Μπορεί η επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου στην Ελλάδα, τον Αύγουστο του 1974, και η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ τον επόμενο μήνα, να είναι γεγονότα «σημαδιακά» για τη γέννηση μιας παράταξης στην Ελλάδα, αλλά η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη είναι κάτι παραπάνω από μια αφορμή για εορτασμούς. Η αναγγελία της ίδρυσης του πάλαι ποτέ κραταιού κινήματος δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η συντελεσμένη πράξη μιας ριζοσπαστικοποίησης του μεσαίου χώρου τότε, στην Ελλάδα, με στοιχεία αριστερίστικα και ενδεχομένως λαϊκίστικα. Που εκείνη τη στιγμή, όμως, αποτελούσαν οξυγόνο για πλατιές λαϊκές μάζες, χωρίς να επηρεάζονται ή ακόμα και να κάμπτονται από τη συγκυριακή εκλογική αποδοκιμασία.
Διονύσης Γ. Γράψας *
Ως πολιτική πράξη, η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ διατύπωνε σοβαρές επιφυλάξεις για τη νεοφιλελεύθερη και αγοραία καπιταλιστική πορεία ενός κόσμου που ανασκουμπωνόταν και θα κυριαρχούσε την επόμενη δεκαετία σε Βρετανία και Αμερική, τη στιγμή που ταυτόχρονα έπαιρνε αποστάσεις από τις δυνάμεις της στασιμότητας και του δογματισμού που εκφραζόταν από τα δύο Κ.Κ. Ως εκ τούτου, νομοτελειακά, προκύπτει και η έντονη καχυποψία που αντιμετώπισε από παραδοσιακές συντηρητικές δυνάμεις, που το αποκαλούσαν «Αριστερά της Αριστεράς» -που σε καμία περίπτωση δεν ήταν- όσο και η διάθεση από μέρους της πραγματικής κατά τεκμήριο Αριστεράς να αποδομήσει την αντίληψη πως το ΠΑΣΟΚ ήταν ο φορέας έκφρασης του απλού καθημερινού ανθρώπου.
Ολα αυτά δεν αποτελούσαν τίποτε άλλο, παρά το ένστικτο του πολιτικού timing που διέθετε με σχεδόν φυσική ευκολία ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ο ίδιος, σε εκείνη τη δραματική συγκυρία για τον Ελληνισμό, αντιλαμβανόταν πλήρως πως μια ριζική αλλαγή σε πρόσωπα και ιδέες ήταν κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη. Και σίγουρα ο ίδιος, ενώπιον μιας τέτοιας ιστορικής τομής, δεν επιθυμούσε να είναι όμηρος κανενός. Το προδικτατορικό σκηνικό έδειχνε να μην αντέχει να σηκώσει το βάρος των διαγραφόμενων εξελίξεων και μια ολόκληρη πολιτική τάξη φαινόταν πως θα δώσει τη σκυτάλη στην επόμενη.
Αυτός ίσως να ήταν και ο λόγος που ο Παπανδρέου αρνήθηκε πεισματικά την ανάληψη, από μέρους του, της ηγεσίας της Ενωσης Κέντρου. Και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ έρχεται σε μια συγκυρία που η συμμετοχή σε μαζικούς χώρους δεν γνωρίζει και τις καλύτερες εποχές της, ενώ η συμμετοχή άγνωστων νεαρών φοιτητών, ανέργων και απλών ανθρώπων αύξανε κατακόρυφα το πολιτικό ρίσκο. Ολους αυτούς ο παραδοσιακός πολιτικός κόσμος τούς υποτίμησε. Και αυτό το πολιτικό θάρρος και η πίστη στην επιτυχία, ανεξαρτήτως μεταγενέστερων ταλαντεύσεων, πρέπει να πιστωθούν στον Ανδρέα Παπανδρέου.
Από όλα αυτά και με την πάροδο του χρόνου προέκυψε μια δύναμη ανανέωσης στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό και φαίνεται πως ήδη, από το 1976, το ΠΑΣΟΚ αναδεικνύεται σε κύριο εκφραστή των πολιτικών τάσεων και της πολιτικής ατζέντας, ανεξαρτήτως της εκλογικής του επιρροής. Το ΠΑΣΟΚ συνέδεσε άρρηκτα την πορεία του με την εξέλιξη της Μεταπολίτευσης και όσο αυτή ωρίμαζε τόσο εκείνο μεγάλωνε. Η ανθεκτικότητά του, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2010, πιθανόν να έχει εξήγηση και δεν είναι άλλη από τη μαεστρική συγκατοίκηση δυνάμεων από το μεταπολεμικό Κέντρο μέχρι την οργανωμένη Αριστερά. Οταν ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας ζωής έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη αλλαγής όρων τού μέχρι τότε status quo, οι φυγόκεντρες τάσεις που δημιουργήθηκαν οδήγησαν το δημιούργημα του Ανδρέα Παπανδρέου σε δεύτερο ρόλο.
* ιστορικός
w.efsyn.gr/