Το 1843 ο νεαρός εικοσιτριάχρονος κομμουνιστής Friedrich Engels (1820-1895) συντάσσει στη Βρετανία όπου τον είχε στείλει ο πατέρας του για να εργαστεί στην εκεί οικογενειακή βιομηχανία τους το Περίγραμμα μιας κριτικής της πολιτικής οικονομίας [184311:418-443] με το οποίο κάνει μια συνοπτική επισκόπηση της πολιτικής οικονομίας.
Στο Περίγραμμά του ο Engels [:435] επαναεπιβεβαιώνει –με παραδειγματική αναφορά στην πραγματική εμπειρία των Σοσιαλιστών, ονομαστικά του Fourier (1772-1837) και ανωνύμως του Robert Owen (1771-1858)- την κομμουνιστική αρχή του σχεδιασμού σε είδος ή αξίες χρήσης. Ισχυρίζεται ότι «Η κοινότητα θα πρέπει να υπολογίζει τι μπορεί να παράξει με τα μέσα που έχει στη διάθεσή της και αντίστοιχα με τη σχέση αυτής της παραγωγικής ισχύος ως προς τη μάζα των καταναλωτών θα καθορίζει πόσο πολύ είναι υποχρεωμένη να αυξήσει ή να μειώσει την παραγωγή, πόσο πολύ είναι υποχρεωμένη να ανοίξει το δρόμο στην πολυτέλεια ή να την περικόψει. Προκειμένου να μπορέσουν οι αναγνώστες μου να κρίνουν σωστά αυτή τη σχέση καθώς και την αύξηση της παραγωγικής ισχύος που αναμένεται από μια ορθολογική κατάσταση πραγμάτων μέσα στην κοινότητα, τους προσκαλώ να συμβουλευτούν τα γραπτά των Εγγλέζων Σοσιαλιστών και εν μέρει, επίσης, εκείνα του Fourier.».
γράφει ο Κωστας Λαμπρόπουλος
Το φθινόπωρο 1847, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για τη συγχώνευση ανάμεσα στην Ένωση των Δικαίων των Weitling και Hess και την Επιτροπή Ανταποκριτών των Marx και Engels, ο Engels [184710] προσθέτει στο κομμουνιστικό πρόγραμμα και το οικονομικό σχέδιο. Πάλι με τη μορφή απαντήσεων σε υποθετικές ερωτήσεις του ιδίου, ο Engels δηλώνει τα ακόλουθα:
«Ερώτηση 14: Τι είδους νέα κοινωνική τάξη πρέπει να είναι αυτή (που θα εξαλείψει τις αρρώστιες του καπιταλισμού – ΚΛ);
Απάντηση: Πάνω απ’ όλα πρέπει να αποσπάσει τη διαχείριση της βιομηχανίας και όλων των κλάδων της παραγωγής γενικά από τα χέρια των ξεχωριστών ατόμων που ανταγωνίζονται το ένα το άλλο και αντ’ αυτού πρέπει να διασφαλίσει ότι η κοινωνία ως σύνολο διαχειρίζεται όλους αυτούς τους κλάδους παραγωγής για το κοινωνικό καλό σύμφωνα με ένα κοινωνικό σχέδιο και με τη συμμετοχή όλων των μελών της κοινωνίας. Συνεπώς, θα καταργήσει τον ανταγωνισμό και θα τον αντικαταστήσει με την σύμπραξη.».
Στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο που οι Μαρξ και Ένγκελς εκπονούν στις αρχές του 1848 προβλέπεται με το Μέτρο Πολιτικής #7 η «Επέκταση των εργοστασίων και των εργαλείων παραγωγής που είναι ιδιοκτησία του κράτους· καλλιέργεια των χερσότοπων και έγγειες βελτιώσεις γενικά σύμφωνα με ένα κοινό σχέδιο.».
Στο Anti-Dühring που δημοσιεύτηκε το 1878, 30 χρόνια μετά το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, ο Engels καθιστά απολύτως σαφές ότι η «κοινωνική ρύθμιση της παραγωγής στη βάση ενός ορισμένου σχεδίου σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινότητας και κάθε ατόμου» που αντικαθιστά την κοινωνική αναρχία της παραγωγής δεν είναι ένα απλό διαχειριστικό εργαλείο της κρατικής ιδιοκτησίας από το ίδιο το κράτος ή την κοινωνία ανάμεσα σε πολλά άλλα διαθέσιμα εργαλεία. Το οικονομικό σχέδιο απεικονίζει την πλήρη λειτουργική ρήξη ανάμεσα στο καπιταλιστικό παρόν και το προλεταριακό μέλλον επειδή υποστασιοποιεί λειτουργικά την κατάργηση της αξίας, άρα και της υπεραξίας, δηλαδή της ταξικής εκμετάλλευσης που προκύπτει δομικά από την κατάργηση του χρήματος. Μέσω, λοιπόν, του οικονομικού σχεδίου ο αξιακός οικονομικός λογισμός αντικαθίσταται, θεωρητικά, από τον κοινωνικό λογισμό της χρησιμότητας ή των κοινωνικών προτιμήσεων (π.χ. Arrow 1951).
Ωστόσο, το «οικονομικό σχέδιο» του Engels από το 1843 μέχρι το 1916 που ο Αυστριακός σοσιαλδημοκράτης Otto Neurath [1916] συνέταξε το έργο του «Οικονομικά σε είδος, λογισμός σε είδος και η σχέση του με τα οικονομικά του πολέμου» ήταν απλώς μια a priori κομμουνιστική δοξασία, το λογικά αναγκαίο συμπλήρωμα της κοινωνικά γενικευμένης κοινοκτημοσύνης. Το ταξικά καταλυτικό οικονομικό σχέδιο, που συσχέτιζε ατομικές χρησιμότητες και προτιμήσεις με κοινωνικά κόστη άμεσης εργασίας δίχως αποσβέσεις (παρελθούσα εργασία) και ενδιάμεσες εισροές (άμεση και παρελθούσα εργασία), ήταν ένας απλοϊκός μύθος επιστημονικής φαντασίας. Προπαγανδιστικά ήταν πολύ αποτελεσματικός και ταξικά ήταν ιδιαίτερα παρακινητικός αλλά παρέμενε ένας μύθος αφού δεν υπήρχε ούτε κ’ αν ως προσχέδιο σ’ ένα από τα πολλά συρτάρια του γραφείου του Engels!
Βεβαίως, ο Engels ως γιός βιομήχανου που επιπλέον είχε εμπλακεί ενεργητικά στη διαχείριση των οικογενειακών επιχειρήσεων στη Μεγάλη Βρετανία είχε αντιληφθεί ότι ένα εργοστάσιο λειτουργεί σα μια μεγάλη μηχανή στη βάση ενός σχεδίου παραγωγής / πωλήσεων / εσόδων / κέρδους. Υπέθεσε, επομένως, ότι και μια εθνική οικονομία λειτουργεί με έναν παρόμοιο τρόπο και συμπέρανε ότι το σχέδιο που συναρθρώνει τις δραστηριότητες όλων των επιχειρήσεων μιας οικονομίας ήταν μια εφικτή τεχνική λεπτομέρεια που δεν χρειαζόταν περαιτέρω επεξεργασία. Ο νεαρός Engels δεν είχε άδικο (χωρίς να το ξέρει). Οι Βρετανοί μαθηματικοί James Silvester (1814-1897) και, κυρίως, ο Arthur Cayley (1821-1895), συνεργάτες και προσωπικοί φίλοι, είχαν αρχίσει να αναπτύσσουν τη θεωρία και την άλγεβρα των μητρών τη δεκαετία του 1840. Ο Engels είχε απλώς υποτιμήσει ή σκόπιμα υποβαθμίσει την τεχνική δυσκολία εκτέλεσης του σχετικού έργου καθώς και των οργανωσιακών όρων χρήσης του στην πράξη.
Το πέρασμα από το μικρό και τοπικό επίπεδο στο μεγάλο και εθνικό επίπεδο σχεδιασμού προϋπόθετε όρους, λειτουργίες και δομές που δεν περιέχονται, ούτε κ’ αν δηλώνονται, στους πολλαπλασιασμούς που έκανε ο Engels για να αποκτήσει το περιεκτικό των πάντων σχέδιό του. Η κύρια ποιοτική διαφορά ήταν η επανεισροή στο σύστημα των ίδιων των εκροών του (αναδραστική εισροή εκροών) που διαφοροποιούσε ποιοτικά το μαθηματικό υπόδειγμα από το μαθηματικό γραμμικό υπόδειγμα εκροής – εισροών που ο Engels είχε εμπειρικά υπόψη του.
Υπενθυμίζεται ότι -τελικά- ήταν ο σοβιετικός οικονομολόγος Leonid Kantorovich (1912 – 1986) που επίλυσε το 1939 πρόβλημα του γραμμικού προγραμματισμού για να σχεδιαστούν οι δαπάνες και οι αποδόσεις ώστε να ελαχιστοποιηθεί το κόστος του στρατού και να μεγιστοποιηθούν οι απώλειες του αντίπαλου στρατού.
Πάντως, όταν ο νεαρός αλλά και ο ώριμος Engels έσπρωχναν τα κομμουνιστικά ρέστα τους στο «οικονομικό σχέδιο», το μαθηματικό εργαλείο (Αναδραστικές Μήτρες Εισροών – Εκροών) δεν ήταν ακόμα ετοιμοπαράδοτο και ούτε ήταν, φυσικά, διαθέσιμη η αναγκαία λογιστική πληροφόρηση που θα το καθιστούσε χρησιμοποιήσιμο.
Στην Αυστρία οι Neurath, o πατέρας Wilhelm [1892] και ο γιός Otto [1910, 1916, 1925] άρχισαν διαδοχικά από το 1892 την επεξεργασία των πρώτων λειτουργικών σχεδίων της επονομασθείσας «πολεμικής οικονομίας» και «οικονομίας σε είδος» καθώς και τον «οικονομικό λογισμό σε είδος ή αξίες χρήσης». Συνεπώς, μέχρι το 1916, το «σχέδιο» του Engels ήταν πρακτικά λειτουργικό μόνο στις μικρές κοινοκτημονικές αποικίες στον Νέο και τον Παλιό Κόσμο αλλά … και σε κάθε πατερναλιστικό αγρόκτημα της Ευρώπης.
Τέλος, ο ώριμος Engels είχε παραβλέψει εντελώς -κι’ αυτό είναι σοβαρή επιστημολογική παράλειψη- τόσο τον χαρακτήρα του ίδιου του εργαλείου ως κρατικού ή κοινωνικού θεσμού όσο και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις που η χρήση του εργαλείου θα είχε στους συναρθρωνόμενες απ’ αυτό παραγωγικές μονάδες / συνεργατισμούς / κοινότητες, δηλαδή –τελικά- στην κοινωνία πολιτών που αυτές θα συνδιαμόρφωναν στο πλαίσιο του διαμοιραζόμενου οικονομικού σχεδίου τους.
Στη Ρωσία, η πρώτη συναφής με τις μήτρες εισροών εκροών εργασία είναι του V. K. Dmitriev [1904] ο οποίος κατήρτισε το 1904 ένα σύστημα εξισώσεων για τον υπολογισμό του πλήρους εργατικού κόστους ενός προϊόντος.
Τον Ιανουάριο 1920 ο Gleb Maximilianovich Krzhizhanovsky[i] (1872-1954), σύντροφος στο Μπολσεβίκικο κόμμα και στενός φίλος του Λένιν, δημοσιεύει ένα άρθρο υπέρ του εξηλεκτρισμού της Ρωσίας που ανέπτυσσε λειτουργικά την άποψη που ο Posnikov είχε εκφράσει σε μια προπολεμική συνδιάσκεψη ηλεκτρολόγων μηχανικών ότι όπως η εποχή της μπουρζουαζίας ήταν η εποχή του ατμού έτσι και η εποχή του προλεταριάτου θα ήταν η εποχή του ηλεκτρισμού [Schlesinger 1967:315].
Ο Λένιν συντάσσεται πλήρως με την ιδέα του εξηλεκτρισμού της Ρωσίας και το εκφράζει αυτό με την πασίγνωστη ρήση του «Ο κομμουνισμός είναι η σοβιετική εξουσία συν ο εξηλεκτρισμός ολόκληρης της χώρας».
Η απόφαση για τον εξηλεκτρισμό της χώρας πάρθηκε από την Παν-ρωσική Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή που συνήλθε στις 2-7 Φεβρουαρίου 1920. Το σχέδιο εξηλεκτρισμού εκπονήθηκε από την Κρατική Επιτροπή για τον Εξηλεκτρισμό της Ρωσίας (Goelro) το 1920 υπό τη διεύθυνση του Krzhizhanovsky και ήταν δεκαετούς διάρκειας. Προέβλεπε τη δημιουργία 20 θερμικών σταθμών και 10 υδροηλεκτρικών σταθμών συνολικής δυναμικότητας 1,5 GW και ετήσιας παραγωγής 8.800 GW.
Το Σχέδιο για τον εξηλεκτρισμό της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας – RSFSR/ΡΣΟΣΔ εγκρίνεται ομόφωνα από το 8ο Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ που διεξάγεται στη Μόσχα το Δεκέμβριο 1920. Την εισήγηση την κάνει ο ίδιος ο Λένιν.
Ο Lenin [19211121] αποκαλεί το σχέδιο εξηλεκτρισμού της Ρωσίας το 1921 ως «το δεύτερο πρόγραμμα του κόμματός μας» [Schlesinger 1967:316] και στη συνέχεια το χαρακτηρίζει «ολοκληρωμένο οικονομικό σχέδιο».
Η Κρατική Επιτροπή Σχεδιασμού – Gosplan / Госпла́н συστάθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1921 και διαλύθηκε το 1991. Ο πρώτος Διευθυντής ήταν ο Gleb Maximilianovich Krzhizhanovsky (1872-1954) από τις 13 Αυγούστου 1921 μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου 1923 και ξανά ο τρίτος από τις 18 Νοεμβρίου 1925 μέχρι τις 10 Νοεμβρίου 1930. Η Επιτροπή Σχεδιασμού λειτουργεί πρώτα συμβουλευτικά και μετά, από το 1925, ελεγκτικά (οι περίφημοι «αριθμοί ελέγχου»).
Παράλληλα με το έργο εξηλεκτρισμού και σε αλληλεπίδραση μ’ αυτό αναπτύσσεται η μεθοδολογία επεξεργασίας των οικονομικών πληροφοριών στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης.
Οι Bogdanov [192101], Kritsman [1921], Leontief [1925], Popov [1926a], Popov [1926b], Litoshenko [1926], Chayanov [1926], κ.α. επινοούν τα περίφημα εθνικά, κλαδικά και περιφερειακά «ισοζύγια σε είδος» [Akhabbar 20061221, Belykh 1989] που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο μαθηματικών επεξεργασιών και, επομένως, να αποτελέσουν εργαλεία οικονομικού σχεδιασμού σε είδος. Τα ισοζύγια, ωστόσο, δεν αποτελούν «μήτρες εισροών-εκροών» αλλά σχετικές χοντρικές προσεγγίσεις τους. Τα πρώτα χρησιμοποιήσιμα αποτελέσματα παρήχθησαν το 1925, το ίδιο έτος με την έκδοση του έργου του Otto Neurath [1925] «Οικονομικό σχέδιο και λογισμός σε είδος» στη Γερμανία.
Στην ομάδα έργου συμμετείχε και ο οικονομολόγος Wassily Leontief (1906-1999) που στη συνέχεια μεταφέρει το 1927 τη τεχνογνωσία για την κατασκευή των ισοζυγίων στη Γερμανία (Institute for World Economics του Πανεπιστημίου του Kiel) και το 1931 στις ΗΠΑ (National Bureau of Economic Research, Νέα Υόρκη). Ο Leontief ολοκληρώνει στις ΗΠΑ το ημιτελές έργο της Ομάδας του Πανεπιστημίου του Λένινγκραντ το 1936 και παράγει τους οικείους μας πλέον πίνακες εισροών-εκροών για την αμερικανική οικονομία το 1941. Το 1973 η συμβολή του Leontief στην ανάπτυξη και διαχείριση της οικονομικής πληροφόρησης αλλά και η μεταφορά της σοβιετικής επιστημονικής καινοτομίας στη Δύση αναγνωρίζεται και ανταμείβεται με το Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών.
Η τρίτη προϋπόθεση του σχεδιασμού είναι ζήτημα στατιστικής οργάνωσης. Ύστερα από την οριστικοποίηση των σχεδιαστικών επεξεργασιών, η Κεντρική Επιτροπή Στατιστικής αναδιοργανώθηκε το 1926-7 και συνδέεται με τα κατά περίπτωση τοπικά όργανα στατιστικής για να είναι σε θέση να προμηθεύει τα οικονομικά δεδομένα που απαιτούν οι σχεδιαστικές επεξεργασίες. Η Κεντρική Επιτροπή Στατιστικής εντάσσεται απευθείας στο Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων (κυβέρνηση) με δικαίωμα αποφασιστικής ψήφου (γίνεται δηλαδή μέλος της κυβέρνησης).
Επομένως, πρακτικά ο οικονομικός σχεδιασμός σε είδος / εργασία καθίσταται τεχνικά εφικτός στην ΕΣΣΔ το 1928, 10 χρόνια μετά την επανάσταση.
Αμέσως μετά ο Στάλιν εξήγγειλε το πρώτο πενταετές σχέδιο για την εκβιομηχάνιση στις 31 Οκτωβρίου 1928. Το σχέδιο διήρκεσε μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1932.
Το οξύμωρο στην σταλινική εξαγγελία της «επανάστασης από τα πάνω» ήταν ότι ο ίδιος ο Στάλιν δεν συμμεριζόταν καθόλου τη συνολική ηλεκτρικο-εκβιομηχανιστική προσέγγιση του Λένιν. Στις αρχές του 1926 παρομοίαζε το υδροηλεκτρικό έργο του Δνείπερου (Dnieprostroi) στην Ουκρανία σαν τη διαστροφή του μουζίκου που δεν επισκευάζει το άροτρό του προκειμένου να αγοράσει ένα γραμμόφωνο [Carr 1967:278]. Τελικά, το τεράστιο εξηλεκτριστικό έργο ολοκληρώθηκε το 1932, μαζί με το πρώτο 5ετές σχέδιο.
Επομένως, ο κεντρικός σχεδιασμός σε είδος αποκτά από το 1933 και μετά όλη την ηλεκτρική κινητήρια δύναμη που χρειάζεται για να αναδείξει την εκβιομηχανιστική ισχύ του και μετατρέπει την ΕΣΣΔ από μια καθυστερημένη αγροτική χώρα σε βιομηχανική και στρατιωτική υπερδύναμη εν μέσω και δια μέσου του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου που εισάγει στη χώρα ως ανέλπιστο παράπλευρο όφελος γερμανική, ιαπωνική και αμερικανική στρατιωτική τεχνολογία, είτε ως αντιγραφή ή επίσημη βοήθεια.
Ωστόσο, το κεντρικό οικονομικό σχέδιο -όπως όλα τα “μεγάλα ολοκληρωμένα συστήματα”- πάσχει από το «σύνδρομο της πεταλούδας»: αρκεί η παραμικρή διαταραχή σ’ ένα του σημείο για να επιφέρει πολλαπλασιαστικά και αλυσιδωτά το χάος.
Η απόλυτη εργασιακή πειθαρχία αποτελεί το μοναδικό διαθέσιμο αντίμετρο σε ενδεχόμενες χαοτικές εκτροπές του συστήματος. Ο Trotsky [19180328] είχε ήδη αντιμετωπίσει τον σχετικό κίνδυνο. Το Μάρτιο του 1918, σε ομιλία του στα μέλη του κόμματος στη Μόσχα με θέμα την εργασιακή πειθαρχία τα καλεί όπως: “Με φορέα το Κομμουνιστικό Κόμμα μας πρέπει να σχηματίσουμε σε κάθε εργοστάσιο ένα υποδειγματικό κύτταρο το οποίο πρέπει να είναι, τρόπος του λέγειν, η εργασιακή συνείδηση του εργοστασίου” και παρακινεί αυτά τα «κύτταρα εργατικής συνείδησης» να δραστηριοποιηθούν στους χώρους δουλειάς ως επιτόπια όργανα του κράτους για την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του κόστους της εργασίας: “Είναι απαραίτητο αυτό το νέο συναίσθημα να καλλιεργηθεί, μέσα από το Κόμμα και μέσα από τις βιομηχανικές ομοσπονδίες μας, σε κάθε μεγάλο εργοτάξιο και εργοστάσιο ότι αυτή η νέα συνείδηση εργατικού καθήκοντος και εργατικής τιμής πρέπει να υιοθετηθεί και να προωθηθεί και, με βάση αυτή τη συνείδηση, να δημιουργηθούν εργατικά δικαστήρια, έτσι ώστε ο εργάτης που είναι αδιάφορος για τα καθήκοντά του ή ιδιοποιείται αυθαίρετα ή φθείρει τα υλικά ή ο εργάτης που δεν αφιερώνει ολόκληρο το χρόνο της εργασίας του στη δουλειά του, ένας τέτοιος εργάτης να μπορεί να οδηγείται σε δίκη και τα ονόματα όλων αυτών που παραβιάζουν τη σοσιαλιστική αλληλεγγύη να τυπώνονται στο σοβιετικό τύπο σαν αποστάτες.”.
Τι είναι, τέλος πάντων, αυτό το περίφημο «σχέδιο» [ii] που οδηγεί στον κομμουνισμό;
Είναι η ποσοτική συσχέτιση μεταξύ των αμοιβαίων εισροών και εκροών σε είδος όλων των επιχειρήσεων που συνθέτουν μια οικονομία με συνημμένα τα προκύπτοντα διανύσματα εισαγωγών και εξαγωγών, απασχόλησης, επενδύσεων και κατανάλωσης.
Έστω A η τετραγωνική τεχνολογική μήτρα μιας οικονομίας, I η μοναδιαία μήτρα και d το διάνυσμα της τελικής ζήτησης για την επένδυση και την κατανάλωση. Τότε, το διάνυσμα της ακαθάριστης παραγωγής της οικονομίας είναι: q = (I-A)-1 * d.
Έστω q’ το διάνυσμα της παραγωγικής δυναμικότητας (της μέγιστης δυνατής παραγωγής) που βασίζεται στην τεχνολογική μήτρα: q’ = Σ0jqj, a0j = 1-Σjaj.
Τότε, τα διανύσματα των πλεονασμάτων και των ελλειμμάτων της παραγωγής κατά την πλήρη χρήση των πόρων (μέγιστη δυνατή παραγωγή) είναι αντίστοιχα: x = q’-q > 0 και m = q’-q < 0.
Δεδομένης της μη νομισματικής μετατρεψιμότητας, τα πλεονάσματα της παραγωγής x εξάγονται στο εξωτερικό στις τρέχουσες διεθνείς τιμές τους (px) και τα ελλείμματα της παραγωγής m εισάγονται από το εξωτερικό στις τρέχουσες διεθνείς τιμές τους (pm). Έτσι, οι εισαγωγές (Vm) πρέπει να πληρωθούν από τις εξαγωγές (Vx): Vm = pm * m = Vx = px * x.
Άρα, η Υπηρεσία / Γραφείο / Συμβούλιο / GOSPLAN / Διοίκηση Σχεδιασμού πρέπει να πάρει δύο συμπληρωματικές αποφάσεις: πρώτον να αποφασίσει για τον όγκο και τη σύνθεση των εξαγωγών και δεύτερον να διανείμει τα έσοδα των εξαγωγών Vx στα ελλείμματα της παραγωγής m = q’-q < 0.
Η σύνθεση των εξαγωγών είναι εύκολο να αποφασιστεί με βάση τα προκύπτοντα πλεονάσματα της παραγωγής επί της εγχώριας ενδιάμεσης και τελικής ζήτησης: x = q’-q > 0. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή είναι και η βέλτιστη επειδή ναι μεν υπάρχει προς σύγκριση η συνιστώσα των διεθνών τιμών αλλά όχι και η συνιστώσα των εσωτερικών τιμών ενώ απαιτούνται και οι δύο για τον προσδιορισμό του βέλτιστου διανύσματος / σύνθεσης των εξαγωγών. Συνεπώς, ο τομέας των εξαγωγών πρέπει να είναι αυτόνομος, δηλαδή μια οικονομία της αγοράς βασισμένη στην αξία εντός των συνόρων αναφοράς, έτσι όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα στην Κίνα.
Επιπλέον, η διανομή των εσόδων από τις εξαγωγές στα εισαγόμενα είδη είναι εντελώς αυθαίρετη επειδή δεν υπάρχει ένα σύστημα τιμών ισορροπίας ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση ως έκφραση των κοινωνικών προτιμήσεων των καταναλωτών για να ληφθεί υπόψη. Ωστόσο, ο σχεδιαστής προτιμά να μειώσει τα καταναλωτικά είδη σε σχέση με τα ενδιάμεσα και επενδυτικά είδη επειδή αυτό δεν επηρεάζει δυσμενώς -τουλάχιστον άμεσα- την ομαλή συνέχεια της παραγωγικής διαδικασίας (μετάδοση και πολλαπλασιασμός των ελλείψεων) όπως την επηρεάζει η μείωση των ενδιάμεσων και επενδυτικών ειδών. Μ’ αυτό τον τρόπο, ο τομέας Ι των μέσων παραγωγής αποκτά προτεραιότητα έναντι του τομέα ΙΙ των καταναλωτικών αγαθών.
Συνεπώς, ο σχεδιασμός σε είδος / αξίες χρήσης αξίες χρήσης αναγεννά το κράτος πέρα και πάνω από την παράγουσα κοινωνία. Έτσι, ακόμα και στη βάση των συνεργατισμών του Marx, ο κομμουνισμός είναι τελικά ανέφικτος επειδή το κράτος δεν μπορεί να διαλυθεί ακόμα και μακροπρόθεσμα. Αν διαλυθεί το κράτος, τότε η συνεργατική παραγωγή απλά θα καταρρεύσει πλήρως μαζί του.
Επομένως, στο μέχρι το 1917 εγνωσμένο ιστορικό αστυνομικό, δικαστικό και στρατιωτικό κράτος ο οικονομικός σχεδιασμός σε αξίες χρήσης προσθέτει το 1928 και το οικονομικό κράτος. Το κράτος μεγεθύνεται με έναν επιπλέον τεράστιο γραφειοκρατικό μηχανισμό συλλογής, επεξεργασίας, αξιολόγησης δεδομένων και πληροφοριών, λήψης αποφάσεων και ελέγχου αποτελεσμάτων.
Στο μηχανισμό αυτό, το κόμμα εντάσσεται οργανικά ως το interface του με την κοινωνία. Το κόμμα είναι ο μοναδικός αντιπροσωπευτικός φορέας της κοινωνίας. Το μοναδικό κόμμα είναι εκείνο που αναγνωρίζει τις κοινωνικές ανάγκες και προτιμήσεις, τις εισάγει στον μηχανισμό οικονομικού σχεδιασμού και μεταφέρει το αποτέλεσμα της επεξεργασίας τους από τον μηχανισμό οικονομικής διεύθυνσης στα συνδικάτα που αποτελούν τους ιμάντες κινητοποίησης των μαζών σύμφωνα με τους στόχους του σχεδίου.
Τέλος, ο μηχανισμός σχεδιασμού μετατρέπει την ίδια την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών από συλλογική αυτενέργεια της εργατικής τάξης σε ατομική εργατική υποχρέωση επίτευξης των στόχων που θέτει.
Επιγραμματικά:
«Το σχέδιο είναι νόμος,
η εκπλήρωσή του είναι καθήκον,
η υπερ-εκπλήρωσή του είναι τιμή!»[iii].
Συνεπώς: το «σχέδιο σε αξίες χρήσης» υποστασιοποιεί την πεμπτουσία της «γραφειοκρατικής απαλλοτρίωσης και αλλοτρίωσης του προλεταριάτου» που είχε αρχίσει από το κόμμα πρώην επαγγελματιών επαναστατών και νυν κυβερνητικών αξιωματούχων με τη σταδιακή κατάργηση του πολυκομματισμού, δηλαδή της σοβιετικής δημοκρατίας που κατέστησε εφικτή και την ίδια την επανάσταση του Οκτώβρη, μετά της εσωκομματικής δημοκρατίας και, τέλος, της συμμετοχής των εργοστασιακών συμβουλίων στη λήψη των αποφάσεων.
Απ’ ότι όμως αποδείχθηκε από τη χρήση του στην πράξη το εργαλείο σχεδιασμού σε αξίες χρήσης δεν είναι ανεξάρτητο αρχικών συνθηκών και επιδιώξεων. Είναι αποτελεσματικό μόνο με εξωγενείς στόχους ή / και προτεραιοποιήσεις εσωστρεφούς χαρακτήρα, όπως είναι π.χ. η πολεμική προσπάθεια (π.χ. πολεμικός κομμουνισμός, 1918-1921), ή η εξάλειψη της ανεργίας (κολεκτιβοποίηση – προλεταριοποίηση, 1928-1932), ή η εκβιομηχάνιση (προτεραιοποίηση τομέα Ι μέσων παραγωγής ή της καθ’ ημάς Επιχείρησης 1, >1932). Δεν είναι αποτελεσματικό εφόσον υφίσταται ή μόλις επιτευχθεί πλήρης απασχόληση των διαθέσιμων ανθρώπινων πόρων.
Επομένως, το εργαλείο αποτελεί τμήμα ενός σύνθετου πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού υποδείγματος εσωστρεφούς μη καπιταλιστικής οικονομικής ανάπτυξης (αυτάρκεια) το οποίο δεν μπορεί -ευτυχώς- να εφαρμοστεί σε μια ανεπτυγμένη οικονομία κοινωνικών αποταμιευτικών, καταναλωτικών και πολιτικών προτιμήσεων και συνεχούς τεχνολογικής προόδου [Lambropoulos 1985].
Στη συνέχεια της (διαρκούς) επανάστασης στη Ρωσία ο Τρότσκι θα αποκαλέσει αυτόν τον ιστορικά νέο παρα-καπιταλιστικό και αντι-καπιταλιστικό προλεταριακό σχηματισμό «γραφειοκρατικά παραμορφωμένο εργατικό κράτος» που «μετεωρίζεται μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού».
Αναφορές
__________________________
Akhabbar [20061221] A., Social technology and political economy: the debate on the soviet origins of input – output analysis, History of Economics Research Group, Nanterre University.
Arrow [1951] K. J., Social choice and individual values Yale University Press, New Haven and London, 1963.
Belykh [1989] A. A., A note on the origins on input – output analysis and the contributions of the early soviet economists: Chayanov, Bogdanov and Kritsman, Soviet Studies, vol. XLI, no. 3, July 1989, 426-429.
Bogdanov [192101] A. A., ‘Organizatsionnaya nauka i khozyaistvennaya planomernost”, Trudy Pervoi Vserossiiskoi Initsiativnoi Konferentsii po nauchnoi organizatsii truda i proizvodstva, (Moscow, 1921), vol. 1, pp. 8-12. Reprinted in abridged form in Ekonomika i matematicheskie metody, XXIV, (1988), pp. 798-801.
Carr [1967] E.H., Some random reflexions on soviet industrialization: Feinstein 1967: 271-284.
Chayanov [1926] A. V., On the theory of Peasant Economy. Ed. by D. Thorner, B. Kerblay, R. E. F. Smith, Richard D. Irwin, Homewood, Illinois, 1966.
Dmitriev [1904] V. K., Ekonomicheskie ocherki, Moscow. English translation: V. K. Dmitriev, Economic Essays on Value, Competition and Utility. Ed. with an introduction by D. M. Nuti, (Cambridge, Cambridge University Press, 1974
Engels [184311] F., Outlines of a critique of political economy, Marx – Engels Collected Works, vol.3:418-443, Progress Publishers, Moscow 1975.
Engels [184710] F., Principles of communism, Marx-Engels Collected Works, vol. 6: 340-357, Progress Publishers, Moscow 1976.
Engels [1878] F., Anti-Dühring, Herr Eugen Dühring’s Revolution in Science, Progress Publishers, Marx-Engels Collected Works vol.25:5-310, Moscow, 1987.
Feinstein [1967] C., ed., Socialism, capitalism and economic growth, Cambridge University Press, London.
Kritsman [1921] L. N., O edinom khozyaistvennom plane, Moscow.
Lambropoulos [1985] K., Les conséquences macroéconomiques de l’endettement roumain vis-à-vis de l’Ouest, 1950-1982, Thèse de Doctorat de 3ème Cycle en Techniques Economiques, Prévision, Prospectives, Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales, Paris.
Lenin [19211121] V.I., Integrated economic plan, Pravda no. 39, 1921II22, Collected Works, vol.32:137-145, Progress Publishers, Moscow.
Leontief [1925] W., The balance of the economy of the USSR, A methodological analysis of the work of the Central Statistical Administration, Planovoe khoziaistvo, 12, p.254-258.
Leontief [1936] W., Quantitative input and output relations in the economic system of the United States, The Review of Economic Statistics, 18(3), August, pp.105-125.
Leontief [1941] W., The Structure of the American Economy, Cambridge, Harvard University Press.
Litoshenko [1926] L. N., Methods of constructing a national economy balance: Popov 19226a.
Lopes T. C., Neder H. D. [20131013], Straffa, Leontief, Lange: the political economy of input – output economics, EconoimiA 18 (2017), pp. 192-211.
Marx K, Engels F. [184801] Manifesto of the Communist Party, Marx-Engels Collected Works, vol.6:477-519, Progress Publishers, Moscow 1976.
Μηλιός [1990] Γ., Κρατικός σχεδιασμός και επιχείρηση στην ΕΣΣΔ (Μια πρώτη προσέγγιση στην οικονομική ανάπτυξη και τις σχέσεις εξουσίας του «υπαρκτού σοσιαλισμού»), Τεύχος 33, περίοδος: Οκτώβριος – Δεκέμβριος 1990.
Neurath [1892] W., Die wahren Ursachen der Überproductionkrisen sowie der Erwerbs und Arbeitslosigkeit, Vienna.
Neurath [1910] O., War economy: Uebel – Cohen 2004:153-199.
Neurath [1916] O., Economics in kind, calculation in kind and their relation to war economics: Uebel – Cohen 2004:299-311.
Neurath [1925] O., Economic plan and calculation in kind: Uebel – Cohen 2004:405-465.
Popov [1926a] P. I., ed., Balance of the National Economy of the USSR 1923-24, Trudy Tsentral’nogo Statisticheskogo Upravlenyia, 29.
Popov [1926b] P. I., Introduction to the balance of the National Economy, Vvedenie k izusheniϊu balansa narodnogo khoziaistva: Popov 1926a.
Schlesinger [1967] R., The historical setting of socialist planning in the USSR: Feinstein 1967:308-325.
Trotsky [19180328] L., Work, discipline and order to save the Soviet Republic, An Address of Leon Trotzky at the City Conference of the Russian Communist Party in Moscow, March 28th, 1918: The Class Struggle, vol. III, #4, November, United States, 191911.
Uebel, T. E., Cohen R., [2004] eds., Neurath O., Economic writings, Selections 1904-1945, Vienna Circle Collection vol. 23, Kluwer Academic Publishers.
Σημειώσεις
[i] Ο Krzhizhanovsky ανακηρύχθηκε Ακαδημαϊκός της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ το 1929 και Ήρωας της Σοσιαλιστικής Εργασίας το 1957.[ii] Ο ενδιαφερόμενος να εμβαθύνει αναγνώστης μπορεί να συμβουλευτεί το έργο του Μηλιού [1990] και των Lopes – Neder [20131013].
[iii] Εφημερίδα Pereslavl Week