Η ακροδεξιά απειλή και η αναγκαία απάντηση

Η ακροδεξιά απειλή και η αναγκαία απάντηση

  • |

Η ακροδεξιά απειλή αποτελεί ένα µόνιµο στοιχείο της ταραχώδους εποχής που εγκαινίασε η οικονοµική κρίση του 2007-08. Στα χρόνια που ακολούθησαν, αυτός ο πολιτικός χώρος βγήκε από το περιθώριο και απέκτησε σταθερή παρουσία σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ αναπτύχθηκε και σε άλλες χώρες του πλανήτη µε κοινοβουλευτικό-δηµοκρατικό καθεστώς (Βόρεια και Νότια Αµερική, Ινδία κλπ.).

Πάνος Πέτρου

Η πο­ρεία που κα­τέ­γρα­ψαν τα ακρο­δε­ξιά κό­µµα­τα στην προη­γού­µε­νη πε­ρί­ο­δο είναι γε­µά­τη από ανό­δους και πι­σω­γυ­ρί­σµα­τα, από στι­γµές ορµη­τι­κής ανά­πτυ­ξης και επει­σό­δια στα­σι­µό­τη­τας και φθο­ράς. Αυτές οι «στρο­φές» δεν αναι­ρού­σαν την βα­σι­κή ει­κό­να: τη µό­νι­µη εγκα­τά­στα­ση της ακρο­δε­ξιάς στα πο­λι­τι­κά συ­στή­µα­τα και την εδραί­ω­σή της στο κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό φάσµα, εξέ­λι­ξη που υπο­δεί­κνυε κάτι πολύ βα­θύ­τε­ρο από την θε­ω­ρία της απλής «ψήφου δια­µαρ­τυ­ρί­ας».

Η άνο­δος της ακρο­δε­ξιάς συ­νέ­πε­σε (και αλ­λη­λο­τρο­φο­δο­τή­θη­κε) µε τη δεξιά µε­τα­τό­πι­ση του πο­λι­τι­κού άξονα υπό την ηγε­σία των κο­µµά­των του Κέ­ντρου. Με κύρια αιχµή την ισλα­µο­φο­βία και το ρα­τσι­σµό, αλλά και µε τη γε­νι­κό­τε­ρη αυ­ταρ­χι­κή σκλή­ρυν­ση των φι­λε­λεύ­θε­ρων δη­µο­κρα­τιών, οι κυ­βερ­νή­σεις δη­µιούρ­γη­σαν ένα πο­λι­τι­κό-κοι­νω­νι­κό πε­ρι­βάλ­λον όπου από­ψεις και πο­λι­τι­κές που κά­πο­τε θα θε­ω­ρού­νταν ακρο­δε­ξιός εξ­τρε­µι­σµός, έγι­ναν «κοινή λο­γι­κή».

Διεκ­δί­κη­ση της κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας

Σή­µε­ρα περ­νά­µε σε µια πε­ρί­ο­δο που αρ­κε­τά ακρο­δε­ξιά κό­µµα­τα εξε­λίσ­σο­νται σε «κό­µµα­τα εξου­σί­ας». Έχο­ντας συ­νη­θί­σει να δίνει µάχες «ενά­ντια στις κυ­βερ­νή­σεις και την ακρο­δε­ξιά», η Αρι­στε­ρά σε διά­φο­ρες γω­νιές του πλα­νή­τη κα­λεί­ται να ανα­µε­τρη­θεί µε µια νέα πρα­γµα­τι­κό­τη­τα: τη µάχη ενά­ντια σε (υπαρ­κτές ή άµεσα απει­λού­µε­νες) ακρο­δε­ξιές κυ­βερ­νή­σεις.

Η όξυν­ση των διε­θνών αντα­γω­νι­σµών συ­νέ­βα­λε σε αυτήν την τάση. Η εξυ­πη­ρέ­τη­ση των «γε­ω­πο­λι­τι­κών συ­µφε­ρό­ντων», αυτού του σκλη­ρού κι αδια­πρα­γµά­τευ­του πυ­ρή­να της πο­λι­τι­κής κάθε άρ­χου­σας τάξης, ενι­σχύ­ει την επι­στρά­τευ­ση κι ενί­σχυ­ση πιο «εξω­θε­σµι­κών» πα­ρε­µβά­σε­ων και δρά­σε­ων. Η ενί­σχυ­ση του µι­λι­τα­ρι­σµού έχει ανά­γκη και την καλ­λιέρ­γεια του εθνι­κι­σµού ως ιδε­ο­λο­γι­κή-πο­λι­τι­κή κά­λυ­ψή του. Ενώ η οι­κο­νο­µι­κή κρίση/στα­σι­µό­τη­τα επι­βά­λουν επι­λο­γές που θα απαι­τή­σουν «πει­θάρ­χη­ση» των υπο­τε­λών τά­ξε­ων και αυτό κάνει σο­βα­ρά τµή­µα­τα της αστι­κής τάξης πιο δε­κτι­κά στους ακρο­δε­ξιούς ψί­θυ­ρους στο αυτί της. Σχο­λιά­ζο­ντας την αιφ­νι­δια­στι­κή από­πει­ρα επι­βο­λής στρα­τιω­τι­κού νόµου στη Νότια Κορέα, ο Πιέρ Ρουσέ έγρα­ψε ότι «Δεν πρέ­πει να αντι­µε­τω­πί­σου­µε τις εξε­λί­ξεις σε αυτήν την χώρα της Άπω Ανα­το­λής ως “εξω­τι­κές”. Η ανα­στά­τω­σή της οφεί­λει να είναι προει­δο­ποί­η­ση και για εµάς».

Από τη στι­γµή που η ακρο­δε­ξιά βρί­σκε­ται στο κα­τώ­φλι της κυ­βερ­νη­τι­κής εξου­σί­ας, ενι­σχύ­ε­ται και το φλερτ µε την κυ­ρί­αρ­χη τάξη –το οποίο µε τη σειρά του πολ­λα­πλα­σιά­ζει τις εκλο­γι­κές της δυ­να­τό­τη­τες. Το µι­ντια­κό κλίµα ανά­µε­σα στους δύο γύ­ρους των βου­λευ­τι­κών εκλο­γών στη Γαλ­λία (που αντι­µε­τώ­πι­ζε ως δε­δο­µέ­νη και κα­νο­νι­κο­ποιού­σε τη νίκη της Λεπέν) είναι το πιο πρό­σφα­το πα­ρά­δει­γµα.

Δεν έχου­µε φτά­σει (ακόµα) στο ση­µείο που οι άρ­χου­σες τά­ξεις κά­νουν την «ακρο­δε­ξιά επι­λο­γή». Τα πα­ρα­δο­σια­κά κό­µµα­τα του κέ­ντρου πα­ρα­µέ­νουν η «βα­σι­κή οµάδα». Αλλά η ακρο­δε­ξιά γί­νε­ται πλέον απο­δε­κτή ως άµεση (και όχι δυ­νη­τι­κή, µελ­λο­ντι­κή) εφε­δρεία.

Τι θρέ­φει την ακρο­δε­ξιά;

Είναι προ­φα­νές ότι η διε­θνής οι­κο­νο­µι­κή κα­τά­στα­ση απο­τε­λεί το υπό­βα­θρο για την επα­νε­µφά­νι­ση και την άνοδο ακρο­δε­ξιών δυ­νά­µε­ων. Αυτή είναι που προ­κα­λεί τους πο­λι­τι­κούς κλυ­δω­νι­σµούς στα πα­ρα­δο­σια­κά κυ­βερ­νη­τι­κά κό­µµα­τα, απε­λευ­θε­ρώ­νο­ντας φυ­γό­κε­ντρες δυ­νά­µεις. Τα αδιέ­ξο­δα του κα­πι­τα­λι­σµού είναι αυτά που ενι­σχύ­ουν τους πει­ρα­σµούς στην µε­γα­λο­α­στι­κή τάξη να «πει­ρα­µα­τι­στεί» µε άλλα µί­γµα­τα πο­λι­τι­κής, που οδη­γούν σε πρα­γµα­τι­κή υπο­βά­θµι­ση (ή σε διαρ­κή φόβο υπο­βά­θµι­σης και «πτώ­σης») τα µε­σαία και µι­κρο­α­στι­κά στρώ­µα­τα, που διευ­ρύ­νουν τα ανορ­γά­νω­τα, εξα­το­µι­κευ­µέ­να, απο­ξε­νω­µέ­να τµή­µα­τα µέσα στην ερ­γα­τι­κή τάξη.

Αλλά αυτή η δια­πί­στω­ση δεν απο­τε­λεί επαρ­κή ερµη­νεία. Από µόνο του, το σχήµα «οι­κο­νο­µι­κή κρίση = άνο­δος ακρο­δε­ξιάς», είτε υπο­νο­εί έναν αυ­το­µα­τι­σµό που υπο­τι­µά κα­τά­φω­ρα τη ση­µα­σία της πο­λι­τι­κής και των ζω­ντα­νών δυ­νά­µε­ων που δρουν και επη­ρε­ά­ζουν τη φορά των εξε­λί­ξε­ων, είτε µπο­ρεί να οδη­γή­σει σε µια απλου­στευ­τι­κή πα­ρα­νό­η­ση του φαι­νο­µέ­νου που απο­τε­λεί πολύ κακό σύ­µβου­λο στην συ­ζή­τη­ση για το πώς αντι­µε­τω­πί­ζε­ται.

Ο αρι­στε­ρός Βρε­τα­νός δια­νο­ού­µε­νος Ρί­τσαρντ Σέι­µουρ, µε­λε­τώ­ντας το φαι­νό­µε­νο, προει­δο­ποιεί ότι η ρά­θυ­µη επα­νά­λη­ψη του «είναι η οι­κο­νο­µία ηλί­θιε» και του κλισέ των «οι­κο­νο­µι­κά ξε­χα­σµέ­νων/ητ­τη­µέ­νων της πα­γκο­σµιο­ποί­η­σης» δεν απο­τε­λούν επαρ­κή ανά­λυ­ση των δυ­να­µι­κών που θρέ­φουν το ακρο­δε­ξιό ρεύµα. Ο ίδιος πε­ρι­γρά­φει το νέο φαι­νό­µε­νο ως «Εθνι­κι­σµό της Κα­τα­στρο­φής». Πρό­κει­ται για ανα­φο­ρά στην δυ­να­τό­τη­τα της ακρο­δε­ξιάς να αξιο­ποιεί τα έντο­να συ­ναι­σθή­µα­τα (φόβου, θυµού, άγ­χους) που προ­κα­λεί µια εποχή υπαρ­κτών κα­τα­στρο­φών (κλι­µα­τι­κή, οι­κο­νο­µι­κή, πο­λε­µι­κή), αλλά και να πυ­ρο­δο­τεί πο­λι­τι­κά πάθη γύρω από άλλες «φα­ντα­σιώ­σεις κα­τα­στρο­φών» (αλ­λοί­ω­ση του έθνους, κα­τάρ­γη­ση της οι­κο­γέ­νειας, διά­λυ­ση των έµφυ­λων ρόλων, ισλα­µο­ποί­η­ση της Ευ­ρώ­πης κ.ο.κ.).

Αν πα­ρα­κο­λου­θή­σει κα­νείς τις εµφά­σεις του δη­µό­σιου λόγου και των πο­λι­τι­κών πα­ρε­µβά­σε­ων των ακρο­δε­ξιών κο­µµά­των, θα δια­πι­στώ­σει ότι αυτή η θε­µα­το­λο­γία είναι το «ψω­µο­τύ­ρι» τους. Ο Γάλ­λος ιστο­ρι­κός Πιέρ Μιλζά εντο­πί­ζει µια στρα­τη­γι­κή στρο­φή της ακρο­δε­ξιάς στα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του 1970 και την ανά­δυ­ση της λε­γό­µε­νης «Νέας Δε­ξιάς». Οι δια­νο­ού­µε­νοι της επο­χής κα­λού­σαν τους πε­ρι­θω­ριο­ποι­η­µέ­νους πο­λι­τι­κά οµοϊ­δε­ά­τες τους να ασχο­λη­θούν «µε τον τοµέα των αξιών, οι οποί­ες δεν ανά­γο­νται στην πο­λι­τι­κή µε την πα­ρα­δο­σια­κή έν­νοια του όρου, αλλά έχουν άµεση επί­δρα­ση στην ύπαρ­ξη ή µη κοι­νω­νι­κής συ­ναί­νε­σης». Στη Γαλ­λία το φαι­νό­µε­νο θα γι­νό­ταν αρ­γό­τε­ρο γνω­στό ως «λε­πε­νο­ποί­η­ση των µυα­λών», για να πε­ρι­γρά­ψει την εµβέ­λεια των από­ψε­ων του Λεπέν και σε όσους δεν ήταν (ακόµα…) έτοι­µοι να ψη­φί­σουν το κόµµα του. Στις ΗΠΑ, αυτή η τα­κτι­κή πήρε το όνοµα των δια­βό­η­των πλέον «πο­λι­τι­στι­κών πο­λέ­µων»: αυ­τούς τους ξε­κί­νη­σε η Χρι­στια­νι­κή Δεξιά, τους υιο­θέ­τη­σε το Ρε­που­µπλι­κα­νι­κό Κόµµα και (µαζί µε το αντι­φο­ρο­λο­γι­κό Tea Party) κα­τέ­λη­ξαν στην άνοδο του Ντό­ναλντ Τραµπ.

Με διά­φο­ρες πα­ραλ­λα­γές, σε διά­φο­ρες χώρες, ακρο­δε­ξιές δυ­νά­µεις διε­ξά­γουν έναν τέ­τοιο πα­ρα­τε­τα­µέ­νο «πό­λε­µο θέ­σε­ων» και σή­µε­ρα απο­λα­µβά­νουν τους εκλο­γι­κούς καρ­πούς αυτής της προ­σπά­θειας. Η επι­τυ­χία τους δεν είναι απο­τέ­λε­σµα πο­λι­τι­κού χα­ρί­σµα­τος ή ηγε­τι­κών δε­ξιο­τή­των. Αφε­νός, οι «θέ­σεις» τις οποί­ες προ­ω­θούν εδρά­ζο­νται σε ιδέες και αντι­λή­ψεις (ρα­τσι­στι­κές, εθνι­κι­στι­κές σε­ξι­στι­κές, οµο­τραν­σφο­βι­κές) που ανα­πα­ρά­γο­νται διαρ­κώς ως κυ­ρί­αρ­χες στον κα­πι­τα­λι­σµό. Αφε­τέ­ρου, η δεξιά µε­τα­τό­πι­ση όλου του πο­λι­τι­κού συ­στή­µα­τος, έχει πολ­λα­πλα­σιά­σει τις «ντου­ντού­κες» που µε­τα­δί­δουν πα­ρό­µοια µη­νύ­µα­τα µε αυτά της ακρο­δε­ξιάς, κα­θι­στώ­ντας τα «κοινή λο­γι­κή».

Ποια είναι η προ­νο­µια­κή βάση της ακρο­δε­ξιάς;

Μετά από κάθε εκλο­γι­κή µάχη, εφό­σον η ακρο­δε­ξιά πάει καλά σε αυτήν, ανα­πα­ρά­γε­ται συχνά µια προ­κα­τα­σκευα­σµέ­νη ανά­λυ­ση, που πε­ρι­γρά­φει µια «θυ­µω­µέ­νη ερ­γα­τι­κή τάξη» ως τον πυ­ρή­να της εκλο­γι­κής δύ­να­µης της ακρο­δε­ξιάς.

Οι συ­γκε­κρι­µέ­νες κα­τα­γρα­φές συ­ντρό­φων στις ΗΠΑ, στη Γαλ­λία, στην Ιτα­λία, στη Βρα­ζι­λία, στην Ινδία, δεν δια­φέ­ρουν από όσα γνω­ρί­ζα­µε για τα παλιά φα­σι­στι­κά ρεύ­µα­τα (αλλά και για τη «λαϊκή» βάση της πα­ρα­δο­σια­κής Δε­ξιάς): Οι µι­κρο­α­στι­κές τά­ξεις και διά­φο­ρα εν­διά­µε­σα στρώ­µα­τα της πόλης και της υπαί­θρου απο­τε­λούν τον προ­νο­µια­κό κοι­νω­νι­κό κορµό της βάσης στή­ρι­ξης της ακρο­δε­ξιάς, τον «πυ­ρή­να» της εκλο­γι­κής της δύ­να­µης. Φυ­σι­κά γύρω από αυτόν τον κορµό  πα­ρα­σύ­ρο­νται και κα­τα­κε­ρµα­τι­σµέ­να ή ανορ­γά­νω­τα τµή­µα­τα της ερ­γα­τι­κής τάξης, κυ­ρί­ως στις µι­κρές πό­λεις και στην επαρ­χία (όπου είναι πιο ευά­λω­τα στο να ψη­φί­σουν «µαζί» µε το αφε­ντι­κό τους) ή σε «ρη­µα­γµέ­νες» πε­ριο­χές όπου τµή­µα­τα της πα­λιάς ερ­γα­τι­κής τάξης έχουν «εκ­πέ­σει» από αυτήν. Αυτό µαρ­τυ­ρούν πε­ρι­γρα­φές όπως η «πε­ρι­φε­ρεια­κή Γαλ­λία», η «βαθιά Αµε­ρι­κή», ο «αγ­γλι­κός βορ­ράς», που ενώ πα­ρου­σιά­ζο­νται ως ταυ­τό­ση­µες της ερ­γα­τι­κής τάξης, πε­ρι­γρά­φουν στην ουσία πλη­θυ­σµούς έξω από την κοι­νω­νι­κή-πο­λι­τι­κή επιρ­ροή του κύ­ριου, συ­γκε­ντρω­µέ­νου, οι­κο­νο­µι­κά ενερ­γού και δρα­στή­ριου όγκου αυτής της τάξης στις µε­γά­λες πό­λεις.

Ασφα­λώς δεν υπο­τι­µού­µε την ικα­νό­τη­τα της ακρο­δε­ξιάς (όπως και των  αστι­κών συ­ντη­ρη­τι­κών κο­µµά­των) να διεισ­δύ­ει µέσα σε τµή­µα­τα της ερ­γα­τι­κής τάξης, ούτε συ­µµε­ρι­ζό­µα­στε µια µυ­θο­λο­γία που απο­δί­δει στη µι­σθω­τή ερ­γα­σία ιδιό­τη­τες (µετα)φυ­σι­κής «ανο­σί­ας» στις αντι­δρα­στι­κές ιδέες και πο­λι­τι­κές. Αυτή η ανο­σία προ­κύ­πτει µόνο από την συ­να­δελ­φι­κή αλ­λη­λεγ­γύη, την ορ­γα­νω­µέ­νη δύ­να­µη και την συλ­λο­γι­κή δράση. Και το µε­γα­λύ­τε­ρο πρό­βλη­µα της επο­χής είναι η υπο­χώ­ρη­ση των υπο­δο­µών (συν­δι­κα­λι­στι­κή έντα­ξη, το­πι­κή συλ­λο­γι­κό­τη­τα, κο­µµα­τι­κοί ορ­γα­νι­σµοί που συν­δέ­ο­νται ορ­γα­νι­κά µε την ερ­γα­τι­κή κα­θη­µε­ρι­νό­τη­τα) που προ­ω­θούν αυτά τα στοι­χεία, αφή­νο­ντας χώρο στην εξα­το­µί­κευ­ση, που µπο­ρεί να οδη­γή­σει και στον κοι­νω­νι­κό κα­νι­βα­λι­σµό.

Αλλά από αυτή τη δια­πί­στω­ση στην θε­ω­ρία µιας προ­νο­µια­κής σχέ­σης εκ­προ­σώ­πη­σης του κό­σµου της µι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας µε την ακρο­δε­ξιά υπάρ­χει πολύ µε­γά­λη από­στα­ση.

Ο µύθος της «θυ­µω­µέ­νης ερ­γα­τι­κής τάξης» συχνά συ­µπλη­ρώ­νε­ται από την εκτί­µη­ση ότι είναι κυ­ρί­ως οι απο­γοη­τευ­µέ­νοι ψη­φο­φό­ροι της Αρι­στε­ράς (συ­µπε­ρι­λα­µβα­νο­µέ­νης της σο­σιαλ­δη­µο­κρα­τί­ας) αυτοί που στρέ­φο­νται προς τα ακρο­δε­ξιά και της δί­νουν δύ­να­µη. Κι εδώ η ει­κό­να δια­φέ­ρει. Με εξαι­ρέ­σεις, ο γε­νι­κός κα­νό­νας της ακρο­δε­ξιάς ανά­πτυ­ξης δεί­χνει ότι αυτή γί­νε­ται πρώτα εις βάρος της πα­ρα­δο­σια­κής κε­ντρο­δε­ξιάς, «κα­τα­τρώ­γο­ντας» τα δικά της πο­λι­τι­κά ακρο­α­τή­ρια και αντι­κα­θι­στώ­ντας την ως βα­σι­κή δύ­να­µη της δε­ξιάς «πο­λυ­κα­τοι­κί­ας» (Ιτα­λία, Γαλ­λία, Λα­τι­νι­κή Αµε­ρι­κή), ενώ στο ιδιό­µορ­φο αµε­ρι­κα­νι­κό πο­λι­τι­κό σύ­στη­µα, το πα­ρα­δο­σια­κό κόµµα της Δε­ξιάς «κα­τα­λή­φθη­κε» από την ακρο­δε­ξιά του πτέ­ρυ­γα.

Όσο κι αν έχουν εµφα­νι­στεί όψεις «µε­τα-πο­λι­τι­κής» και τα­κτι­κές «λαϊ­κι­σµού», όσο κι αν έχει ενι­σχυ­θεί η ρευ­στό­τη­τα στις κο­µµα­τι­κές ταυ­τί­σεις, θε­ω­ρού­µε ότι ο άξο­νας «δε­ξιά-αρι­στε­ρά» δια­τη­ρεί την αξία του. Οι άν­θρω­ποι κου­βα­λούν εµπει­ρί­ες, πε­ποι­θή­σεις και προ­σω­πι­κούς κώ­δι­κες αξιών που δεν αλ­λά­ζουν (εύ­κο­λα) από τη µια κάλπη στην άλλη, µε τόσο ρι­ζι­κό τρόπο που να επι­τρέ­πει µα­ζι­κής κλί­µα­κας «άλµα­τα» από το ένα άκρο του πο­λι­τι­κού άξονα στο άλλο.

Δεν πρό­κει­ται για «συ­ντη­ρη­τι­κο­ποί­η­ση της κοι­νω­νί­ας», ένας όρος που δη­λώ­νει πο­λι­τι­κές-ιδε­ο­λο­γι­κές µε­τα­στρο­φές µα­ζι­κών τµη­µά­των της από τα αρι­στε­ρά προς τα δεξιά. Πιο δό­κι­µο θα ήταν να µι­λή­σου­µε για µια «(δεξιά) ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση του συ­ντη­ρη­τι­κού τµή­µα­τός της κοι­νω­νί­ας».

Αντί­δρα­ση

Στη δια­δι­κα­σία αυτή παί­ζει ρόλο και το φαι­νό­µε­νο της «αντί­δρα­σης» (backlash), που συ­νή­θως προ­κύ­πτει λόγω της προη­γού­µε­νης ανό­δου κοι­νω­νι­κών-κρι­τι­κών κι­νη­µά­των. Πιο διά­ση­µος είναι ο όρος της «λευ­κής αντί­δρα­σης», που πε­ριέ­γρα­φε τη ρι­ζο­σπα­στι­κο­ποί­η­ση του ρα­τσι­στι­κού τµή­µα­τος του πλη­θυ­σµού των ΗΠΑ όποτε το µαύρο κί­νη­µα ενί­σχυε την διεκ­δι­κη­τι­κό­τη­τα και την ορα­τό­τη­τά του. Αντί­στοι­χα κι­νεί­ται η σύγ­χρο­νη ακρο­δε­ξιά, εκ­φρά­ζο­ντας µια «λευκή αντί­δρα­ση» στη µα­ζι­κή πα­ρου­σία έγ­χρω­µων πλη­θυ­σµών, µια «αρ­ρε­νω­πή αντί­δρα­ση» στην αυ­ξη­µέ­νη γυ­ναι­κεία διεκ­δι­κη­τι­κό­τη­τα, µια «ετε­ρο­κα­νο­νι­κή αντί­δρα­ση» στην αυ­ξη­µέ­νη ορα­τό­τη­τα της ΛΟ­ΑΤ­ΚΙ κοι­νό­τη­τας.

Η ακρο­δε­ξιά αντι­στρέ­φει την πρα­γµα­τι­κό­τη­τα, πα­ρου­σιά­ζο­ντας τους σε­ξι­στές και τους ρα­τσι­στές ως «κα­τα­πιε­σµέ­νους» (από την «πο­λι­τι­κή ορ­θό­τη­τα»), την πα­ρα­δο­σια­κή οι­κο­γέ­νεια ως «υπό διω­γµό» (από τα οµό­φυ­λα ζευ­γά­ρια και τις φε­µι­νί­στριες), το κυ­ρί­αρ­χο-πλειο­ψη­φι­κό έθνος και θρή­σκευ­µα ως «υπό εξα­φά­νι­ση» (από αλ­λο­ε­θνείς κι αλ­λό­θρη­σκους), την ιµπε­ρια­λι­στι­κή Ευ­ρώ­πη ως «θύµα ει­σβο­λής» (ισλα­µι­κής).

Υπε­ρα­σπί­ζε­ται τα σύ­νο­ρα, τόσο τα κυ­ριο­λε­κτι­κά/γε­ω­γρα­φι­κά όσο και τα µε­τα­φο­ρι­κά/κοι­νω­νι­κά και αντι­µε­τω­πί­ζει ως δαί­µο­νες όσους κι όσες επι­χει­ρούν να τα διαρ­ρή­ξουν. Δεν υπό­σχε­ται ένα κα­λύ­τε­ρο µέλ­λον, κη­ρύσ­σει την ανά­γκη επι­στρο­φής σε ένα εξι­δα­νι­κευ­µέ­νο συ­ντη­ρη­τι­κό πα­ρελ­θόν, µε ξε­κά­θα­ρους ρό­λους και (τα­ξι­κές, έµφυ­λες, φυ­λε­τι­κές) ιε­ραρ­χί­ες, πριν διαρ­ρα­γεί ο κοι­νω­νι­κός ιστός από τη δια­βό­η­τη (και ανύ­παρ­κτη πα­ρε­µπι­πτό­ντως…) «woke ατζέ­ντα»…

Στο πεδίο της οι­κο­νο­µί­ας, αν η ακρο­δε­ξιά υπο­δει­κνύ­ει στους υπο­στη­ρι­κτές της κά­ποιον «εχθρό», είναι συ­νή­θως η «διε­θνής το­κο­γλυ­φία» κά­ποιων οµι­χλω­δών «πα­γκο­σµιο­ποι­η­τι­κών ελίτ» και το «διε­φθα­ρµέ­νο κρά­τος», που φο­ρο­λο­γεί τους «αυ­το­δη­µιούρ­γη­τους» για να τα­ΐ­ζει τους τε­µπέ­λη­δες και τους κλέ­φτες-πο­λι­τι­κά­ντη­δες. Πρό­κει­ται για το πα­ρα­δο­σια­κό ακρο­δε­ξιό οπλο­στά­σιο -από το στι­γµα­τι­σµό των «απά­τρι­δων» Εβραί­ων τρα­πε­ζι­τών στο Με­σο­πό­λε­µο µέχρι τον γαλ­λι­κό αντι­φο­ρο­λο­γι­κό «που­ζα­ντι­σµό» µετά τον Β Πα­γκό­σµιο Πό­λε­µο- που απευ­θύ­νε­ται προ­νο­µια­κά στη µι­κρο­µε­σαία επι­χει­ρη­µα­τι­κό­τη­τα, κα­θη­συ­χά­ζει το µε­γά­λο (ντό­πιο) κε­φά­λαιο και επι­τρέ­πει δη­µα­γω­γί­ες σε λι­γό­τε­ρο πο­λι­τι­κο­ποι­η­µέ­να τµή­µα­τα της ερ­γα­τι­κής τάξης.

Τι ζώο είναι η νέα ακρο­δε­ξιά;

Είναι προ­φα­νές ότι δεν αντι­µε­τω­πί­ζου­µε µια επι­στρο­φή του ιστο­ρι­κού φα­σι­σµού, που υπήρ­ξε πα­ρά­γω­γο µιας συ­γκε­κρι­µέ­νης ιστο­ρι­κής επο­χής, µετά από ένα Πα­γκό­σµιο Πό­λε­µο (µε ό,τι σή­µαι­νε αυτό για την µα­ζι­κή πρό­σβα­ση του πλη­θυ­σµού σε όπλα), µε ενερ­γή την επα­να­στα­τι­κή απει­λή (ή το φόβο της…), µε δε­δο­µέ­νη την πα­ρά­λυ­ση κι απο­διορ­γά­νω­ση του αστι­κού (κα­τα­σταλ­τι­κού) κρά­τους. Σή­µε­ρα δεν προ­κύ­πτει αντί­στοι­χη ανά­γκη «φα­σι­στι­κής λύσης» για τις άρ­χου­σες τά­ξεις.

Αλλά αυτό δεν απο­τε­λεί λόγο εφη­συ­χα­σµού. Ο µε­λε­τη­τής του φα­σι­σµού Ρό­µπερτ Πάξ­τον, εφι­στού­σε την προ­σο­χή ανά­µε­σα στις «απο­κρου­στι­κές αλλά πε­ρι­θω­ρια­κές απο­µι­µή­σεις µε τα ξυ­ρι­σµέ­να κράνη και τις σβά­στι­κες» και «τα πρα­γµα­τι­κά σύγ­χρο­να ισο­δύ­να­µα µιας αντί­στοι­χης απει­λής», το­νί­ζο­ντας ότι αυτή «δε χρειά­ζε­ται µια θε­α­µα­τι­κή πα­ρέ­λα­ση σε κά­ποια πρω­τεύ­ου­σα για να εδραιω­θεί. Αρ­κούν µε­ρι­κές φαι­νο­µε­νι­κά ανώ­δυ­νες απο­φά­σεις για ασύ­δο­τη αντι­µε­τώ­πι­ση των εθνι­κών εχθρών».

Στην σχε­τι­κή ονο­µα­το­λο­γία, τις πε­ρισ­σό­τε­ρες αρε­τές έχει ο όρος του Έντσο Τρα­βέρ­σο, ο «µε­τα-φα­σι­σµός». Αυτός προει­δο­ποιεί για τις ρίζες αυτού του ρεύ­µα­τος στον ιστο­ρι­κό φα­σι­σµό, υπο­γρα­µµί­ζει ότι ακο­λου­θεί µια τρο­χιά «µε­τά­βα­σης» σε κάτι δια­φο­ρε­τι­κό από αυτόν και υπεν­θυ­µί­ζει ότι η τε­λι­κή κα­τά­λη­ξη αυτής της «µε­τά­βα­σης» πα­ρα­µέ­νει ανοι­χτό ζή­τη­µα, που υπό­κει­ται στις αντι­κει­µε­νι­κές κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κές εξε­λί­ξεις και στον υπο­κει­µε­νι­κό πο­λι­τι­κό αγώνα.

Ανε­ξάρ­τη­τα από τον ανοι­χτό χα­ρα­κτή­ρα της κα­τά­λη­ξης αυτού του φαι­νο­µέ­νου, χρειά­ζε­ται µια προ­κα­ταρ­κτι­κή εκτί­µη­ση. Τι κο­µί­ζει η σύγ­χρο­νη ακρο­δε­ξιά στο άµεσο/ορατό µέλ­λον; Ποιο είναι το πρό­γρα­µµα που προ­τεί­νει στις άρ­χου­σες τά­ξεις διεκ­δι­κώ­ντας να κυ­βερ­νή­σει;

Αυτό που απου­σιά­ζει εµφα­τι­κά από την ακρο­δε­ξιά ατζέ­ντα είναι µια στοι­χειω­δώς συ­νε­κτι­κή οι­κο­νο­µι­κή κα­τεύ­θυν­ση, πέρα από µια θολή επί­κλη­ση στη λο­γι­κή της «εθνι­κής προ­τε­ραιό­τη­τας». Στην Ευ­ρώ­πη, έχου­µε την εµπει­ρία της Με­λό­νι, που επι­χει­ρεί να συ­γκρα­τή­σει συ­µπα­γές το κοι­νω­νι­κό της µπλοκ στα µε­σο­στρώ­µα­τα µε διαρ­κείς µειώ­σεις φόρων, αµνη­στία στους φο­ρο­φυ­γά­δες, διευ­ρυ­µέ­νη δη­µο­σιο­νο­µι­κή αυ­το­νο­µία για τις εύ­πο­ρες πε­ρι­φέ­ρειες κ.ο.κ. Από την άλλη άκρη του Ατλα­ντι­κού, η νέα κυ­βέρ­νη­ση Τραµπ (αλλά και ο Μιλέι στην Αρ­γε­ντι­νή) προ­σφέ­ρει πλέον  ένα δια­κρι­τό οι­κο­νο­µι­κό µο­ντέ­λο για την ακρο­δε­ξιά: προ­στα­τευ­τι­σµός προς τα έξω και πλή­ρης κα­τα­στρα­τή­γη­ση κάθε κρα­τι­κής ρύ­θµι­σης προς τα µέσα. Ένας πε­ρι­φρου­ρη­µέ­νος «κα­πι­τα­λι­σµός Άγριας Δύσης».

Η ακρο­δε­ξιά προ­φα­νώς προ­σφέ­ρει και µια κλι­µά­κω­ση του αυ­ταρ­χι­σµού. Σε µια εποχή που τα υπαρ­κτά φι­λε­λεύ­θε­ρα κα­θε­στώ­τα έχουν ήδη µπει σε τρο­χιά αυ­ταρ­χι­κής σκλή­ρυν­σης και δο­κι­µα­σί­ας των ορίων τους, η ακρο­δε­ξιά µπο­ρεί να επι­χει­ρή­σει να «υπερ­βεί» τις όποιες συ­ντα­γµα­τι­κές, θε­σµι­κές κ.ά. «δι­κλεί­δες» έχουν απο­µεί­νει, χωρίς τις ιδε­ο­λο­γι­κές αντι­φά­σεις ή τους κοι­νω­νι­κούς πε­ριο­ρι­σµούς που αντι­µε­τω­πί­ζουν τα πα­ρα­δο­σια­κά κό­µµα­τα του Κέ­ντρου, για να επι­βά­λει το πρό­γρα­µµά της.

Αυτός ο νέος αυ­ταρ­χι­σµός συχνά υπό­σχε­ται «ελευ­θε­ρία» στους οπα­δούς του. Δεν είναι δη­µα­γω­γι­κή αντι­στρο­φή των εν­νοιών. Η ακρο­δε­ξιά θα απε­λευ­θε­ρώ­σει τους ρα­τσι­στές και τους σε­ξι­στές από την… «τυ­ραν­νία της πο­λι­τι­κής ορ­θό­τη­τας», θα απε­λευ­θε­ρώ­σει εκεί­νους τους «αγα­να­κτι­σµέ­νους πο­λί­τες» που αγα­να­κτούν κυ­ρί­ως µε τις ερ­γα­τι­κές-νε­ο­λαι­ί­στι­κες κι­νη­το­ποι­ή­σεις, θα απε­λευ­θε­ρώ­σει την ερ­γο­δο­τι­κή απλη­στία  κ.ο.κ. Η σύγ­χρο­νη ακρο­δε­ξιά, δεν συ­γκρο­τεί κί­νη­µα στους δρό­µους (ή δεν συ­γκρο­τεί ακόµα…), αλλά µε βάση όσα πε­ρι­γρά­ψα­µε πα­ρα­πά­νω, συ­γκρο­τεί ένα πο­λι­τι­κό-κοι­νω­νι­κό ρεύµα, µε τη στή­ρι­ξη ισχυ­ρών δι­κτύ­ων (θρη­σκευ­τι­κών κ.ά.). Σε αντί­θε­ση µε τα φθα­ρµέ­να αστι­κά δια­χει­ρι­στι­κά κό­µµα­τα, που έχουν χάσει την ικα­νό­τη­τα να εµπνέ­ουν, η ακρο­δε­ξιά φι­λο­δο­ξεί να προ­σφέ­ρει στο κα­θε­στώς µια -πιο «συ­µπα­γή» πο­λι­τι­κά- κοι­νω­νι­κή βάση που θα δια­σφα­λί­ζει σχε­τι­κή στα­θε­ρό­τη­τα καθώς θα υλο­ποιού­νται αντι­δρα­στι­κές πο­λι­τι­κές.

Αυτήν την κα­τα­σταλ­τι­κή και πο­λι­τι­κή δύ­να­µη, η ακρο­δε­ξιά υπό­σχε­ται να τη στρέ­ψει κατά του βα­σι­κού εχθρού της ίδιας και του συ­στή­µα­τος. Κατά την αρ­χι­κή τους ανά­πτυ­ξη, οι ακρο­δε­ξιοί έβα­ζαν στο στό­χα­στρο τους µε­τα­νά­στες, τους µου­σου­λµά­νους, τις φε­µι­νί­στριες, τα ΛΟ­ΑΤ­ΚΙ άτοµα, το οι­κο­λο­γι­κό κί­νη­µα, αλλά εντό­πι­ζαν ως «ηγε­σία» αυτών των εχθρών µια νε­φε­λώ­δη «πα­γκο­σµιο­ποι­η­τι­κή ελίτ». Χωρίς να έχει εγκα­τα­λει­φθεί αυτή η ανα­φο­ρά, καθώς προ­σεγ­γί­ζει την κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία, η ακρο­δε­ξιά στρέ­φει τα βέλη της όλο και πιο έντο­να σε µια άλλη «ηγε­σία» που δη­λώ­νει ότι κρύ­βε­ται πίσω από όλους αυ­τούς τους εχθρούς: τους «µαρ­ξι­στές» ή «νε­ο­µαρ­ξι­στές», ή «πο­λι­τι­σµι­κούς µαρ­ξι­στές».

Αυτά µαζί σκια­γρα­φούν µια πο­λι­τι­κή πρό­τα­ση. Μπο­ρεί αυτή να απο­δώ­σει και να εξα­σφα­λί­σει και οι­κο­νο­µι­κή ευ­ρυ­θµία και πο­λι­τι­κή στα­θε­ρό­τη­τα για τις κα­πι­τα­λι­στι­κές οι­κο­νο­µί­ες; Ίσως όχι. Είναι µια πο­λι­τι­κή γε­µά­τη κιν­δύ­νους, «αντι­κει­µε­νι­κούς» (οι­κο­νο­µι­κούς) και «υπο­κει­µε­νι­κούς» (κοι­νω­νι­κές αντι­δρά­σεις). Μπο­ρεί αυτή η πο­λι­τι­κή πρό­τα­ση να κα­τα­λή­ξει σε «πο­λι­τεια­κή/κα­θε­στω­τι­κή αλ­λα­γή» καθώς ξε­δι­πλώ­νε­ται και πα­σχί­ζει να επι­βλη­θεί; Δεν το γνω­ρί­ζου­µε και κα­λύ­τε­ρα θα ήταν να µη χρεια­στεί να το µά­θου­µε, υψώ­νο­ντας µπλό­κο στις κυ­βερ­νη­τι­κές φι­λο­δο­ξί­ες της ακρο­δε­ξιάς.

Αλλά έχου­µε πλέον -δυ­στυ­χώς- αρ­κε­τές χώρες που απο­τε­λούν ζω­ντα­νό ερ­γα­στή­ριο αυτού του ακρο­δε­ξιού κυ­βερ­νη­τι­κού πει­ρά­µα­τος και οφεί­λου­µε να τις πα­ρα­κο­λου­θού­µε προ­σε­κτι­κά για να αξιο­λο­γή­σου­µε την απει­λή.

Απα­ντή­σεις

Μια απά­ντη­ση που έχει εµφα­νι­στεί απέ­να­ντι στην άνοδο της ακρο­δε­ξιάς είναι η φαρ­δυ­πλα­τιά συ­σπεί­ρω­ση των «δη­µο­κρα­τι­κών δυ­νά­µε­ων». Στις ΗΠΑ πήρε τη µορφή της συν­θη­κο­λό­γη­σης της Αρι­στε­ράς µε το Δη­µο­κρα­τι­κό Κόµµα και ταυ­τό­χρο­να την προ­σπά­θεια του Δη­µο­κρα­τι­κού Κό­µµα­τος να κερ­δί­σει κά­ποιους «µη-τρα­µπι­κούς Ρε­που­µπλι­κα­νούς» που απο­δεί­χθη­κε ότι υπήρ­χαν µόνο στη φα­ντα­σία των φι­λε­λεύ­θε­ρων εκλο­γο­λό­γων. Η πρό­τα­ση αυτή «εξα­φα­νί­ζει» τον τα­ξι­κό αντα­γω­νι­σµό, ελ­πί­ζο­ντας να στα­µα­τή­σει την ακρο­δε­ξιά µια κά­ποια δη­µο­κρα­τι­κή πτέ­ρυ­γα της αστι­κής τάξης και το αντί­στοι­χο πο­λι­τι­κό προ­σω­πι­κό. Η δια­φο­ρά µε­τα­ξύ κα­πι­τα­λι­στών που κα­λο­βλέ­πουν την ακρο­δε­ξιά προ­ο­πτι­κή και εκεί­νων που υπο­χρε­ώ­νο­νται δύ­σθυ­µα να «προ­σα­ρµο­στούν» σε αυτήν είναι υπαρ­κτή, αλλά είναι πα­ντε­λώς αδιά­φο­ρη από τη σκο­πιά της Αρι­στε­ράς και του ερ­γα­τι­κού κι­νή­µα­τος. Έχου­µε µπει σε µια εποχή που συρ­ρι­κνώ­νο­νται οι δη­µο­κρα­τι­κές ευαι­σθη­σί­ες της αστι­κής τάξης συ­νο­λι­κά. Ενώ και οι υπάρ­χου­σες αστι­κές αντι­πο­λι­τεύ­σεις είναι απο­λύ­τως αδύ­να­µες και αστα­θείς. Αξί­ζει να θυ­µό­µα­στε την πρώτη θη­τεία Τραµπ, όταν αντι­µε­τω­πί­στη­κε όντως ως «πρό­βλη­µα» από σο­βα­ρά τµή­µα­τα της αστι­κής τάξης, µέχρι που µε ένα γεν­ναίο κύµα φο­ρο­α­παλ­λα­γών, οι επι­χει­ρη­µα­τί­ες «έµα­θαν να πά­ψουν να ανη­συ­χούν και να αγα­πά­νε τον Ντό­ναλντ».

Το αντί­στρο­φο λάθος αφορά την υπο­τί­µη­ση των δια­φο­ρών της ακρο­δε­ξιάς µε τα πα­ρα­δο­σια­κά κό­µµα­τα, που οδη­γεί σε µπλα­ζέ αδια­φο­ρία ή και σε µια ιδιό­µορ­φη χαι­ρε­κα­κία για το «χα­στού­κι» που τρώνε τα κα­τε­στη­µέ­να κό­µµα­τα. Αυτή η ανά­γνω­ση, υπο­τι­µά τους δε­σµούς που χτί­ζει η ακρο­δε­ξιά µε τα ακρο­α­τή­ριά της. Δυ­στυ­χώς, η εκλο­γι­κή ενί­σχυ­ση της ακρο­δε­ξιάς εκ­φρά­ζει κάτι πολύ πιο επι­κίν­δυ­νο από ένα αφη­ρη­µέ­νο, πο­λι­τι­κά ου­δέ­τε­ρο και τα­ξι­κά κα­θα­ρό «µε­σαίο δά­χτυ­λο στις ελίτ».

Στην κα­λύ­τε­ρη των πε­ρι­πτώ­σε­ων, αυτό το λάθος οδη­γεί σε µια εκτί­µη­ση ότι αρκεί η Αρι­στε­ρά να φω­νά­ξει πιο δυ­να­τά το οι­κο­νο­µι­κό της πρό­γρα­µµα προ­κει­µέ­νου να πεί­σει την βάση της ακρο­δε­ξιάς. Ο ισχυ­ρι­σµός έχει δό­σεις αλή­θειας -την ανά­γκη ενός πιο «οι­κου­µε­νι­κού» λόγου µε βάση τις κοι­νω­νι­κές ανά­γκες και τα κοινά συ­µφέ­ρο­ντα της ερ­γα­ζό­µε­νης πλειο­ψη­φί­ας. Αλλά κάνει το λάθος να αντι­µε­τω­πί­ζει ένα κοινό που συ­γκρο­τεί­ται «εχθρι­κά» απέ­να­ντι στην Αρι­στε­ρά γύρω από µια αντι­δρα­στι­κή κο­σµο­θε­ω­ρία ως αυ­το­νό­η­τα «αντι­συ­στη­µι­κό» και σχε­δόν… προ­νο­µια­κό («µετά την ακρο­δε­ξιά, εµείς»;).

Στην χει­ρό­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, υιο­θε­τεί­ται η αντι­στρο­φή της πρα­γµα­τι­κό­τη­τας που προ­ω­θεί η ακρο­δε­ξιά, µε τα κι­νή­µα­τα των κα­τα­πιε­σµέ­νων να αντι­µε­τω­πί­ζο­νται ως «συ­στη­µι­κά» (woke ατζέ­ντα!) ενώ οι κυ­ρί­αρ­χες αντι­λή­ψεις που τρο­φο­δο­τούν την ακρο­δε­ξιά (ρα­τσι­σµός, σε­ξι­σµός, εθνι­κι­σµός κλπ) αντι­µε­τω­πί­ζο­νται ως «εύ­λο­γες λαϊ­κές ανη­συ­χί­ες», τις οποί­ες -λέ­ει- πρέ­πει να πάρει υπόψη η Αρι­στε­ρά όταν δια­µορ­φώ­νει τις θέ­σεις της. Η Σάρα Βά­γκεν­κνε­χτ είναι η -ανα­γνω­ρί­σι­µη και πε­τυ­χη­µέ­νη- κο­ρυ­φή ενός διε­θνούς πα­γό­βου­νου πο­λι­τι­κών στε­λε­χών που κρύ­βουν τη συ­ντη­ρη­τι­κή τους µε­τάλ­λα­ξη πίσω από µια κα­ρι­κα­τού­ρα «ερ­γα­τι­σµού» που ανα­φέ­ρε­ται σε µια στε­ρε­ο­τυ­πι­κή απει­κό­νι­ση µιας µειο­ψη­φί­ας της υπαρ­κτής ερ­γα­τι­κής τάξης και την αντι­µε­τω­πί­ζει ως «αυ­θε­ντι­κή».

Απέ­να­ντι στην ακρο­δε­ξιά απει­λή, το κα­θή­κον που αντι­µε­τω­πί­ζει η ρι­ζο­σπα­στι­κή-αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά διε­θνώς είναι να συ­γκρο­τή­σει µια αντα­γω­νι­στι­κή δύ­να­µη. Αυτή η προ­σπά­θεια ξε­κι­νά από το λε­γό­µε­νο «αρι­στε­ρό ηµι­σφαί­ριο», από την ανά­γκη συ­σπει­ρω­θεί και να ενερ­γο­ποι­η­θεί ο «λαός της Αρι­στε­ράς», η βάση του ορ­γα­νω­µέ­νου ερ­γα­τι­κού κι­νή­µα­τος, οι άν­θρω­ποι των κοι­νω­νι­κών κι­νη­µά­των, της τα­ξι­κής και λαϊ­κής αλ­λη­λεγ­γύ­ης. Αυτή η κοι­νω­νι­κή-πο­λι­τι­κή «µαγιά» µπο­ρεί στη συ­νέ­χεια να στη­ρί­ξει στο χώρο δου­λειάς, στο σχο­λείο, στη γει­το­νιά έναν δικό µας πα­ρα­τε­τα­µέ­νο «πό­λε­µο θέ­σε­ων» ενά­ντια στην ακρο­δε­ξιά και την επιρ­ροή των ιδεών της. Αυτός ο πό­λε­µος θα είναι πα­ρα­τε­τα­µέ­νος και υπο­µο­νε­τι­κός, αλλά πρέ­πει να είναι… πό­λε­µος. Από την εποχή των πρώ­των συ­ζη­τή­σε­ων στη ρω­σι­κή σο­σιαλ­δη­µο­κρα­τία, ο («δι­καιω­µα­τι­στής»;) Λένιν εντό­πι­ζε στην αδιάλ­λα­κτη πάλη ενά­ντια σε κάθε κα­τα­πί­ε­ση τη δια­φο­ρά του πο­λι­τι­κού αγω­νι­στή από τον απλό συν­δι­κα­λι­στή που τον απα­σχο­λούν µόνο τα οι­κο­νο­µι­κά ζη­τή­µα­τα του κλά­δου. Αλλά καµιά µάχη δεν διε­ξά­γε­ται και δεν κερ­δί­ζε­ται αφη­ρη­µέ­να «στη σφαί­ρα των ιδεών». Το πιο επι­τα­κτι­κό κα­θή­κον που αντι­µε­τω­πί­ζου­µε ως ρι­ζο­σπα­στι­κή-αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή Αρι­στε­ρά, είναι να ξε­κι­νή­σου­µε την προ­σπά­θεια να αλ­λά­ξου­µε την υλική πρα­γµα­τι­κό­τη­τα, δη­λα­δή να χτί­σου­µε τα σω­µα­τεία, τους κοι­νω­νι­κούς χώ­ρους, τα µέσα επι­κοι­νω­νί­ας και ανά­λυ­σης, τις συλ­λο­γι­κό­τη­τες, τους ορ­γα­νι­κούς κα­θη­µε­ρι­νούς δε­σµούς που ενι­σχύ­ουν τις δυ­να­τό­τη­τες της ερ­γα­τι­κής τάξης για συλ­λο­γι­κή δράση. Άλ­λω­στε, η µα­ζι­κή ανε­ξάρ­τη­τη κί­νη­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης και οι εµπει­ρί­ες που απο­κτά µέσα από µε­γά­λα γε­γο­νό­τα κο­ρύ­φω­σης της τα­ξι­κής αντι­πα­ρά­θε­σης είναι και ο «δρό­µος» για τις µε­γά­λες αλ­λα­γές -στις ιδέες και στον πο­λι­τι­κό συ­σχε­τι­σµό δύ­να­µης.

Από το ση­µείο που βρι­σκό­µα­στε σή­µε­ρα, για να περ­πα­τη­θεί αυτός ο δρό­µος θα απαι­τη­θεί µε­γά­λη προ­σπά­θεια. Θα χρεια­στούν µε­γά­λα γε­γο­νό­τα, από αυτά που δεν µπο­ρεί να «προ­γρα­µµα­τί­σει» η Αρι­στε­ρά, γιατί εξαρ­τώ­νται από κοι­νω­νι­κές δυ­νά­µεις πολύ µε­γα­λύ­τε­ρες από τις ορ­γα­νω­µέ­νες δυ­νά­µεις της. Αλλά δεν γί­νε­ται να πε­ρι­µέ­νου­µε πα­θη­τι­κά τη σω­τη­ρία των µε­γά­λων γε­γο­νό­των. Γι’ αυτό θα χρεια­στούν και όλες οι πτυ­χές της τα­κτι­κής του Ενιαί­ου Με­τώ­που, όχι ως ικανή, αλλά ως ανα­γκαία συν­θή­κη για να ανα­µε­τρη­θού­µε µε το µέ­γε­θος αυτών των κα­θη­κό­ντων.

https://rproject.gr/article/i-akrodexia-apeili-kai-i-anagkaia-apantisi

Εκτρωφείο Λαγων Καρφής Ευαγγελος

Σχόλια (0)

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί.