Μια μεγάλη πόλη του εργασιακού «τρίτου κόσμου» έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης αλλά και των αλλεπάλληλων μνημονίων με τα άγρια μέτρα λιτότητας, την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και την μεγάλη και μακροχρόνια ανεργία που ρίχνει τα μεροκάματα. Η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου αποκάλυψε στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, στο Βερολίνο, ότι 125.000 εργαζόμενοι αμείβονται με λιγότερα από 100 ευρώ το μήνα, και πως ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι αμείβονται με λιγότερα από 1.000 ευρώ το μήνα.
Επίσης τόνισε ότι ο κατώτατος μισθός μειώθηκε κατά 22%, και κατά 32% για τους νέους κάτω των 25 ετών για να καταλήξει ότι η Ελλάδα είναι πλέον μία χώρα με χαμηλό κατώτατο μισθό σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, με μία ιδιαίτερα απορρυθμισμένη αγορά εργασίας.
Από την άλλη, οι μειώσεις στους κατώτατους μισθούς δεν βοήθησαν στην επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας, αντιθέτως αύξησαν τα ποσοστά της ανεργίας, από 7% το 2009 στο 27,9% το 2013, και η ανεργία των νέων διαμορφώνεται περίπου στο 50% στο 2016.
Όσον αφορά στις εργασιακές σχέσεις, η “απελευθέρωσή” τους ουσιαστικά απέφερε περισσότερο από το 50% των προσλήψεων το 2015 να αφορούν ευέλικτες μορφές απασχόλησης, με αποτέλεσμα να αυξηθεί δραματικά ο αριθμός αυτών που ονομάζουμε «φτωχοποιημένοι εργαζόμενοι», ενώ επίσης αυξήθηκε κατά πολύ και η αδήλωτη εργασία.
Η υπουργός Εργασίας αναφέρθηκε και στις συνέπειες αυτής της εργασιακής ζούγκλας που ήταν η σημαντική αύξηση της μετανάστευσης υψηλά καταρτισμένου νεανικού εργατικού δυναμικού, οι δραματικές επιπτώσεις στην καταναλωτική ζήτηση και η μεγάλη αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης.
Από το 2010 έχουν γίνει αρκετές «μεταρρυθμίσεις» στον τομέα των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα ήταν η κατάρρευση του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων, σημείωσε η υπουργός. Αυτή την στιγμή υπάρχουν εν ισχύ μόνο οκτώ κλαδικές συμβάσεις εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι οι ατομικές συμβάσεις εργασίας ορίζουν τους κανόνες για την πλειοψηφία των εργαζομένων.
Όλα αυτά σε συσχέτιση με τα πρόσφατα στοιχεία της ICAP με βάση τους ισολογισμούς πάνω από 10.000 ελληνικών επιχειρήσεων, φαίνεται ο μεγάλες κερδισμένος αυτής της πολιτικής. Μπορεί σε επίπεδο κύκλου εργασιών το τελευταίο έτος να σημειώθηκε μικρή μείωση, κατά 3%, με τις συνολικές πωλήσεις να ανέρχονται σε €114,4 δισ. το 2015. Αλλά τα συνολικά μικτά κέρδη των εταιρειών γνώρισαν σημαντική αύξηση κατά 9,9%, το 2015/14, ενώ το περιθώριο μικτού κέρδους βελτιώθηκε κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες. Σε επίπεδο λειτουργικού αποτελέσματος σημειώθηκε εντυπωσιακή βελτίωση (διπλασιασμός), με συνέπεια το λειτουργικό περιθώριο να ανέλθει σε €3,38 δισ. το 2015. Η πλέον θεαματική μεταβολή σημειώθηκε στο τελικό καθαρό αποτέλεσμα του συνόλου των εταιρειών. Συγκεκριμένα, το 2015 υπήρξε ανατροπή των μέχρι τότε αρνητικών αποτελεσμάτων και καταγράφηκαν κέρδη προ φόρου ύψους €1,89 δισ., έναντι ζημιών €213 εκατ. της προηγούμενης χρήσης.
economy365.gr
Του Δημήτρη Σταμούλη