Μία νέα έρευνα εξέτασε για δεκαετίες τον τρόπο εκδήλωσης της κακοποίησης στην ενήλικη ζωή.
Σύμφωνα με αναφορά του Υπουργείου Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των ΗΠΑ, το 2014 έγιναν 3,25 εκατομμύρια καταγγελίες στις υπηρεσίες προστασίας παιδιών για πιθανή κακοποίηση. Πάνω από το 20% αυτών των παραπομπών διαπιστώθηκε ότι όντως αναφερόταν σε κακοποίηση, αντανακλώντας σε περισσότερα από 700.000 παιδιά που εκτίθεντο σε σημαντικές αντιξοότητες κατά την παιδική ηλικία. Η παραμέληση ήταν παρούσα στα 3/4 των περιπτώσεων και η σωματική κακοποίηση στο 17% των περιπτώσεων. Η κακοποίηση παιδιών μπορεί να έχει ένα συνεχές αρνητικό αντίκτυπο από την παιδική ηλικία και μετά, παρά τις ευκαιρίες για μετα-τραυματική ανάπτυξη. Ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος που έχουν στην υγεία οι δυσάρεστες εμπειρίες της παιδικής ηλικίας περιγράφεται στη μελέτη ορόσημο από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων.
Μερικές φορές το δικό μας φως αναζωπυρώνεται από τη σπίθα ενός άλλου ατόμου. Όλοι μας έχουμε λόγο να σκεφτόμαστε με βαθιά ευγνωμοσύνη όσους έχουν ανάψει τη φλόγα μέσα μας.
Άλμπερτ Σβάιτσερ, Γάλλος φιλόσοφος & γιατρός
Η κακομεταχείριση στην παιδική ηλικία δεν αποτελεί καταδίκη και πολλοί άνθρωποι που ήρθαν αντιμέτωποι με την κακοποίηση στην παιδική ηλικία, μεγαλώνουν και γίνονται ευτυχείς, υγιείς ενήλικες, αξιοποιώντας τις τραυματικές τους εμπειρίες, σε ένα βαθμό, προς όφελος της προσωπικής τους ανάπτυξης. Η ανθεκτικότητα, για παράδειγμα, έχει αποδειχθεί ότι ρυθμίζει την επίδραση της παιδικής κακοποίησης, οδηγώντας σε καλύτερα αποτελέσματα στην ενηλικίωση (π.χ. Poole et al., 20171). Τόσο η κακοποίηση όσο και η ανθεκτικότητα, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την κατανόηση των αναπτυξιακών οδών από την παιδική κακοποίηση στην ενήλικη συμπεριφορά. Όμως και το στυλ προσκόλλησης, που σε πολυάριθμες μελέτες φαίνεται να σχετίζεται με την ποιότητα της σχέσης και τα πιθανά αποτελέσματα στην υγεία, αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η παιδική κακοποίηση επηρεάζει την υγεία και την ευημερία των ενηλίκων.
Η κακοποίηση και το στυλ προσκόλλησης
Προκειμένου να διευκρινιστεί η σχέση μεταξύ της κακοποίησης στην παιδική ηλικία και το στυλ προσκόλλησης στην ενήλικη ζωή, οι Widom, Czaja, Kazakowski και Chauhan (2017)2 διεξήγαγαν μία έρευνα στην οποία συμμετείχαν 650 ενήλικες. Ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα να προσδιορίσουν εάν ο τύπος κακοποίησης (κακομεταχείριση έναντι παραμέλησης) συνδέεται με το μελλοντικό στυλ προσκόλλησης. Κατά την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με την κακοποίηση, την προσκόλληση και τις επιδράσεις στην υγεία, οι ερευνητές σημειώνουν ότι, προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι το οικογενειακό περιβάλλον προβλέπει το στυλ προσκόλλησης των ενηλίκων και ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε σπίτια όπου εκδηλώνεται η κακοποίηση, είναι πιο πιθανό να παρουσιάζουν ανασφαλή στυλ προσκόλλησης. Η παραμέληση και η κακομεταχείριση και οι διάφορες μορφές κακοποίησης έχουν διαφορετική συναισθηματική και ψυχολογική σημασία.
Η παραμέληση μπορεί να κάνει το παιδί να αισθάνεται ανεπιθύμητο και να βιώνει την απόρριψη, για παράδειγμα, ενώ, παρά το βίαιο και καταστροφικό χαρακτήρα της, η σωματική κακοποίηση δεν συνδέεται απαραίτητα με την εγκατάλειψη και την απόρριψη. Τα παραμελημένα παιδιά δεν λαμβάνουν καθόλου προσοχή, ενώ τα κακοποιημένα παιδιά λαμβάνουν προσοχή, αν και με τη μορφή της άδικης και σκληρής τιμωρίας. Παρόλο που η κακοποίηση και η παραμέληση φαίνεται να οδηγούν σε ανασφαλή στυλ προσκόλλησης, μπορούν να δημιουργήσουν διαφορετικά αναπτυξιακά αποτελέσματα. Η προκαταρκτική έρευνα έχει διαπιστώσει ότι το αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης στην ενήλικη ζωή συνδέεται με σωματική κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία, ενώ η παραμέληση συνδέεται με τον αγχώδη τύπο προσκόλλησης ενηλίκων και ότι η σχέση μεταξύ διαφορετικών μορφών παιδικής κακοποίησης μπορεί να οδηγεί σε μία πιο πολύπλοκη σύνδεση ως προς τον τύπο προσκόλλησης στην ενήλικη ζωή.
Η τωρινή μελέτη
Ο Widom και οι συνάδελφοί του (2017)2 θέλησαν να εξετάσουν το είδος προσκόλλησης των ενηλίκων και τον τύπο κακομεταχείρισης στην παιδική ηλικία, την προσκόλληση και τη σωματική και ψυχική υγεία και εάν το στυλ προσκόλλησης των ενηλίκων επηρεάζει τη σχέση ανάμεσα στην παιδική κακοποίηση και στην υγεία. Η μελέτη αυτή είναι αξιοσημείωτη, διότι χρησιμοποίησε έναν μελλοντικό σχεδιασμό με βάση αντικειμενικές μετρήσεις. Αντί να εξετάσουν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα ενηλίκων και να χρησιμοποιήσουν μόνο τα μέτρα αυτοαναφοράς, οι ερευνητές εξέτασαν τα πραγματικά δεδομένα σχετικά με την κακοποίηση και τα αποτελέσματα της υγείας, σε συνδυασμό με μετρήσεις αυτοαναφοράς και παρακολούθησαν μια ομάδα συμμετεχόντων για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ελεγχόμενες μελέτες θεωρούνται γενικά ότι έχουν πιο γερές βάσεις και είναι σε θέση να παρέχουν μια σαφέστερη εικόνα των αιτιακών σχέσεων.
Συμμετείχαν συνολικά 650 άτομα, από τα οποία το 50% ήταν γυναίκες, το 60% ήταν λευκοί και είχαν μέση ηλικία 40 ετών περίπου. Συμπεριέλαβαν άτομα που δεν είχαν βιώσει κακοποίηση στην παιδική ηλικία, καθώς και άτομα με σημαντικό ιστορικό παραμέλησης και σωματικής κακοποίησης για λόγους σύγκρισης. Επιπλέον, στην ανάλυσή τους εξέτασαν τους συμμετέχοντες που είχαν βιώσει μόνο μία μορφή κακοποίησης, είτε παραμέληση είτε κακομεταχείριση, προκειμένου να επικεντρωθούν στις σχέσεις ενδιαφέροντος, επισημαίνοντας ότι το 11% του δείγματος ανέφερε ότι είχε βιώσει ένα συνδυασμό κακομεταχείρισης και παραμέλησης. Η μελέτη διεξήχθη για πολλά έτη, αρχίζοντας στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μέχρι το 2005.
Ευρήματα
Η παραμέληση στην παιδική ηλικία συσχετίστηκε με μεγαλύτερη κατάθλιψη, η σωματική κακοποίηση στην παιδική ηλικία συσχετίστηκε με χαμηλότερη αυτοεκτίμηση και η οποία προέβλεπε την εκδήλωση του αγχωτικού στυλ προσκόλλησης.
Το αγχωτικό και το αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης προέβλεπαν την εμφάνιση κατάθλιψης, άγχους και χαμηλότερης αυτοεκτίμησης.
Η παραμέληση στην παιδική ηλικία προέβλεπε την εμφάνιση του αγχωτικού στυλ προσκόλλησης και του αποφευκτικού στυλ προσκόλλησης, καθώς και αρνητικούς δείκτες υγείας.
Η σωματική κακοποίηση στην παιδική ηλικία προέβλεπε την εκδήλωση αγχωτικού στυλ προσκόλλησης, αλλά όχι του αποφευκτικού στυλ προσκόλλησης ή αρνητικούς δείκτες υγείας.
Το αγχωτικό στυλ προσκόλλησης στην ενήλικη ζωή προέβλεπε αρνητικούς δείκτες υγείας.
Η παραμέληση στην παιδική ηλικία προέβλεπε αρνητικούς δείκτες υγείας, αλλά δεν έδειξε να σχετίζεται με σαφήνεια με το στυλ προσκόλλησης.
Συνολικά, η μελέτη αυτή διαπίστωσε ότι το αγχωτικό στυλ προσκόλλησης συνέβαλε σημαντικά στην εμφάνισης κατάθλιψης, άγχους και χαμηλής αυτοεκτίμησης σε όσου είχαν ιστορικό παιδικής παραμέλησης ή σωματικής κακοποίησης. Ωστόσο, το αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης δεν βρέθηκε να αποτελεί σημαντική πρόβλεψη αυτών των αποτελεσμάτων, σε αυτή τη μελέτη. Οι συμμετέχοντες με επιβεβαιωμένο ιστορικό παραμέλησης στην παιδική ηλικία είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν αγχωτικό και αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης.
Ένα ιστορικό σωματικής κακοποίησης δεν πρόβλεπε την εκδήλωση αποφευκτικού στυλ προσκόλλησης, όπως οι συγγραφείς της μελέτης είχαν υποθέσει ότι θα έκανε. Διαπίστωσαν ότι και οι δύο μορφές ανασφαλούς προσκόλλησης προέβλεπαν την εμφάνισης κατάθλιψης, άγχους και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Η ανασφαλής προσκόλληση μπορεί να επιδεινώσει την ψυχική υγεία και η κακή ψυχική υγεία μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την προσκόλληση.
Προς συζήτηση
Μόνο το αγχωτικό στυλ προσκόλλησης προέβλεπε αρνητικούς δείκτες υγείας και μόνο η αγχωτική προσκόλληση λειτούργησε ως μεσολαβητής στη σχέση παιδικής κακοποίησης και αρνητικών αποτελεσμάτων ψυχικής υγείας. Αυτά είναι σημαντικά συμπεράσματα, καθώς η αγχωτική προσκόλληση είναι η πιο κοινή μορφή ανασφαλούς προσκόλλησης. Λόγω αυτής της σχέσης, μπορεί να έχει ιδιαίτερη σημασία να αντιμετωπίζεται η αγχωτική προσκόλληση τόσο μέσω της πρόωρης παρέμβασης στην παιδική ηλικία, καθώς και να γίνεται κέντρο εστίασης σε θεραπευτικά περιβάλλοντα ενηλίκων. Ενώ η αγχωτική προσκόλληση σχετίστηκε με σαφήνεια με την παιδική κακοποίηση, δεν ισχύει το ίδιο για το αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης.








