέσω της Διε­θνούς Απερ­γί­ας Γυ­ναι­κών που σά­ρω­σε 50 χώρες το 2017 και το 2018, στο όνομα του «φε­μι­νι­σμού του 99%». Ανα­φέ­ρει, ότι κά­ποιες ακόμα απερ­γί­ες, υπήρ­ξαν ση­μα­ντι­κές μέσα σε ευ­ρύ­τε­ρες κι­νη­το­ποι­ή­σεις σε δρό­μους και πλα­τεί­ες του πλα­νή­τη, όπως αυτές σε Χονγκ Κονγκ, Χιλή, Ταϊ­λάν­δη, Ου­κρα­νία, Λί­βα­νο και Ιράκ.[40]

Το γε­γο­νός ότι η ερ­γα­τι­κή δράση υπήρ­ξε ση­μα­ντι­κό κέ­ντρο της κι­νη­μα­τι­κής ανό­δου, μπο­ρεί να φανεί σε κά­ποια γε­νι­κά στα­τι­στι­κά στοι­χεία. Το Ιν­στι­τού­το Ευ­ρω­παϊ­κών Συν­δι­κά­των υπο­λο­γί­ζει ότι με­τα­ξύ 2010 και 2018, υπήρ­ξαν 64 γε­νι­κές απερ­γί­ες στην Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση, σχε­δόν οι μισές από αυτές στην Ελ­λά­δα.[41] Ευ­ρύ­τε­ρα, ο ILO, εξε­τά­ζο­ντας μόλις 56 χώρες, εκτι­μά ότι υπήρ­ξαν 44.000 απερ­γί­ες με­τα­ξύ 2010 και 2019, κυ­ρί­ως στη με­τα­ποί­η­ση. Ο συγ­γρα­φέ­ας της έρευ­νας του ILO το­νί­ζει, ωστό­σο, ότι με τους πε­ριο­ρι­σμούς στα δε­δο­μέ­να, ο αριθ­μός των απερ­γιών «θα μπο­ρού­σε να θε­ω­ρη­θεί πολύ με­γα­λύ­τε­ρος από τις 44.000».[42] Μόνο στην Κίνα, το China Labour Bulletin κα­τέ­γρα­ψε 6.694 απερ­γί­ες με­τα­ξύ 2015 και 2017 σε ένα ευρύ φάσμα βιο­μη­χα­νι­κών κλά­δων. Ο Lu Chunsen υπο­λο­γί­ζει 3.220 απερ­γί­ες στη με­τα­ποί­η­ση στην Κίνα, από το 2011 ως τον Μάη του 2019, παρά την επι­σφα­λή φύση της δου­λειάς, τη μα­ζι­κή εσω­τε­ρι­κή με­τα­νά­στευ­ση προς τις πό­λεις και την κρα­τι­κή απα­γό­ρευ­ση των απερ­γιών.[43] Σε αυτή την πε­ρί­πτω­ση βλέ­που­με ένα ξε­κά­θα­ρο πα­ρά­δειγ­μα συγ­χώ­νευ­σης των «άτυ­πων» με­τα­να­στών ερ­γα­τών με την «τυ­πι­κή» ερ­γα­τι­κή δύ­να­μη -και τις επα­κό­λου­θες δρά­σεις τους.

Ξέ­ρου­με ότι τα συν­δι­κά­τα έπαι­ξαν ση­μα­ντι­κό ρόλο σε αρ­κε­τούς από τους πρό­σφα­τους αγώ­νες, ακόμα και όπου στε­λέ­χη της με­σαί­ας τάξης τέ­θη­καν επι­κε­φα­λής των μαζών. Για πα­ρά­δειγ­μα, στη Λευ­κο­ρω­σία, το BBC ανέ­δει­ξε το ση­μα­ντι­κό ρόλο συν­δι­κα­λι­στών στην εξά­πλω­ση της εξέ­γερ­σης. Όπως δή­λω­σαν άν­θρω­ποι που συμ­με­τεί­χαν, οι δια­δη­λώ­σεις «διευ­ρύ­νο­νται σε ένα ευ­ρύ­τε­ρο κί­νη­μα της ερ­γα­τι­κής τάξης που πε­ρι­λαμ­βά­νει διά­χυ­τες κι­νη­το­ποι­ή­σεις στους χώ­ρους δου­λειάς».[44] Σε μια λε­πτο­με­ρή ανά­λυ­ση της Αρα­βι­κής Άνοι­ξης, ο Anand Gopal ση­μειώ­νει ότι ενώ στις πε­ρισ­σό­τε­ρες αρα­βι­κές εξε­γέρ­σεις οι συν­δι­κα­λι­σμέ­νοι ερ­γά­τες έπαι­ξαν κε­ντρι­κό ρόλο, στα αρ­χι­κά στά­δια της συ­ρια­κής εξέ­γερ­σης, οι κα­τα­κερ­μα­τι­σμέ­νες ερ­γα­τι­κές μάζες προ­έρ­χο­νταν από τις πα­ρα­γκου­πό­λεις και ότι «η βάση του κι­νή­μα­τος απο­τε­λού­ταν από επι­σφα­λείς, ημι-απα­σχο­λού­με­νους ερ­γά­τες που απλώς δεν δια­θέ­τουν τη δο­μι­κή δύ­να­μη να απει­λή­σουν τη συ­ρια­κή ελίτ».[45]

Με άλλα λόγια, με­γά­λο τμήμα της μα­ζι­κής βάσης του 2011 προ­ερ­χό­ταν και από την ορ­γα­νω­μέ­νη ερ­γα­τι­κή τάξη και από τους «άτυ­πους»» ερ­γά­τες στις πε­ρισ­σό­τε­ρες αρα­βι­κές χώρες, πολ­λοί από τους οποί­ους, όπως εί­δα­με πα­ρα­πά­νω, είχαν κά­ποια στιγ­μή εντα­χθεί μέσα στις Πα­γκό­σμιες Αλυ­σί­δες Αξίας του πο­λυ­ε­θνι­κού κε­φα­λαί­ου, δου­λεύ­ο­ντας στις εγκα­τα­στά­σεις πε­τρε­λαί­ου, στους αγω­γούς, στη Διώ­ρυ­γα του Σουέζ και στα πολλά λι­μά­νια της Μέσης Ανα­το­λής και της Βό­ρειας Αφρι­κής. Ο Gopal ισχυ­ρί­ζε­ται ότι η επι­σφα­λής και άτυπη απα­σχό­λη­σή τους σή­μαι­νε ότι είχαν ελά­χι­στη δύ­να­μη. Ωστό­σο, σε πολ­λές ανα­πτυσ­σό­με­νες χώρες, τέ­τοιου τύπου ερ­γά­τες ορ­γα­νώ­νο­νται στις γει­το­νιές τους ή μέσα από πα­νε­θνι­κά συν­δι­κά­τα, ενώ­σεις επι­σφα­λών ερ­γα­τών, ορ­γα­νώ­σεις με­τα­να­στών ερ­γα­τών και κο­πε­ρα­τί­βες μέσα στους χώ­ρους δου­λειάς τους, προ­κει­μέ­νου να εξορ­μή­σουν στους δρό­μους και τις πλα­τεί­ες, όπως κά­νουν οι ερ­γά­τες εδώ και γε­νιές.[46]

Η φαι­νο­με­νι­κά μικτή τα­ξι­κή όψη πολ­λών από αυ­τούς τους απερ­γούς και δια­δη­λω­τές, ήταν επί­σης απο­τέ­λε­σμα της «προ­λε­τα­ριο­ποί­η­σης» μορ­φω­μέ­νων αν­θρώ­πων, όπως οι εκ­παι­δευ­τι­κοί και οι νο­ση­λευ­τές, των οποί­ων οι δου­λειές έχουν γίνει τυ­πο­ποι­η­μέ­νες και υπό­κει­νται σε αυ­στη­ρό­τε­ρο έλεγ­χο μέσα από τις δια­δι­κα­σί­ες που πε­ρι­γρά­φη­καν πα­ρα­πά­νω, όπως και της πτώ­σης πολ­λών μορ­φω­μέ­νων «millennials» στις γραμ­μές της ερ­γα­τι­κής τάξης. Σε αυτό το ση­μείο οι τα­ξι­κές δια­χω­ρι­στι­κές γραμ­μές μοιά­ζουν να θο­λώ­νουν, αλλά το κοι­νω­νι­κό πε­πρω­μέ­νο της πλειο­ψη­φί­ας αυτής της γε­νιάς και της επό­με­νης είναι εμ­φα­νώς στην ερ­γα­τι­κή τάξη. Κά­ποια από αυτά τα στοι­χεία ανα­δει­κνύ­ο­νται στις απερ­γί­ες των ερ­γα­ζο­μέ­νων σε «πλατ­φόρ­μες», όπως των δια­νο­μέ­ων και άλλων ερ­γα­ζο­μέ­νων που πρό­σφα­τα έγι­ναν αντι­λη­πτοί ως «ανα­γκαί­οι» για την κοι­νω­νι­κή ανα­πα­ρα­γω­γή μέσα στις συν­θή­κες της παν­δη­μί­ας, ενός γε­γο­νό­τος που ανα­μέ­νε­ται ότι θα επι­τα­χύ­νει αυτόν τον κοι­νω­νι­κό με­τα­σχη­μα­τι­σμό.

Αυτό που φαί­νε­ται κα­θα­ρά είναι ότι, είτε αν οι φοι­τη­τές έπαι­ξαν ρόλο πυ­ρο­κρο­τη­τή είτε όχι, είτε αν ανέ­λα­βαν επαγ­γελ­μα­τί­ες πο­λι­τι­κοί της με­σαί­ας τάξης ηγε­τι­κούς ρό­λους ή όχι, η μα­ζι­κή βάση των πε­ρισ­σό­τε­ρων εξε­γέρ­σε­ων της τε­λευ­ταί­ας δε­κα­ε­τί­ας ήταν ερ­γα­τι­κή στη σύν­θε­σή της, και σε ένα αξιο­ση­μεί­ω­το βαθμό χρη­σι­μο­ποί­η­σε το πα­ρα­δο­σια­κό όπλο της μα­ζι­κής απερ­γί­ας. Αυτό συ­νέ­βη είτε αν οι ερ­γά­τες ήταν ορ­γα­νω­μέ­να μέλη συν­δι­κά­των και είχαν μό­νι­μη απα­σχό­λη­ση είτε όχι, όπως ακρι­βώς οι μάζες που πε­ριέ­γρα­ψε η Ρόζα Λού­ξε­μπουργκ ανα­λύ­ο­ντας τη Ρω­σι­κή Επα­νά­στα­ση του 1905, των οποί­ων οι απερ­γί­ες «εμ­φα­νί­ζουν μια με­γά­λη πολ­λα­πλό­τη­τα των πιο ποι­κί­λων μορ­φών πάλης».[47] Όλη αυτή η πε­ρί­ο­δος υπήρ­ξε ένα πα­ρά­δειγ­μα αυ­τε­νέρ­γειας της ερ­γα­τι­κής τάξης με οι­κο­νο­μι­κά και πο­λι­τι­κά αι­τή­μα­τα.

Ωστό­σο, γε­νι­κά δεν επε­δί­ω­ξαν οι απερ­γί­ες ή οι μα­ζι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις την πο­λι­τι­κή εξου­σία για τους ίδιους τους ερ­γα­ζό­με­νους, ή ένα πρό­γραμ­μα που θα κι­νεί­ται προς το σο­σια­λι­σμό. Η ερ­γα­τι­κή τάξη, ή οι «μι­κτές» τά­ξεις σε με­τά­βα­ση, δεν υπήρ­ξαν ορ­γα­νω­μέ­νες γύρω από  τη διεκ­δί­κη­ση τέ­τοιων στό­χων. Σε αρ­κε­τές πε­ρι­πτώ­σεις, δεν δια­κρι­νό­ταν με­τα­ξύ τους μια ανα­γνω­ρί­σι­μη ηγε­σία. Ωστό­σο, οι συμ­με­τέ­χο­ντες ήταν ορ­γα­νω­μέ­νοι σε μια «πολ­λα­πλό­τη­τα των πιο ποι­κί­λων μορ­φών πάλης» αλλά και ορ­γα­νώ­σε­ων, συχνά μέσω των δι­κτύ­ων, που διευ­κό­λυ­ναν τα social media.

Η δυ­σκο­λία στην ανά­λυ­ση του πο­λι­τι­κού δυ­να­μι­κού αυτής της επο­χής εξε­γέρ­σε­ων, γί­νε­ται ακόμα πιο πο­λυ­σύν­θε­τη λόγω του μη προ­κα­θο­ρι­σμέ­νου αντί­κτυ­που που θα έχουν οι τρεις κρί­σεις του κα­πι­τα­λι­σμού και ιδιαί­τε­ρα η παν­δη­μία, σε μια σειρά από κλά­δους και Πα­γκό­σμιες Αλυ­σί­δες Αξίας. Οι προ­βλέ­ψεις πάνω σε αυτά τα ζη­τή­μα­τα αφο­ρούν ένα άλλο άρθρο. Μια χρή­σι­μη κα­τα­νό­η­ση του δυ­να­μι­κού της ση­με­ρι­νής κι­νη­μα­τι­κής ανό­δου, πε­ρι­γρά­φε­ται από τον McNally, ως εξής:

«Τα νέα απερ­για­κά κι­νή­μα­τα είναι οι προ­άγ­γε­λοι μιας πε­ριό­δου ανα­σύν­θε­σης της κουλ­τού­ρας ερ­γα­τι­κής αγω­νι­στι­κό­τη­τας, του ερ­γα­τι­κού μι­λι­τα­ντι­σμού, που απο­τε­λεί το μο­να­δι­κό και κα­λύ­τε­ρο έδα­φος, επί του οποί­ου μπο­ρεί να αν­θί­σει ξανά η σο­σια­λι­στι­κή πο­λι­τι­κή».[48]

Το εάν αυτή η ανα­σύν­θε­ση θα οδη­γή­σει σε μια γε­νι­κευ­μέ­νη εξέ­γερ­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης, είναι αδύ­να­το να προ­βλε­φθεί. Αλλά, όπως έγρα­ψε στο Labor Notes ο εκ­πρό­σω­πος των «Ενω­μέ­νων Ερ­γα­τών στον Ηλε­κτρι­σμό», Mark Meinster:

«Οι εξε­γέρ­σεις της ερ­γα­τι­κής τάξης συμ­βαί­νουν συχνά σε ένα πε­ρι­βάλ­λον βα­θιών αλ­λα­γών στην κοι­νω­νία στο σύ­νο­λό της, μπρο­στά στο συν­δυα­σμό μιας από­το­μης και γε­νι­κευ­μέ­νης οι­κο­νο­μι­κής κα­τά­πτω­σης, με μια βαθιά κρίση της νο­μι­μο­ποί­η­σης των αρ­χου­σών ελίτ, ή με μια μη-φυ­σιο­λο­γι­κά πα­ρα­τε­τα­μέ­νη πο­λι­τι­κή αστά­θεια».[49]

Αυτά πε­ρι­γρά­φουν αρ­κε­τά καλά, την κα­τά­στα­ση που αντι­με­τω­πί­ζει ο κό­σμος της ερ­γα­σί­ας σε όλο τον πλα­νή­τη σή­με­ρα.

Ση­μειώ­σεις

1. Karl Marx, Capital: Volume III (Penguin, 1981), σελ. 1025.

2. International Labour Office, «World Employment and Social Outlook: Trends 2020» (ILO, 2020), σελ. 19; International Labour Organization, “ILO Modelled Estimates: Employment by Sector: Annual”, Nov. 2019, MBI_33_EN(2).xlsx; International Labour Office, «Global Wage Report 2008/09» (ILO, 2008), σελ. 10.

3. Ursula Huws, «Social Reproduction in Twenty-First Century Capitalism» in Leo Panitch and Greg Albo, eds. Socialist Register 2020 (London: The Merlin Press, 2019), σελ. 169.

4. The World Bank, Report 2020, σελ. 88. Snehashish Bhattacharya και Surbhi Kesar, «Precarity and Development: Production and Labor Process in the Informal Economy in India», Review of Radical Political Economics (Vol 52, Issue 3, 2020), σελ. 387-408. Kate Maegher, «Working in chains: African informal workers and global value chains», Agrarian South: Journal of Political Economy (Vol. 8, Issue 1-2, 2019), σελ. 64-92. ILO, «Interactions Between Workers’ Organizations and Workers in the Informal Economy: A Compendium of Practice» (ILO, 2-19), σελ.13-14.

5. Bhattacharya και Kesar, «Precarity», σελ.387-408.

6. World Bank, Report 2020, σελ.19.

7. ILO, World Employment, σελ. 19. ILO, «ILO Modelled Estimates», Nov. 2019. Bhattacharya και Kesar, «Precarity», σελ. 387-408. Maegher, «Working in chains», σελ. 64-92.

8. Ursula Huws, «Labor in the Digital Economy: The Cybertariat Comes of Age» (Monthly Review, 2014), σελ.149-181. ILO, «ILO Modelled Estimates».

9. World Inequality Lab, «World Inequality Report 2018», Executive Summary (World Inequality Lab, 2017), σελ.11. ILO, «World Employment and Social Outlook – Trends 2019» (ILO, 2019), σελ.14.

10. World Bank, “Employment in Industry (% of total employment) (modeled ILO estimate)”. World Bank, “Employment in Services (% of total employment) (modeled ILO estimate).

11. World Bank, “Manufacturing Value Added ($US current). World Bank, «World Development», σελ. 27. UNIDO, «Industrial Development Report 2020» (United Nations Industrial Development Organization, 2019), σελ.150. ILO, «ILO Modelled Estimates».

12. UNIDO, Report 2020, σελ.144-149; BDI, Global Power Shift, Nov. 11, 2019.

13. International Organization for Migration, «World Migration Report 2020» (International Organization for Migration, 2019), σελ.3, 21.

14. Susan Ferguson και David McNally, «Precarious Migrants: Gender, Race and the Social Reproduction of a Global Working Class», στο Leo Panitch και Greg Albo, eds., Socialist Register 2015 (Merlin Press, 2014), σελ.1, 3.

15. UNCTAD, «Trade and Development Report 2020» (UN Conference on Trade and Development, 2020), σελ. 6. World Inequality Lab, Report 2018, σελ.5-8.

16. Wolfgang Streeck, «Progressive Regression: Metamorphoses of European Social Policy», New Left Review (118, July/August 2019), σελ.117.

17. Anwar Shaikh, «Capitalism: Competition, Conflict, Crises» (Oxford, 2016), σελ.755, έμ­φα­ση στο πρω­τό­τυ­πο.

18. Huws, «Digital Economy», σελ. 94-96.

19. Institute for Health and Socio-Economic Policy, «Health Information Basics» (Institute for Health and Socio-Economic Policy, 2009), σελ.4-7. Lois Weiner, «Walkouts Teach U.S. Labor a New Grammar for Struggle», New Politics (No. 65, Summer 2018), σελ.3-13. Will Johnson, «Lean Production», στο Shawn Gude and BhaskarSunkara, eds., Class Action: An Activist Teacher’s Handbook (Jacobin Foundation, 2014), σελ.11-31. Huws, «Digital Economy», σελ. 34-41.

20. Jason Struna και Ellen Reese, «Automation and the Surveillance-Driven Warehouse in Inland Southern California», στο Jake Alimahomed-Wilson and Ellen Reese, eds., The Cost of Free Shipping: Amazon in the Global Economy (Pluto Press, 2020), σελ.90-92. James Bridle, «New Dark Age: Technology and the End of the Future» (Verso, 2018), σελ.114-116.

21. Για πα­ρά­δειγ­μα, βλ. David R. Roediger και Elizabeth D. Esch, «The Production of Difference: Race and the Management of Labor in U.S. History» (Oxford, 2012).

22. Bridle, «Dark Age», σελ.144-145.

23. Cathy O’Neil, «Weapons of Math Destruction: How Big Data Increases Inequality and Threatens Democracy» (Penguin, 2016), σελ.87.

24. Bridle, «Dark Age», σελ.139-144.

25. Institute for Health, σελ.4-7.

26. Karl Marx, «Grundrisse: Introduction to the Critique of Political Economy» (Penguin Books, 1973), σελ.533-534. Karl Marx, «Capital, Volume II» (Penguin Books, 1978), σελ. 226-227.

27. Marx, «Grundrisse», σελ. 517-518.

28. Datacenters.com, “Amazon AWS, maps and photos,” (τε­λευ­ταία ανά­κτη­ση στις 4/20/20).

29. Alan Satariano, “How the Internet Travels Across Oceans,” New York Times, March 10, 2019. Nicole Starosielski, «The Undersea Network» (Duke University Press, 2015).

30. Bridle, «Dark Age», σελ.61; Starosielski, «The Undersea Network».

31. PwC, «Global Infrastructure Investment: The role of private capital in the delivery of essential assets and services» (Price Waterhouse Coopers, 2017), σελ.5.

32. Για κά­ποια πα­ρα­δείγ­μα­τα κα­τα­σκευ­ής και ανοίγ­μα­τος λι­μα­νιών και κα­να­λιών κυ­ρί­ως στη Μέση Ανα­το­λή, βλ. Laleh Khalili, «Sinews of War and Trade: Shipping and Capitalism in the Arabian Peninsula» (Verso, 2020).

33. Akhil Gupta, «The Future in Ruins: Thoughts on the Temporality of Infrastructure», στο Nikhil Anand, et al., eds., The Promise of Infrastructure (Duke University Press, 2018), σελ. 72.

34. Peter Frankopan, «The New Silk Roads: The Present and Future of the World» (Bloomsbury, 2018), σελ. 89-114.

35. Daniel Yergin, «The New Map: Energy, Climate, and the Clash of Nations» (Allen Lane, 2020), σελ.181.

36. Miha Hribernik και Sam Haynes, “47 countries witness surge in civil unrest – trend to continue in 2020,” Maplecroft, Jan. 16, 2020. Saceed Kamali Dehghan, “One in four countries beset by civil strife as global unrest soars,” Guardian, Jan. 16, 2020.

37. Rafael Bernabe, «The Puerto Rican Summer», New Politics (No. 68, Winter 2020), σελ.3-10.

38. Dera Menra Sijabat και Richard C. Paddock, “Protests Spread Across Indonesia Over Job Law,” New York Times, Oct. 8, 2020.

39. David McNally, «The Return of the Mass Strike: Teachers, Students, Feminists, and the New Wave of Popular Upheavals», Spectre (Vol. 1, Issue 1, Spring 2020), σελ.20.

40. McNally, «Mass Strike», σελ.15-27.

41. European Trade Union Institute, Strikes in Europe, April 7, 2020.

42. Rosina Gammarano, “At least 44,000 work stoppages since 2010,” ILO, Nov. 4, 2019.

43. Yu Chunsen, «All Workers Are Precarious: The ‘Dangerous Class’ in China’s Labour Regime», στο Panitch and Albo, eds., Socialist Register 2020, σελ.156.

44. Ksenia Kunitskaya και Vitaly Shkurin, “In Belarus, the Left Is Fighting to Put Social Demands at the Heart of the Protests,” Jacobin, Aug. 17, 2020.

45. Anand Gopal, «The Arab Thermidor», Catalyst (Vol. 4, No. 2, Summer 2020), σελ.125-126.

46. Για πολλά σχε­τι­κά πα­ρά­δειγ­μα, βλ. ILO, «Interactions Between Workers’ Organizations and Workers in the Informal Economy: A Compendium of Practice» (ILO, 2019), Ronaldo Munk, et al., Organising Precarious Workers in the Global South (Open Society Foundations, 2020).

47. Rosa Luxemburg, «The Mass Strike, the Political Party and the Trade Unions», στο Mary-Alice Waters, ed., Rosa Luxemburg Speaks (Pathfinder Press, 1970), σελ.163, 153-218.

48. McNally, «Mass Strike», σελ. 16.

49. Mark Meinster, «Let’s Not Miss Any More Chances», Labor Notes (No. 500, November 2020), σελ.3.

/rproject.gr

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος