1. Παραμετρικός έλεγχος των ιδιωτικών επιχειρήσεων από το κράτος
Πρέπει, κατ’ αρχάς να υπενθυμιστεί ότι μια από τις κεντρικές θέσεις, πυρηνική θα έλεγα, της φασιστικής οικονομικής εργαλειοθήκης είναι η θέση του «παραμετρικού ελέγχου των ιδιωτικών επιχειρήσεων από το κράτος».
Τη θέση αυτή τη συμμερίζονται και ορισμένες αναρχικές τάσεις, εννοείται ως μεταβατική διαδικασία και όχι ως καταληκτική κατάσταση όπως κάνουν οι Φασίστες στο πλαίσιο μιας μικτής κρατικο-καπιταλιστικής οικονομίας.
Σημειώνεται, ειδικότερα, οι Heinz Dieterich (1943-), Arno Peters[1] (1916-2002) και Konrad Zuse[2] (1910-1995) διαμόρφωσαν το 2005 μια πρόταση σοσιαλιστικής μετάβασης για τη Βενεζουέλα (με γενική εννοείται ισχύ) στη βάση αυτής ακριβώς της θέσης που την ονόμασαν επιγραμματικά «Σοσιαλισμός του 21ου αιώνα»[3].
Την πρότασή τους υιοθέτησε δημόσια στις 27 Φεβρουαρίου 2005 ο τότε Πρόεδρος της Βενεζουέλας Hugo Chávez ως το όχημα της επιχειρούμενης υπ’ αυτόν σοσιαλιστικής μετάβασης[4].
του Κώστα Λαμπρόπουλου
Μετά από ενάμιση χρόνο, στις 15 Αυγούστου 2007, ο Πρόεδρος Chávez παρουσίασε στο Κοινοβούλιο 33 μεταρρυθμίσεις στο σύνταγμα του 1999 που θα οδηγούσαν τη Βενεζουέλα στο σοσιαλισμό.
Σύμφωνα με το Δελτίο Τύπου της Πρεσβείας της Βενεζουέλας στις ΗΠΑ με την ίδια ημερομηνία[5], οι προτεινόμενες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις «Αποσκοπούν, επίσης, να κατευθύνουν τη Βενεζουέλα προς ένα νέο υπόδειγμα ανάπτυξης –γνωστό ως “Σοσιαλισμό για τον 21ο αιώνα”- με ειρήνη και δημοκρατία. Αυτό το υπόδειγμα αγκαλιάζει τη συμμετοχική δημοκρατία[6], μια μικτή οικονομία, ικανοποιώντας τις κοινωνικές ανάγκες της χώρας και προωθώντας έναν πολύ-πολικό κόσμο.».
Στη βάση αυτών των μεταρρυθμίσεων είναι πλέον δυνατή η πλήρης αναλυτική απόδοση της δυναμικής διαδικασίας μετάβασης στο «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» του Chávez που επινόησαν οι θεωρητικοί εμπνευστές επαναστατικής διαδικασίας και αποτελέσματος.
Συγκεκριμένα, μέσω της λειτουργικής συνέργειας της «Μονοτράπεζας» που σχηματίζεται σταδιακά με την υποβαθμιστική κρατικοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας (Μέτρο 11) και την συνεπαγόμενη κατάπτωση των εμπορικών τραπεζών στον άμεσο έλεγχό της και των κρατικών μονοπωλίων που σχηματίζονται, επίσης σταδιακά, με τις κρατικοποιήσεις των επιχειρήσεων που έχουν μονοπωλιακή θέση στις αγορές (Μέτρο 10), παράγεται μια λειτουργική ροπή ελέγχου κάθε οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα (χρηματοδότηση, αγορές, πωλήσεις, τιμές) που πρακτικά εξαλείφουν την όποια αυτοτέλεια στη λειτουργία των ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Επομένως, ο παραμετρικός έλεγχος του εναπομείναντος ιδιωτικού τομέα της οικονομίας από το οικονομικό σχέδιο που επεξεργάζεται το κράτος και διαχειρίζεται χρηματοδοτικά η «Μονοτράπεζα» θα εξαλείψει το επιχειρηματικό κέρδος και, κατά συνέπεια, θα αδειάσει την εκμεταλλευτική ταξική ουσία της ατομικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής χωρίς, παράλληλα, να εξαλείψει και τις τυπικές πολυμορφολογίες της ατομικής ιδιοκτησίας.
Όταν, λοιπόν, η κενή ταξικού περιεχομένου οικονομική δομή που θα διαμορφώσει σταδιακά η Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή ο Πρόεδρος, συναντηθεί με τα περιφερειακά, επαρχιακά και τοπικά συμβούλια που θα έχουν εν τω μεταξύ συγκροτηθεί (Μέτρο 1.α) και λειτουργήσει πιλοτικά ή / και εκπαιδευτικά (Μέτρο 2), η σύμμειξη τους θα παράξει τον «αυτοδιαχειριστικό σοσιαλισμό».
Αυτή είναι, λοιπόν, συνοπτικά η πεμπτουσία του «Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» και η συνεπαγόμενη απ’ αυτόν στρατηγική της οικονομικής μετάβασης σ’ αυτόν.
Στο πλαίσιο αυτής της νέας στρατηγικής υπέρβασης του καπιταλισμού, η λατινοαμερικανική προσαρμογή της αριστεροκομμουνιστικής αυτοδιαχείρισης (κρατική κατάληψη της Κεντρικής Τράπεζα) δεν ενδιαφέρεται, από τα προυντονικά γονίδια που έχει κληρονομήσει, για τον τύπο της ιδιοκτησίας των παραγωγικών μονάδων θεωρώντας ότι μέσω του δημοκρατικού σχεδιασμού με όρους ισοδύναμης εργασίας[7] «η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής θα απωλέσει τη βάση της και θα εξαφανιστεί από μόνη της»[8] κατατείνοντας τελικά στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια κοινοτική ιδιοκτησία ή / και διαχείριση που έχει θέσει ο Karl Kroch ήδη από το 1922.
2. Συμβουλιακή αυτοδιαχείριση ή σταλινισμός;
Όλα αυτά, βεβαίως, συμβαίνουν στη θεωρία. Ας δούμε, τώρα, τι παράγει μια δυναμική προσομοίωση της πραγματικότητας.
Ακόμα και εάν υποθέσουμε ότι η θεωρητική μετάβαση εξελισσόταν ομαλά, δηλαδή ότι εγκρινόταν η συνταγματική μεταρρύθμιση του Chávez, και υποθέτοντας παραπέρα ότι η Κεντρική Τράπεζα προσαρτούσε τις ιδιωτικές τράπεζες και μέσω της προσάρτησης αυτής εξάλειφε βαθμιαία τη λειτουργική κερδοσκοπική αυτοτέλεια των ιδιωτικών επιχειρήσεων πάλι δεν θα παραγόταν κανένας αυτοδιαχειριστικός σοσιαλισμός αλλά μόνο μια γραφειοκρατική παραλλαγή σοβιετικού τύπου που, κατ’ αντιδιαστολή με την ΕΣΣΔ, δεν θα περιστρεφόταν γύρω από το κόμμα-κράτος αλλά από το κράτος-κόμμα όπως άλλωστε συνέβαινε σ’ όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του Συμβουλίου Αμοιβαίας Οικονομικής Βοήθειας – ΣΑΟΒ.
Γιατί; Επειδή απλά μέχρι να γίνει η συνάντηση των λαϊκών συμβουλίων και της ταξικά ουδέτερης οικονομικής δομής δεν θα υπήρχαν κ’ αν λαϊκά συμβούλια για να αναλάβουν τη διαχείριση της μη λειτουργούσας με κέρδος παραγωγικής δομής που θα είχε σταδιακά διαμορφωθεί. Τα λαϊκά συμβούλια θα είχαν εντωμεταξύ καταστεί κελύφη δίχως ουσιαστικό παραγωγικό αντικείμενο αφού έχουν ήδη παρακμάσει από την υποχρεωτική αναμονή της μελλοντικής τραπεζικής εξάλειψης του κέρδους του ιδιωτικού τομέα ενώ ταυτόχρονα αυτός συνεχίζει να ακμάζει επικερδώς στο εμπόριο και τις υπηρεσίες τροφοδοτούμενος από τα πετρελαϊκά έσοδα που παράγει ο δημόσιος τομέας και η κυβέρνηση διανέμει στην κοινωνία για να καταπολεμήσει, εδώ και τώρα, τη φτώχεια της.
Αλλά ακόμα και αν διατηρηθούν κακήν κακώς τα λαϊκά συμβούλια, δυστυχώς δεν θα συναντηθούν με «κενές» επιχειρήσεις αλλά με λειτουργούσες κρατικές επιχειρήσεις. Η οικονομική δομή και οι οικονομικές λειτουργίες των παραγωγικών μονάδων μέχρις ότου συναντηθούν με τα συμβούλια των αυτοδιαχειριστών θα έχουν πλήρως εξομοιωθεί μ’ εκείνες όχι του συγκεντρωτικού υποδείγματος της ΕΣΣΔ αλλά του αποκεντρωμένου υποδείγματος περισσότερο της Ουγγαρίας[9] και λιγότερο της Γιουγκοσλαβίας[10].
Αυτό το συμπέρασμα δεν είναι σε καμία περίπτωση θεωρητικά απροσδόκητο αλλά με κάθε βεβαιότητα το θεωρητικά επιβαλλόμενο αφού ο υποκείμενος οικονομικός λογισμός του σοσιαλισμού των Chávez, Dieterich, Peters και Zuse είναι –τουλάχιστον στα λόγια- εκείνος των αξιών χρήσης και όχι της αξίας.
Επομένως, στη δυναμική κατάληξή του το υπόδειγμα του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» απλώς αποτελεί μια παραλλαγή ενός από τους «σοσιαλισμούς του 20ου αιώνα» που, ωστόσο, παράγεται -τουλάχιστον στη θεωρία- μέσω μιας ιστορικά νέας και εναλλακτικής διαδικασίας σε σχέση με εκείνες με τις οποίες παρήχθησαν στον 20ο αιώνα οι σοσιαλισμοί του. Ασχέτως, όμως, της διαδικασίας παραγωγής του από τα «πάνω», ως αυτομετασχηματισμός του κράτους από την ίδια την πολιτική διακυβέρνηση του[11] χωρίς την ανατρεπτική διαμεσολάβηση της κοινωνίας των πολιτών, η κατάληξή του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» σε κάποια από τις ιστορικά γνωστές ποικιλίες σταλινισμού είναι δεδομένη επειδή είναι θεωρητικά πλήρως εγνωσμένη η διαδικασία μέσω της οποίας θα καταλήξει σ’ αυτή.
Το συμπέρασμα αυτό είναι, επίσης, και το ιστορικά αναμενόμενο. Το συμβουλιακό σύστημα λαϊκής συμμετοχής που θα αναλάβει αύριο την αυτοδιαχείριση της παραγωγής είναι σήμερα εικονικό αφού έχει ως βασικό και περιορισμένο αντικείμενο διαχείρισης το σοσιαλδημοκρατικό «κοινωνικό» ή / και «τρίτο» τομέα της οικονομίας και η λειτουργία του απλώς στηρίζεται στις χρηματοδοτήσεις και τις παροχές ενός πραγματικού, πολύ πραγματικού, σοσιαλδημοκρατικού κοινωνικού κράτους πρόνοιας (εισοδηματικές μεταβιβάσεις, απασχόληση στο δημόσιο τομέα, έλεγχος τιμών, κλπ).
Στην πραγματικότητα, πραγματική και επισκοπούμενη μέσω των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων, διαπιστώνεται μια διπλή και συνδυασμένη βοναπαρτιστικοποίηση του κράτους με επίκεντρο ένα πρόσωπο, τον Πρόεδρο, και ένα κόμμα, το κυβερνητικό. Από τη μια έχουμε την πολιτική βοναπαρτιστικοποίηση και από την άλλη την οικονομική βοναπαρτιστικοποίηση του κράτους. Η σύγχρονη πολιτική κοινωνιολογία αποδίδει και οι δύο αυτές βαναπαρτιστικοποιήσεις μαζί απλώς ως «σταλινισμό».
Ο σταλινισμός, ωστόσο, κατέρρευσε πριν από 30 περίπου χρόνια σε όλες τις παραλλαγές του επειδή δεν μπορούσε να διαχειριστεί δίχως τον οικονομικό λογισμό της αξίας, δηλαδή αποτύπωσης των κοινωνικών προτιμήσεων όχι τα μέσα παραγωγής, αυτά μπορούσε, αλλά την κοινωνική αποταμίευση, τις καταναλωτικές και επιχειρηματικές πιστώσεις, δηλαδή τις επενδύσεις, άρα και την τεχνολογική πρόοδο άρα και την απασχόληση και την εξειδίκευσή της, άρα και τον καταμερισμό της εργασίας.
Στο θεωρητικό επίπεδο, η αριστεροκομμουνιστικής έμπνευσης «αυτοδιαχείριση» αποτέλεσε, ύστερα από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, το δρόμο υπέρβασης του προπολεμικού σταλινισμού μέσω της ένταξής του στη μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική λογική του κοινωνικού κράτους πρόνοιας. Στην συνδυασμένη αυτή διαλεκτική, η «αυτοδιαχείριση» ήταν το μέσο και όχι ο σκοπός. Υπενθυμίζεται ότι μετά τη διατύπωσή του από τον Dieterich το 2001, η έρευνα για το «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» έτυχε -κατά δήλωσή του- κουβανικής κρατικής χρηματοδότησης[12]. Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου χρησιμοποίησε πριν από τριάντα και πλέον χρόνια την «αυτοδιαχείριση» για να πετύχει την αριστερή μετάλλαξη της σοσιαλδημοκρατίας τύπου SPD και μάλιστα με όρους «κοινωνικής συνδιαχείρισης», δηλαδή θεωρητικά πιο προχωρημένους από τα τοπικά αυτοδιαχειριστικά οράματα με κεντρικό σχεδιασμό σε χρόνο εργασίας που πρώτη διατύπωσε το 1930 στη Γερμανία η Ομάδα Διεθνών Κομμουνιστών[13] για να ακολουθήσουν με μεγάλη χρονική υστέρηση και χωρίς ίχνος νεωτερισμού[14] οι Dieterich [2001], Albert[15], Φωτόπουλος[16], κα.
Τελικά, μέσω της πολιτειακής μορφολογικής προσομοίωσης της ιστορικής συμβουλιακής δημοκρατίας παράγεται η αυταπάτη της ύπαρξής της αυτοδιαχείρισης και της προοπτικής της σοσιαλιστικής ολοκλήρωσής της. Η αυταπάτη αυτή στηρίζεται στις και υποστηρίζεται από τις παροχές ενός απτού κοινωνικού κράτους πρόνοιας που ο (ιδιαίτερα επιφυλακτικός για την αυθεντικότητα των κοινοτικών συμβουλίων) Michael Albert[17] εκτιμά ότι την περίοδο 2004-2007 ανήλθαν στο ποσό των 5 δις δολαρίων. Με τον τρόπο αυτό, το αντιπροσωπευτικό πολιτικό σύστημα της Βενεζουέλας (που αναπαράγεται διαχρονικά μέσω των κοινωνικά αποπροσανατολιστικών αυταρχικών διαδοχικών εκτροπών του Προέδρου[18]) ανακτά την κοινωνική νομιμοποίησή του (αφού αποδέχεται τον μελλοντικό συμβουλιακό μετασχηματισμό του) και εκμηδενίζει με τον τρόπο αυτό τον σοσιαλιστικό κίνδυνο που αντιπροσωπεύει μια εξ ορισμού ανεξέλεγκτη εκπροσωπευτική πολιτική δυναμική. Ο Ανδρέας Παπανδρέου το έκανε αυτό στη μεταδικτατορική Ελλάδα, ασχέτως εάν είχε ή δεν είχε επίγνωση. Ο Hugo Chávez το κάνει αυτό σήμερα στη Βενεζουέλα, ασχέτως εάν έχει ή δεν έχει επίγνωση.
Για να κλείσει το θέμα: Ποιος εκλέγει ή διορίζει και ποιος ελέγχει ή καθαιρεί το Διοικητικό Συμβούλιο της PDV SA και της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας; Ο Πρόεδρος ή οι πολίτες με ή δίχως συμβούλια;
Σημείωση:Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο του Κ. Λαμπρόπουλου, Βενεζουέλα και Σοσιαλισμός, από τον κρατικό-μονοπωλιακό καπιταλισμό του Chávez στην κοινωνική οικονομία των πολιτών, Οδυσσέας, Αθήνα, 2009 στο οποίο έχει προστεθεί η εισαγωγή των δύο πρώτων παραγράφων.
Αναφορές:
[1] Peters A., Das Äquivalent Prinzip als Grundlage der global Ökonomie, puk e.V., Göttingen.[2] Peters A., Zuse K. [2000] Computer Socialismus – Gespräche mit Konrad Zuse, Verlang Neues, Leben.
[3] Dieterich [2005III26] H., The world revolution advances through Hugo Chavez,
http://reality.gn.apc.org/econ/chavez2.html.
[4] Dieterich H., El socialismo del siglo XXI, 2001, http://www.rebelion.org/dieterich/ dieterich070802.pdf.
[5] http://www.embavenez-us.org
[6] Υπενθυμίζεται ότι η «συμμετοχική δημοκρατία» αποτελεί το “σύνθημα επίθεσης” του νεο-παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ και ολόκληρης της διεθνούς αριστερίζουσας σοσιαλδημοκρατίας.
[7] Δηλαδή την δράση της «μονοτράπεζας» που επαναπροσδιορίζει την «αξία» του νομίσματος που εκδίδει.
[8] Peters:Dieterich 2001:43
[9] Rizopoulos, Y., Plan et politique industrielle en Hongrie face aux contraints de l’environnement international (Σχέδιο και βιομηχανική πολιτική στην Ουγγαρία μπροστά στους περιορισμούς του διεθνούς περιβάλλοντος), Thèse de Doctorat, Université Paris-XII, 1987.
[10] Maroudas, L., L’évolution de l’expérience autogestionnaire en Yougoslavie: mythes et réalités (Η εξέλιξη της αυτοδιαχειριστικής εμπειρίας στη Γιουγκοσλαβία: μύθοι και πραγματικότητες, Thèse de Doctorat de 3ème Cycle en Systèmes et Structures: Economies et Sociétés Contemporaines, Université de Paris VIII, 1987.
[11] Υπενθυμίζεται, ότι ο «αυτομετασχηματισμός» αποτελεί το θεωρητικό σήμα κατατεθέν του αναρχισμού.
[12] Dieterich H., Communist Party of Cuba approves investigation into socialism of the 21st century, 2007XII07, http://www.walterlippmann.com/docs1404.html
[13] GIC – Group of International Communists [1930] Fundamental principles of communist production and distribution, Berlin, http://reality.gn.apc.org/econ/gik1.htm.
[14] Απλώς τα «κουπόνια δεδουλευμένης εργασίας» των παλιών γερμανών αριστερών κομμουνιστών έχουν αντικατασταθεί από χρεωστικές ηλεκτρονικές κάρτες και τις διαδικτυακές πιστώσεις του λογαριασμού εργασίας.
[15] Albert [2003] M., ΠΑΡΕΚΟΝ, Η ζωή μετά τον καπιταλισμό (PARECON – Life after capitalism), Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2004.
[16] Φωτόπουλος Τ., Η πολυδιάστατη κρίση και η περιεκτική δημοκρατία, Γόρδιος, Αθήνα, 2005.
[17] Albert [2008] Μ., Venezuelan direct democracy – the case of the Consejos Comumales, 20081119, www.zmag.org/znet/viewArticle/19681.
[18] Που θέτουν το ζήτημα της «προάσπισης της Δημοκρατίας» και στέλνουν σε δεύτερο πλάνο το ζήτημα του λειτουργικού ταξικού χαρακτήρα της.