Αναστάτωση επικρατούσε στο κατώφλι του Καπιτώλιου Μελάθρου της Γιάννας. Είχε καταφτάσει ένας ολομόναχος σαστισμένος ασπρομάλλης και μάλωνε με τον τσολιά της αυλόπορτας.
Ο Χαρδαλιάς απουσίαζε – είχε πάει στο κομμωτήριο για το βραδινό του κούρεμα-χτένισμα- κι αναγκάστηκε η Γιάννα να διασχίσει όλη την αυλή για να καταλάβει τι συμβαίνει. Μόλις πλησίασε στην αυλόπορτα άρχισε να χειροκροτεί ο επί του τύπου διαπιστευμένος της Πρωτο-σάλτσε.
– Πάψε βρε ανόητε να χειροκροτείς και εξήγησέ μου τι συμβαίνει εδώ, του είπε οργισμένη η Γιάννα.
– Να, αυτός εδώ θέλει να μπει μέσα κι εγώ συμβούλεψα τον εύζωνα να μην του το επιτρέψει, διότι δεν τον γνωρίζουμε , είπε ο Πρωτοσάλτε κι έδειξε τον ασπρομάλλη που ψέλλιζε λόγια ακατάληπτα.
– Ποιος είστε κύριε, τον ρώτησε κοφτά και με ύφος βλοσυρό η Γιάννα.
– Είμαι ο Πικραμένος, αλλά δε θυμάμαι με πια ιδιότητα ήρθα, ως πρώην Πρωθυπουργός ή ως Αντιπρόεδρος της παρούσης Κυβερνήσεως, απάντησε με δισταγμό ο ασπρομάλλης άνδρας.
– Αντιπρόεδρος είμαι εγώ κυρία, πετάχτηκε ο Άδωνις
– Πάψε χαζομπουμπούκο, εσύ είσαι αντιπρόεδρος του κόμματος όχι της Κυβερνήσεως, τον έκοψε ο Πλεύρης.
– Καλώς κύριε Πικραμένε, ας πούμε ότι είστε πρώην πρωθυπουργός• σίγουρα θα είχαμε και πιο άχρηστους από σας, του είπε η Γιάννα για του δώσει κουράγιο.
Εν τω μεταξύ ο Χαρδαλιάς είχε επιστρέψει απ’ το κομμωτήριο και έσπευσε ως υπασπιστής πλάι στη Γιάννα.
– Παιδί μου δώσε μια καραμέλα στον πρώην Πρωθυπουργό να του κατευνάσουμε την πίκρα, μπας και τον κάνουμε πρώην Πικραμένο κι ύστερα βρες αυτόν τον Πρωτο-σάλτσε και δώστου ένα ζευγάρι καινούργια ματογυάλια, γιατί εκτός από ανόητος είναι θεόστραβος• δε γνώρισε τον Πικραμένο! Θου Κύριε, είπε Γιάννα αναστενάζοντας!
Ο Πικραμένος ακολουθούσε τη Γιάννα για να μπούνε στη Σάλα του Μελάθρου και μια σκέψη τον βασάνιζε, «άραγε σε 200 χρόνια, το Έθνος θα με μνημονεύει κι εμέ ως ήρωα ή ως ραδιούργο πρωθυπουργό σαν τον Κωλέτη;»
(… συνεχίζεται)