Κλαδικές συμβάσεις, μισθοί και «κουλτούρα να φύγουμε»

Κλαδικές συμβάσεις, μισθοί και «κουλτούρα να φύγουμε»

  • |

Την… (προεκλογική) επανεφεύρεση του εργασιακού πολιτισμού επιχειρεί η κυβέρνηση.

Στελέχη της, εμφανίζονται να τάσσονται υπέρ της «κουλτούρας των συλλογικών διαπραγματεύσεων», υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση «ενθαρρύνει την υπογραφή κλαδικών συμβάσεων εργασίας». Κάτι, που επιβεβαίωσε και ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, επισημαίνοντας ότι στόχος είναι η ενίσχυση των αποδοχών των εργαζομένων.

Μόνο που οι κυβερνώντες επιθυμούν να αγνοούν ότι ο εργασιακός πολιτισμός (όποιος κι αν είναι αυτός στο πλαίσιο του παρόντος οικονομικού συστήματος), έπεσε από το 2010 θύμα της εργασιακής βαρβαρότητας, την οποία όχι μόνο υπηρέτησαν, αλλά και ενίσχυσαν.

Προτού αναρωτηθούν, ακόμη και οι καλόπιστοι, γιατί εδώ και τρία χρόνια η κυβέρνηση δεν φρόντισε για την «κουλτούρα των συλλογικών διαπραγματεύσεων», αρκεί να συνειδητοποιήσουμε τη σοβαρότητα των επιπτώσεων στους μισθούς από τα μνημονιακά μέτρα και στη συνέχεια να διαπιστώσουμε ότι με μια μονοκοντυλιά το 2010 υπήρξε ανατροπή αγώνων και κατακτήσεων ενός αιώνα.

Βάσει των στοιχείων του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), από το 1992 έως το 2010 είχαν υπογραφεί συνολικά 5.533 κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές αλλά και επιχειρησιακές συμβάσεις.

Από τα τέλη του 2011 έως τον Ιούνιο του 2014 υπεγράφησαν 1.440 επιχειρησιακές συμβάσεις, οι οποίες προέβλεπαν μείωση αποδοχών από 10% έως 50%.

Ενώ το 2010 βρίσκονταν σε ισχύ 65 κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, το 2021 δεν ξεπέρασαν τις 17, εκ των οποίων μόλις πέντε είχαν υποχρεωτική ισχύ για όλες τις επιχειρήσεις στους κλάδους τους οποίους αφορούσαν (Ετήσια Έκθεση 2022- ΙΝΕ/ ΓΣΕΕ).

Σύμφωνα με τα στοιχεία των συνδικάτων, οι κλαδικές συμβάσεις καλύπτουν – μόλις και μετά βίας – 950.000 εργαζόμενους (το 25% του συνόλου), ενώ εκτός ομπρέλας κλαδικών συμβάσεων εκτιμάται ότι βρίσκονται σχεδόν 3 εκατομμύρια εργαζόμενοι.

Τα παραπάνω, είχαν ως συνέπεια σχεδόν το 38% των εργαζομένων (839.392), δηλαδή περίπου 4 στους 10, να λαμβάνουν μηνιαίες αποδοχές, οι οποίες έχουν ως αφετηρία ποσά μικρότερα των 500 ευρώ και δεν ξεπερνούν τα 800 ευρώ. Εξ αυτών οι 336.400 περιορίζονται σε έως 500 ευρώ.

Το 35,6% (801.627) λαμβάνει από 800 έως 1.200 ευρώ το μήνα.

Μάλιστα, τα ποσά αυτά είναι μικτά. Δηλαδή αφαιρώντας τις ασφαλιστικές εισφορές, οι αποδοχές είναι ακόμα χαμηλότερες…

Σε συνδυασμό με τις διαδοχικές κρίσεις (υγειονομική, ενεργειακή, πληθωριστική), σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, τα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο από 750 ευρώ έχουν απώλεια αγοραστικής δύναμης έως και 40%. Στο αμέσως επόμενο εισοδηματικό κλιμάκιο (751-1.100 ευρώ) η απώλεια κυμαίνεται από 9% έως 14%.

Σύμφωνα με τους επιστημονικούς συνεργάτες της ΑΔΕΔΥ, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκαν από 11% έως 15,7% εξαιτίας των μνημονίων την περίοδο 2010-2020 και παράλληλα καταργήθηκαν τα Δώρα. Στη συνέχεια, η αγοραστική δύναμη συρρικνώθηκε περαιτέρω, εξαιτίας της κρίσης τιμών.

Πιάνοντας την άκρη του νήματος της ιστορίας, θα βρεθούμε στο 1911, οπότε καταγράφεται η πρώτη απόπειρα νομοθετικής ρύθμισης συλλογικών διαφορών.

Υπηρεσία του υπουργείου Eθνικής Oικονομίας, αναλαμβάνει τη «μελέτη προληπτικών μέτρων και την επέμβαση προς λύσιν διαφορών μεταξύ εργατών και εργοδοτών».

Δυο χρόνια αργότερα θα κατατεθεί σχέδιο «περί συμβάσεως εργασίας».

Όμως, η αντίδραση των εργοδοτών απέτρεψε τη θέσπιση συλλογικών συμβάσεων.

Tο 1914, ο νόμος 281 «Περί σωματείων», αποτέλεσε την αφετηρία της συνδικαλιστικής νομοθεσίας. Ωστόσο, έως το 1934 υπήρξαν ελάχιστες κλαδικές συμβάσεις και τελικά, ο θεσμός καθιερώνεται το 1935 επί κυβερνήσεως Tσαλδάρη, με αναγκαστικό νόμο.

Όπως επισήμανε η ΓΣΕΕ σε εγκύκλιο προς τις οργανώσεις- μέλη της λίγο μετά το πρώτο μνημόνιο «από τις αρχές του 2010, η εργατική τάξη της χώρας έχει γίνει διαρκής στόχος επιθέσεων. Με έναν ορυμαγδό αυθαίρετων, άδικων, επώδυνων και πολύπλευρων μέτρων μόνιμου χαρακτήρα και σε πλήρη αντίθεση με τη συνταγματική τάξη της χώρας και τη δέσμευσή της από διεθνείς συμβάσεις που προστατεύουν τα εργασιακά δικαιώματα, αποδομούν κάθε έννοια κοινωνικής προστασίας και ισότητας, φιμώνουν την ελεύθερη συνδικαλιστική δράση και εξουδετερώνουν τους μηχανισμούς συλλογικής δράσης και τους υποστηρικτικούς θεσμούς για την αποτελεσματική προστασία και προώθηση των συμφερόντων των εργαζομένων, με στόχο να τους αφήσουν στο έλεος της ατομικής διαπραγμάτευσης.

Στο πλαίσιο αυτό, σας αποστέλλεται η παρούσα Επείγουσα Εγκύκλιος για την παροχή διευκρινήσεων πάνω σε κρίσιμα ζητήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 37 του ν. 4024/2011, με το οποίο υπό τον τίτλο «Ρυθμίσεις Συλλογικών Διαπραγματεύσεων» επιβάλλονται τα ακόλουθα:

α) η δυνατότητα υπογραφής επιχειρησιακής σύμβασης εργασίας από συλλογικά μορφώματα ‘εικονικής’ εκπροσώπησης των εργαζομένων (‘ενώσεις προσώπων’),
β) η δυνατότητα σύναψης επιχειρησιακής σύμβασης εργασίας και από επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερα από 50 άτομα (οι οποίες κατ’εξοχήν καλύπτονταν από τις κλαδικές συμβάσεις),
γ) η ‘αναστολή’ της αρχής της εύνοιας για όσο χρόνο διαρκεί το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής και η κατίσχυση της επιχειρησιακής σύμβασης σε περίπτωση συρροής με κλαδική και

δ) η ‘αναστολή’ της διαδικασίας επέκτασης της ισχύος των κλαδικών και των ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων μέσω της κήρυξής τους ως γενικά υποχρεωτικών για όσο χρόνο διαρκεί το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής».

Από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό χρειάζεται ένας αιώνας. Από τον πολιτισμό στη βαρβαρότητα αρκεί μια μέρα, είχε πει ο Αμερικανός ιστορικός & φιλόσοφος, Γουίλ Ντυράν.

kosmodromio.gr